Άρθρο 5
Όροι και προϋποθέσεις για την ίδρυση και λειτουργία πιστωτικού ιδρύματος
1. Τα πιστωτικά ιδρύματα επιτρέπεται να ιδρύονται και να λειτουργούν μόνο με τη μορφή της ανώνυμης εταιρίας ή με τη μορφή αμιγούς πιστωτικού συνεταιρισμού του ν. 1667/1986 (ΦΕΚ 196 Α'), όπως ισχύει.
2. Τα πιστωτικά ιδρύματα που ιδρύονται και λειτουργούν στην Ελλάδα οφείλουν να έχουν και την πραγματική κεντρική διοίκησή τους στην Ελλάδα.
3. Ο πιστωτικός συνεταιρισμός που λαμβάνει άδεια λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα, συναλλάσσεται με τα μέλη του, με άλλα πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και με το Ελληνικό Δημόσιο. Κατόπιν έγκρισης της Τράπεζας της Ελλάδος και υπό τους ειδικότερους όρους και προϋποθέσεις που αυτή τυχόν θέτει κατά περίπτωση, ο συνεταιρισμός μπορεί να συναλλάσσεται και με μη μέλη του μέχρι ποσού που σε καμία περίπτωση δεν υπερβαίνει ποσοστό 50% επί των χορηγήσεών του ή των καταθέσεών του.
Κατόπιν έγκρισης της Τράπεζας της Ελλάδος και υπό τους ειδικότερους όρους και προϋποθέσεις που αυτή τυχόν θέτει, στον ανωτέρω περιορισμό δεν υπόκεινται οι συναλλαγές:
i) οποιασδήποτε φύσεως όταν συμμετέχει και μέλος του συνεταιρισμού, καθώς και
ii) αυτές που αφορούν δευτερεύουσες τραπεζικές εργασίες διαμεσολαβητικού χαρακτήρα.
4. Απαιτείται η κάλυψη αρχικού κεφαλαίου ίσου τουλάχιστον με τα ακόλουθα ποσά, για τη χορήγηση, κατά περίπτωση, από την Τράπεζα της Ελλάδος άδειας λειτουργίας:
α) πιστωτικού ιδρύματος, με το ποσό των δεκαοκτώ εκατομμυρίων (18.000.000) ευρώ,
β) υποκαταστήματος πιστωτικού ιδρύματος που εδρεύει σε τρίτη χώρα, με το ποσό των εννέα εκατομμυρίων (9.000.000) ευρώ,
γ) πιστωτικού ιδρύματος, σε πιστωτικό συνεταιρισμό, με το ποσό των έξι εκατομμυρίων (6.000.000) ευρώ.
5. Τα αναφερόμενα στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου όρια μπορεί να αναπροσαρμόζονται με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, σε ποσά όχι μικρότερα των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ.
6. α. Σε περίπτωση που το αρχικό κεφάλαιο δεν καλύπτεται ολοσχερώς με μετρητά, η Τράπεζα της Ελλάδος ορίζει, με απόφασή της, κατά περίπτωση, τα λοιπά στοιχεία με τα οποία μπορεί αυτό να καλύπτεται και καθορίζει την απαιτούμενη αναλογία των μετρητών προς τα εν λόγω στοιχεία, λαμβάνοντας υπόψη τα ισχύοντα κριτήρια για την επάρκεια της ρευστότητας και τη φερεγγυότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων.
β. Ειδικότερα στην περίπτωση μετατροπής λειτουργούντος νομικού προσώπου σε πιστωτικό ίδρυμα, ποσοστό τουλάχιστον 80% του ενεργητικού του υπό μετατροπή νομικού προσώπου θα πρέπει να είναι συνολικά τοποθετημένο σε μετρητά, καταθέσεις, τίτλους διαπραγματεύσιμους σε οργανωμένες αγορές και βραχυπρόθεσμα δάνεια ή λοιπές πιστώσεις που έχουν χορηγηθεί με τραπεζικά κριτήρια.
7. Το ύψος των ιδίων κεφαλαίων του πιστωτικού ιδρύματος πρέπει καθ' όλη τη διάρκεια της λειτουργίας του να μην είναι κατώτερο του εκάστοτε απαιτούμενου ελάχιστου αρχικού κεφαλαίου της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.
8. Η Τράπεζα της Ελλάδος καθορίζει με απόφασή της την προθεσμία εντός της οποίας τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν:
α) να αναπροσαρμόζουν τα ίδια κεφάλαιά τους προς το εκάστοτε απαιτούμενο ελάχιστο αρχικό κεφάλαιο,
β) να επαναφέρουν τα ίδια κεφάλαιά τους, σε περίπτωση μείωσής τους, στο ύψος του εκάστοτε απαιτούμενου ελάχιστου αρχικού κεφαλαίου.
Η ανωτέρω προθεσμία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους είκοσι τέσσερις (24) μήνες στην περίπτωση α' και τους δώδεκα (12) μήνες στην περίπτωση β' της παρούσας παραγράφου.
9. Προκειμένου περί αύξησης των ιδίων κεφαλαίων λειτουργούντων πιστωτικών ιδρυμάτων, η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να επιβάλλει ειδικούς όρους για τη συγκέντρωση του κεφαλαίου, σύμφωνα με τα κριτήρια που αναφέρονται στην περίπτωση α' της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου.
10. Για τη λήψη άδειας λειτουργίας, η οποία αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την έναρξη λειτουργίας πιστωτικού ιδρύματος, οι ενδιαφερόμενοι προβαίνουν στις ακόλουθες ενέργειες:
α. Υποβάλλουν σχετική αίτηση και, πριν από τη χορήγηση της άδειας της Τράπεζας της Ελλάδος, προβαίνουν στην κάλυψη του αρχικού κεφαλαίου, όπως ορίζεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.
Σε περίπτωση υποβολής αίτησης για ίδρυση πολυμετοχικού πιστωτικού ιδρύματος, την αίτηση υποβάλλει δεόντως εξουσιοδοτημένη ιδρυτική επιτροπή, η οποία τηρεί τις ισχύουσες διατάξεις περί προσέλκυσης κεφαλαίων από επενδυτές και διαλύεται μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας σύστασης του νομικού προσώπου του πιστωτικού ιδρύματος.
Η Τράπεζα της Ελλάδος δικαιούται να ζητά την κατάθεση, σε εύλογη προθεσμία από την υποβολή της αίτησης, ισόποσης με το μετοχικό κεφάλαιο του υπό ίδρυση πιστωτικού ιδρύματος εγγυητικής επιστολής πιστωτικού ιδρύματος, που υπόκειται σε καθεστώς εποπτείας ισοδύναμο με το προβλεπόμενο στον παρόντα νόμο, η οποία θα καταπίπτει υπέρ της Τράπεζας της Ελλάδος, σε πίστωση λογαριασμού για την κάλυψη του μετοχικού κεφαλαίου του υπό ίδρυση πιστωτικού ιδρύματος σε περίπτωση που δεν καλυφθεί το μετοχικό κεφάλαιο μέχρι και την ημερομηνία κοινοποίησης της εγκριτικής απόφασης. Η εγγυητική επιστολή καλύπτει το σύνολο του μετοχικού κεφαλαίου του υπό ίδρυση πιστωτικού ιδρύματος, ανεξάρτητα από τον αριθμό των ιδρυτών - μετόχων του, και επιστρέφεται ή μετά την κατά τα προαναφερθέντα κάλυψη του μετοχικού κεφαλαίου ή μετά την κοινοποίηση της τυχόν απορριπτικής απόφασης της Τράπεζας της Ελλάδος.
β. Γνωστοποιούν στην Τράπεζα της Ελλάδος την ταυτότητα:
i) των μετόχων, φυσικών ή νομικών προσώπων, που θα κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα, ποσοστό συμμετοχής ή δικαιωμάτων ψήφου ίσο ή ανώτερο του 5% στο μετοχικό κεφάλαιο του πιστωτικού ιδρύματος, καθώς και το ποσοστό της συμμετοχής αυτής,
ii) των δέκα μεγαλύτερων μετόχων και το ποσοστό συμμετοχής ή των δικαιωμάτων ψήφου εκάστου στο πιστωτικό ίδρυμα και
iii) των φυσικών προσώπων που αν και δεν περιλαμβάνονται στα πρόσωπα των παραπάνω περιπτώσεων (i) και
(ii) ασκούν, μέσω γραπτών ή άλλων συμφωνιών ή μέσω κοινής δράσης, τον έλεγχο του πιστωτικού ιδρύματος.
γ. Γνωστοποιούν στην Τράπεζα της Ελλάδος:
i) τα πρόσωπα που θα είναι υπεύθυνα για τον καθορισμό του προσανατολισμού της δραστηριότητας του πιστωτικού ιδρύματος και τα οποία θα συμμετέχουν, ως μέλη, στο Διοικητικό Συμβούλιο του πιστωτικού ιδρύματος. Η ύπαρξη δύο, τουλάχιστον, προσώπων επιφορτισμένων με τις αρμοδιότητες αυτές αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας και για τη συνέχιση της λειτουργίας του πιστωτικού ιδρύματος.
ii) τα λοιπά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και
iii) τους επικεφαλής των λειτουργιών του πιστωτικού ιδρύματος, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις ισχύουσες αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος περί των Συστημάτων Εσωτερικού Ελέγχου των πιστωτικών ιδρυμάτων.
δ. Υποβάλλουν στην Τράπεζα της Ελλάδος πρόγραμμα επιχειρηματικής δραστηριότητας στο οποίο αναφέρονται ιδίως το είδος και η έκταση των εργασιών, το χρονοδιάγραμμα επίτευξης των στόχων του πιστωτικού ιδρύματος, η διάρθρωση του ομίλου στον οποίο τυχόν ανήκει το πιστωτικό ίδρυμα, καθώς και το πλαίσιο της οργανωτικής του δομής, του Συστήματος Εσωτερικού Ελέγχου, περιλαμβανομένων των λειτουργιών της Εσωτερικής Επιθεώρησης, Διαχείρισης Κινδύνων και Κανονιστικής Συμμόρφωσης, και των διαδικασιών που απαιτούνται για τη συμμόρφωση με το άρθρο 26 του παρόντος νόμου. Σε περίπτωση που το πιστωτικό ίδρυμα προτίθεται να παρέχει και επενδυτικές υπηρεσίες πρέπει να καλύπτονται και οι εκάστοτε προβλεπόμενες υποχρεώσεις, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών από πιστωτικά ιδρύματα.
11. Πριν από τη χορήγηση άδειας λειτουργίας, αλλά και κατά τη διάρκεια λειτουργίας του πιστωτικού ιδρύματος, η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται επίσης, για την επίτευξη των σκοπών της εποπτείας και για λόγους διαφάνειας:
α) να ζητά στοιχεία για την ταυτότητα, τη χρηματοοικονομική κατάσταση και την προέλευση των χρηματικών μέσων των:
i) φυσικών ή νομικών προσώπων που κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα, συμμετοχή ή δικαιώματα ψήφου σε ποσοστό ανώτερο του 1% στο μετοχικό κεφάλαιο του πιστωτικού ιδρύματος,
ii) φυσικών προσώπων που εμπίπτουν στην περίπτωση
(iii) του εδαφίου β' της παραγράφου 10 του παρόντος άρθρου ή που ελέγχουν άμεσα ή έμμεσα νομικά πρόσωπα, τα οποία εμπίπτουν στις περιπτώσεις (i) και (ii) του εν λόγω εδαφίου,
iii) των προσώπων του εδαφίου γ' της παραγράφου 10 του παρόντος άρθρου1
β) να επιβάλλει στα νομικά πρόσωπα των περιπτώσεων (i) και (ii) του εδαφίου β' της παραγράφου 10 του παρόντος νόμου και της περίπτωσης (i) του εδαφίου α' της παρούσας παραγράφου την υποχρέωση να έχουν ονομαστικές τις μετοχές με δικαίωμα ψήφου1
γ) να απαιτεί, όπως συγκεκριμένα ποσοστά του συνόλου των πιο πάνω ονομαστικών μετοχών με δικαίωμα ψήφου ανήκουν σε ένα ή περισσότερα φυσικά πρόσωπα, που τυγχάνουν της προηγούμενης έγκρισης της Τράπεζας της Ελλάδος1
δ) να απαιτεί από τα πιστωτικά ιδρύματα να της παρέχουν τις κατάλληλες πληροφορίες, ώστε να βεβαιώνεται ότι πληρούνται πάντοτε οι προϋποθέσεις που προβλέπονται για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας με βάση τον παρόντα νόμο ή ότι δεν ανέκυψαν καταστάσεις που θα αποτελούσαν αιτία για τη μη χορήγηση της άδειας αυτής.
12. Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί επίσης να καθορίζει για την επίτευξη των ανωτέρω στόχων:
α) τα αναγκαία δικαιολογητικά και στοιχεία, καθώς και τις λοιπές λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου,
β) τους ειδικότερους περιορισμούς και όρους ως προς τις δραστηριότητες ή τα καθήκοντα που τυχόν ανατίθενται σε σχέση με τη λειτουργία του πιστωτικού ιδρύματος στα φυσικά πρόσωπα, που αναφέρονται στα εδάφια β' και γ' της παραγράφου 10 και στο εδάφιο α' της παραγράφου 11 του παρόντος άρθρου για την αποτροπή ή ελαχιστοποίηση καταστάσεων σημαντικής σύγκρουσης συμφερόντων ή επιρροών, που αποβαίνουν σε βάρος της συνετής και χρηστής διαχείρισης του πιστωτικού ιδρύματος,
γ) τους ειδικότερους περιορισμούς και όρους για τις δραστηριότητες του πιστωτικού ιδρύματος,
δ) τα κριτήρια βάσει των οποίων θεωρείται ότι φυσικά και νομικά πρόσωπα διατηρούν ειδική σχέση, άμεσα ή έμμεσα, με το πιστωτικό ίδρυμα,
ε) κατά παρέκκλιση από τις γενικώς ισχύουσες περί ανωνύμων εταιρειών διατάξεις, τις διαδικασίες, τα ανώτατα όρια και τους λοιπούς όρους των πάσης φύσεως δανείων, λοιπών πιστώσεων, εγγυήσεων, καθώς και συμμετοχών των πιστωτικών ιδρυμάτων, στα πρόσωπα του εδαφίου δ' της παρούσας παραγράφου, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι εν λόγω συναλλαγές δεν διενεργούνται με προνομιακούς όρους σε σχέση με τους γενικούς όρους που το πιστωτικό ίδρυμα εφαρμόζει ή με τρόπο που μπορεί να αποβεί σε βάρος της χρηστής και συνετής διαχείρισης του πιστωτικού ιδρύματος και
στ) την υποχρέωση υποβολής αίτησης εισαγωγής των μετοχών του πιστωτικού ιδρύματος σε οργανωμένη αγορά, για τη διασφάλιση μεγαλύτερης διασποράς, εντός προθεσμίας που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή το ελάχιστο διάστημα που απαιτείται από τις ισχύουσες διατάξεις για τη θεμελίωση δικαιώματος υποβολής αίτησης εισαγωγής μετοχών των επιχειρήσεων σε οργανωμένη αγορά.
13. α. Πριν από την οριστική της απόφαση για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε πιστωτικό ίδρυμα, η Τράπεζα της Ελλάδος διαβουλεύεται με τις αρμόδιες αρχές του άλλου κράτους-μέλους, οι οποίες είναι υπεύθυνες για την εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων ή
ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, εάν το πιστωτικό ίδρυμα, που πρόκειται να ιδρυθεί είναι:
i) θυγατρική πιστωτικού ιδρύματος ή ασφαλιστικής επιχείρησης ή επιχείρησης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, αντίστοιχα, που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος-μέλος ή
ii) θυγατρική της μητρικής επιχείρησης πιστωτικού ιδρύματος ή ασφαλιστικής επιχείρησης ή επιχείρησης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, αντίστοιχα, που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος-μέλος ή
iii) ελεγχόμενο από τα ίδια φυσικά ή νομικά πρόσωπα, που ελέγχουν πιστωτικό ίδρυμα ή ασφαλιστική επιχείρηση ή επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, αντίστοιχα, που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος-μέλος.
β. Οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο εδάφιο α' της παρούσας παραγράφου διαβουλεύονται μεταξύ τους, ιδίως όταν αξιολογούν την ποιότητα των μετόχων, καθώς και την εντιμότητα και την ικανότητα των διευθυντικών στελεχών που συμμετέχουν στη διαχείριση άλλης επιχείρησης του ίδιου ομίλου. Οι εν λόγω αρμόδιες αρχές ανταλλάσσουν οποιαδήποτε σημαντική πληροφορία σχετικά με την ποιότητα των μετόχων και την εντιμότητα και ικανότητα των διευθυντικών στελεχών, που είναι σχετική με τη χορήγηση άδειας λειτουργίας, καθώς και με τον έλεγχο της εφαρμογής των όρων λειτουργίας των επιχειρήσεων του ομίλου.
14. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου και του άρθρου 24, σε περίπτωση που οι μέτοχοι είναι νομικά πρόσωπα, οι υποχρεώσεις γνωστοποίησης αφορούν τα φυσικά πρόσωπα που ελέγχουν, άμεσα ή έμμεσα, τα εν λόγω νομικά πρόσωπα. Για το σκοπό υπολογισμού της σχετικής συμμετοχής λαμβάνεται υπόψη και το άρθρο 10 του ν. 3556/2007.