Άρθρο 10
1. Το εδάφιο δ' της παρ. 4 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 400/ 1970 (ΦΕΚ 10 Α'), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«δ. Με αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης επιτρέπεται, τηρουμένης της διατάξεως του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και μετά από αίτηση της ασφαλιστικής επιχείρησης, η χρησιμοποίηση για τις οικονομικές χρήσεις 2002 και 2003, στοιχείων του ενεργητικού για την κάλυψη των τεχνικών αποθεμάτων, άλλων από αυτά που ορίζονται στην παράγραφο 3, καθώς και παρέκκλιση από τους περιορισμούς που ορίζονται στην παράγραφο 6».
2. Τα εδάφια α' και β' της παρ. 5 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 400/1970, όπως ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:
«α) Τα ακίνητα γίνονται δεκτά στο ύψος της αντικειμενικής τους αξίας προσαυξημένης με ποσοστό 30%. Για κάθε ακίνητο υποβάλλεται υπεύθυνη δήλωση τοπογράφου μηχανικού, εφόσον αυτό είναι οικόπεδο, ή πολιτικού ή αρχιτέκτονα μηχανικού, εφόσον υπάρχει κτίσμα, στην οποία εμφανίζεται η παρούσα κατάσταση του ακινήτου.
β) Απαιτήσεις από ενυπόθηκα δάνεια γίνονται δεκτές στο σύνολό τους, εφόσον η αξία των ακινήτων προς διασφάλισή τους είναι διπλάσια του δανείου. Η αξία των ακινήτων προσδιορίζεται όπως στην περίπτωση α' ανωτέρω, εκτός από τη βεβαίωση του μηχανικού, εφόσον υπάρχει ήδη για την έγκριση του δανείου».
3. Η παράγραφος 5 του άρθρου 17α του Ν. 400/1970 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Για τον υπολογισμό της υπεραξίας ακινήτων και χρεογράφων, η οποία μπορεί να αποτελέσει στοιχείο περιθωρίου φερεγγυότητας, ως τρέχουσα αξία λαμβάνεται υπόψη, για μεν τα ακίνητα το 85% της αξίας, όπως προσδιορίζεται στο άρθρο 8 παρ. 5 στοιχεία α' και γ', για δε τα χρεόγραφα αυτή που προκύπτει σύμφωνα με τις αξίες που αναφέρονται στο προσάρτημα των οικονομικών καταστάσεων ή σε άλλες καταστάσεις που επίσημα υποβάλλονται κατά νόμο στο Υπουργείο Ανάπτυξης».
4. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 ισχύουν και έχουν εφαρμογή για τις οικονομικές χρήσεις που λήγουν την 31.12.2002 και επόμενες.
5. Τα τρία τελευταία εδάφια της παραγράφου 1 του άρθρου 17γ του Ν.Δ. 400/1970, όπως ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:
«Κάθε ασφαλιστική επιχείρηση υποχρεούται να δημοσιεύει και να υποβάλει στο Υπουργείο Ανάπτυξης, ανά εξάμηνο, συνοπτικές οικονομικές καταστάσεις. Ειδικά κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων εταιρικών χρήσεων αυτής, η υποχρέωση αυτή είναι ανά τρίμηνο, προς έλεγχο της οικονομικής της κατάστασης, σε συνδυασμό με το υποβληθέν πρόγραμμα δρα-στηριότητάς της. Μέχρι την υποβολή των στοιχείων για τεχνικά αποθέματα και περιθώριο φερεγγυότητας, της πρώτης χρήσης που έχει κλείσει επίσημα, η ασφαλιστική επιχείρηση υποχρεούται ανά τρίμηνο να διαθέτει τα αναγκαία περιουσιακά στοιχεία σε ασφαλιστική τοποθέτηση, σύμφωνα με το άρθρο 8. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζεται το περιεχόμενο και ο τρόπος σύνταξης των συνοπτικών οικονομικών καταστάσεων, καθώς και ο τρόπος αποτίμησης των λογαριασμών».
6. Η διάταξη που προστέθηκε στο άρθρο 19 του Ν. 489/1976 με την παράγραφο 1 του άρθρου 7 του Π.Δ. 10/2003 (ΦΕΚ 7 Α') ως παράγραφος 6, αριθμείται ως παράγραφος 7.