logo-print

Άρθρο 6 - Νόμος 3869/2010 - Αναστολή καταδιωκτικών μέτρων

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

01/01/2016

Υπό κωδικοποίηση
Αοριστία και Νομική Αβασιμότητα της Αγωγής
Αοριστία και Νομική Αβασιμότητα της Αγωγής

1. Μετά τη συζήτηση ενώπιον του ειρηνοδίκη κατά την ημέρα επικύρωσης και, εφόσον δεν έχει εκδοθεί προσωρινή διαταγή κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου, ο οφειλέτης ή κάθε άλλος που έχει έννομο συμφέρον μπορεί να ζητήσει από το αρμόδιο δικαστήριο που δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων την αναστολή της εκτελεστικής διαδικασίας που έχει ξεκινήσει κατά του οφειλέτη. Η αναστολή χορηγείται για χρονικό διάστημα που δεν θα υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, αρχομένης από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της υποβολής της αίτησης ή, εφόσον η συζήτηση της κύριας αιτήσεως έχει προσδιορισθεί σε βραχύτερο χρόνο, έως την ημέρα συζήτησης της κύριας αιτήσεως. Η ισχύς της απόφασης των ασφαλιστικών μέτρων δεσμεύει όλους τους πιστωτές που έχουν περιληφθεί στην αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου, ανεξαρτήτως εάν αυτοί έχουν εκκινήσει ή όχι διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος του οφειλέτη. Η αναστολή της εκτελεστικής διαδικασίας διατάσσεται από το αρμόδιο δικαστήριο, εφόσον αυτό πιθανολογεί: α) την ευδοκίμηση της κύριας αίτησης και β) την πρόκληση ουσιώδους βλάβης στα συμφέροντα του αιτούντος.

2. Πριν από την έναρξη της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί με αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, η οποία δικάζεται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων να διατάξει όποιο μέτρο κρίνει αναγκαίο για να αποτραπεί κάθε επιζήμια για τους πιστωτές μεταβολή της περιουσίας του οφειλέτη ή μείωση της αξίας της. Η ισχύς της αποφάσεως των ασφαλιστικών μέτρων δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, αρχομένης από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της υποβολής της αίτησης ή, εφόσον η συζήτηση της κύριας αιτήσεως έχει προσδιορισθεί σε βραχύτερο χρόνο, την ημέρα συζήτησης της κύριας αιτήσεως του οφειλέτη. Η ισχύς της απόφασης των ασφαλιστικών μέτρων δεσμεύει όλους τους πιστωτές που έχουν περιληφθεί στην αίτηση του οφειλέτη, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου. Το δικαστήριο διατάσσει τα ασφαλιστικά μέτρα, εφόσον πιθανολογεί ότι: α) η κύρια αίτηση θα ευδοκιμήσει και β) επίκειται μεταβολή της περιουσίας του οφειλέτη ή μείωση της αξίας της, ουσιωδώς επιζήμια για τους πιστωτές.

3. Οι απαιτήσεις των ιδιωτών πιστωτών που είναι εξασφαλισμένες με ειδικό προνόμιο ή εμπράγματο δικαίωμα συνεχίζουν να εκτοκίζονται μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αιτήσεως με επιτόκιο ενήμερης οφειλής. Οι λοιπές απαιτήσεις παύουν με την κοινοποίηση της αίτησης να παράγουν νόμιμους ή συμβατικούς τόκους. Οι οφειλές αυτές θεωρούνται ληξιπρόθεσμες και υπολογίζονται με την τρέχουσα κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης αξία τους.

4. Καταργείται

5. Αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης μπορεί να ζητηθεί και μετά την έκδοση της οριστικής απόφασης, εφόσον έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα έφεση από τον οφειλέτη. Η αναστολή χορηγείται εάν πιθανολογείται ότι από την εκτέλεση θα προκληθεί ουσιώδης βλάβη στα συμφέροντα του αιτούντος και ότι θα ευδοκιμήσει η αίτηση. Η χορήγηση της αναστολής επάγεται αυτοδικαίως την απαγόρευση διάθεσης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη.

Σημειώσεις επί του άρθρου

Σύμφωνα με την παρ. 11 του άρθρου 14 του Ν. 4346/2015, η εφαρμογή του παρόντος άρθρου, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 του Ν. 4346/2015, αρχίζει από 1.1.2016 και δεν καταλαμβάνει εκκρεμείς υποθέσεις, καθώς και αιτήσεις που έχουν κατατεθεί έως και 31.12.2015.

Σημειώσεις επί του νόμου

Βλέπε την ερμηνευτική εγκύκλιο 7698/20.8.2015 και την ΚΥΑ 8986/14.10.2015

Βλέπε και την εγκύκλιο Ο.Α.Ε.Ε. ΔΙΕΣ/Φ120/7/189831

Σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 2 παρ. Α.4 του Ν. 4336/2015:

1. Οι οφειλέτες των οποίων η κύρια αίτηση εκκρεμεί κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου υποχρεούνται εντός έξι (6) μηνών από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου και εφόσον μέχρι τότε δεν έχει λάβει χώρα συζήτηση της αιτήσεώς τους, να υποβάλουν στη γραμματεία του Δικαστηρίου όπου τηρείται ο φάκελος της αιτήσεώς τους, επικαιροποιημένα τα στοιχεία που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 4 του Ν. 3869/2010. Η παράλειψη του οφειλέτη να ενημερώσει τα ανωτέρω στοιχεία του φακέλου θεωρείται παράβαση καθήκοντος ειλικρινούς δηλώσεως του άρθρου 10 του Ν. 3869/2010.

2. Εφόσον στο πλαίσιο της εκκρεμούσας αιτήσεως έχει εκδοθεί προσωρινή διαταγή, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 5 ή απόφαση ασφαλιστικών μέτρων σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 του ν. 3869/2010, η οποία εξακολουθεί μετά την παρέλευση της προθεσμίας της παραγράφου 1, καθένας από τους διαδίκους έχει δικαίωμα να ζητήσει την ανάκληση ή μεταρρύθμιση της υφιστάμενης προσωρινής διαταγής ή απόφασης ασφαλιστικών μέτρων, εφόσον τούτο δικαιολογείται με βάση τα επικαιροποιημένα στοιχεία που κατέθεσε το οφειλέτης.

3. Οφειλέτες που έχουν ήδη υποβάλει αιτήσεις υπαγωγής στις διατάξεις της παρούσας ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ Α.4, οι υποθέσεις των οποίων δεν έχουν συζητηθεί ή για τις οποίες δεν έχει επέλθει συμβιβασμός με τους πιστωτές τους, δύνανται να επανυποβάλλουν αιτήσεις προκειμένου να υπαχθούν στις διατάξεις του ν. 3869/2010, όπως αυτές ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο 1 του παρόντος νόμου. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας, Ναυτιλίας και Τουρισμού και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που θα εκδοθεί εντός ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, προσδιορίζονται ο τύπος της αίτησης της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 με τυποποιημένα υποδείγματα και τα απαιτούμενα συνοδευτικό έγγραφα και δικαιολογητικά.

4. Εντός τεσσάρων (4) μηνών από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου, κάθε διάδικος δύναται να ζητήσει με κλήση, ατελώς, να επαναπροσδιοριστεί υπόθεση που είχε προσδιοριστεί πέραν της τριετίας από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου, σε συντομότερη δικάσιμο. Μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας, επαναπροσδιορίζεται αυτεπαγγέλτως εντός τριετίας από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου το σύνολο των υποθέσεων, οι οποίες έχουν ήδη προσδιοριστεί πέραν της τριετίας, αρχίζοντας από αυτές που έχουν προσδιοριστεί συντομότερα με προτίμηση στις σημαντικότερες, σύμφωνα με την παράγραφο 6, υποθέσεις. Ο ορισμός συντομότερης δικασίμου γίνεται ατελώς για τον αιτούντα. Η πράξη προσδιορισμού δικασίμου κοινοποιείται είτε με επίδοση από δικαστικό επιμελητή είτε με κάθε άλλο πρόσφορο μέσο, ιδίως τηλεομοιοτυπία ή ηλεκτρονική αλληλογραφία στον πληρεξούσιο δικηγόρο ή στον διάδικο. Η γραμματεία του δικαστηρίου υποχρεούται να αναρτά κάθε μήνα σε πίνακα ανακοινώσεων έγγραφο, από το οποίο προκύπτουν οι επαναπροσδιοριζόμενες υποθέσεις, καθώς και η αρχική και η νεότερη δικάσιμος. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.

5. Οι διατάξεις του άρθρου 1 της παρούσας ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ Α 4 καταλαμβάνουν τις αιτήσεις που υποβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος του.

6. Έως την έκδοση της απόφασης του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010, όπως αντικαθίσταται από την παράγραφο 18 του άρθρου 1 της παρούσας ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ Α4, εξακολουθεί να εφαρμόζεται η διάταξη του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του καταργούμενου άρθρου.

Διοικητική Δικονομία - Συλλογή Διατάξεων

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΤΑΚΤΙΚΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ

Δικαιοδοσία και Εκτέλεση επί διασυνοριακών ευρπωαϊκών οικογενειακών διαφορών

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ