logo-print

Προοίμιο - Κανονισμός (ΕΕ) 606/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Ιουνίου 2013

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

19/07/2013

Κωδικοποιημένο
Αθέτηση ρήτρας παρεκτάσεως αποκλειστικής διεθνούς δικαιοδοσίας και αποζημιωτική ευθύνη - Σειρά Μελέτες ΕΡΜΕΚ Νο 8

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ

O τόπος παροχής - Συμβολές Αστικού Δικαίου Νο 11

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΝΟΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 81 παράγραφος 2 στοιχεία α), ε) και στ),

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών1,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Η Ένωση έχει θέσει ως στόχο της τη διατήρηση και την ανάπτυξη ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και διευκολύνεται η πρόσβαση στη δικαιοσύνη, ιδίως μέσω της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών και εξωδικαστικών αποφάσεων σε αστικές υποθέσεις. Προκειμένου να δημιουργήσει σταδιακά έναν τέτοιο χώρο, η Ένωση πρέπει να θεσπίσει μέτρα στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις που έχουν διασυνοριακές επιπτώσεις, ιδίως όταν τα μέτρα αυτά είναι αναγκαία για την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(2) Το άρθρο 81 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) ορίζει ότι η δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις που έχουν διασυνοριακές επιπτώσεις πρέπει να βασίζεται στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών και εξώδικων αποφάσεων.

(3) Σε έναν κοινό χώρο δικαιοσύνης χωρίς εσωτερικά σύνορα, οι διατάξεις που εξασφαλίζουν τη σύντομη και απλή αναγνώριση και, όπου απαιτείται, εκτέλεση σε άλλο κράτος μέλος μέτρων προστασίας που έχουν διαταχθεί σε ένα κράτος μέλος έχουν ζωτική σημασία για να διασφαλίζεται ότι η προστασία που παρέχεται σε ένα φυσικό πρόσωπο εντός ενός κράτους μέλους διατηρείται και συνεχίζεται σε κάθε άλλο κράτος μέλος στο οποίο το εν λόγω πρόσωπο ταξιδεύει ή μετοικίζει. Είναι απαραίτητο να διασφαλίζεται ότι η νόμιμη άσκηση από τους πολίτες της Ένωσης του δικαιώματός τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα εντός της επικράτειας των κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και το άρθρο 21 ΣΛΕΕ, δεν θα επιφέρει απώλεια της εν λόγω προστασίας.

(4) Η αμοιβαία εμπιστοσύνη στην απονομή δικαιοσύνης εντός της Ένωσης και ο στόχος της διασφάλισης ταχύτερης και λιγότερο δαπανηρής κυκλοφορίας των μέτρων προστασίας στην Ένωση δικαιολογούν την αρχή σύμφωνα με την οποία τα μέτρα προστασίας που διατάσσονται σε ένα κράτος μέλος αναγνωρίζονται σε όλα τα άλλα κράτη μέλη χωρίς την ανάγκη τυχόν ειδικών διαδικασιών. Ως αποτέλεσμα, μέτρο προστασίας που διατάσσεται σε ένα κράτος μέλος («κράτος μέλος προέλευσης») θα πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν να είχε διαταχθεί στο κράτος μέλος στο οποίο ζητείται η αναγνώρισή του («κράτος μέλος όπου απευθύνεται το προστατευόμενο πρόσωπο»).

(5) Για να επιτευχθεί ο στόχος της ελεύθερης κυκλοφορίας των μέτρων προστασίας, είναι αναγκαίο και κατάλληλο οι κανόνες που αφορούν την αναγνώριση και, όπου απαιτείται, την εκτέλεση των μέτρων προστασίας να διέπονται από νομικό εργαλείο της Ένωσης με δεσμευτική ισχύ και άμεση εφαρμογή.

(6) Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται σε μέτρα προστασίας που διατάσσονται για την προστασία προσώπου, όταν υπάρχουν σοβαροί λόγοι να θεωρείται ότι απειλείται η ζωή, η σωματική ή η ψυχική ακεραιότητα, η προσωπική ελευθερία, η ασφάλεια ή η σεξουαλική ακεραιότητα του εν λόγω προσώπου, π.χ. για να αποτρέπεται κάθε μορφή έμφυλης βίας ή βίας σε στενές προσωπικές σχέσεις, όπως η σωματική βία, η παρενόχληση, οι σεξουαλικές επιθέσεις, η παρακολούθηση, ο εκφοβισμός ή άλλες μορφές έμμεσου καταναγκασμού. Είναι σημαντικό να υπογραμμισθεί ότι ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε όλα τα θύματα, ανεξαρτήτως του εάν είναι θύματα έμφυλης βίας.

(7) Η οδηγία 2012/29/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων της εγκληματικότητας3, διασφαλίζει ότι τα θύματα της εγκληματικότητας λαμβάνουν την κατάλληλη πληροφόρηση και υποστήριξη.

(8) Ο παρών κανονισμός συμπληρώνει την οδηγία 2012/29/ΕΕ. Το γεγονός ότι ένα πρόσωπο καλύπτεται από μέτρο προστασίας που διατάχθηκε στο πλαίσιο αστικής υπόθεσης δεν εμποδίζει κατ’ ανάγκην τον χαρακτηρισμό του εν λόγω προσώπου ως «θύματος» βάσει της εν λόγω οδηγίας.

(9) Το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού υπάγεται στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις κατά την έννοια του άρθρου 81 ΣΛΕΕ. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται μόνο σε μέτρα προστασίας που διατάσσονται σε αστικές υποθέσεις. Τα μέτρα προστασίας που λαμβάνονται στο πλαίσιο ποινικών υποθέσεων καλύπτονται από την οδηγία 2011/99/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, περί της ευρωπαϊκής εντολής προστασίας4.

(10) Η έννοια των αστικών υποθέσεων θα πρέπει να ερμηνεύεται αυτόνομα, σύμφωνα με τις αρχές του δικαίου της Ένωσης. Η αστική, διοικητική ή ποινική φύση της αρχής που διατάσσει μέτρο προστασίας δεν θα πρέπει να είναι καθοριστική για τον σκοπό της εκτίμησης του αστικού χαρακτήρα ενός μέτρου προστασίας.

(11) Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να παρεμβαίνει στη λειτουργία του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/2003 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2003, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας5 («κανονισμός Βρυξέλλες ΙΙα»). Αποφάσεις που ελήφθησαν σύμφωνα με τον κανονισμό Βρυξέλλες ΙΙα θα πρέπει να εξακολουθούν να αναγνωρίζονται και να εκτελούνται βάσει του εν λόγω κανονισμού.

(12) Στον παρόντα κανονισμό λαμβάνονται υπόψη οι διαφορετικές νομικές παραδόσεις των κρατών μελών και οι διατάξεις του δεν θίγουν τα εθνικά συστήματα που εφαρμόζονται για τη διαταγή μέτρων προστασίας. Ο παρών κανονισμός δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να τροποποιήσουν τα εθνικά τους συστήματα, ώστε να είναι δυνατή η διαταγή μέτρων προστασίας σε αστικές υποθέσεις, ούτε να θεσπίζουν μέτρα προστασίας σε αστικές υποθέσεις για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(13) Προκειμένου να ληφθούν υπόψη τα διάφορα είδη αρχών που διατάσσουν μέτρα προστασίας σε αστικές υποθέσεις στα κράτη μέλη, και σε αντίθεση με άλλους τομείς δικαστικής συνεργασίας, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να ισχύει επί αποφάσεων τόσο των δικαστικών αρχών όσο και των διοικητικών αρχών, υπό τον όρο ότι οι τελευταίες θα παρέχουν εγγυήσεις όσον αφορά, ιδίως, την αμεροληψία τους και το δικαίωμα των διαδίκων σε δικαστική αναθεώρηση. Σε καμιά περίπτωση οι αστυνομικές αρχές δεν θα πρέπει να θεωρούνται αρχές έκδοσης μέτρων προστασίας κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού.

(14) Βάσει της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης, μέτρα προστασίας που διατάσσονται σε αστικές υποθέσεις στο κράτος μέλος προέλευσης θα πρέπει να αναγνωρίζονται στο κράτος μέλος όπου απευθύνεται το προστατευόμενο πρόσωπο ως μέτρα προστασίας σε αστικές υποθέσεις σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

(15) Σύμφωνα με την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, η αναγνώριση αντιστοιχεί στη διάρκεια ισχύος του μέτρου προστασίας. Ωστόσο, λαμβανομένης υπόψη της διαφορετικότητας των μέτρων προστασίας που προβλέπονται στο δίκαιο κάθε κράτους μέλους, ιδίως όσον αφορά τη διάρκεια ισχύος τους, και του γεγονότος ότι ο παρών κανονισμός θα εφαρμόζεται κατά κανόνα σε επείγουσες καταστάσεις, οι συνέπειες της αναγνώρισης δυνάμει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει, κατ’ εξαίρεση, να περιορίζονται σε χρονικό διάστημα 12 μηνών από την έκδοση του πιστοποιητικού που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό, ασχέτως εάν το ίδιο το μέτρο προστασίας (είτε προσωρινό, είτε χρονικά περιορισμένο, είτε αόριστου χαρακτήρα) έχει μεγαλύτερη διάρκεια ισχύος.

(16) Σε περιπτώσεις που η διάρκεια ισχύος ενός μέτρου προστασίας υπερβαίνει τους 12 μήνες, ο περιορισμός των συνεπειών της αναγνώρισης δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να θίγει το δικαίωμα του προστατευόμενου προσώπου να επικαλείται το εν λόγω μέτρο προστασίας βάσει κάθε άλλης διαθέσιμης νομικής πράξης της Ένωσης που προβλέπει αναγνώριση ή να υποβάλλει αίτηση λήψης εθνικού μέτρου προστασίας στο κράτος μέλος όπου απευθύνεται το προστατευόμενο πρόσωπο.

(17) Ο περιορισμός των αποτελεσμάτων της αναγνώρισης είναι έκτακτου χαρακτήρα, αποτελεί συνέπεια της ειδικής φύσης του αντικειμένου του παρόντος κανονισμού και δεν θα πρέπει να αποτελέσει προηγούμενο για άλλα εργαλεία σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις.

(18) Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αφορά μόνο την αναγνώριση της υποχρέωσης που επιβάλλεται από το μέτρο προστασίας. Δεν θα πρέπει να ρυθμίζει τις διαδικασίες για την εφαρμογή ή την εκτέλεση του μέτρου προστασίας, ούτε να ορίζει τυχόν κυρώσεις που θα μπορούσαν να επιβληθούν, εφόσον παραβιαστεί η υποχρέωση που διατάσσεται με το μέτρο προστασίας στο κράτος μέλος όπου απευθύνεται το προστατευόμενο πρόσωπο. Τούτα τα ζητήματα καταλείπονται στο δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους. Ωστόσο, σύμφωνα με τις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης και ιδίως την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα αναγνωρισμένα δυνάμει του παρόντος κανονισμού μέτρα προστασίας μπορούν να ισχύουν στο κράτος μέλος όπου απευθύνεται το προστατευόμενο πρόσωπο.

(19) Τα μέτρα προστασίας που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να παρέχουν προστασία στο προστατευόμενο πρόσωπο στον τόπο διαμονής του ή στον τόπο εργασίας του ή σε άλλο τόπο που επισκέπτεται το εν λόγω πρόσωπο σε τακτική βάση, όπως η κατοικία στενών συγγενών του ή το σχολείο ή εκπαιδευτικό ίδρυμα όπου φοιτά το παιδί του. Ανεξαρτήτως του αν ο συγκεκριμένος τόπος ή η έκταση της περιοχής που καλύπτεται από το μέτρο προστασίας περιγράφεται στο μέτρο προστασίας με μια ή περισσότερες συγκεκριμένες διευθύνσεις ή με αναφορά σε μια περιγραφόμενη περιοχή τις οποίες ή στην οποία το πρόσωπο που συνιστά απειλή δεν μπορεί να προσεγγίσει ή να εισέλθει, αντίστοιχα (ή με συνδυασμό των δύο κριτηρίων), η αναγνώριση της υποχρέωσης που επιβάλλεται από το μέτρο προστασίας σχετίζεται με τον σκοπό που εξυπηρετεί ο τόπος για το προστατευόμενο πρόσωπο και όχι με την ακριβή διεύθυνση.

(20) Κατά τα ανωτέρω, και υπό τον όρο ότι διατηρούνται η φύση και τα βασικά στοιχεία του μέτρου προστασίας, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου απευθύνεται το προστατευόμενο πρόσωπο θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προσαρμόζει τα πραγματικά περιστατικά του μέτρου προστασίας όταν αυτή η τροποποίηση είναι αναγκαία για την πρακτικά αποτελεσματική αναγνώριση του μέτρου προστασίας στο κράτος μέλος όπου απευθύνεται το προστατευόμενο πρόσωπο. Στα πραγματικά περιστατικά περιλαμβάνεται η διεύθυνση, η γενική τοποθεσία ή η ελάχιστη απόσταση που πρέπει να διατηρεί το πρόσωπο που συνιστά απειλή από το προστατευόμενο πρόσωπο, τη διεύθυνση ή τη γενική τοποθεσία. Ωστόσο, το είδος και η αστική φύση του μέτρου προστασίας δεν μπορούν να επηρεάζονται από μια τέτοια προσαρμογή.

(21) Για να διευκολυνθεί κάθε προσαρμογή του μέτρου προστασίας, θα πρέπει να αναφέρεται στο πιστοποιητικό αν η διεύθυνση που αναγράφεται στο μέτρο προστασίας αποτελεί τον τόπο διαμονής, τον τόπο εργασίας ή κάποιο μέρος που το προστατευόμενο πρόσωπο επισκέπτεται σε τακτική βάση. Επιπλέον, αν σχετίζεται με την υπόθεση, η περιγραφόμενη περιοχή (η κατά προσέγγιση ακτίνα από τη συγκεκριμένη διεύθυνση) που καλύπτεται από την υποχρέωση την οποία επιβάλλει το μέτρο προστασίας στο πρόσωπο που συνιστά απειλή θα πρέπει επίσης να αναγράφεται στο πιστοποιητικό.

(22) Για να διευκολύνεται η ελεύθερη κυκλοφορία των μέτρων προστασίας εντός της Ένωσης, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθιερώσει ομοιόμορφο υπόδειγμα πιστοποιητικού και να προβλέπει την καθιέρωση πολύγλωσσης έκδοσης τυποποιημένου εγγράφου προς τον σκοπό αυτό. Κατόπιν αιτήματος του προστατευόμενου προσώπου, η αρχή έκδοσης θα πρέπει να εκδίδει το πιστοποιητικό.

(23) Τα πεδία ελεύθερου κειμένου στην πολύγλωσση έκδοση τυποποιημένου εγγράφου για το πιστοποιητικό θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν περιορισμένα, ώστε η μετάφραση ή η μεταγραφή να μπορούν να διατίθενται στις περισσότερες περιπτώσεις χωρίς επιβάρυνση του προστατευόμενου προσώπου, με απλή χρήση του τυποποιημένου εγγράφου στη σχετική γλώσσα. Τυχόν δαπάνες για την απαιτούμενη τυποποιημένου εγγράφου πρέπει να επιμερίζεται κατά τις σχετικές διατάξεις του δικαίου του κράτους μέλους προέλευσης.

(24) Όταν ένα πιστοποιητικό περιέχει ελεύθερο κείμενο, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου απευθύνεται το προστατευόμενο πρόσωπο θα πρέπει να προσδιορίζει αν απαιτείται οποιαδήποτε μετάφραση ή μεταγραφή. Αυτό δεν θα πρέπει να αποκλείει το προστατευόμενο πρόσωπο ή την αρχή έκδοσης του κράτους μέλους προέλευσης από την παροχή μετάφρασης ή μεταγραφής με δική τους πρωτοβουλία.

(25) Για να εξασφαλίζεται ο σεβασμός του δικαιώματος υπεράσπισης του προσώπου που συνιστά απειλή, σε περίπτωση που το μέτρο προστασίας διατάχθηκε ερήμην ή βάσει διαδικασίας που δεν προβλέπει προηγούμενη ειδοποίηση του εν λόγω προσώπου («διαδικασία ex parte»), η έκδοση του πιστοποιητικού θα πρέπει να είναι δυνατή μόνο εφόσον το εν λόγω πρόσωπο είχε την ευκαιρία να προετοιμάσει την υπεράσπισή του κατά του μέτρου προστασίας. Ωστόσο, για να αποφεύγονται καταστρατηγήσεις και να λαμβάνεται υπόψη το κατεπείγον που χαρακτηρίζει συνήθως τις υποθέσεις όπου απαιτείται η λήψη προστατευτικών μέτρων, δεν θα πρέπει να απαιτείται να έχει λήξει η προθεσμία υπεράσπισης πριν από την έκδοση πιστοποιητικού. Το πιστοποιητικό θα πρέπει να εκδίδεται, μόλις το μέτρο προστασίας καθίσταται εκτελεστό στο κράτος μέλος προέλευσης.

(26) Λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους της απλότητας και της ταχύτητας, ο παρών κανονισμός προβλέπει απλές και ταχείες μεθόδους όσον αφορά την ενημέρωση του προσώπου που συνιστά απειλή σχετικά με τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσει. Οι εν λόγω ειδικές μέθοδοι ενημέρωσης θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού λόγω της ειδικής φύσης του περιεχομένου του, δεν θα πρέπει να αποτελούν προηγούμενο για άλλα εργαλεία σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις και δεν θα πρέπει να θίγουν τυχόν υποχρεώσεις ενός κράτους μέλους σχετικά με την επίδοση και κοινοποίηση στο εξωτερικό δικαστικών και εξώδικων εγγράφων σε αστικές υποθέσεις που απορρέουν από διμερή ή πολυμερή σύμβαση η οποία έχει συναφθεί μεταξύ του εν λόγω κράτους μέλους και μιας τρίτης χώρας.

(27) Κατά την ενημέρωση του προσώπου που συνιστά απειλή σχετικά με το πιστοποιητικό και επίσης κατά την προσαρμογή οιωνδήποτε πραγματικών περιστατικών ενός μέτρου προστασίας στο κράτος μέλος όπου απευθύνεται το προστατευόμενο πρόσωπο, θα πρέπει να λαμβάνεται η δέουσα μέριμνα για την προστασία των συμφερόντων του προστατευόμενου προσώπου, μη δημοσιοποιώντας τον τόπο όπου βρίσκεται ή άλλα στοιχεία επικοινωνίας του. Οι λεπτομέρειες αυτές δεν θα πρέπει να γνωστοποιούνται στο πρόσωπο που συνιστά απειλή, εκτός αν αυτή η γνωστοποίηση είναι αναγκαία για τη συμμόρφωση με το μέτρο προστασίας ή για την εκτέλεσή του.

(28) Κατά της εκδόσεως του πιστοποιητικού δεν θα πρέπει να χωρεί προσφυγή.

(29) Το πιστοποιητικό θα πρέπει να διορθώνεται σε περίπτωση που, λόγω φανερού σφάλματος ή ανακρίβειας, π.χ. τυπογραφικού λάθους ή λάθους κατά τη μεταγραφή ή αντιγραφή, το πιστοποιητικό δεν περιγράφει με ακρίβεια το μέτρο προστασίας ή να αποσύρεται αν χορηγήθηκε προφανώς εσφαλμένα, π.χ. αν χρησιμοποιήθηκε για μέτρο που δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού ή αν εκδόθηκε κατά παράβαση των προϋποθέσεων έκδοσής του.

(30) Η αρχή έκδοσης του κράτους μέλους προέλευσης θα πρέπει να συνδράμει, κατόπιν αιτήματος, το προστατευόμενο πρόσωπο, ώστε να αποκτά πληροφορίες σχετικά με τις αρχές του κράτους μέλους όπου απευθύνεται το προστατευόμενο πρόσωπο ενώπιον των οποίων πρέπει να γίνει επίκληση του μέτρου προστασίας ή πρέπει να ζητηθεί η εκτέλεσή του.

(31) Η απρόσκοπτη απονομή δικαιοσύνης επιβάλλει την αποτροπή της έκδοσης αντικρουόμενων αποφάσεων σε δύο κράτη μέλη. Για τον σκοπό αυτό, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να προβλέπει λόγο άρνησης της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης του μέτρου προστασίας, σε περίπτωση ασυμβίβαστου με δικαστική απόφαση που έχει εκδοθεί ή αναγνωρισθεί στο κράτος μέλος όπου απευθύνεται το προστατευόμενο πρόσωπο.

(32) Λόγοι δημόσιου συμφέροντος μπορούν, σε εξαιρετικές περιστάσεις, να δικαιολογούν την άρνηση από τις δικαστικές αρχές του κράτους μέλους υποβολής του αιτήματος αναγνώρισης ή εκτέλεσης ενός μέτρου προστασίας, εφόσον η εφαρμογή του θα ήταν προδήλως ασύμβατη προς τη δημόσια τάξη του εν λόγω κράτους μέλους. Ωστόσο, το δικαστήριο δεν θα πρέπει να δύναται να χρησιμοποιήσει την εξαίρεση της δημόσιας τάξης για να αρνηθεί την αναγνώριση ή εκτέλεση μέτρου προστασίας, εφόσον αυτό θα ήταν αντίθετο προς τα δικαιώματα που προβλέπονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως στο άρθρο 21.

(33) Σε περίπτωση αναστολής ή ανάκλησης του μέτρου περί προστασίας ή ανάκλησης του πιστοποιητικού στο κράτος μέλος προέλευσης, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου απευθύνεται το προστατευόμενο πρόσωπο θα πρέπει, κατόπιν υποβολής του σχετικού πιστοποιητικού, να αναστέλλει ή να αποσύρει τα αποτελέσματα της αναγνώρισης και, κατά περίπτωση, την εκτέλεση του μέτρου προστασίας.

(34) Το προστατευόμενο πρόσωπο θα πρέπει να έχει αποτελεσματική πρόσβαση στη δικαιοσύνη σε άλλα κράτη μέλη. Για να εξασφαλιστεί αυτή η αποτελεσματική πρόσβαση στις διαδικασίες που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, πρέπει να εξασφαλίζεται η δυνατότητα του ευεργετήματος πενίας σύμφωνα με την οδηγία 2003/8/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, για βελτίωση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη επί διασυνοριακών διαφορών μέσω της θέσπισης στοιχειωδών κοινών κανόνων σχετικά με το ευεργέτημα πενίας στις διαφορές αυτές6.

(35) Για τη διευκόλυνση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να υποχρεώνονται τα κράτη μέλη να παρέχουν ορισμένες πληροφορίες σχετικά με τους εθνικούς κανόνες και διαδικασίες τους που αφορούν μέτρα προστασίας σε αστικές υποθέσεις στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου για αστικές και εμπορικές υποθέσεις, το οποίο συνεστήθη με την απόφαση 2001/470/ΕΚ του Συμβουλίου7. Η πρόσβαση στις πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι δυνατή μέσω της ευρωπαϊκής πύλης για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη (e-Justice).

(36) Προκειμένου να εξασφαλισθούν ομοιόμορφες συνθήκες για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για την καθιέρωση και την επακόλουθη τροποποίηση των εντύπων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή8.

(37) Για την έκδοση των εκτελεστικών πράξεων οι οποίες αφορούν τη σύνταξη και τη μεταγενέστερη τροποποίηση των εντύπων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να χρησιμοποιείται η διαδικασία εξέτασης.

(38) Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιδιώκεται ιδίως η εξασφάλιση των δικαιωμάτων υπεράσπισης και δίκαιης δίκης, όπως ορίζονται στα άρθρα 47 και 48. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με τα εν λόγω δικαιώματα και αρχές.

(39) Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η θέσπιση κανόνων για έναν απλό και ταχύ μηχανισμό αναγνώρισης μέτρων προστασίας που διατάσσονται σε κράτος μέλος σε αστικές υποθέσεις, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται, συνεπώς, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 ΣΕΕ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(40) Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, τα εν λόγω κράτη μέλη κοινοποίησαν την επιθυμία τους να μετάσχουν στην έκδοση και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(41) Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

(42) Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων εξέδωσε γνωμοδότηση στις 17 Οκτωβρίου 20119, βάσει του άρθρου 41 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών10,

  • 1. ΕΕ C 113 της 18.4.2012, σ. 56.
  • 2. Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2013 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 6ης Ιουνίου 2013.
  • 3. ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 57.
  • 4. ΕΕ L 338 της 21.12.2011, σ. 2.
  • 5. ΕΕ L 338 της 23.12.2003, σ. 1.
  • 6. ΕΕ L 26 της 31.1.2003, σ. 41.
  • 7. ΕΕ L 174 της 27.6.2001, σ. 25.
  • 8. ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.
  • 9. ΕΕ C 35 της 9.2.2012, σ. 10.
  • 10. ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

Σημειώσεις επί του νόμου

Με βάση το άρθρο 22 ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εφαρμόζεται από την 11η Ιανουαρίου 2015. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα μέτρα προστασίας που διατάσσονται την 11η Ιανουαρίου 2015 ή την επομένη αυτής, ανεξάρτητα από το πότε έχουν κινηθεί οι διαδικασίες.

Η παραγραφή των εγκλημάτων στο ουσιαστικό ποινικό δίκαιο

ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΛΑΜΠΑΚΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ

Υποκειμενικά σύνθετες δίκες στις αυτοκινητικές διαφορές - Σειρά ΠΠΔ Νο 5

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΝΟΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

send