Υπηρεσία παροχής πρόσβασης στο διαδίκτυο εντός αεροσκάφους και ενωσιακό κανονιστικό πλαίσιο
Δικαστήριο ΕΕ: «Κινητό δορυφορικό σύστημα μπορεί να στηρίζεται κυρίως, από απόψεως χωρητικότητας μετάδοσης δεδομένων, σε συμπληρωματικά επίγεια σκέλη εγκατεστημένα ώστε να καλύπτουν το σύνολο του εδάφους της ΕΕ»
Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος
Με τη δημοσιευθείσα στις 15-04-2021 απόφασή του, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) αποφάνθηκε ότι κινητό δορυφορικό σύστημα το οποίο στηρίζεται κυρίως, από απόψεως χωρητικότητας μετάδοσης δεδομένων, σε συμπληρωματικά επίγεια σκέλη τα οποία είναι εγκατεστημένα κατά τρόπο ώστε να καλύπτουν το σύνολο του εδάφους της Ένωσης δεν είναι κατ’ ανάγκην ασύμβατο προς το ευρωπαϊκό κανονιστικό πλαίσιο.
Πρόσθετα, το ΔΕΕ επισήμανε ότι η εκτεταμένη εκμετάλλευση επίγειων σκελών είναι δυνατή εφόσον δεν νοθεύεται ο ανταγωνισμός και το δορυφορικό σκέλος του συστήματος έχει πραγματική και συγκεκριμένη χρησιμότητα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι με την απόφασή του αυτή, το ΔΕΕ ερμήνευσε την έννοια των «κινητών δορυφορικών συστημάτων» καθώς και την έννοια των «συμπληρωματικών επίγειων σκελών» (ή, αλλιώς, «ΣΕΣ») και του «κινητού επίγειου σταθμού»1 υπό το πρίσμα της αποφάσεως αριθ. 626/2008/ΕΚ για την επιλογή και αδειοδότηση συστημάτων που παρέχουν κινητές δορυφορικές υπηρεσίες (MSS) (γνωστής και ως «αποφάσεως MSS»). Επιπλέον, το ΔΕΕ παρέσχε διευκρινίσεις όσον αφορά την εξουσία των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών να χορηγούν ή να αρνούνται σε φορέα εκμεταλλεύσεως τις αναγκαίες άδειες για την παροχή των εν λόγω σκελών κινητών δορυφορικών συστημάτων.
Ιστορικό της υπόθεσης
Με σκοπό να διευκολυνθεί η ανάπτυξη ανταγωνιστικής εσωτερικής αγοράς για κινητές δορυφορικές υπηρεσίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να εξασφαλιστεί η βαθμιαία κάλυψη όλων των κρατών μελών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εξέδωσαν την απόφαση MSS2.
Κατόπιν διαδικασίας επιλογής φορέων εκμετάλλευσης πανευρωπαϊκών συστημάτων που παρέχουν κινητές δορυφορικές υπηρεσίες3, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέλεξε, μεταξύ άλλων, την επιχείρηση Inmarsat Ventures SE. Η ως άνω επιχείρηση ανέπτυξε σύστημα το οποίο καλείται «European Aviation Network» και προορίζεται για την παροχή υπηρεσιών αεροναυτικής συνδέσεως.
Με απόφαση της 21ης Οκτωβρίου 2014, η Autorité de régulation des communications électroniques et des postes (ρυθμιστική αρχή ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ταχυδρομείων, Γαλλία) της χορήγησε άδεια χρήσης ορισμένων συχνοτήτων στο έδαφος της μητροπολιτικής Γαλλίας και, με απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2018, της χορήγησε άδεια εκμεταλλεύσεως ΣΕΣ4 κινητών δορυφορικών συστημάτων.
Κατόπιν τούτου, η Eutelsat, ανταγωνίστρια της Inmarsat, άσκησε ενώπιον του Conseil d’État (Συμβουλίου της Επικρατείας, Γαλλία) προσφυγή με αίτημα την ακύρωση της τελευταίας αυτής αποφάσεως, προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, παραβίαση του δικαίου της Ένωσης.
Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Με την απόφασή του αυτή, το Δικαστήριο, επεσήμανε, κατ’ αρχάς, ότι ένα κινητό δορυφορικό σύστημα δεν απαιτείται κατ’ ανάγκην να στηρίζεται κυρίως, από απόψεως χωρητικότητας μετάδοσης δεδομένων, στο δορυφορικό σκέλος του συστήματος. Πράγματι, οι κρίσιμες διατάξεις της αποφάσεως MSS δεν προσδιορίζουν, από απόψεως χωρητικότητας μετάδοσης δεδομένων, τη σχέση μεταξύ, αφενός, του δορυφορικού σκέλους κινητού δορυφορικού συστήματος και, αφετέρου, του επίγειου σκέλους του εν λόγω συστήματος. Επίσης, δεν μπορεί να εξαχθεί συμπέρασμα από τη χρήση του όρου «συμπληρωματικά» στη φράση «συμπληρωματικά επίγεια σκέλη», δεδομένου ότι ο όρος είναι ουδέτερος ως προς τη σχετική σημασία των δύο σκελών.
Στη συνέχεια, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι απαιτούνται δύο βασικά στοιχεία προκειμένου να είναι δυνατός ο χαρακτηρισμός ενός σταθμού εδάφους ως «ΣΕΣ κινητών δορυφορικών συστημάτων». Από απόψεως τοποθεσίας, πρέπει να χρησιμοποιείται σε σταθερή γεωγραφική θέση και να καλύπτει γεωγραφική περιοχή εντός του ίχνους του δορυφόρου ή των δορυφόρων του οικείου κινητού δορυφορικού συστήματος. Επιπλέον, από λειτουργικής απόψεως, ο σταθμός εδάφους πρέπει να χρησιμοποιείται για την αύξηση της διαθεσιμότητας κινητής δορυφορικής υπηρεσίας σε περιοχές όπου οι επικοινωνίες με το δορυφορικό σκέλος του συστήματος δεν μπορούν να εξασφαλιστούν με την απαιτούμενη ποιότητα. Εφόσον πληρούνται οι ως άνω απαιτήσεις και οι λοιποί κοινοί όροι5, κανένας περιορισμός δεν μπορεί να συναχθεί από τις διατάξεις της αποφάσεως MSS ως προς τον αριθμό των ΣΕΣ που μπορούν να τεθούν σε λειτουργία ή ως προς τη γεωγραφική τους κάλυψη6. Συναφώς, η έννοια της «απαιτούμενης ποιότητας» πρέπει να εκλαμβάνεται ως το επίπεδο ποιότητας που είναι αναγκαίο για την παροχή της υπηρεσίας του φορέα εκμεταλλεύσεως του εν λόγω συστήματος, υπό το πρίσμα του σκοπού προώθησης της καινοτομίας, της τεχνολογικής προόδου και των συμφερόντων των καταναλωτών.
Πάντως, η λειτουργία των ΣΕΣ δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα τη στρέβλωση του ανταγωνισμού στην οικεία αγορά και το δορυφορικό σκέλος πρέπει να έχει πραγματική και συγκεκριμένη χρησιμότητα, υπό την έννοια ότι πρέπει να είναι απαραίτητο για τη λειτουργία του συστήματος, υπό την επιφύλαξη της ανεξάρτητης λειτουργίας των ΣΕΣ σε περίπτωση αποτυχίας του δορυφορικού σκέλους, η οποία δεν πρέπει να υπερβαίνει τους δεκαοκτώ μήνες. Εναπόκειται στις αρμόδιες εθνικές αρχές να ελέγχουν την τήρηση των προϋποθέσεων αυτών.
Τέλος, κατά το Δικαστήριο, τέτοιου είδους σταθμός, προκειμένου να εμπίπτει στην έννοια του «κινητού επίγειου σταθμού», δεν απαιτείται να μπορεί να επικοινωνεί, χωρίς ιδιαίτερο εξοπλισμό, τόσο με ΣΕΣ όσο και με δορυφόρο. Συναφώς, το Δικαστήριο, αφού υπενθύμισε ορισμένες απαιτήσεις οι οποίες πρέπει να τηρούνται, διαπίστωσε ότι αυτές πληρούνται με τον συνδυασμό δύο διακριτών τερματικών σταθμών λήψης, οι οποίοι συνδέονται μεταξύ τους με σύστημα διαχείρισης επικοινωνίας, εκ των οποίων ο πρώτος είναι τοποθετημένος πάνω στην άτρακτο αεροσκάφους και επικοινωνεί με δορυφορικό σταθμό και ο δεύτερος είναι τοποθετημένος κάτω από την άτρακτο και επικοινωνεί με ΣΕΣ. Το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι δεν ασκεί επιρροή, στο πλαίσιο αυτό, το γεγονός ότι τα επιμέρους στοιχεία δεν σχηματίζουν ένα πρακτικά αδιάσπαστο σύνολο.
Γίνεται υπόμνηση ότι η διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα να υποβάλουν στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά αυτή, λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, ομοίως, άλλα εθνικά δικαστήρια ενώπιον των οποίων ανακύπτει παρόμοιο ζήτημα.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA
- 1. Άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της αποφάσεως MSS.
- 2. Άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχεία α΄ και β΄, και άρθρο 8, παράγραφοι 1 και 3, της αποφάσεως MSS.
- 3. Άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχεία α΄ και β΄, της αποφάσεως MSS, σε συνδυασμό με το άρθρο 8, παράγραφοι 1 και 3, της ίδιας αποφάσεως.
- 4. Άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, της αποφάσεως MSS, σε συνδυασμό με το άρθρο 8, παράγραφοι 1 και 3, της ίδιας αποφάσεως.
- 5. Άρθρο 8, παράγραφος 3, της αποφάσεως MSS.
- 6. Ιδίως άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, της αποφάσεως MSS.