Άρθρο 8 Ανάκληση της άδειας λειτουργίας πιστωτικού ιδρύματος
1. Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να ανακαλεί την άδεια λειτουργίας πιστωτικού ιδρύματος στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Το πιστωτικό ίδρυμα:
(i) δεν κάνει χρήση της άδειας μέσα σε διάστημα δώδεκα (12) μηνών από τη χορήγησή της, εκτός αν η άδεια παρέχει μεγαλύτερη προθεσμία,
(ii) παραιτείται ρητώς από αυτήν,
(iii) έχει πάψει να ασκεί τη δραστηριότητά του για χρονική περίοδο μεγαλύτερη των έξι (6) μηνών,
(iv) αδυνατεί ή αρνείται να αυξήσει τα ίδια κεφάλαιά του,
(v) παρακωλύει με οποιονδήποτε τρόπο τον έλεγχο που ασκείται από την Τράπεζα της Ελλάδος,
(vi) παραβαίνει διατάξεις νόμων σχετικών με την εποπτεία ή την άσκηση της δραστηριότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων ή αποφάσεων της Τράπεζας της Ελλάδος, σε βαθμό που είναι δυνατόν να τίθενται σε διακινδύνευση η φερεγγυότητα του πιστωτικού ιδρύματος ή εν γένει η επίτευξη των στόχων της ασκούμενης από την Τράπεζα της Ελλάδος εποπτείας.
β) Η άδεια λειτουργίας έχει χορηγηθεί με βάση ψευδείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές δηλώσεις.
γ) Το πιστωτικό ίδρυμα δεν διαθέτει επαρκή ίδια κεφάλαια, δεν προσφέρει τα εχέγγυα ότι δύναται να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του και ιδίως δεν διασφαλίζει τα επιστρεπτέα κεφάλαια που του έχουν εμπιστευθεί οι πιστωτές του.
δ) Δεν πληρούνται οι όροι υπό τους οποίους χορηγήθηκε η άδεια λειτουργίας.
ε) Δημιουργούνται καταστάσεις που αναφέρονται στο εδάφιο στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του παρόντος νόμου ή η διάρθρωση του ομίλου του πιστωτικού ιδρύματος έχει μεταβληθεί κατά τρόπο που να παρεμποδίζεται η αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών της αρμοδιοτήτων.
2. Η Τράπεζα της Ελλάδος ανακαλεί επίσης την άδεια πιστωτικού ιδρύματος στις περιπτώσεις που προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία.
3. Η Τράπεζα της Ελλάδος αιτιολογεί και κοινοποιεί στους ενδιαφερόμενους και στις αρμόδιες αρχές των κρατών, όπου το πιστωτικό ίδρυμα διατηρεί υποκαταστήματα, την απόφασή της για την ανάκληση της άδειας λειτουργίας πιστωτικού ιδρύματος.