1. Κατά το στάδιο του πειθαρχικού ελέγχου του Δοκίμου από το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο και πριν από την επιβολή ποινής, ο Δόκιμος καλείται να απολογηθεί προφορικά με έναν από τους ακόλουθους τρόπους:
α. Με αναφορά ενώπιον παράταξης της Σ.Μ.Υ.Α. όπου αναγιγνώσκεται το παράπτωμα, ο Δόκιμος απολογείται και ο έχων την αρμοδιότητα επιβάλλει την ποινή. Στην παράταξη της Σ.Μ.Υ.Α. παρευρίσκονται η τάξη του Δοκίμου και οι αρχαιότερες τάξεις αυτών.
β. Με κλήση από τον Διοικητή της Μοίρας στην οποία ανήκει, στον οποίο εκφέρει τους λόγους για το παράπτωμα στο οποίο υπέπεσε. Οι απόψεις του Δοκίμου καταγράφονται περιληπτικά σε ειδικό έντυπο, το οποίο στη συνέχεια τίθεται υπόψη του επιβάλλοντος την ποινή.
2. Δόκιμος δύναται να υποβάλει παράπονα για ποινή ή για δυσμενή μέτρα που ελήφθησαν εναντίον του, προφορικά, προς τον Διοικητή της Μοίρας στην οποία ανήκει. Ο Διοικητής της Μοίρας εξετάζει τα παράπονα και ενεργεί σχετικά εντός δέκα (10) ημερών το αργότερο. Ο παραπονούμενος Δόκιμος, εφόσον δεν ικανοποιείται από την απάντηση, έχει δικαίωμα ακρόασης από τον Διευθυντή της Δ.Ε.Δ. Ο Διευθυντής της Δ.Ε.Δ. εξετάζει τα παράπονα και ενεργεί σχετικά εντός δέκα (10) ημερών το αργότερο. Σε κάθε περίπτωση ο Δόκιμος έχει δικαίωμα να υποβάλει τα παράπονά του μέχρι το αμέσως ανώτερο κλιμάκιο διοίκησης αυτού που επέβαλε τα μέτρα ή την ποινή. Το ανώτερο κλιμάκιο στο οποίο μπορεί να υποβάλει τα παράπονά του Δόκιμος είναι ο Διοικητής της Σ.Μ.Υ.Α.
3. Οι Δόκιμοι υποβάλλουν τα παράπονά τους με δέοντα σεβασμό, αποφεύγοντας χαρακτηρισμούς, κρίσεις ή συμπεράσματα για τους ανωτέρους τους. Μη τήρηση των προαναφερθέντων, κατά την υποβολή παραπόνων, αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης.