logo-print

Προσβολή των δικαιωμάτων των παιδιών στα ΜΜΕ και τα social media (ΣτΠ)

Ο Συνήγορος του Πολίτη επισημαίνει πως ακόμα και αν τα ρεπορτάζ δεν αποκαλύπτουν το όνομα ή την εικόνα του παιδιού, πολύ συχνά η ταυτοποίηση είναι αναπόφευκτη

24/04/2024

24/04/2024

Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας - 4η έκδοση

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΓΕΝΙΚΑ​

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΝΙΚΑΣ

ΕΣΔΑ Κατ΄άρθρο ερμηνεία

ΙΩΑΝΝΗ ΣΑΡΜΑΣ
ΞΕΝΟΦΩΝ ΚΟΝΤΙΑΔΗΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Προσβολή της προσωπικότητας και της εικόνας του παιδιού στα μέσα μαζικής ενημέρωσης (Μ.Μ.Ε.) και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης

Στο πλαίσιο εξέτασης αναφορών σχετικά με τον τρόπο κάλυψης από τα Μ.Μ.Ε. θεμάτων που αφορούν ανηλίκους, ο Συνήγορος του Πολίτη εστίασε ιδίως σε ζητήματα προβολής, με ή χωρίς άδεια της οικογένειας, της εικόνας παιδιών που βρίσκονται σε δύσκολη κατάσταση, καθώς και τηλεοπτικής, κυρίως, παρουσίασης ειδήσεων για παιδιά φιλοξενούμενα σε ιδρύματα.[1]

Στις περιπτώσεις αυτές, η Αρχή παρενέβη καλώντας τα μέσα επικοινωνίας και τους εργαζομένους αυτών να αντιμετωπίζουν τα παιδιά ως υποκείμενα δικαιωμάτων και να τηρούν την ισχύουσα νομοθεσία και δεοντολογία. Παράλληλα, απευθύνθηκε στο καθ’ ύλην αρμόδιο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (Ε.Σ.Ρ.), στις ενώσεις συντακτών, αλλά και στην εκάστοτε οικογένεια, εφόσον τα στοιχεία του παιδιού προέρχονταν από την ίδια. Επίσης, ζητήθηκε η συνδρομή των εισαγγελικών αρχών και του Ε.Σ.Ρ. σε συνέχεια σοβαρών περιστατικών που ενέπλεκαν παιδιά, για τις πρακτικές προβολής στα Μ.Μ.Ε., αλλά και παρουσίας τηλεοπτικών συνεργείων και αθέμιτης προσέγγισης μαθητών/τριών και φιλοξενουμένων έξω από σχολεία και δομές, με συνέπεια την πρόκληση συναισθηματικής φόρτισης.

Ειδικότερα, ο Συνήγορος επισήμανε ότι, η κατ’ εξακολούθηση προβολή και ο σχολιασμός της εικόνας και της προσωπικής και οικογενειακής ζωής παιδιών, αλλά και η παρουσία δημοσιογράφων σε δομές και χώρους όπου κινούνται ανήλικοι, παραβιάζουν τα δικαιώματα σεβασμού της ταυτότητας, της προσωπικότητας, της ιδιωτικής ζωής και της αξιοπρέπειας του παιδιού.

Παράλληλα, έρχονται σε αντίθεση με την υποχρέωση διασφάλισης του βέλτιστου συμφέροντός του και προστασίας του παιδιού θύματος, σύμφωνα με την, υπερνομοθετικής ισχύος, Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού (Δ.Σ.Δ.Π.).[2] Η πρακτική, άλλωστε, αυτή έρχεται σε σύγκρουση με το ελληνικό Σύνταγμα και άλλες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας, που θεσπίζουν υποχρέωση προστασίας της παιδικής ηλικίας και σεβασμού της προσωπικότητας και της αξίας του ανθρώπου.[3]

Στο ίδιο πνεύμα, αναδείχθηκε η υποχρέωση που απορρέει από τον Γενικό Κανονισμό για την Προστασία Δεδομένων (Γ.Κ.Π.Δ.), για αυξημένη εγρήγορση και προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των ανηλίκων, λόγω της εκ φύσεως ευάλωτης θέσης τους, που μπορεί να οδηγήσει σε σωματική και υλική ή μη βλάβη.[4]

Διαβάστε επίσης: Απόσυρση φωτογραφιών παιδιών από μέσα ενημέρωσης μετά από παρέμβαση του Συνηγόρου του Πολίτη

Συμπληρωματικά, σημειώθηκε ότι ειδικότερες διατάξεις συγκεκριμενοποιούν τις παραπάνω υποχρεώσεις για τον Τύπο και τη Ραδιοτηλεόραση, υπαγορεύοντας την αποφυγή παρέμβασης σε πόνο ή πένθος, παρουσίασης τέτοιων σκηνών ή προβολής εικόνων, που επιτείνουν το τραύμα, αλλά και απαγορεύοντας την παρουσίαση ανηλίκων μέσω εικόνας, ονόματος ή άλλου τρόπου που καθιστά σαφή την ταυτότητά τους, καθώς και τη συμμετοχή σε εκπομπές ανήλικων μαρτύρων, θυμάτων ή γενικότερα ευρισκόμενων σε δύσκολη κατάσταση.[5]

Ο Συνήγορος, μάλιστα, εξέφρασε την εκτίμηση ότι, στις υποθέσεις που διερεύνησε, δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της κατ’ εξαίρεση νομιμοποίησης της παρουσίασης ανηλίκου (δεν ήταν αναγκαία η παρουσίαση για την ενημέρωση του κοινού, η προβολή προκαλούσε πόνο ή βλάβη στην προσωπικότητα του παιδιού ή/και δεν είχε προηγηθεί γραπτή συναίνεση νόμιμου εκπροσώπου του[6]).

Κρίθηκε, αντίθετα, ότι – στις περιπτώσεις που εξετάσθηκαν, αλλά και σε μεγάλο βαθμό γενικότερα – τα μέσα δεν περιορίζονται στην κάλυψη της ανάγκης πληροφόρησης του κοινού, που επιτυγχάνεται με την αναφορά της είδησης, αλλά εμφανίζουν στοιχεία που διεισδύουν όλο και περισσότερο σε ποικίλες πτυχές της ιδιωτικής ζωής του παιδιού και του περιβάλλοντός του, κάνουν εκτεταμένη χρήση φωτογραφιών και βίντεο από την προσωπική και οικογενειακή ζωή του ανηλίκου, προβαίνουν σε λεπτομερείς περιγραφές και αναλύσεις, ακόμη και για ευαίσθητα δεδομένα του, διατυπώνουν εκτιμήσεις για την ψυχολογική κατάστασή του, για μελλοντικές προοπτικές, κ.λπ. Συνήθης είναι, επίσης, η διαρροή στοιχείων του φακέλου της υπόθεσης (κατά παράβαση της μυστικότητας της διαδικασίας) και η επί μακρόν συντήρηση της είδησης στην επικαιρότητα, με την προβολή «νέων στοιχείων» που προκύπτουν, τα οποία εμπλουτίζονται από επαναλήψεις συγκεκριμένων πλάνων, καθώς και με αξιολογήσεις ή συνεντεύξεις με συγγενείς και τρίτους, δηλώσεις και συστάσεις αρμόδιων και μη φορέων.

Κατ’ αποτέλεσμα, ακόμα και αν στα ρεπορτάζ αυτά η εικόνα του παιδιού εμφανίζεται με την αναγκαία επεξεργασία ή δεν αναφέρεται το όνομά του, η ταυτοποίηση είναι αναπόφευκτη, και τα στοιχεία και οι χαρακτηρισμοί, που το συνοδεύουν, το ακολουθούν εφ’ όρου ζωής.

Με βάση το ισχύον πλαίσιο και τις παραπάνω διαπιστώσεις, ο Συνήγορος τόνισε ότι, πέραν των λοιπών ζητημάτων που άπτονται του σεβασμού της προσωπικότητας και της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής των παιδιών, αναδεικνύεται ως εξέχουσας σημασίας η δευτερογενής θυματοποίηση και η ψυχοσυναισθηματική επιβάρυνση ανηλίκων και των οικογενειών τους, που δυσχεραίνουν την αποκατάσταση και τις υφιστάμενες ή μελλοντικές σχέσεις τους με το κοινωνικό τους περιβάλλον.

Τέλος, σε ό,τι αφορά στη στάση των γονέων, τονίστηκε ότι η τεκμαιρόμενη άδεια εκ μέρους τους, μέσω της διοχέτευσης φωτογραφιών και πληροφοριών στα Μ.Μ.Ε., δεν αίρει αυτόματα την προσβολή της ιδιωτικής σφαίρας του παιδιού, που είναι και το μόνο υποκείμενο του δικαιώματος προστασίας της προσωπικότητας, της εικόνας και της ιδιωτικής του ζωής. Επιπλέον, επισημάνθηκε ότι, με την ανάρτηση από τους γονείς ή την παροχή φωτογραφιών των παιδιών τους σε τρίτους, για δημοσίευση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δημιουργείται μια ψηφιακή ταυτότητα, ένα διαδικτυακό αποτύπωμα. Οι φωτογραφίες και τα στοιχεία δεν διαγράφονται ποτέ πλήρως, ακόμη κι αν αφαιρεθούν από τις σελίδες των ίδιων. Το υλικό αυτό διαφεύγει, επομένως, της προσωπικής διαχείρισης και ο καθένας μπορεί να αντλεί περαιτέρω πληροφορίες για τη ζωή του παιδιού, τις οποίες θα αξιοποιεί όπως επιθυμεί με πιθανές αρνητικές συνέπειες, τόσο για την ασφάλεια του παιδιού, όσο και για την ψυχική του υγεία, ιδίως στα στάδια της κοινωνικοποίησής του.

Κατόπιν των παρεμβάσεων του Συνηγόρου, στις μεμονωμένες περιπτώσεις που χειρίστηκε, σταμάτησε από τα Μ.Μ.Ε. ή από την οικογένεια η εμφάνιση των επίμαχων φωτογραφιών/εικόνας των παιδιών και η περαιτέρω λήψη πλάνων, χωρίς ωστόσο να ληφθούν γενικότερης εφαρμογής μέτρα, όπως είχε ζητήσει η Αρχή. Στην ειδικότερη περίπτωση οργάνωσης που αναρτούσε φωτογραφίες παιδιών σε άσχημη κατάσταση στην ιστοσελίδα της, με σκοπό τη συλλογή χρημάτων, ο Συνήγορος απευθύνθηκε στις εισαγγελικές αρχές και η υπόθεση διερευνάται.

Από την Ετήσια Έκθεση 2023 του Συνηγόρου του Πολίτη

 

[1] Φ.Υ. 341998, 341385, 338893, 335070, 334824, 333631 και 332356

[2] Άρθρο 3 παρ. 1 Δ.Σ.Δ.Π. (Ν. 2101/1992): «Σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, είτε αυτές λαμβάνονται από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής προστασίας, είτε από τα δικαστήρια, τις διοικητικές αρχές ή από τα νομοθετικά όργανα, πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού». Επίσης άρ. 39: «Τα συμβαλλόμενα κράτη παίρνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για να διευκολύνουν τη σωματική και ψυχολογική ανάρρωση και την κοινωνική επανένταξη κάθε παιδιού θύματος οποιασδήποτε μορφής παραμέλησης, εκμετάλλευσης ή κακοποίησης, βασανισμού ή κάθε άλλης μορφής σκληρής, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή ένοπλης σύρραξης. Η ανάρρωση αυτή και η επανένταξη γίνονται μέσα σε περιβάλλον, που ευνοεί την υγεία, τον αυτοσεβασμό και την αξιοπρέπεια του παιδιού».

[3] Ιδίως άρ. 2 παρ. 1, 15 παρ. 2 του Συντάγματος και 57, 59 του Αστικού Κώδικα.

[4] Βλ. ιδίως προοίμιο του Γ.Κ.Π.Δ., Οδηγία (ΕΕ) 2016/680: «(εδ. 38) Τα παιδιά απαιτούν ειδική προστασία όσον αφορά τα δεδομένα τους προσωπικού χαρακτήρα, καθώς τα παιδιά μπορεί να έχουν μικρότερη επίγνωση των σχετικών κινδύνων, συνεπειών και εγγυήσεων και των δικαιωμάτων τους σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.» και «(εδ. 75) Οι κίνδυνοι για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες φυσικών προσώπων, ποικίλης πιθανότητας και σοβαρότητας, είναι δυνατόν να προκύπτουν από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε σωματική, υλική ή μη υλική βλάβη, ιδίως όταν […] υποβάλλονται σε επεξεργασία δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ευάλωτων φυσικών προσώπων, ιδίως παιδιών…».

[5] Βλ. ιδίως Π.Δ. 77/2003 (Κώδικας δεοντολογίας ειδησεογραφικών και άλλων δημοσιογραφικών και πολιτικών εκπομπών), άρ. 6 και 7. Το αυτό ορίζεται και στο άρ. 9 παρ. 7 του Ν. 4779/2021, που ενσωματώνει την Οδηγία (ΕΕ) 2010/1 σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, όπως έχει τροποποιηθεί με την Οδηγία (ΕΕ) 2018/1808.

[6] Π.Δ. 77/2003, άρ. 10 εδ. β’.

Πολιτειολογία
Η αναγκαστική ομοδικία στην πολιτική δίκη, 2η έκδ.,
send