logo-print

Υποχρεωτική ηλεκτρονική κατάθεση δικογράφων και εγγράφων στο ΣτΕ και τα διοικητικά δικαστήρια από 1.1.2021

Τι προβλέπει το νομοσχέδιο του Υπουργείου Ανάπτυξης για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη

Ο δικαστικός έλεγχος της δράσης των ανεξάρτητων αρχών

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ / ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Γενικός Κανονισμός για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων και Ευθύνη για Αποζημίωση

Σε δημόσια διαβούλευση τέθηκε από το Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων το Αναπτυξιακό Πολυνομοσχέδιο.

Μεταξύ άλλων, το νομοσχέδιο περιλαμβάνει ρυθμίσεις για εργασιακά θέματα και ατομικές εργασιακές σχέσεις, μέτρα για την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας, ασφαλιστικές διατάξεις και διατάξεις σχετικές με παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη.

Διαβάστε επίσης: Αναμορφώνεται πλήρως ο Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας με επίκεντρο την ψηφιοποίηση

Το Κεφάλαιο για τις παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη περιλαμβάνει διατάξεις για την υποχρεωτική ηλεκτρονική κατάθεση δικογράφων και σχετικών εγγράφων στο Συμβούλιο της Επικρατείας, αλλά και κατά τη διαδικασία του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, καθώς και την υποχρέωση αναγραφής του ΑΦΜ στα δικόγραφα ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων.

Αναλυτικά οι νέες δαιτάξεις: 

Άρθρο 69 – Υποχρεωτική ηλεκτρονική κατάθεση δικογράφων και σχετικών εγγράφων στο Συμβούλιο της Επικρατείας

1. Στο άρθρο 19 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) προστίθεται παρ. 9 ως εξής:

«9. Το ένδικο μέσο ή βοήθημα υποβάλλεται αποκλειστικώς με ηλεκτρονικά μέσα από 1.1.2021 και είναι έγκυρο εφόσον φέρει προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 1 του π.δ. 150/2001 (Α` 125) και σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 25 έως 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 910/2014 (ΕΕ L 257).»

2. Στο άρθρο 21 του π.δ. 18/1989 προστίθεται παρ. 8 ως εξής:

«8. Οι προβλεπόμενες από τις ανωτέρω παραγράφους επιδόσεις του δικαστηρίου προς τους διαδίκους γίνονται αποκλειστικώς με ηλεκτρονικά μέσα από 1.1.2021, και είναι έγκυρες εφόσον το δικόγραφο και η πράξη του Προέδρου περί ορισμού δικασίμου και εισηγητή φέρουν προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 1 του π.δ. 150/2001 και σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 25 έως 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 910/2014. Το δικόγραφο και η πράξη του Προέδρου που έχουν διαβιβαστεί με ηλεκτρονικά μέσα στη δηλωθείσα με το δικόγραφο ηλεκτρονική διεύθυνση θεωρείται ότι επιδόθηκαν, μετά την παρέλευση τριών εργάσιμων ημερών από την ηλεκτρονική αποστολή τους. Μετά την 1.1.2021, εάν η χρήση ηλεκτρονικών μέσων είναι τεχνικά αδύνατη και εφόσον τούτο επιβάλλεται για λόγους επείγοντος, οι επιδόσεις διενεργούνται κατά τις διατάξεις των παρ. 1 έως 6 του παρόντος άρθρου. Αμέσως μόλις καταστεί εκ νέου τεχνικά δυνατή η χρήση των ηλεκτρονικών μέσων, τη διαβίβαση αυτή ακολουθεί η επίδοση με τα μέσα αυτά.»

3. Στο άρθρο 23 του π.δ. 18/1989 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:

«4. Η έκθεση των απόψεων της Διοίκησης και ο φάκελος που τη συνοδεύει υποβάλλονται αποκλειστικώς με ηλεκτρονικά μέσα από 1.1.2021, και λαμβάνονται υπόψη μόνο εφόσον τα σχετικά έγγραφα φέρουν προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 1 του π.δ. 150/2001 και σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 25 έως 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 910/2014. Στην έκθεση απόψεων πρέπει να επισημαίνονται διακριτά τα έγγραφα που αποτελούν περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου που αποστέλλεται και περιέχουν στοιχεία στα οποία η Διοίκηση ζητά να μην επιτραπεί η πρόσβαση των λοιπών διαδίκων, για τον λόγο ότι παραβλάπτεται απόρρητο το οποίο προβλέπεται από ειδικές διατάξεις.»

4. Στο άρθρο 25 του π.δ. 18/1989 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

«3. Το δικόγραφο προσθέτων λόγων και τα υπομνήματα των διαδίκων υποβάλλονται αποκλειστικώς με ηλεκτρονικά μέσα από 1.1.2021, λαμβάνονται δε υπόψη από το δικαστήριο, με την επιφύλαξη των λοιπών προϋποθέσεων των παρ. 1 και 2, εφόσον τα ως άνω δικόγραφα φέρουν προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 1 του π.δ. 150/2001 και σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 25 έως 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 910/2014.»

5. Στο άρθρο 49 του π.δ. 18/1989 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:

«5. Το δικόγραφο παρεμβάσεως υποβάλλεται αποκλειστικώς με ηλεκτρονικά μέσα από 1.1.2021, λαμβάνεται δε υπόψη από το δικαστήριο, με την επιφύλαξη των λοιπών προϋποθέσεων των παρ. 1 έως 4, εφόσον φέρει προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 1 του π.δ. 150/2001 και σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 25 έως 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 910/2014.»

6. Στο π.δ. 18/1989 προστίθεται άρθρο 70α ως εξής:

«Άρθρο 70α

Ηλεκτρονική κατάθεση δικογράφων ή εγγράφων

1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 15 παρ. 1, 27 παρ. 1 και των αιτήσεων περί ευεργετήματος πενίας, όπου στις διατάξεις του παρόντος αναφέρεται η κατάθεση δικογράφου ή εγγράφου σε έντυπη μορφή, από 1.1.2021 νοείται αποκλειστικώς η ηλεκτρονική κατάθεσή τους, εφόσον τα δικόγραφα ή έγγραφα αυτά φέρουν προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 1 του π.δ. 150/2001 και σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 25 έως 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 910/2014. Τα εν λόγω δικόγραφα ή έγγραφα που έχουν υποβληθεί με ηλεκτρονικά μέσα θεωρείται ότι κατατέθηκαν, εφόσον επιστραφεί στον αποστολέα του δικογράφου ή εγγράφου από το δικαστήριο ηλεκτρονική απόδειξη που φέρει προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την ως άνω έννοια, και περιέχει και την έκθεση κατάθεσης.

2. Στα κατατιθέμενα με ηλεκτρονικά μέσα δικόγραφα ή έγγραφα επισυνάπτονται ως παραρτήματα τα στοιχεία των οποίων γίνεται επίκληση και κατάλογος των στοιχείων αυτών. Αν παράρτημα δικογράφου ή εγγράφου δεν μπορεί, λόγω της φύσεώς του, να κατατεθεί με ηλεκτρονικά μέσα, διαβιβάζεται χωριστά ταχυδρομικώς ή παραδίδεται στη γραμματεία. Το παράρτημα κατατίθεται σε ένα αντίτυπο για το δικαστήριο και σε ισάριθμα των διαδίκων αντίτυπα. Ο διάδικος που καταθέτει τα αντίτυπα αυτά βεβαιώνει ότι είναι πανομοιότυπα. Αν, λόγω του όγκου ενός στοιχείου, στο δικόγραφο ή έγγραφο που κατατίθεται με ηλεκτρονικά μέσα επισυνάπτονται μόνον αποσπάσματα, κατατίθεται στη γραμματεία το στοιχείο αυτούσιο ή πλήρες αντίγραφό του. Στο ηλεκτρονικό σύστημα του Δικαστηρίου καταχωρίζονται οι σχετικές πληροφορίες, προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση όλων των διαδίκων στο στοιχείο αυτό.

3. Επί ηλεκτρονικής καταθέσεως κάθε είδους δικογράφου ή εγγράφου στο δικαστήριο εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του π.δ. 40/2013 (Α΄ 75).

4. Εάν η κατάθεση δικογράφου ή εγγράφου με ηλεκτρονικά μέσα είναι τεχνικά αδύνατη για λόγους που αφορούν στο ηλεκτρονικό σύστημα του δικαστηρίου, ο χρήστης ενημερώνει αμέσως για την αδυναμία αυτή τη γραμματεία με κάθε πρόσφορο μέσο, σημειώνοντας: α) το είδος του δικογράφου ή εγγράφου που επιθυμεί να καταθέσει· β) κατά περίπτωση, την προθεσμία που προβλέπεται ή έχει ταχθεί για την κατάθεση του δικογράφου ή εγγράφου· γ) τη φύση της διαπιστωθείσας τεχνικής αδυναμίας, προκειμένου οι υπηρεσίες του δικαστηρίου να εξακριβώσουν αν αυτή οφείλεται σε μη διαθεσιμότητα του ηλεκτρονικού συστήματος που χρησιμοποιεί το δικαστήριο. Σε περίπτωση επείγοντος, ο ενδιαφερόμενος καταθέτει αντίγραφο του δικογράφου ή άλλου διαδικαστικού ή σχετικού εγγράφου στη γραμματεία ή το διαβιβάζει με κάθε πρόσφορο μέσο (μέσω ταχυδρομείου, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή φαξ). Αμέσως μόλις καταστεί εκ νέου τεχνικά δυνατή η χρήση του ηλεκτρονικού συστήματος που χρησιμοποιεί το δικαστήριο, τη διαβίβαση αυτή ακολουθεί η κατάθεση μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος. Το δικαστήριο ή ο πρόεδρος του οικείου δικαστικού σχηματισμού, κατά τον λόγο της αρμοδιότητάς τους, αποφαίνονται επί της αποδοχής του δικογράφου ή εγγράφου που κατατέθηκε με ηλεκτρονικά μέσα μετά τη λήξη της ταχθείσας προς τούτο προθεσμίας, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που επικαλείται ο καταθέτων για να αποδείξει ότι ήταν τεχνικά αδύνατη η εμπρόθεσμη κατάθεση του εγγράφου αυτού με ηλεκτρονικά μέσα για λόγους που αφορούσαν στο ηλεκτρονικό σύστημα του δικαστηρίου.

5. Η επιβεβαίωση της καταθέσεως δικογράφου ή εγγράφου την οποία παρέχει το δικαστήριο δεν προδικάζει το από δικονομικής απόψεως παραδεκτό των διαβιβαζομένων εγγράφων.

6. Το δικαστήριο παρέχει στους διαδίκους, με τη χρήση κωδικού, τη δυνατότητα εξ αποστάσεως πρόσβασης στα δικόγραφα ή έγγραφα που έχουν υποβληθεί ή που έχουν επιδοθεί με ηλεκτρονικά μέσα. Εξαίρεση αποτελούν τα δικόγραφα ή έγγραφα στα οποία έχει κριθεί από το δικαστήριο ή τον πρόεδρο του αρμόδιου δικαστικού σχηματισμού, κατά περίπτωση, ότι δεν επιτρέπεται η πρόσβαση, διότι παραβλάπτεται απόρρητο το οποίο προβλέπεται από ειδικές διατάξεις. Η πρόσβαση στα δικόγραφα και στα έγγραφα κάθε υποθέσεως που έχουν υποβληθεί ή επιδοθεί με ηλεκτρονικά μέσα είναι δυνατή μέχρι της συμπληρώσεως τριμήνου από την ημερομηνία της απόφασης ή πράξης με την οποία περατώνεται η υπόθεση αυτή ενώπιον του οικείου δικαστικού σχηματισμού.»

Άρθρο 70 – Υποχρεωτική ηλεκτρονική κατάθεση δικογράφων και εγγράφων κατά τη διαδικασία του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97)

1. Στην παρ. 5 του άρθρου 44 του ν. 2717/1999 προστίθεται τρίτο εδάφιο ως εξής:

«Τέτοια υπογραφή δεν απαιτείται στις περιπτώσεις του τελευταίου εδαφίου της παρ. 6 και του δευτέρου εδαφίου της παρ. 7 του άρθρου 48 του παρόντος.»

2. Η παράγραφος 6 του άρθρου 48 του ν. 2717/1999 που είχε προτεθεί με το άρθρο 49 παρε. 1 του ν. 4055/2012 (Α’ 51) αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Οι προβλεπόμενες από τις ανωτέρω παραγράφους επιδόσεις του δικαστηρίου προς τους διαδίκους μπορούν να γίνονται και με ηλεκτρονικά μέσα και είναι έγκυρες εφόσον τα προς επίδοση έγγραφα φέρουν προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 1 του π.δ. 150/2001 και σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 25 έως 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 910/2014. Τα προς επίδοση έγγραφα που έχουν διαβιβαστεί από το δικαστήριο με ηλεκτρονικά μέσα στη δηλωθείσα με το δικόγραφο ηλεκτρονική διεύθυνση, θεωρείται ότι επιδόθηκαν μετά την παρέλευση τριών εργάσιμων ημερών από την ηλεκτρονική αποστολή τους. Από την 1.1.2021, όλες οι επιδόσεις του δικαστηρίου προς τους διαδίκους γίνονται αποκλειστικά με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με τα προηγούμενα εδάφια. Εάν η χρήση ηλεκτρονικών μέσων είναι τεχνικά αδύνατη και εφόσον τούτο επιβάλλεται για λόγους επείγοντος, οι επιδόσεις μπορεί να διενεργούνται κατά τις διατάξεις των παρ. 3 και 5 του παρόντος άρθρου. Αμέσως μόλις καταστεί εκ νέου τεχνικά δυνατή η χρήση των ηλεκτρονικών μέσων, την κατά το προηγούμενο εδάφιο επίδοση ακολουθεί η επίδοση με τα μέσα αυτά.»

3. Στο άρθρο 126 του ν. 2717/1999 προστίθεται παράγραφοι 8 έως 12 ως εξής:

«8. Με την επιφύλαξη των άρθρων 26, 27 παρ. 2 και 3, 29 παρ. 2, 30 παρ. 2 περ. β΄, 32 παρ. 2, 58 παρ. 2, 126Β, 276 παρ. 4 εδάφιο α΄, καθώς και των στοιχείων της εκλογής στις ειδικές διαδικασίες των εκλογικών διαφορών, τα δικόγραφα αλλά και τα λοιπά διαδικαστικά έγγραφα κάθε είδους υποβάλλονται αποκλειστικώς με ηλεκτρονικά μέσα από 1.1.2021 και είναι έγκυρα εφόσον φέρουν προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 1 του π.δ. 150/2001 και σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 25 έως 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 910/2014. Τα εν λόγω δικόγραφα και έγγραφα που έχουν υποβληθεί με ηλεκτρονικά μέσα θεωρείται ότι κατατέθηκαν, εφόσον επιστραφεί στον αποστολέα του δικογράφου ή εγγράφου από το δικαστήριο ηλεκτρονική απόδειξη που φέρει προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την ως άνω έννοια, και περιέχει και την έκθεση κατάθεσης.

9. Στα κατατιθέμενα με ηλεκτρονικά μέσα δικόγραφα ή έγγραφα επισυνάπτονται ως παραρτήματα τα στοιχεία των οποίων γίνεται επίκληση και κατάλογος των στοιχείων αυτών. Αν παράρτημα δικογράφου ή εγγράφου δεν μπορεί, λόγω της φύσεώς του, να κατατεθεί με ηλεκτρονικά μέσα, διαβιβάζεται χωριστά ταχυδρομικώς ή παραδίδεται στη γραμματεία. Το παράρτημα κατατίθεται σε ένα αντίτυπο για το δικαστήριο και σε ισάριθμα των διαδίκων αντίτυπα. Ο διάδικος που καταθέτει τα αντίτυπα αυτά βεβαιώνει ότι είναι πανομοιότυπα. Αν, λόγω του όγκου ενός στοιχείου, στο δικόγραφο ή έγγραφο που κατατίθεται με ηλεκτρονικά μέσα επισυνάπτονται μόνον αποσπάσματα, κατατίθεται στη γραμματεία το στοιχείο αυτούσιο ή πλήρες αντίγραφό του.

10. Επί ηλεκτρονικής καταθέσεως κάθε είδους δικογράφου ή εγγράφου στο δικαστήριο εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του π.δ. 40/2013 (Α΄ 75).

11. Εάν η κατάθεση δικογράφου ή εγγράφου με ηλεκτρονικά μέσα είναι τεχνικά αδύνατη, ο χρήστης ενημερώνει αμέσως για την αδυναμία αυτή τη γραμματεία με κάθε πρόσφορο μέσο, σημειώνοντας: α) το είδος του δικογράφου ή εγγράφου που επιθυμεί να καταθέσει· β) κατά περίπτωση, την προθεσμία που προβλέπεται ή έχει ταχθεί για την κατάθεση του δικογράφου ή εγγράφου· γ) τη φύση της διαπιστωθείσας τεχνικής αδυναμίας, προκειμένου οι υπηρεσίες του δικαστηρίου να εξακριβώσουν αν αυτή οφείλεται σε μη διαθεσιμότητα του ηλεκτρονικού συστήματος που χρησιμοποιεί το δικαστήριο. Σε περίπτωση επείγοντος, ο ενδιαφερόμενος καταθέτει αντίγραφο του δικογράφου ή άλλου διαδικαστικού ή σχετικού εγγράφου στη γραμματεία ή το διαβιβάζει με κάθε πρόσφορο μέσο (μέσω ταχυδρομείου, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή φαξ). Αμέσως μόλις καταστεί εκ νέου τεχνικά δυνατή η χρήση του ηλεκτρονικού συστήματος που χρησιμοποιεί το δικαστήριο, τη διαβίβαση αυτή ακολουθεί η κατάθεση μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος. Το δικαστήριο ή ο πρόεδρος του οικείου δικαστικού σχηματισμού, κατά τον λόγο της αρμοδιότητάς τους, αποφαίνονται επί της αποδοχής του δικογράφου ή εγγράφου που κατατέθηκε με ηλεκτρονικά μέσα μετά τη λήξη της ταχθείσας προς τούτο προθεσμίας, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που επικαλείται ο καταθέτων για να αποδείξει ότι ήταν τεχνικά αδύνατη η εμπρόθεσμη κατάθεση του εγγράφου αυτού με ηλεκτρονικά μέσα για λόγους που αφορούσαν στο ηλεκτρονικό σύστημα του δικαστηρίου.

12. Η επιβεβαίωση της καταθέσεως δικογράφου ή εγγράφου την οποία παρέχει το δικαστήριο δεν προδικάζει το από δικονομικής απόψεως παραδεκτό των διαβιβαζομένων εγγράφων.»

4. Στο άρθρο 129 του ν. 2717/1999 προστίθεται παρ. 7 ως εξής:

«7. Η έκθεση των απόψεων της Διοίκησης και ο φάκελος που τη συνοδεύει υποβάλλονται αποκλειστικώς με ηλεκτρονικά μέσα από 1.1.2021, και λαμβάνονται υπόψη μόνο εφόσον τα σχετικά έγγραφα φέρουν προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 1 του π.δ. 150/2001 και σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 25 έως 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 910/2014. Στην έκθεση απόψεων πρέπει να επισημαίνονται διακριτά τα έγγραφα που αποτελούν περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου που αποστέλλεται και περιέχουν στοιχεία στα οποία η Διοίκηση ζητά να μην επιτραπεί η πρόσβαση των λοιπών διαδίκων, για τον λόγο ότι παραβλάπτεται απόρρητο το οποίο προβλέπεται από ειδικές διατάξεις.»

5. Στο άρθρο 130 του ν. 2717/1999 προστίθεται παρ. 3 ως εξής:

«3. Από 1.1.2021, το δικαστήριο παρέχει στους διαδίκους, με τη χρήση ειδικού κωδικού, τη δυνατότητα εξ αποστάσεως πρόσβασης στα δικόγραφα ή έγγραφα που έχουν υποβληθεί ή που έχουν επιδοθεί με ηλεκτρονικά μέσα. Εξαίρεση αποτελούν τα δικόγραφα ή έγγραφα στα οποία έχει κριθεί από το δικαστήριο ότι δεν επιτρέπεται η πρόσβαση, διότι παραβλάπτεται απόρρητο το οποίο προβλέπεται από ειδικές διατάξεις. Η πρόσβαση στα δικόγραφα και στα έγγραφα κάθε υποθέσεως που έχουν υποβληθεί ή επιδοθεί με ηλεκτρονικά μέσα είναι δυνατή μέχρι της συμπληρώσεως τριμήνου από την ημερομηνία της απόφασης ή πράξης με την οποία περατώνεται η υπόθεση αυτή ενώπιον του οικείου δικαστικού σχηματισμού.»

6. Η παρ. 3 του άρθρου 195 του ν. 2717/1999 τροποποιείται ως εξής:

«3. Η κοινοποίηση γίνεται με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 6 και 7 του άρθρου 48».

Άρθρο 71 – Τροποποίηση του π.δ. 40/2013 (Α΄ 75)

1. Το άρθρο 1 παρ. 1 του π.δ. 40/2013 τροποποιείται ως εξής:

«1. Οι δικηγόροι και τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που χρησιμοποιούν τη διαδικασία ηλεκτρονικής κατάθεσης δικογράφου στο Συμβούλιο της Επικρατείας και στα Τακτικά Διοικητικά Δικαστήρια:»

2. Στο άρθρο 3 του π.δ. 40/2013 προστίθεται παρ. 4 ως εξής:

«4. Από 1.1.2021, τα δικόγραφα ή έγγραφα που έχουν υποβληθεί ή που έχουν επιδοθεί με ηλεκτρονικά μέσα αποκτούν ψηφιακό υδατόσημο (digital watermark) που περιέχει τον κωδικό του δικηγόρου ή μέλους του ΝΣΚ που ασκεί το δικαίωμα πρόσβασης στα δικόγραφα ή έγγραφα αυτά και αναφέρει τα εξής: η πρόσβαση επιτρέπεται μόνο στους διαδίκους της συγκεκριμένης υπόθεσης, περιορίζεται μόνο στο πλαίσιο της συγκεκριμένης διοικητικής δίκης, η δε χρήση ή αναπαραγωγή τους, για οποιονδήποτε άλλο σκοπό, απαγορεύεται χωρίς άδεια του δικαστηρίου.»

Άρθρο 72 – Υποχρέωση αναγραφής του ΑΦΜ στα δικόγραφα ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων

1. Η παρ. 2 του άρθρου 17 του π.δ. 18/1989 τροποποιείται ως εξής:

«2. Το δικόγραφο πρέπει να περιέχει το όνομα εκείνου που ασκεί το ένδικο μέσο, τη διεύθυνση της κατοικίας του, τον αριθμό φορολογικού του μητρώου, την προσβαλλόμενη πράξη ή απόφαση, τους συγκεκριμένους λόγους στους οποίους στηρίζεται το ένδικο μέσο, χρονολογία και υπογραφή».

2. Η περ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 45 του ν. 2717/1999 τροποποιείται ως εξής:

«γ) αν υποβάλλεται μεν από φυσικό πρόσωπο, το όνομα, επώνυμο, πατρώνυμο, αριθμό φορολογικού μητρώου, ηλεκτρονική διεύθυνση και την ακριβή διεύθυνση της κατοικίας και του χώρου εργασίας του ίδιου, του νόμιμου αντιπροσώπου του και, αν υπάρχουν, του δικαστικού πληρεξούσιου και του αντικλήτου του, αν υποβάλλεται δε από νομικό πρόσωπο, ένωση προσώπων ή ομάδα περιουσίας, την επωνυμία και την έδρα τους, τον αριθμό φορολογικού μητρώου καθώς και το όνομα, επώνυμο, πατρώνυμο, αριθμό φορολογικού μητρώου, ηλεκτρονική διεύθυνση και την ακριβή διεύθυνση της κατοικίας και του χώρου εργασίας του εκπροσώπου τους και, αν υπάρχουν, του δικαστικού πληρεξουσίου και του αντικλήτου τους, ενώ, αν υποβάλλεται από το Δημόσιο, τον τίτλο της δημόσιας υπηρεσίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και το όργανο που το εκπροσωπεί».

Mπορείτε να συμμετέχετε στη διαβούλευση στο opengov.gr

Τεχνητή νοημοσύνη, μεταφορές & ευθύνη των μεταφορέων στο Ελληνικό Δίκαιο
Η ελαττωματική καταγγελία και οι συνέπειές της

ΚΩΣΤΗΣ ΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ