logo-print

Άρθρο 5 - Νόμος 3074/2002

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

26/07/2014

Η συμβολαιογραφία στο σύγχρονο νομικό περιβάλλον
Το Ελληνικό Σύνταγμα, τόμ. 1, 2025

Άρθρο 5 Ελεγκτική Διαδικασία

1. Ο Ειδικός Γραμματέας δίνει εντολή για επιθεώρηση έλεγχο ή έρευνα στους Επιθεωρητές - Ελεγκτές αυτεπάγγελτα ή κατόπιν εντολής του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, του οικείου Υπουργού ή Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας για τις υπηρεσίες τους ή τα εποπτευόμενα από αυτούς Ν.Π.Δ.Δ. και κρατικά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Διενέργεια ελέγχου ή έρευνας μπορεί να ζητήσει ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης, ο Συνήγορος του Πολίτη και ο επικεφαλής Ανεξάρτητης Διοικητικής Αρχής.

2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του αρμόδιου, κατά περίπτωση, Υπουργού, μπορούν να συγκροτούνται κοινές ομάδες Επιθεωρητών - Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, Οικονομικών Επιθεωρήσεων και Επιθεωρητών του οικείου Υπουργείου για την πραγματοποίηση επιθεώρησης, ελέγχου ή έρευνας.

3. α. Ο Ειδικός Γραμματέας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. κατανέμει τις εντολές σε Επιθεωρητές - Ελεγκτές ή σε κλιμάκιο Επιθεωρητών - Ελεγκτών και παρακολουθεί την έγκαιρη εκτέ-λεσή τους. Με την ίδια εντολή καθορίζει το χρόνο μέσα στον οποίο πρέπει να περατωθεί ο έλεγχος και να υποβληθεί η σχετική έκθεση.

β. Στο κλιμάκιο Επιθεωρητών - Ελεγκτών μπορούν να συμμετέχουν και επιθεωρητές ή υπάλληλοι των υπηρεσιακών μονάδων επιθεώρησης ή άλλων υπηρεσιών των φορέων της παρ. 2 του άρθρου 2, οι οποίοι ορίζονται, μετά από σχετικό αίτημα του Ειδικού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας τους και διατίθενται στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. για το χρονικό διάστημα της διενέργειας του ελέγχου.

γ. Οι Βοηθοί Επιθεωρητές - Ελεγκτές υποβοηθούν το έργο των Επιθεωρητών - Ελεγκτών και μετέχουν, από κοινού, σε επιθεώρηση, έλεγχο ή έρευνα.

Παρακολουθούν την πορεία υλοποίησης των προτάσεων που περιέχονται στις εκθέσεις επιθεώρησης και ελέγχου, καθώς και τη διενέργεια ενόρκων διοικητικών εξετάσεων (Ε.Δ.Ε.) ή ερευνών, που διεξάγονται κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας και αλληλογραφούν για το σκοπό αυτόν με τις αρμόδιες υπηρεσίες. Εκτελούν καθήκοντα ειδικών ανακριτικών υπαλλήλων, διενεργούν Ε.Δ.Ε., συντάσσουν εκθέσεις επιθεωρήσεων και ελέγχων σε ομοειδής φορείς και ασκούν όποια άλλα καθήκοντα ανατίθενται σε αυτούς από τον Ειδικό Γραμματέα.

4. α. Οι Επιθεωρητές - Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές - Ελεγκτές μπορούν για την εκπλήρωση του έργου τους να επισκέπτονται την υπηρεσία όπου γίνεται ο έλεγχος. Επίσης έχουν δικαίωμα πρόσβασης στους φακέλους συμπεριλαμβανομένων και των απορρήτων, εκτός εάν πρόκειται για ζητήματα που ανάγονται στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής, την εθνική άμυνα και την κρατική ασφάλεια. Οι Επιθεωρητές και οι Βοηθοί υποχρεούνται να διαφυλάσσουν το απόρρητο κατά τις κείμενες διατάξεις. Οι υπηρεσίες οφείλουν να παρέχουν όλα τα απαραίτητα στοιχεία για το έργο των Επιθεωρητών - Ελεγκτών και των Βοηθών Επιθεωρητών - Ελεγκτών, που τίθενται υποχρεωτικά στη διάθεσή τους και να τους διευκολύνουν με κάθε τρόπο.

Κατά τη διάρκεια της επιθεώρησης και του ελέγχου μπορούν επίσης να ζητούν πληροφορίες και στοιχεία από

τους αρμόδιους υπαλλήλους της υπηρεσίας που ασχολούνται με την εξεταζόμενη υπόθεση.

Η μη χορήγηση των παραπάνω πληροφοριών ή στοιχείων, ως και η απόκρυψη στοιχείων ή πληροφοριών, καθώς επίσης η χορήγηση εν γνώσει ανακριβών στοιχείων και γενικά η παρακώλυση και παραπλάνηση του έργου των Επιθεωρητών - Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης και των Βοηθών Επιθεωρητών - Ελεγκτών, συνιστά αυτοτελές πειθαρχικό παράπτωμα για το οποίο μπορεί να επιβληθεί μια από τις ποινές που προβλέπονται στις περιπτώσεις γ' έως και στ' της παρ.1 του άρθρου 109 του Υπαλληλικού Κώδικα.

β.ί. Αν κατά τον έλεγχο διαπιστωθεί μη σύννομη συμπεριφορά υπαλλήλου ή αιρετού οργάνου της τοπικής αυτοδιοίκησης ή μέλους διοίκησης νομικού προσώπου, η έκθεση επιθεώρησης - ελέγχου διαβιβάζεται από τον Ειδικό Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. στο αρμόδιο πειθαρχικό όργανο, με πρόταση για την άσκηση ελέγχου κατά του υπαιτίου ή τη λήψη άλλων μέτρων, αν ο υπαίτιος δεν υπόκειται σε πειθαρχικό έλεγχο. Σε κάθε περίπτωση, ο Ειδικός Γραμματέας μπορεί να προκαλέσει τη διενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης, το πόρισμα της οποίας, πλήρως τεκμηριωμένο, του γνωστοποιείται χωρίς καθυστέρηση. Στην περίπτωση αυτή, εάν προκύψουν πειθαρχικές ευθύνες, η άσκηση πειθαρχικής δίωξης αποτελεί δέσμια διοικητική ενέργεια για τα αρμόδια όργανα, η οποία εκδηλώνεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα ημερών από την περιέλευση του πορίσματος.

ii. Η ανωτέρω ένορκη διοικητική εξέταση ενεργείται, κατά παρέκκλιση των οριζομένων στην παρ. 2 του άρθρου 127 του Ν. 2683/1999 (ΦΕΚ 19 Α') από Επιθεωρητές - Ελεγκτές ή και Βοηθούς Επιθεωρητές - Ελεγκτές του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., που ορίζονται από τον Προϊστάμενο του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., και έναν μόνιμο υπάλληλο με βαθμό τουλάχιστον Α' της ελεγχόμενης υπηρεσίας του Υπουργείου ή της Περιφέρειας που την εποπτεύει ή και άλλου Υπουργείου ή Περιφέρειας, που προτείνεται αντίστοιχα από την υπηρεσία προέλευσής του, μέσα σε προθεσμία, η οποία ορίζεται στην οικεία πρόσκληση του Προϊσταμένου του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.. Η εντολή για τη διενέργεια Ε.Δ.Ε. εκδίδεται από τον προϊστάμενο του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.. Αν παρέλθει άπρακτη η ανωτέρω προθεσμία, ο Προϊστάμενος του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. αναθέτει τη διενέργεια της Ε.Δ.Ε. μόνο σε Επιθεωρητές - Ελεγκτές ή και Βοηθούς Επιθεωρητές - Ελεγκτές του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.

Η ένορκη διοικητική εξέταση διενεργείται κατά τα λοιπά, σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τον οικείο φορέα. Εάν δεν υπάρχει ειδική πρόβλεψη εφαρμόζονται αναλόγως οι αντίστοιχες διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα.

Η άρνηση κατάθεσης σε διενεργούμενη, κατά τα ανωτέρω, ένορκη διοικητική εξέταση αποτελεί αυτοτελές πειθαρχικό αδίκημα, το οποίο επισύρει την ποινή του προστίμου έως τις αποδοχές έξι μηνών.

iii. Αν από την Ε.Δ.Ε. που διενεργήθηκε, κατά τα ανωτέρω, διαπιστώνεται η διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος από εκείνα που τιμωρούνται, κατά την παρ. 2 του άρθρου 109 του Υπαλληλικού Κώδικα, με την ποινή της οριστικής παύσης, ο Προϊστάμενος του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ασκεί ο ίδιος την πειθαρχική δίωξη και παραπέμπει την υπόθεση στο αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο. Αν διαπιστώνεται διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος αιρετού οργάνου της τοπικής αυτοδιοίκησης, πρώτου και δεύτερου βαθμού, ο φάκελος διαβιβάζεται στον Γενικό Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας, ο οποίος υποχρεούται να ασκήσει την πειθαρχική δίωξη εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα ημερών από την περιέλευση της έκθεσης.

γ. Ένορκη διοικητική εξέταση μπορεί επίσης να διενεργηθεί και κατά τη διάρκεια του ελέγχου, μετά από εισήγηση των Επιθεωρητών και εντολή του προϊσταμένου του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. Στην περίπτωση αυτή η Ε.Δ.Ε. διενεργείται μόνο από Επιθεωρητές ή Βοηθούς Επιθεωρητές του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.

5. α. Μετά το πέρας της επιθεώρησης του ελέγχου ή της έρευνας, οι Επιθεωρητές - Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές - Ελεγκτές υποβάλλουν στον Ειδικό Γραμματέα εμπεριστατωμένη και τεκμηριωμένη έκθεση, στην οποία εκθέτουν τις διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα του ελέγχου και προτείνουν λύσεις ή διατυπώνουν βελτιωτικές προτάσεις. Ο Ειδικός Γραμματέας γνωστοποιεί το πόρισμα στους καθ' ύλην αρμόδιους Υπουργούς και στις Υπηρεσίες που έγινε η επιθεώρηση, ο έλεγχος ή η έρευνα.

β.ί. Αν κατά την κρίση του Επιθεωρητή - Ελεγκτή ή Βοηθού Επιθεωρητή - Ελεγκτή διαπιστώνονται παραβάσεις, που συνιστούν ποινικό ή πειθαρχικό αδίκημα, αυτές καταχωρούνται σε ειδικό κεφάλαιο της έκθεσης με πρόταση για την άσκηση ποινικής ή πειθαρχικής δίωξης.

ii. Προκειμένου για διαπίστωση πειθαρχικών παραβάσεων ακολουθείται η διαδικασία της παραγράφου 4 περ. β' του παρόντος άρθρου.

γ.ί. Εάν, σύμφωνα με το περιεχόμενο του ειδικού κεφαλαίου της ανωτέρω έκθεσης ανακύπτουν ποινικές ευθύνες, αντίγραφο αυτής με τα σχετικά στοιχεία κοινοποιείται, από τον Ειδικό Γραμματέα, στον ασκούντα την εποπτεία στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. Εισαγγελέα Εφετών, κατά την πρόβλεψη του άρθρου 7 του παρόντος νόμου.

ii. Ο εποπτεύων Εισαγγελέας Εφετών διαβιβάζει το φάκελο στον κατά τόπο αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών. Σε εξαιρετικές ή επείγουσες περιπτώσεις μπορεί να παραγγέλει στους Επιθεωρητές - Ελεγκτές και στους Βοηθούς Επιθεωρητές - Ελεγκτές του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., οι οποίοι στην περίπτωση αυτή ενεργούν και ως ειδικοί ανακριτικοί υπάλληλοι, τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης. Η σχετική παραγγελία, με περίληψη του θέματος κοινοποιείται και στον αρμόδιο, κατά τόπο, Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών. Στο πλαίσιο αυτό ο εποπτεύων Εισαγγελέας Εφετών μπορεί να ζητήσει τη συνδρομή ή τη συμπλήρωση της προκαταρκτικής ή προανακριτικής έρευνας, από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Αστυνομίας ή τις κατά τόπους ανακριτικές ή προανακριτικές ή Αστυνομικές Αρχές. Επίσης, μπορεί να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 6 του Ν. 2713/ 1999 (ΦΕΚ 89 Α'). Μετά την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης, η σχηματιζόμενη δικογραφία διαβιβάζεται στον κατά τόπο αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών.

6. Οι υπηρεσίες υποχρεούνται, το βραδύτερο εντός διμήνου, από τη λήψη της έκθεσης, να αναφέρουν στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, τον Ειδικό Γραμματέα και τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης τις ενέργειες στις οποίες προέβησαν, προς συμμόρφωση με την έκθεση επιθεώρησης ή ελέγχου. Το αρμόδιο ή εποπτεύον Υπουργείο έχει την ευθύνη υλοποίησης των προτάσεων που περιέχονται στην έκθεση επιθεώρησης ή ελέγχου. Οι αρχές και τα όργανα των αρμόδιων

Υπουργείων ή άλλων φορέων του δημόσιου τομέα, που είναι αποδέκτες των εκθέσεων, εφόσον από την επιθεώρηση ή τον έλεγχο προκύπτει ανάγκη λήψης μέτρων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά του, όπως ανάγκη παρεμβάσεων με νομοθετικές ή άλλες κανονιστικές ρυθμίσεις, υποχρεούνται να πληροφορούν εντός διμήνου από τη λήψη της έκθεσης τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και τον Ειδικό Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. για τα μέτρα που έλαβαν ή προτίθενται να λάβουν.

7. Ο Ειδικός Γραμματέας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., όταν αναθέτει τη διενέργεια Ε.Δ.Ε. οφείλει να γνωστοποιεί τούτο με περίληψη του θέματος στον αρμόδιο επιθεωρητή και στην υπηρεσία στην οποία υπηρετεί ή ανήκει οργανικά ο υπάλληλος.

Δίκαιο συναλλαγματικής, 5η έκδ., 2024
Ποινικός Κώδικας Ι (Ν. 4619/2019), 2η έκδ., 2025
send