logo-print

Άρθρο 2 - Νόμος 3034/2002

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

26/07/2014

Κλινικές δοκιμές φαρμάκων - Συμβάσεις ευθύνη και ειδικά ζητήματα Αστικού Δικαίου

ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΣΚΟΥΤΕΛΗ

Κλινικές δοκιμές φαρμάκων - Συμβάσεις ευθύνη και ειδικά ζητήματα Αστικού Δικαίου

Συλλογικό Εργατικό Δίκαιο - 6η έκδοση

Άρθρο 2

1. Αδίκημα διαπράττεται κατά την έννοια της παρούσας Σύμβασης όταν κάποιος, με οποιοδήποτε μέσο, άμεσα ή έμμεσα, παράνομα και εκ προθέσεως, παρέχει ή εισπράττει κεφάλαια με πρόθεση να χρησιμοποιηθούν ή εν γνώσει του ότι πρόκειται να χρησιμοποιηθούν, συνολικά ή εν μέρει, για την εκτέλεση:

(α) πράξης που συνιστά αδίκημα σύμφωνα με το πεδίο εφαρμογής και τους ορισμούς που περιέχονται σε κάποια από τις συνθήκες που απαριθμούνται στο Παράρτημα, ή

(β) οποιασδήποτε άλλης πράξης που αποσκοπεί στην πρόκληση θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης εις βάρος πολίτη ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου που δεν συμμετέχει ενεργά στις εχθροπραξίες σε κατάσταση ένοπλης σύγκρουσης, όταν ο σκοπός αυτής της πράξης, λόγω της φύσης της ή των συνθηκών υπό τις οποίες τελείται, είναι ο εκφοβισμός ενός πληθυσμού ή ο εξαναγκασμός μίας κυβέρνησης ή ενός διεθνούς οργανισμού να πράξει ή να απόσχει από το να πράξει κάτι.

2. (α) Κατά την κατάθεση του εγγράφου κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης του, κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος που δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος κάποιας από τις συνθήκες που απαριθμούνται στο Παράρτημα μπορεί να δηλώσει ότι, κατά την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης στο εν λόγω Συμβαλλόμενο Κράτος, η σχετική συνθήκη θα θεωρείται ως μη συμπεριλαμβανόμενη στο Παράρτημα της παρ. 1 εδ α'. Η δήλωση παύει να ισχύει μόλις η σχετική συνθήκη τεθεί σε ισχύ για το Συμβαλλόμενο Κράτος, το οποίο θα ενημερώνει τον θεματοφύλακα σχετικά με το γεγονός αυτό.

(β) Όταν ένα Συμβαλλόμενο Κράτος παύει να είναι συμβαλλόμενο μέρος κάποιας συνθήκης από τις αναφερόμενες στο Παράρτημα, μπορεί να κάνει δήλωση σχετικά με τη συνθήκη αυτή, όπως προβλέπεται στο παρόν άρθρο.

3. Για να συνιστά αδίκημα κάποια πράξη από τις αναφερόμενες στην παρ. 1, δεν είναι απαραίτητο να έχουν χρησιμοποιηθεί πραγματικά τα κεφάλαια στην τέλεση αδικήματος από τα αναφερόμενα στην παρ. 1 εδ. α' ή β'.

4. Αδίκημα διαπράττεται και όταν κάποιος αποπειράται να διαπράξει αδίκημα κατά τον ορισμό της παρ. 1 του παρόντος άρθρου.

5. Επίσης, αδίκημα διαπράττεται και όταν κάποιος:

(α) συμμετέχει ως συνεργός σε αδίκημα σύμφωνα με το ορισμό της παρ. 1 ή 4 του παρόντος άρθρου(β) οργανώνει ή προτρέπει άλλους να διαπράξουν αδίκημα σύμφωνα με τον ορισμό της παρ. 1 ή 4 του παρόντος άρθρου(γ) συμβάλλει στη διάπραξη ενός ή περισσότερων αδικημάτων σύμφωνα με τον ορισμό της παρ. 1 ή 4 του παρόντος άρθρου από ομάδα προσώπων που ενεργούν με κοινό σκοπό. Αυτή η συμβολή πρέπει να γίνεται με πρόθεση και:

(ί) είτε να γίνει με σκοπό την προώθηση της εγκληματικής δραστηριότητας ή του εγκληματικού σκοπού της ομάδας, όταν αυτή η δραστηριότητα ή ο σκοπός περιλαμβάνουν τη διάπραξη αδικήματος σύμφωνα με τον ορισμό της παρ. 1 του παρόντος άρθρου,

(ii) είτε να γίνει εν γνώσει της πρόθεσης της ομάδας να διαπράξει αδίκημα σύμφωνα με τον ορισμό της παρ. 1 του παρόντος άρθρου.

Πολυκώδικας Μάρτιος 2024 No 5
Αυτοδύναμα Ασφαλιστικά Μέτρα

Βασίλειος Α. Χατζηϊωάννου

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

send