logo-print

Άρθρο 3 - Νόμος 3127/2003

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

27/07/2014

Η απόδειξη στην ποινική δίκη

Άγγελος Ι. Κωνσταντινίδης

 

ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ / ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Επιδόσεις στο εξωτερικό Β έκδοση

Άρθρο 3α Έλεγχος νομιμότητας

Τα στοιχεία που έχουν συλλεγεί αποτελούν αντικείμενο ελέγχου νομιμότητας, ο οποίος διενεργείται υποχρεωτικά από τους νομικούς του Γραφείου Κτηματογράφησης. Στο πλαίσιο του ελέγχου αυτού εξετάζεται αν ο τίτλος που

προσκομίζεται από τον δηλούντα είναι πρόσφορος για την κτήση του δικαιώματος που δηλώθηκε. Σε περίπτωση δηλώσεων που είναι αντίθετες μεταξύ τους και προκειμένου να διαπιστωθεί ποιο από τα δικαιώματα που δηλώθηκαν θα καταχωρισθεί στα κτηματολογικά διαγράμματα και στους κτηματολογικούς πίνακες, καθώς επίσης σε κάθε άλλη περίπτωση, που από τα στοιχεία που συλλέχθηκαν και υποβλήθηκαν σε επεξεργασία παρίσταται ανάγκη να ληφθούν υπόψη και οι απώτεροι τίτλοι, ο έλεγχος καταλαμβάνει και τους τίτλους αυτούς.»

13. Το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Ν. 2308/1995 αντικαθίστανται ως εξής:

«Τα προσωρινά κτηματολογικά διαγράμματα και οι προσωρινοί κτηματολογικοί πίνακες αναρτώνται στο Γραφείο Κτηματογράφησης. Ανακοίνωση του Ο.Κ.Χ.Ε. για την ανάρτηση, με αναφορά στον τόπο και χρόνο της ανάρτησης και μνεία του δικαιώματος υποβολής αίτησης διόρθωσης κατά της εγγραφής, καθώς επίσης της ημερομηνίας έναρξης υπολογισμού των προθεσμιών που προβλέπονται στα άρθρα 5 παρ. 1, 6 παρ. 1 και 10 παρ. 1, δημοσιεύεται σε δύο εφημερίδες του νομού ή της περιφέρειας, εφόσον υπάρχουν, καθώς και σε μία τουλάχιστον ημερήσια εφημερίδα πανελλαδικής κυκλοφορίας, αναρτάται δε στο οικείο δημοτικό ή κοινοτικό κατάστημα. Η ανακοίνωση αυτή κοινοποιείται στα Υπουργεία Εξωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών, Δικαιοσύνης και Γεωργίας, στους οικείους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού, στα κατά τόπον αρμόδια υποθηκοφυλακεία, στον κατά τόπο αρμόδιο δικηγορικό σύλλογο και στους συμβολαιογραφικούς συλλόγους όλης της χώρας.»

14. Στο άρθρο 4 του Ν. 2308/1995 προστίθεται τελευταίο εδάφιο, το οποίο έχει ως εξής:

«Με απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε. μπορεί να προβλεφθεί η αποστολή αποσπασμάτων από τους κτηματολογικούς πίνακες και τα διαγράμματα της πρώτης και δεύτερης ανάρτησης σε ορισμένες κατηγορίες προσώπων.»

15. Το άρθρο 5 του Ν. 2308/1995 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 5 Διατυπώσεις

1. Έναν (1) μήνα μετά την κατά το προηγούμενο άρθρο ημερομηνία έναρξης υπολογισμού προθεσμίας έως τις πρώτες εγγραφές απαγορεύεται, με ποινή ακυρότητας, η σύνταξη συμβολαίων για τη σύσταση, μετάθεση, αλλοίωση ή κατάργηση εμπράγματων δικαιωμάτων ή άλλων εγ-γραπτέων στα κτηματολογικά βιβλία δικαιωμάτων σε ακίνητα της περιοχής, στην οποία αφορούν τα αναρτημένα στοιχεία, αν δεν μνημονεύεται στο συμβόλαιο και δεν επισυνάπτεται σε αυτό πιστοποιητικό υποβολής δήλωσης, που εκδίδεται από το αρμόδιο Γραφείο Κτηματογράφη-σης. Το περιεχόμενο του πιστοποιητικού αυτού καθορίζεται με απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε..

2. Κατά τη διάρκεια ισχύος της κατά την προηγούμενη παράγραφο απαγόρευσης δεν επιτρέπεται χωρίς προσκόμιση του πιστοποιητικού υποβολής δήλωσης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 η συζήτηση ενώπιον δικαστηρίου υπόθεσης, που έχει ως αντικείμενο εγγραπτέο στα κτηματολογικά βιβλία δικαίωμα, εφόσον τη συζήτηση της υπόθεσης επισπεύδει ο υπόχρεος σε υποβολή δήλωσης.

3. Κατά τη διάρκεια ισχύος της κατά την παράγραφο 1 απαγόρευσης δεν επιτρέπεται η καταχώριση στα βιβλία

μεταγραφών και υποθηκών οποιασδήποτε δικαιοπραξίας, στην οποία είναι συμβαλλόμενο μέρος ο υπόχρεος σε υποβολή δήλωσης, αν δεν μνημονεύεται σε αυτήν ότι επισυνάπτεται το πιστοποιητικό υποβολής δήλωσης που προβλέπεται στην παράγραφο 1, καθώς και αν δεν επισυνάπτεται στη σχετική αίτηση προς τον υποθηκοφύλακα η δήλωση που προβλέπεται στο τρίτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 2. Εάν στη μεταγραπτέα δικαιοπραξία έχει επισυναφθεί, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, τοπογραφικό διάγραμμα, αντίγραφό του συνοδεύει τη δήλωση αυτή. Μετά την καταχώριση της πράξης οι φύλακες μεταγραφών και υποθηκών συμπληρώνουν στα οικεία πεδία του εντύπου της δήλωσης τα στοιχεία της μεταγραφής ή εγγραφής της πράξης, αντίστοιχα, και χωρίς υπαίτια καθυστέρηση τη διαβιβάζουν μαζί με το προβλεπόμενο στο προηγούμενο εδάφιο αντίγραφο του τοπογραφικού διαγράμματος στο Γραφείο Κτηματογράφησης. Το Γραφείο Κτηματογράφησης ενημερώνει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση τους κτηματολογικούς πίνακες και τα διαγράμματα.»

16. Το άρθρο 6 του Ν. 2308/1995 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 6 Αιτήσεις διόρθωσης

1. Όποιος έχει έννομο συμφέρον μπορεί να υποβάλει αίτηση διόρθωσης κτηματολογικής εγγραφής. Μαζί με την αίτηση συνυποβάλλονται όλα τα απαραίτητα έγγραφα που τη θεμελιώνουν.

2. Η αίτηση υποβάλλεται στο αρμόδιο Γραφείο Κτημα-τογράφησης.

3. Εφόσον η αίτηση δεν αναφέρεται στη διόρθωση πρόδηλου σφάλματος, υποβάλλεται μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών, η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4. Για τους κατοίκους της αλλοδαπής η προθεσμία υποβολής αίτησης είναι τεσσάρων (4) μηνών.

4. Η αίτηση διόρθωσης πρόδηλων σφαλμάτων δεν υπόκειται σε προθεσμία και μπορεί να αναφέρεται στη διόρθωση των στοιχείων και της δεύτερης ανάρτησης. Ως πρόδηλο σφάλμα θεωρείται ιδίως η λανθασμένη αναγραφή των στοιχείων που προκύπτουν από την αστυνομική ταυτότητα, καθώς και η λανθασμένη αναγραφή στοιχείων που προκύπτουν από ληξιαρχικές πράξεις, τα οποία διορθώθηκαν με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Δεν αποτελεί αίτηση διόρθωσης πρόδηλου σφάλματος η αίτηση που αφορά στη θέση και στα όρια του ακινήτου. Δεν υπόκειται επίσης σε προθεσμία η αίτηση διόρθωσης που αναφέρεται στο εμβαδόν του ακινήτου που καταχωρίσθηκε στους κτηματολογικούς πίνακες είτε της πρώτης είτε της δεύτερης ανάρτησης.

5. Η ημερομηνία, μετά την οποία δεν επιτρέπεται η κατάθεση αίτησης διόρθωσης πρόδηλου σφάλματος, ορίζεται με την απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε. που εκδίδεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 2.

6. Με απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε. επιτρέπεται η παράταση μέχρι δύο (2) μήνες είτε μόνου του χρόνου του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 4 είτε μόνης της προθεσμίας της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου είτε και των δύο.

7. Οι αιτήσεις διόρθωσης εξετάζονται από το Γραφείο Κτηματογράφησης. Για κάθε αίτηση το Γραφείο Κτηματογράφησης συντάσσει υπόμνημα, το οποίο περιέχει και αιτιολογία για την αποδοχή ή την απόρριψή της.

8. Θέματα τεχνικού και λεπτομερειακού χαρακτήρα σχετικά με την υποβολή και την εξέταση των αιτήσεων διόρθωσης ρυθμίζονται με απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε., η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.»

17. Το άρθρο 7 του Ν. 2308/1995 καταργείται.

18. Το άρθρο 8 του Ν. 2308/1995 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 8

Αναμόρφωση προσωρινών κτηματολογικών διαγραμμάτων και πινάκων μετά την εξέταση των αιτήσεων διόρθωσης

Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας του άρθρου 6 το Γραφείο Κτηματογράφησης, αφού ζητήσει μέσω του Ο.Κ.Χ.Ε. ή της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» από τον αρμόδιο φύλακα μεταγραφών και υποθηκών, εφόσον κριθεί αναγκαίο, τη χορήγηση πιστοποιητικών ή άλλων στοιχείων, προβαίνει στις αναγκαίες αναμορφώσεις των προσωρινών διαγραμμάτων και πινάκων, λαμβάνοντας προς το σκοπό αυτόν υπόψη και τις δηλώσεις εγγραπτέων δικαιωμάτων, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο που συλλέχτηκε εν τω μεταξύ κατά τις διατάξεις του νόμου αυτού. Αναμορφώσεις των στοιχείων του πίνακα και των διαγραμμάτων μπορεί να γίνονται και οίκοθεν, εάν από την επεξεργασία αυτών εντοπισθεί ανακρίβεια που εμφιλοχώρησε στην προηγούμενη εγγραφή. Στο πεδίο των παρατηρήσεων του κτηματολογικού πίνακα αναφέρεται συνοπτικά η αιτία της αναμόρφωσης.»

19. Το άρθρο 8α του Ν. 2308/1995 αντικαθίσταται ως εξής:

«Το αρμόδιο Γραφείο Κτηματογράφησης μπορεί να ζητεί μέσω του Ο.Κ.Χ.Ε. ή της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» από τον αρμόδιο φύλακα μεταγραφών και υποθηκών τη χορήγηση πιστοποιητικών και άλλων στοιχείων και πριν από τον προβλεπόμενο στο προηγούμενο άρθρο χρόνο.»

20. Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 8β του Ν. 2308/1995 αντικαθίσταται ως εξής:

«Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης, ύστερα από εισήγηση του Ο.Κ.Χ.Ε., ρυθμίζονται όλα τα θέματα σχετικά με την παροχή υπηρεσιών από τους υποθηκοφύλακες και ιδίως το αντικείμενο της εργασίας τους, ο χρόνος εντός του οποίου αυτή πρέπει να παρασχεθεί και η αμοιβή τους. Με όμοια απόφαση μπορεί να προβλέπεται η συμμετοχή και άλλων επαγγελματικών ή επιστημονικών φορέων στη διαδικασία επαλήθευσης των στοιχείων της κτηματογράφησης μέσω των τηρούμενων στα υποθηκοφυλακεία βιβλίων και ιδίως των δικηγορικών συλλόγων της χώρας.»

21. Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 9 του Ν. 2308/1995 αντικαθίσταται ως εξής:

«Για τη δεύτερη ανάρτηση και τη σχετική με αυτήν ανακοίνωση του Ο.Κ.Χ.Ε. ισχύουν αναλόγως όσα ορίζονται στο άρθρο 4 σε συνδυασμό με τις παραγράφους 3 και 6 του άρθρου 6. Στην ανακοίνωση αυτή γίνεται μνεία του δικαιώματος υποβολής ένστασης από όποιον έχει έννομο συμφέρον ενώπιον της κατά το άρθρο 10 Επιτροπής.»

22. Ο τίτλος και οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 10 του Ν. 2308/1995 αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 10 Ενστάσεις

1. α) Κατά των στοιχείων κτηματογράφησης της δεύτερης ανάρτησης μπορεί να υποβληθεί ένσταση ενώπιον της Επιτροπής Ενστάσεων από όποιον έχει έννομο συμφέρον. Αντικείμενο ένστασης δεν επιτρέπεται να αποτελούν αμφισβητήσεις ως προς το εμβαδόν του ακινήτου που καταχωρίσθηκε στον κτηματολογικό πίνακα.

β) Η προθεσμία για την άσκηση της ένστασης είναι δύο (2) μήνες και υπολογίζεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 σε συνδυασμό προς το άρθρο 9. Για τους κατοίκους της αλλοδαπής η προθεσμία άσκησης ένστασης είναι τέσσερις (4) μήνες.

γ) Η ένσταση υποβάλλεται στο κατά τόπον αρμόδιο Γραφείο Κτηματογράφησης.

2. Η Επιτροπή Ενστάσεων συγκροτείται με απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε. και αποτελείται από: α) έναν από τους ακολούθως κατονομαζόμενους νομικούς, ως πρόεδρο, με τη σειρά που αυτοί αναγράφονται στο κείμενο της παρούσας διάταξης, δηλαδή είτε έναν πρωτοδίκη ή ειρηνοδίκη με τριετή τουλάχιστον προϋπηρεσία, οριζόμενο κατά την κείμενη για τους δικαστικούς λειτουργούς νομοθεσία, είτε έναν δικηγόρο παρ' εφέταις με πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία, υποδεικνυόμενο από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο, είτε έναν φύλακα μεταγραφών και υποθηκών, υποδεικνυόμενο από τον οικείο σύλλογο με πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία, είτε έναν συμβολαιογράφο με πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία, υποδεικνυόμενο από τον οικείο συμβολαιογραφικό σύλλογο, β) έναν αγρονόμο-το-πογράφο μηχανικό με πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία, υποδεικνυόμενο από τον οικείο νομάρχη, γ) έναν από τους ακολούθως κατονομαζόμενους νομικούς, δηλαδή έναν δικηγόρο παρ' εφέταις, υποδεικνυόμενο από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο, ή έναν φύλακα μεταγραφών και υποθηκών, υποδεικνυόμενο από τον οικείο σύλλογο με τριετή τουλάχιστον υπηρεσία, ή έναν συμβολαιογράφο με τριετή τουλάχιστον υπηρεσία, υποδεικνυόμενο από τον οικείο συμβολαιογραφικό σύλλογο.»

23. Μετά την παράγραφο 4 του άρθρου 10 του Ν. 2308/1995 προστίθεται παράγραφος 4α, η οποία έχει ως

εξής:

«4.α. Σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο δεν καταστεί δυνατή η συγκρότηση της Επιτροπής στην υπό κτηματογράφηση περιοχή σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4, ο Ο.Κ.Χ.Ε. μπορεί με αιτιολογημένη απόφασή του να συγκροτήσει την Επιτροπή και οπουδήποτε αλλού εκτός από την υπό κτηματογράφηση περιοχή, ζητώντας εκ νέου την υπόδειξη όλων των μελών της από αντίστοιχους φορείς της περιοχής όπου πρόκειται να λειτουργήσει και σε κάθε περίπτωση από αντίστοιχους φορείς της Αθήνας.»

24. Οι παράγραφοι 5 και 6 του άρθρου 10 του Ν. 2308/1995 αντικαθίστανται και προστίθενται παράγραφοι 7 και 8 στο ίδιο άρθρο, ως εξής:

«5. Με απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε. και με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στην παράγραφο 6, ρυθμίζονται η κατά τόπο αρμοδιότητα της Επιτροπής και ο τρόπος λειτουργίας της, η γραμματειακή της υποστήριξη, η αμοιβή των μελών και του γραμματέα της, η οποία μπορεί να καθορίζεται κατά παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

6. Η Επιτροπή αποφαίνεται για τις ενστάσεις εφαρμόζοντας τις εκάστοτε κείμενες διατάξεις και πιθανολογώντας τα τιθέμενα ενώπιόν της πραγματικά περιστατικά με βάση: α) όλα τα νόμιμα αποδεικτικά μέσα, τα οποία προα-ποδεικτικώς προσκομίζουν τα μέρη, β) τις πληροφορίες που έχει υποχρέωση να παρέχει σε αυτήν το αρμόδιο Γραφείο Κτηματογράφησης με τη μορφή υπομνήματος ή κατ' άλλον τρόπο. Ο χρόνος μέσα στον οποίο οφείλει να αποφανθεί η Επιτροπή για τις ενστάσεις είναι δύο (2) μήνες από την παράδοση σε αυτήν από το αρμόδιο Γραφείο Κτηματογράφησης των φακέλων των ενστάσεων. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται για δύο (2) ακόμη μήνες με απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε..

7. Ενώπιον των Επιτροπών οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να παρίστανται είτε αυτοπροσώπως είτε μετά ή δια πληρεξουσίου δικηγόρου. Στη διαδικασία αυτή επιτρέπεται η συμμετοχή τεχνικών συμβούλων των παρισταμένων.

8. Θέματα σχετικά με την υποβολή και εξέταση των ενστάσεων, τον τρόπο με τον οποίο ενημερώνονται όσοι έχουν έννομο συμφέρον, καθώς και κάθε σχετικό ζήτημα τεχνικού και λεπτομερειακού χαρακτήρα, ρυθμίζονται με απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε., η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.»

25. Το άρθρο 10α καταργείται.

26. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 11 του Ν. 2308/1995 αντικαθίσταται με νέα εδάφια, τα οποία έχουν ως εξής:

«Μετά την ολοκλήρωση, κατά το προηγούμενο άρθρο, της διαδικασίας εκδίκασης των ενστάσεων, το αρμόδιο Γραφείο Κτηματογράφησης αναμορφώνει τα κτηματολογικά διαγράμματα και τους κτηματολογικούς πίνακες λαμβάνοντας υπόψη τις αποφάσεις της Επιτροπής Ενστάσεων, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο που έχει συλλε-γεί εν τω μεταξύ σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού. Εγγραπτέο δικαίωμα, για το οποίο υποβλήθηκε εκπρόθεσμη δήλωση της παραγράφου 8 του άρθρου 2 μετά τη δεύτερη ανάρτηση, δεν καταχωρίζεται στον κτηματολογικό πίνακα, εφόσον η καταχώρισή του θα συνεπαγόταν τον εκτοπισμό δικαιώματος, που είχε περιληφθεί στον κτηματολογικό πίνακα της δεύτερης ανάρτησης. Ο περιορισμός αυτός δεν ισχύει στις περιπτώσεις της ειδικής και καθολικής διαδοχής στο δικαίωμα που είχε περιληφθεί στους κτηματολογικούς πίνακες της δεύτερης ανάρτησης ούτε στις περιπτώσεις που προσκομίζεται δικαστική απόφαση, με την οποία επιλύεται διαφορά μεταξύ των δηλούντων. Σε κάθε περίπτωση, στο πεδίο των παρατηρήσεων του κτηματολογικού πίνακα καταχωρίζεται σύντομη αιτιολόγηση για τις μεταβολές που επέρχονται σε σχέση με τον αντίστοιχο κτηματολογικό πίνακα της δεύτερης ανάρτησης.»

27. Η παράγραφος 1 του άρθρου 12 του Ν. 2308/1995 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Μετά την έκδοση της κατά το προηγούμενο άρθρο διαπιστωτικής πράξης, το αρμόδιο Κτηματολογικό Γραφείο που προβλέπεται στο Ν. 2664/1998 προβαίνει στις πρώτες εγγραφές στα κτηματολογικά βιβλία για όλα τα ακίνητα της περιοχής που κτηματογραφήθηκε. Η ημερομηνία καταχώρισης των πρώτων εγγραφών στα κτηματολογικά βιβλία σημειώνεται στα βιβλία αυτά.»

28. Τα τρίτο, τέταρτο και πέμπτο εδάφια της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του Ν. 2308/1995 καταργούνται.

29. Η παράγραφος 3 του άρθρου 12 του Ν. 2308/1995 καταργείται και προστίθενται νέες παράγραφοι 3, 4, 5, 6, 7 και 8 στο ίδιο άρθρο, οι οποίες έχουν ως εξής:

«3. Κάθε δικαιούχος καταβάλλει υπέρ του Ο.Κ.Χ.Ε. ανταποδοτικό τέλος, το ύψος του οποίου δεν μπορεί να είναι μικρότερο των τριάντα (30) και μεγαλύτερο των εννιακοσίων (900) ευρώ, όπως ορίζεται ειδικότερα με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Οικονομίας και Οικονομικών, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ανάλογα με στοιχεία του κόστους της κτηματογράφησης, αφού ληφθούν υπόψη και το είδος του δικαιώματος, το είδος του ακινήτου, η έκτασή του και η περιοχή στην οποία βρίσκεται. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται ο τρόπος, η διαδικασία και ο χρόνος είσπραξης του ανταποδοτικού τέλους. Με όμοια απόφαση μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ως άνω ανώτατο ύψος του ανταποδοτικού τέλους, αφού ληφθούν υπόψη οι μεταβολές του τιμαρίθμου. Τα έσοδα από την είσπραξη του ανταποδοτικού τέλους εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Ο.Κ.Χ.Ε. ή εισφέρονται στην εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» και διατίθενται για την εκπλήρωση των σκοπών της κτηματογράφησης κατά τους όρους κοινής απόφασης των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Οικονομίας και Οικονομικών, με την οποία καθορίζεται ο τρόπος εισφοράς και κάθε σχετικό θέμα.

4. Ανταποδοτικό τέλος καταβάλλεται μόνο για τα δικαιώματα της κυριότητας, των δουλειών, της υποθήκης και της προσημείωσης υποθήκης, της μεταλλειοκτησίας, καθώς επίσης για τις χρονομεριστικές και χρηματοδοτικές μισθώσεις. Σε περίπτωση δικαιωμάτων που τελούν υπό αναβλητική αίρεση βεβαίωση εκδίδεται τόσο για το υφιστάμενο κατά το χρόνο της εγγραφής δικαίωμα όσο και για το υπό αναβλητική αίρεση δικαίωμα, το ανταποδοτικό τέλος εισπράττεται όμως στο σύνολό του από τον υπό αίρεση δικαιούχο. Εάν η αναβλητική αίρεση ματαιωθεί, ο υπό αίρεση δικαιούχος που κατέβαλε το ανταποδοτικό τέλος έχει αξίωση κατά του δικαιούχου για απόδοση του ποσού αυτού. Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση της χρηματοδοτικής μίσθωσης. Στις περιπτώσεις των χρονομερι-στικών μισθώσεων το ανταποδοτικό τέλος καταβάλλεται από τους δικαιούχους των χρονομεριδίων.

5. Σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο η πρώτη εγγραφή έχει γίνει στο όνομα προσώπου που έχει αποβιώσει, η καταβολή του ανταποδοτικού τέλους από τους κληρονόμους του αποβιώσαντος αποτελεί προϋπόθεση για την καταχώριση στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου της πράξης αποδοχής κληρονομίας ή άλλης ισοδύναμης με αυτήν πράξης. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και στην περίπτωση της κληροδοσίας του άρθρου 1996 του Αστικού Κώδικα.

6. Σε περίπτωση μη καταβολής του ανταποδοτικού τέλους από τον υπόχρεο, αυτό εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, ύστερα από σχετική βεβαίωση του Ο.Κ.Χ.Ε..

7. Σε περίπτωση διόρθωσης της πρώτης εγγραφής κατά το άρθρο 6 του Ν. 2664/1998 το ανταποδοτικό τέλος που καταβλήθηκε επιστρέφεται εν όλω ή εν μέρει, ανάλογα με την έκταση της διόρθωσης, σε αυτόν που το κατέβαλε μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την καταχώριση της διορθωμένης εγγραφής. Η εν λόγω καταχώριση απαγορεύεται να διενεργηθεί, εάν δεν καταβληθεί το οφειλόμενο ανταποδοτικό τέλος από τον υπέρ ου η διόρθωση. Ο τρόπος και η διαδικασία επιστροφής του ανταποδοτικού τέλους, καθώς και κάθε άλλο ζήτημα τεχνικού και λεπτομερειακού χαρακτήρα ρυθμίζονται στην περίπτωση αυτή με απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε., που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

8. Ζητήματα τεχνικού ή λεπτομερειακού χαρακτήρα σχετικά με τις πρώτες εγγραφές ρυθμίζονται με απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε. που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.»

30. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Ν. 2308/1995 καταργείται.

31. Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του άρθρου 13α του Ν. 2308/1995 αντικαθίστανται ως εξής:

«1. Όπου στο νόμο αυτόν ορίζεται ότι υποβάλλονται δηλώσεις ή άλλου είδους έγγραφα στο Γραφείο Κτηματο-γράφησης, οι δηλώσεις αυτές και τα λοιπά έγγραφα μπορούν με απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε. να υποβληθούν και στο οικείο κοινοτικό ή δημοτικό κατάστημα ή στον Ο.Κ.Χ.Ε. ή όπου αλλού ορίζει η εν λόγω απόφαση.

2. Όπου στο νόμο αυτόν ορίζεται ότι γίνονται αναρτήσεις, τοιχοκολλήσεις ή άλλου είδους ανακοινώσεις στο χώρο των Γραφείων Κτηματογράφησης, αυτές μπορούν με απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε. να γίνουν και στο οικείο κοινοτικό ή δημοτικό κατάστημα ή στον Ο.Κ.Χ.Ε. ή όπου αλλού ορίζει η εν λόγω απόφαση.

3. Στην περίπτωση που η κτηματογράφηση διενεργείται από αναδόχους μελετών κτηματογράφησης, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 1, τα έγγραφα που εκδίδονται και χορηγούνται από το Γραφείο Κτηματογράφησης υπογράφονται μόνο από τον νόμιμο εκπρόσωπο του αναδόχου.»

Άρθρο 2

Τροποποίηση και συμπλήρωση του Ν. 2664/1998

1. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 2664/1998 αντικαθίσταται ως εξής:

«Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, ύστερα από πρόταση του Οργανισμού Κτηματολογίου και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος, μπορεί να ανατίθενται αρμοδιότητες σύνταξης και τήρησης, εν όλω ή εν μέρει, του Εθνικού Κτηματολογίου στην εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.».»

2. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του Ν. 2664/1998 προστίθενται δύο εδάφια, ως εξής:

«Με απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε., την έκδοση της οποίας μπορεί να ζητήσει και ο προϊστάμενος καθενός από τα συναρμόδια κτηματολογικά γραφεία ή και όποιος έχει έννομο συμφέρον, μπορεί να υπαχθεί το σύνολο του ακινήτου στην αρμοδιότητα του ενός από τα περισσότερα συναρμόδια κτηματολογικά γραφεία. Με όμοια απόφαση ρυθμίζεται κάθε σχετική λεπτομέρεια τεχνικού και λεπτομερειακού χαρακτήρα.»

3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 6 του Ν. 2664/1998 αντικαθίσταται και προστίθενται παράγραφοι 4, 5, 6, 7 και 8 στο ίδιο άρθρο, οι οποίες έχουν ως εξής:

«3. Η αγωγή της παραγράφου 2, όταν αφορά σε ακίνητο «άγνωστου ιδιοκτήτη» κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 9, απευθύνεται κατά του Ο.Κ.Χ.Ε. και ανακοινώνεται, με ποινή απαραδέκτου, στο Ελληνικό Δημόσιο εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την κατάθεσή της.

4. Κατ' εξαίρεση των οριζομένων στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, αν το δικαίωμα που καταχωρίσθηκε στην αρχική εγγραφή είχε μεταβιβασθεί, αλλοιωθεί ή καταργηθεί δυνάμει δικαιοπραξίας, διοικητικής πράξης, δικαστικής απόφασης ή άλλης διαδικαστικής πράξης πριν από την ημερομηνία καταχώρισης των πρώτων εγγραφών, η διόρθωση της αρχικής εγγραφής δεν απαιτείται να γίνει με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Στην περίπτωση αυτή και υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει μεσολαβήσει άλλη εγγραφή, η επαγόμενη τη μεταβίβαση, αλλοίωση ή κατάργηση του εγγραπτέου δικαιώματος πράξη καταχωρίζεται στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου με αίτηση του δικαιούχου σύμφωνα με τα άρθρα 14 έως και 16 του νόμου αυτού, ως μεταγενέστερη εγγραφή υπό την έννοια του άρθρου 8. Η αίτηση υποβάλλεται εντός της προθεσμίας που ισχύει για την αγωγή της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού, μετά την άπρακτη πάροδο της οποίας ισχύουν τα οριζόμενα στα άρθρα 7 και 7α. Επικυρωμένο αντίγραφο της αίτησης με τα συνυποβαλλόμενα έγγραφα επιδίδεται με επιμέλεια του αιτούντος στον θιγόμενο από την αιτούμενη καταχώριση, ο οποίος έχει δικαίωμα εναντίωσης μέσα σε προθεσμία δέκα (10) εργάσιμων ημερών. Η εναντίωση ασκείται εγγράφως, εγγράφεται στο ημερολόγιο σύμφωνα με όσα ορίζονται για τις αιτήσεις στο άρθρο 15 και καταχωρίζεται στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου. Ο Προϊστάμενος του Κτηματολογικού Γραφείου, εφόσον συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις, προβαίνει εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών στην καταχώριση της πράξης υπό την επιφύλαξη της μη εμπρόθεσμης άσκησης εναντίωσης από τον θιγόμενο (προσωρινή καταχώριση). Αν ο θιγόμενος δεν εναντιωθεί στην αιτούμενη καταχώριση εντός της σχετικής προθεσμίας, ο Προϊστάμενος τρέπει την προσωρινή καταχώριση σε οριστική, σημειώνοντας την τροπή στην οικεία θέση του κτηματολογικού φύλλου. Στην περίπτωση αυτή ως ημερομηνία της οριστικής καταχώρισης θεωρείται η ημερομηνία της προσωρινής καταχώρισης. Εάν ο θιγόμενος από την εγγραφή ασκήσει εντός της ως άνω προθεσμίας το δικαίωμα εναντίωσής του, ο Προϊστάμενος αξιολογεί τα προσκομισθέντα στοιχεία και, είτε τρέπει την προσωρινή καταχώριση σε οριστική, σημειώνοντας στην οικεία θέση του κτηματολογικού φύλλου την τροπή, είτε την εξαλείφει από τα βιβλία αυτεπαγγέλτως. Κατά της απόφασης του Προϊσταμένου μπορούν ο αιτών ή ο αρχικώς εγγεγραμμένος να υποβάλουν αντιρρήσεις ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 5 του άρθρου 16. Ο θιγόμενος από την απόφαση του Κτηματολογικού Δικαστή μπορεί να ζητήσει με αγωγή του τη διόρθωση της εγγραφής.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Δικαιοσύνης, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Ο.Κ.Χ.Ε., μπορούν να ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στον τρόπο ενημέρωσης των κτηματολογικών βιβλίων, κατ' εξαίρεση όσων ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, για τυχόν μεταβολές που έχουν συντελεσθεί στα κτηματογραφηθέντα ακίνητα πριν από την ημερομηνία καταχώρισης των πρώτων εγγραφών συνεπεία διοικητικών πράξεων από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 12 παρ. 2 του νόμου αυτού και οι οποίες για οποιονδήποτε λόγο δεν αποτυπώθηκαν εν όλω ή εν μέρει κατά τις πρώτες εγγραφές στα κτηματολογικά βιβλία.

6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Δικαιοσύνης και Γεωργίας, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Ο.Κ.Χ.Ε., μπορούν να ρυθμίζονται, κατ' εξαίρεση όσων ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, οι μεταβολές που συνεπάγεται για τις πρώτες εγγραφές η εντός της προθεσμίας της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου κύρωση δασικού χάρτη.

7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Οικονομίας και Οικονομικών, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Ο.Κ.Χ.Ε., μπορούν να ρυθμίζονται, κατ' εξαίρεση όσων ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, οι μεταβολές που συνεπάγεται για τις πρώτες εγγραφές ο εντός της προθεσμίας της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου καθορισμός της οριογραμμής του αιγιαλού, της παραλίας και του παλαιού αιγιαλού ή της όχθης, της παρόχθιας ζώνης, της παλαιάς όχθης ή ο επανακαθορισμός τους κατ' εφαρμογή της παρ. 9 του άρθρου 5 του Ν. 2971/2001, καθώς και η αποδοχή αιτήσεως θεραπείας κατ' εφαρμογή των άρθρων 8 και 9 του Α.Ν. 1539/ 1938.

8. Με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στο άρθρο 20, εκείνος που καταχωρίσθηκε στις πρώτες εγγραφές ως δικαιούχος εγγραπτέου δικαιώματος μπορεί να ζητήσει με αίτησή του, η οποία υποβάλλεται ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή και μέχρι τον ορισμό του τελευταίου ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου της περιφέρειας του Κτηματολογικού Γραφείου, τη διόρθωση του κατα-χωρισθέντος εμβαδού του ακινήτου ή άλλων στοιχείων της πρώτης εγγραφής, τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 20α. Με την αίτηση αυτή δεν επιτρέπεται να τίθενται υπό αμφισβήτηση τα όρια όμορων ακινήτων ή τα δικαιώματα τρίτων προσώπων επ' αυτών. Ο Κτηματολογικός Δικαστής δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 791 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.»

4. Μετά το άρθρο 7 του Ν. 2664/1998 προστίθεται άρθρο 7α, το οποίο έχει ως εξής:

«Άρθρο 7α

1. Σε περίπτωση ανακριβούς πρώτης εγγραφής, για τη διόρθωση της οποίας ισχύουν όσα ορίζονται στα άρθρα 6 και 7, μέχρι την οριστικοποίησή της ισχύουν τα ακόλουθα:

α) Τα μη καταχωρισθέντα στις πρώτες εγγραφές δικαιώματα μεταβιβάζονται και επιβαρύνονται σύμφωνα με τις οικείες γι' αυτά διατάξεις, χωρίς να απαιτείται και η τήρηση της τυχόν προβλεπόμενης στις διατάξεις αυτές προϋπόθεσης της εγγραφής της σχετικής πράξης στο κτηματολόγιο. Σε περίπτωση μεταβίβασης της κυριότητας, εφόσον ο μεταβιβάζων δεν έχει ασκήσει και καταχωρίσει στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου την αγωγή που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 6, την εγγραφή αναπληρώνει η εκ μέρους του αποκτώντος άσκηση και η με επιμέλειά του καταχώριση της αγωγής αυτής στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου. Σε περίπτωση σύστασης περιορισμένου εμπράγματου δικαιώματος ή εγγραπτέου ενοχικού δικαιώματος, η αγωγή αυτή μπορεί να ασκηθεί είτε από τον μη εγγεγραμμένο στο κτηματολόγιο κύριο είτε από τον αποκτώντα το περιορισμένο εμπράγματο ή εγγραπτέο ενοχικό, αντίστοιχα, δικαίωμα είτε και από τους δύο από κοινού. Η αγωγή καταχωρίζεται με επιμέλεια του ενάγοντος στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου και αναπληρώνει την εγγραφή της πράξης στο κτηματολόγιο. Τα παραπάνω ισχύουν αναλόγως και για κάθε μεταγενέστερη μεταβίβαση ή επιβάρυνση του δικαιώματος, για την οποία καταχωρίζεται σχετική σημείωση στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής γίνεται μόνο υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 7 παρ. 3 του παρόντος νόμου. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται και στην κτήση δικαιώματος με αναγκαστική εκτέλεση.

β) Για την εκ μέρους του δανειστή εγγραφή υποθήκης, προσημείωσης υποθήκης, κατάσχεσης, μεσεγγύησης ή άλλης δέσμευσης της εξουσίας διάθεσης σε δικαίωμα που δεν έχει καταχωρισθεί στις πρώτες εγγραφές και δεν έχει στο μεταξύ μεταβιβασθεί ή επιβαρυνθεί σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, απαιτείται, πέραν των όσων προβλέπουν οι ισχύουσες για τη σύσταση των εν λόγω βαρών διατάξεις, να ασκηθεί από τον δανειστή και να καταχωρισθεί με επιμέ-λειά του στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου και η αγωγή του άρθρου 6 παρ. 2 του παρόντος νόμου. Τα παραπάνω εφαρμόζονται και στην περίπτωση των κατά το άρθρο 992 παρ. 1 εδ. β' του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων διάρρηξης καταδο-λιευτικών εκποιήσεων σύμφωνα με τα άρθρα 939 και επόμενα του Αστικού Κώδικα. Στη συζήτηση της αγωγής προ-σεπικαλείται υποχρεωτικά, με επιμέλεια του ενάγοντος δανειστή, ο φερόμενος ως δικαιούχος του μη καταχωρι-σθέντος δικαιώματος οφειλέτης. Στην περίπτωση κατα-δολιευτικών πράξεων που διαρρήχθηκαν, στη συζήτηση προσεπικαλούνται οι συμβαλλόμενοι σε αυτή. Εάν η προσεπίκληση παραλειφθεί, το δικαστήριο, με αίτηση οποιουδήποτε από τους διαδίκους ή αυτεπαγγέλτως, αναβάλλει τη συζήτηση και ορίζει προθεσμία για την προσεπίκληση. Εφόσον η προθεσμία αυτή περάσει άπρακτη, η αγωγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Ο προϊστάμενος του κτηματολογικού γραφείου, κατά τον έλεγχο νομιμότητας που διενεργεί για τη σχετική εγγραφή, περιορίζεται στη διακρίβωση της συνδρομής των παραπάνω προϋποθέσεων, μη εφαρμοζομένης εν προκειμένω της διάταξης του άρθρου 16 παρ. 1 περ. ε'. Τα βάρη και οι δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης που καταχωρίζονται σύμφωνα με τα παραπάνω οριζόμενα, καθώς επίσης κάθε παράγωγο από αυτά δικαίωμα και κάθε πράξη που στηρίζεται σε αυτά, τελούν υπό την αναβλητική αίρεση της έκδοσης αμετάκλητης απόφασης επί της αγωγής του δανειστή, με την οποία ο οφειλέτης θα αναγνωρίζεται ως δικαιούχος του μη καταχωρισθέντος αρχικά δικαιώματος. Στην περίπτωση που το μη καταχωρισθέν στις πρώτες εγγραφές δικαίωμα μεταβιβάσθηκε ή επιβαρύνθηκε σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην περίπτωση α' της παρούσας παραγράφου, το κτηθέν δικαίωμα μπορεί να επιβαρυνθεί με υποθήκη, προσημείωση υποθήκης, κατάσχεση ή άλλη δέσμευση της εξουσίας διάθεσης χωρίς να απαιτείται η άσκηση νέας αγωγής εκ μέρους του δανειστή. Στην τελευταία περίπτωση τα βάρη και οι δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης, καθώς επίσης κάθε παράγωγο από αυτά δικαίωμα και κάθε πράξη που στηρίζεται σε αυτά, τελούν υπό την αναβλητική αίρεση της έκδοσης αμετάκλητης απόφασης επί της αγωγής που προβλέπεται στην περίπτωση α' της παρούσας παραγράφου.

γ) Σε περίπτωση που καταχωρισμένο στο κτηματολόγιο δικαίωμα έχει νομίμως επιβαρυνθεί πριν από τις πρώτες εγγραφές με υποθήκη, προσημείωση υποθήκης, κατάσχεση, μεσεγγύηση ή άλλη δέσμευση της εξουσίας διάθεσης, που δεν εμφαίνεται στις πρώτες εγγραφές, κάθε εξουσία που πηγάζει από τις οικείες για τα βάρη αυτά διατάξεις μπορεί να ασκηθεί και κάθε επόμενη πράξη, που στηρίζεται σε αυτά, μπορεί να διενεργηθεί, υπό την προϋπόθεση ότι ο δικαιούχος ή και κάθε τρίτος που έχει έννομο συμφέρον θα ασκήσει την αγωγή του άρθρου 6 παρ. 2, με την οποία θα ζητεί την αναγνώριση του μη καταχω-ρισθέντος στις πρώτες εγγραφές βάρους ή της μη κατα-χωρισθείσας δέσμευσης της εξουσίας διάθεσης, αντίστοιχα, και θα επιμεληθεί την εγγραφή της στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου. Στην περίπτωση που την αγωγή αυτή ασκεί τρίτος, στη σχετική δίκη προσεπικαλεί υποχρεωτικά και τον φερόμενο ως δικαιούχο του βάρους ή ως υπέρ ου η δέσμευση της εξουσίας διάθεσης, αντίστοιχα. Σε περίπτωση που η προσεπίκληση παραλειφθεί, το δικαστήριο, με αίτηση οποιουδήποτε από τους διαδίκους ή αυτεπαγγέλτως, αναβάλλει τη συζήτηση και ορίζει προθεσμία για την προσεπίκληση. Εφόσον η προθεσμία αυτή περάσει άπρακτη, η αγωγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Ο προϊστάμενος του κτηματολογικού γραφείου, κατά τον έλεγχο νομιμότητας που διενεργεί για τη σχετική εγγραφή, περιορίζεται στη διακρίβωση της συνδρομής των παραπάνω προϋποθέσεων, μη εφαρμοζομέ-νης εν προκειμένω της διάταξης του άρθρου 16 παρ. 1 περίπτωση ε'. Το κύρος των πράξεων που διενεργούνται σύμφωνα με τα παραπάνω οριζόμενα και των δικαιωμάτων που στηρίζονται σε αυτές τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της έκδοσης αμετάκλητης απόφασης, με την οποία θα γίνεται δεκτή η ως άνω αγωγή.

2. Σε περίπτωση επιβολής κατάσχεσης στο ακίνητο μετά τις πρώτες εγγραφές, η προβλεπόμενη στο άρθρο 999 παρ. 3 εδάφιο α' του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας υποχρέωση επίδοσης της περίληψης της κατασχετήριας έκθεσης προς τους ενυπόθηκους και τους προσημειούχους δανειστές, καθώς επίσης η προβλεπόμενη στις παραγράφους 1 και 3 εδάφιο β' του ίδιου άρθρου υποχρέωση μνείας του αριθμού των υποθηκών και προσημειώσεων στο δημοσιευόμενο απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης αφορούν τόσο στις εγγεγραμμένες στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου υποθήκες και προσημειώσεις υποθηκών όσο και στις υποθήκες και προσημειώσεις υποθηκών που βαρύνουν το ακίνητο, σύμφωνα με τις εγγραφές του βιβλίου υποθηκών που τηρούσε το αρμόδιο υποθηκοφυλακείο μέχρι την έναρξη λειτουργίας του Κτηματολογικού Γραφείου. Σε περίπτωση που στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου έχει εγγραφεί αγωγή, με την οποία ζητείται η καταχώριση στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου υποθήκης ή προσημείωσης υποθήκης, που δεν εμφαίνεται στις πρώτες εγγραφές, μολονότι είχε νομίμως συσταθεί πριν από αυτές, η προβλεπόμενη στο προηγούμενο εδάφιο επίδοση γίνεται και προς τον φερόμενο με την αγωγή αυτή ως ενυπόθηκο δανειστή. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται αναλογικά και σε περίπτωση εκτέλεσης που επισπεύδεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα περί Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων.»

5. Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 8 του Ν. 2664/1998 αντικαθίσταται ως εξής:

«Το μαχητό αυτό τεκμήριο δεν αντιτάσσεται κατ' εκείνου που αμφισβήτησε την ακρίβεια της πρώτης εγγραφής ενώπιον των δικαστηρίων μέσα στην προβλεπόμενη στην παράγραφο 2 του άρθρου 6 προθεσμία και πέτυχε την έκδοση υπέρ αυτού αμετάκλητης δικαστικής απόφασης ούτε κατ' εκείνων που έλκουν δικαιώματα από αυτόν σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 7α του παρόντος, εκτός αν πρόκειται για εγγραφή που αφορά σε πρωτότυπη

κτήση, αντιτασσόμενη κατά τις ισχύουσες γι' αυτήν διατάξεις και έναντι αυτού.»

6. Η περίπτωση α' της παραγράφου 4 του άρθρου 11 του Ν. 2664/1998 αντικαθίσταται ως εξής:

«α) Τα στοιχεία που προσδιορίζουν το ακίνητο και οποιοδήποτε άλλο ιδιοκτησιακό αντικείμενο. Για τον προσδιορισμό της ταυτότητας του ακινήτου πρέπει να προκύπτει από το φύλλο ο συσχετισμός του ακινήτου με την απεικό-νισή του στα κτηματολογικά διαγράμματα, η θέση του ακινήτου και το εμβαδόν του. Σε περίπτωση συγκυριότητας αναγράφεται και το ιδανικό μερίδιο καθενός από τους συγκυρίους. Σε περίπτωση οριζόντιας ή κάθετης ιδιοκτησίας, αναγράφεται στο φύλλο, στο οποίο εμφαίνεται καθεμία οριζόντια ή κάθετη ιδιοκτησία, το ποσοστό αναγκαστικής συγκυριότητας επί του εδάφους και των λοιπών κοινόκτητων και κοινόχρηστων χώρων που αντιστοιχεί σε αυτήν, περιγράφεται η ειδικότερη θέση της οριζόντιας ή κάθετης ιδιοκτησίας μέσα στο οικοδομημένο ακίνητο (όροφος, αριθμός, θέση κάθετης ιδιοκτησίας) και αναγράφεται το εμβαδόν της.»

7. α) Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του Ν. 2664/1998 αντικαθίσταται ως εξής:

«Η αποδοχή ή η απόρριψη της αίτησης γίνεται χωρίς υπαίτια καθυστέρηση και πάντως σε χρόνο όχι μεγαλύτερο απο πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την ημέρα υποβολής της.»

β) Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 16 του Ν. 2664/1998 μετά τις λέξεις «να τάξει σύντομη προθεσμία» προστίθενται οι λέξεις «,όχι μεγαλύτερη των πέντε εργάσιμων ημερών,».

γ) Μετά την παρ. 4 του άρθρου 16 του Ν. 2664/1998 προστίθεται παρ. 4α, ως εξής:

«4.α. Στην περίπτωση προσωρινής καταχώρισης της παρ. 3 του παρόντος άρθρου, καθώς επίσης σε περίπτωση προσωρινής καταχώρισης της παρ. 4 του άρθρου 6, ο Προϊστάμενος του Κτηματολογικού Γραφείου δεν επιτρέπεται να προβεί σε καταχώριση μεταγενέστερης εγγραφής προτού οριστικοποιηθεί ή εξαλειφθεί από το κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου η προσωρινή καταχώριση.»

8. Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 16 του Ν. 2664/1998 αντικαθίστανται ως εξής:

«Οι αντιρρήσεις υποβάλλονται με αίτηση ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή και εγγράφονται στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου. Ο Κτηματολογικός Δικαστής, που δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, ελέγχει αν η αντίρρηση έχει εγγραφεί στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου και σε αρνητική περίπτωση την απορρίπτει ως απαράδεκτη.»

9. Μετά το άρθρο 20 του Ν. 2664/1998 προστίθεται άρθρο 20α, το οποίο έχει ως εξής:

«Άρθρο 20α

Οι διατάξεις των άρθρων 18 και 19 εφαρμόζονται και για τη διόρθωση των πρώτων εγγραφών.»

10. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 23 του Ν. 2664/1998 προστίθεται τελευταίο εδάφιο, το οποίο έχει ως εξής:

«Με όμοια απόφαση μπορεί επίσης να προβλέπεται η παροχή υλικοτεχνικής υποστήριξης από την εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» προς τα έμμισθα υποθηκοφυλακεία κατά τη μεταβατική περίοδο λειτουργίας τους ως Κτηματολογικών Γραφείων.»

11. α) Στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης α' της παρ. 5 του άρθρου 23 του Ν. 2664/1998 αντί των λέξεων «κατά την έναρξη της μεταβατικής αυτής περιόδου» τίθενται οι

ΦΕΚ 67

λέξεις «κατά την ημερομηνία κήρυξης της περιοχής υπό κτηματογράφηση».

β) Στην περίπτωση γ' της παραγράφου 5 του άρθρου 23 του Ν. 2664/1998 προστίθεται τελευταίο εδάφιο, το οποίο έχει ως εξής:

«Αντί της ένταξης υπαλλήλων της κατηγορίας αυτής στο προσωπικό καθενός Κτηματολογικού Γραφείου χωριστά, μπορεί με την ως άνω κοινή υπουργική απόφαση να προβλέπεται η κεντρική υποστήριξη των Κτηματολογικών Γραφείων από προσωπικό του Ο.Κ.Χ.Ε. ή της εταιρείας

«ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.».»

12. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης γ' της παραγράφου 6 του άρθρου 23 του Ν. 2664/1998 αντικαθίσταται και προστίθεται και νέο εδάφιο ως εξής:

«Σε υποθηκοφυλακεία στα οποία ο συνολικός αριθμός καταχωρίσεων κατά το προηγούμενο έτος, για τις οποίες εισπράττονται αναλογικά δικαιώματα, δεν υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες (1.500) πράξεις, το κατά τα ανωτέρω δικαίωμα παρακράτησης εκτείνεται σε δέκα (10) τρίμηνα και αφορά στο σύνολο των εισπραττόμενων υπέρ του υποθηκοφύλακα δικαιωμάτων από καταχωρίσεις για ακίνητα τόσο της κτηματογραφημένης όσο και της μη κτηματο-γραφημένης περιοχής. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων μπορεί να προβλεφθεί η παρακράτηση δικαιωμάτων και για χρόνο μεγαλύτερο, προκειμένου να παρασχεθούν επιπλέον υπηρεσίες που θα ζητήσει ο Ο.Κ.Χ.Ε..»

13. Μετά το τέλος της περίπτωσης β' της παραγράφου 7 του άρθρου 23 του Ν. 2664/1998 προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Οι υποθηκοφύλακες που δεν διορίζονται Προϊστάμενοι του Κτηματολογικού Γραφείου τοποθετούνται με την ίδια απόφαση στη θέση του Αναπληρωτή Προϊσταμένου του Κτηματολογικού Γραφείου, εφόσον με την αίτηση που προβλέπεται στην περίπτωση γ' της παραγράφου αυτής δηλώσουν ότι επιθυμούν την τοποθέτηση αυτή.»

14. Η παράγραφος 5 του άρθρου 27 του Ν. 2664/1998 αντικαθίσταται ως εξής:

«5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Γεωργίας και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται:

α) Οι τεχνικές προδιαγραφές, με τις οποίες προσδιορίζονται η παραγωγή και ο τρόπος εφοδιασμού των κεντρικών και περιφερειακών δασικών υπηρεσιών με το αερο-φωτογραφικό και χαρτογραφικό υλικό, καθώς και ο καθορισμός των κλιμάκων της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ο τρόπος φωτοερμηνείας και χρησιμοποίησης των φωτοερμηνευτικών στοιχείων, ο τρόπος καθορισμού των περιμέτρων των δασικών εκτάσεων, τα παραδεκτά όρια για τον υπολογισμό των συντεταγμένων των κορυφών τους και τον υπολογισμό των εμβαδών τους, ο τρόπος κωδικοποίησης του αεροφωτογραφικού και χαρτογραφικού υλικού και των δασικών χαρτών, τα ελάχιστα όρια εμβαδών που κτηματογραφούνται και εμφανίζονται στους οικείους χάρτες, η διαδικασία της αναγκαίας για τον καθορισμό των περιμέτρων ευθυγράμμισης των ορίων των δασικών εκτάσεων και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την κατάρτιση και τήρηση των δασικών χαρτών.

β) Ο τρόπος εφοδιασμού των ενδιαφερομένων με αερο-φωτογραφικό υλικό για την υποβολή των αντιρρήσεων.

γ) Ο τύπος και το περιεχόμενο των εκδιδόμενων πράξεων και βεβαιώσεων περί του δασικού ή μη χαρακτήρα των εκτάσεων.

δ) Τα ζητήματα των τυχόν απαιτούμενων δαπανών σύνταξης δασικών χαρτών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»

Άρθρο 3

Μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις

1. Οι διατάξεις του Ν. 2308/1995, όπως τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με τον παρόντα νόμο, εφαρμόζονται στις κτηματογραφήσεις που κηρύσσονται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, καθώς και στις κτη-ματογραφήσεις που κηρύχθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του χωρίς να ακολουθήσει η έκδοση της απόφασης που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 2 του Ν. 2308/1995. Εξαιρούνται:

α) οι διατάξεις της παραγράφου 3 περίπτωση β' του άρθρου 2 και των άρθρων 8 και 11, οι οποίες εφαρμόζονται και στις κτηματογραφήσεις που έχουν κηρυχθεί και για τα στάδια της διαδικασίας που εκκρεμούν κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και

β) οι διατάξεις του άρθρου 12, οι οποίες εφαρμόζονται σε όλες τις κτηματογραφήσεις, ανεξάρτητα από το χρόνο κή-ρυξής τους ή την τυχόν ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας, με εξαίρεση τη διάταξη της παρ. 5, η οποία εφαρμόζεται από την έναρξη ισχύος της κοινής υπουργικής απόφασης που προβλέπεται στην παρ. 3 του ίδιου άρθρου.

2. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καταργείται το άρθρο 32 του Ν.

2971/2001 (ΦΕΚ 285 Α').

Η ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ

ΑΝΤΩΝΗΣ ΒΑΘΡΑΚΟΚΟΙΛΗΣ

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ

Αστικές και Νέες Εμπορικές Μισθώσεις Δ

ΚΑΤΡΑΣ Ι.

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΑΙΟ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΝΟΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ