Άρθρο 7
Το άρθρο 37 του Ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α') τροποποιείται ως εξής:
1. Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
"1. Εάν το άθροισμα της συνολικής καθαρής συναλλαγματικής θέσης ενός ιδρύματος και της συνολικής καθαρής θέσης του σε χρυσό υπερβαίνει το δύο τοις εκατό (2%) των ιδίων κεφαλαίων του, το άθροισμα της συνολικής καθαρής συναλλαγματικής θέσης και της συνολικής καθαρής θέσης σε χρυσό πολλαπλασιάζεται με συντελεστή που θα καθορίζεται με αποφάσεις των αρμόδιων αρχών, χωρίς πάντως να είναι μικρότερος του οκτώ τοις εκατό (8%) για να υπολογιστεί η κεφαλαιακή του απαίτηση από ανοικτές συναλλαγματικές θέσεις.
'Εως τις 31 Δεκεμβρίου 2004 οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν με αποφάσεις τους στα ιδρύματα να υπολογίζουν την κεφαλαιακή απαίτηση πολλαπλασιάζοντας με τον εκάστοτε καθορισμένο, ως ανωτέρω, συντελεστή το ποσό κατά το οποίο το άθροισμα της συνολικής καθαρής συναλλαγματικής θέσης και της συνολικής καθαρής θέσης σε χρυσό υπερβαίνει το δύο τοις εκατό (2%) των ιδίων κεφαλαίων."
2. Η παράγραφος 2 σημείο α' περιπτώσεις (i) έως (vi) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
"2. Ο υπολογισμός της συνολικής καθαρής συναλλαγματικής θέσης και της συνολικής καθαρής θέσης σε χρυσό γίνεται σε δύο στάδια:
α) υπολογίζεται η καθαρή ανοικτή θέση του ιδρύματος για κάθε νόμισμα, συμπεριλαμβανομένης και της δραχμής, χωριστά και σε χρυσό. Η θέση αυτή αντιστοιχεί στο άθροισμα των ακόλουθων (θετικών ή αρνητικών) στοιχείων:
(i) της καθαρής τρέχουσας θέσης, δηλαδή το σύνολο των στοιχείων ενεργητικού μείον το σύνολον των στοιχείων παθητικού, συμπεριλαμβανομένων των δεδουλευμένων τόκων ή, για το χρυσό, καθαρή τρέχουσα θέση σε χρυσό,
(ii) της καθαρής προθεσμιακής θέσης, δηλαδή όλα τα εισπρακτέα ποσά μείον όλα τα πληρωτέα ποσά βάσει προθεσμιακών πράξεων συναλλάγματος και χρυσού, συμπεριλαμβανομένων των προθεσμιακών συμβάσεων συναλλάγματος και χρυσού και του κεφαλαίου των ανταλλαγών νομισμάτων που δεν έχει συνυπολογιστεί στην τρέχουσα θέση,
(iii) των αμετάκλητων εγγυήσεων και παρεμφερών μέσων που είναι βέβαιο ότι θα καταστούν απαιτητά και πιθανόν δεν θα ανακτηθούν,
(iv) των καθαρών μελλοντικών εσόδων/εξόδων μη ακόμη δεδουλευμένων, αλλά ήδη πλήρως καλυμμένων κατ' επιλογή του ιδρύματος που υποβάλλει τα στοιχεία και με προηγούμενη έγκριση των αρμόδιων αρχών, τα καθαρά μελλοντικά έσοδα/έξοδα που δεν έχουν καταχωρηθεί ακόμη λογιστικά, αλλά έχουν καλυφθεί ήδη πλήρως μέσω προθεσμιακών πράξεων συναλλάγματος, μπορούν να συμπεριλαμβάνονται σε αυτόν τον υπολογισμό. Το ίδρυμα πρέπει να εφαρμόζει με συνέπεια τη μέθοδο που έχει επιλέξει,
(v) του ποσού που αντιστοιχεί στο καθαρό σταθμισμένο με το συντελεστή δέλτα, ισοδύναμο του συνόλου των δικαιωμάτων προαίρεσης σε συνάλλαγμα και χρυσό,
(vi) της αγοραίας αξίας των υπόλοιπων κατηγοριών δικαιωμάτων προαίρεσης, εκτός εκείνων σε συνάλλαγμα και σε χρυσό,
(vii) μετά από έγκριση των αρμόδιων αρχών, οι διαρθρωτικές θέσεις, που ένα ίδρυμα έχει λάβει ειδικά για να αντισταθμίσει την πιθανή αρνητική επίπτωση μεταβολών των συναλλαγματικών ισοτιμιών επί του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, μπορούν να εξαιρεθούν κατά τον υπολογισμό της ανοικτής συναλλαγματικής θέσης.
Η ίδια μεταχείριση και με τους ίδιους όρους μπορεί να επιφυλάσσεται στις θέσεις που έχει ένα ίδρυμα, οι οποίες αφορούν στοιχεία ήδη εκπεσθέντα κατά τον υπολογισμό των ιδίων κεφαλαίων."
3. Το πρώτο και το τρίτο εδάφιο του σημείου β' της παραγράφου 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:
"β. Οι καθαρές θετικές και αρνητικές θέσεις σε κάθε νόμισμα, εκτός της δραχμής, και η καθαρή θετική ή αρνητική θέση σε χρυσό μετατρέπονται σε δραχμές με βάση τις τρέχουσες συναλλαγματικές ισοτιμίες."
"Κατά τον υπολογισμό της καθαρής ανοικτής θέσης ανά νόμισμα και της καθαρής θέσης σε χρυσό, τα ιδρύματα δύνανται, με την έγκριση της Τράπεζας της Ελλάδος ή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, κατά περίπτωση, να χρησιμοποιούν την καθαρή παρούσα αξία των στοιχείων."
4. Το σημείο β' της παραγράφου 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
"β. 'Εως τις 31 Δεκεμβρίου 2004 οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν σε ιδρύματα να εφαρμόζουν ειδική μέθοδο κατά τον υπολογισμό της κεφαλαιακής απαίτησης για την κάλυψη έναντι του κινδύνου τιμών συναλλάγματος. Η κεφαλαιακή απαίτηση που προκύπτει από τη μέθοδο αυτή πρέπει να επαρκεί ώστε να υπερκαλύπτεται το δύο τοις εκατό (2%) της καθαρής ανοικτής θέσης, όπως αυτή μετράται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου και, βάσει μιας ανάλυσης των διακυμάνσεων των συναλλαγματικών ισοτιμιών σε όλες τις κυλιόμενες περιόδους δέκα εργάσιμων ημερών κατά τα τελευταία τρία χρόνια, για να καλύπτεται η πιθανή ζημιά κατά το 99% ή περισσότερο του χρονικού διαστήματος.
Η εναλλακτική μέθοδος που περιγράφεται στο παρόν σημείο μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(i) ο τύπος υπολογισμού και οι συντελεστές συσχέτισης καθορίζονται από τις αρμόδιες αρχές με βάση την ανάλυ-σή τους για τις διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών και
(ii) οι αρμόδιες αρχές επανεξετάζουν τακτικά τους συντελεστές συσχέτισης υπό το φως των εξελίξεων στις αγορές συναλλάγματος."