Άρθρο 6 Ορισμός του πραγματικού δικαιούχου
(1) Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ως «πραγματικός δικαιούχος» νοείται το φυσικό πρόσωπο που εισπράττει τόκους για ίδιο σκοπό ή οποιοδήποτε φυσικό
πρόσωπο προς όφελος του οποίου εξασφαλίζεται πληρωμή τόκων, εκτός εάν το εν λόγω φυσικό πρόσοιπο μπορεί να παράσχει αποδεικτικά στοιχεία ότι δεν έχει εισπράξει ή εξασφαλίσει την πληρωμή τόκων για δικό του λογαριασμό. Ένα φυσικό πρόσωπο δεν θεωρείται πραγματικός δικαιούχος όταν:
α) ενεργεί ως φορέας πληρωμής κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 της παρούσας Συμφωνίας,
β) ενεργεί εξ ονόματος νομικού προσώπου, οντότητας που φορολογείται επί των κερδών της βάσει των γενικών ρυθμίσεων περί φορολογίας των επιχειρήσεων, ΟΣΕΚΑ εγκεκριμένου σύμφωνα με την οδηγία 85/611/ΕΟΚ ή ισοδύναμου οργανισμού συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένου στις ΒΠΝ, ή οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας, και, στην τελευταία περίπτωση, κοινοποιεί την επωνυμία και τη διεύθυνση της οντότητας στον οικονομικό φορέα που καταβάλλει τους τόκους και ο τελευταίος διαβιβάζει, εν συνεχεία, αυτές τις πληροφορίες στην αρμόδια αρχή του συμβαλλομένου μέρους της εγκατάστασης,
γ) ενεργεί εξ ονόματος άλλου φυσικού προσώπου που είναι ο πραγματικός δικαιούχος και αποκαλύπτει στον φορέα πληρωμής τα στοιχεία ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου.
(2) Στην περίπτωση που ο φορέας πληρωμής έχει στη διάθεσή του στοιχεία που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το φυσικό πρόσωπο στο οποίο καταβάλλονται τόκοι ή για το οποίο εξασφαλίζεται η πληρωμή τόκων ενδεχομένως να μην είναι ο πράγματικός δικαιούχος και που δεν εφαρμόζεται ούτε η παράγραφος 1 στοιχείο α) ούτε η παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να προσδιορίσει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου. Αν ο φορέας πληρωμής αδυνατεί να προσδιορίσει τον πραγματικό δικαιούχο, το εν λόγω φυσικό πρόσωπο θεωρείται ως πραγματικός δικαιούχος.