Άρθρο 70
Αναρρωτικές άδειες και άδειες κύησης και λοχείας
1. Στους υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών χορηγείται, μετά από αίτησή τους ή αυτεπαγγέλτως, αναρρωτική άδεια από τον Υπουργό ως ακολούθως:
α. Στους υπηρετούντες στην Κεντρική Υπηρεσία με την υποβολή πιστοποιητικού από ιατρό, που ορίζεται από τον Υπουργό, εφόσον ο υπάλληλος απουσιάσει άνω των πέντε ημερών.
β. Στους υπηρετούντες στις αρχές της Εξωτερικής Υπηρεσίας με την υποβολή πιστοποιητικού από ιατρό, που ορίζεται από τον προϊστάμενο της αρχής, εφόσον ο υπάλληλος απουσιάσει άνω των πέντε ημερών. Σε περίπτωση συχνά επαναλαμβανόμενων απουσιών, λόγω αναρρωτικής άδειας, διάρκειας άνω του διμήνου μέσα στο ίδιο έτος, που δημιουργούν πρόβλημα στη λειτουργία της αρχής, ο προϊστάμενος μπορεί να εισηγηθεί την ανάκληση του υπαλλήλου στην Κεντρική Υπηρεσία.
γ. Στους προϊσταμένους αρχών της Εξωτερικής Υπηρεσίας, με την υποβολή πιστοποιητικού δύο ιατρών στην αλλοδαπή.
2. Η χορήγηση αναρρωτικής άδειας μέχρι δύο μηνών δεν συνεπάγεται περικοπή αποδοχών. Ο τυχών αναρρωτικής αδείας, πέραν του διμήνου, δεν δύναται να λάβει κανονική άδεια με αποδοχές, παρά μόνο μετά τη συμπλήρωση έτους από τη ληφθείσα άδεια κατά το προηγούμενο έτος.
3. Η χορηγηθείσα δίμηνη, συνολικά, αναρρωτική άδεια μπορεί να παραταθεί μέχρι δύο ακόμη μήνες, εάν η ανάγκη της παράτασης της άδειας βεβαιωθεί με νεότερη αιτιολογημένη ιατρική έκθεση και με γνωμάτευση υπέρ της παράτασης αυτής:
α. για μεν τους υπηρετούντες στην Κεντρική Υπηρεσία από έναν Αναπληρωτή ή Επίκουρο Καθηγητή του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών,
β. για δε τους υπηρετούντες στην Εξωτερική Υπηρεσία από έναν ακόμη ιατρό.
4. Η χορηγούμενη δίμηνη παράταση αναρρωτικής άδειας της προηγούμενης παραγράφου λαμβάνεται χωρίς περικοπή των αποδοχών, καθώς και του επιδόματος υπηρεσίας αλλοδαπής για τους υπηρετούντες σε αρχές της Εξωτερικής Υπηρεσίας.
5. α. Σε περίπτωση που παρέλθει ο χρόνος της τετράμηνης, συνολικώς, αναρρωτικής άδειας και ο υπάλληλος
κωλύεται να ασκήσει τα καθήκοντά του, ο Υπουργός Εξωτερικών προκαλεί αιτιολογημένη γνωμοδότηση τριμελούς επιτροπής για την ικανότητα του υπαλλήλου προς περαιτέρω εκτέλεση των καθηκόντων του. Η επιτροπή αυτή απαρτίζεται από τρεις Αναπληρωτές ή Επίκουρους Καθηγητές του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, οι οποίοι ορίζονται κατά περίπτωση, ανάλογα με το νόσημα, από τον Υπουργό. Στην επιτροπή μετέχει ως εισηγητής, χωρίς ψήφο, ο Διευθυντής Προσωπικού.
Υπάλληλοι αρχών της Εξωτερικής Υπηρεσίας, που αδυνατούν, λόγω σοβαρότητας της κατάστασης της υγείας τους, να εμφανισθούν ενώπιον της πιο πάνω επιτροπής, υποβάλλουν σχετικές γνωματεύσεις δύο τουλάχιστον ιατρών, από τους οποίους ο ένας ορίζεται από τον προϊστάμενο της αρχής. Η επιτροπή αποφαίνεται με βάση τις γνωματεύσεις αυτές και άλλα πιστοποιητικά ή στοιχεία που κρίνει αναγκαία για τη διαπίστωση της κατάστασης της υγείας του υπαλλήλου.
β. Η επιτροπή αποφαίνεται οριστικώς για την ανάγκη παράτασης της αναρρωτικής άδειας έως ακόμη τέσσερις μήνες. Σε περίπτωση παρατάσεως, κατά τη διάταξη αυτή, της αναρρωτικής άδειας υπαλλήλου που υπηρετεί στην Εξωτερική Υπηρεσία, ο Υπουργός Εξωτερικών, μετά από γνώμη του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου, αποφασίζει για τη διατήρηση ή μη του υπαλλήλου στη θέση του στην αλλοδαπή.
γ. Σε περίπτωση νοσημάτων, δυσιάτων σύμφωνα με τον Υπαλληλικό Κώδικα, ο παρεχόμενος, κατά τα ανωτέρω, χρόνος αναρρωτικής άδειας διπλασιάζεται.
6. Ο Υπουργός μπορεί να παραπέμπει και αυτεπαγγέλτως στην ως άνω επιτροπή, με το ερώτημα της απαλλαγής από τα καθήκοντά τους, υπαλλήλους, εφόσον θεωρεί ότι δεν μπορούν να τα εκτελούν λόγω σωματικής ή πνευματικής ανικανότητας.
7. α. Σε περίπτωση που η ασθένεια δεν μπορεί να ιαθεί, η τριμελής επιτροπή της παραγράφου 5 εδάφιο α' αποφαίνεται για την πλήρη ανικανότητα του πάσχοντος υπαλλήλου προς εκτέλεση των υπηρεσιακών του καθηκόντων.
β. Ο κρινόμενος ως πλήρως ανίκανος υπάλληλος απαλλάσσεται της υπηρεσίας, με απόφαση του Υπουργού Εξωτερικών, μετά από γνώμη του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου, σύμφωνα με τη νόμιμη διαδικασία.
8. Σε περίπτωση που υπάλληλος, τοποθετημένος στην Εξωτερική Υπηρεσία και του οποίου έχει ήδη προσδιορισθεί το δεκαήμερο της μεταθέσεώς του σε άλλη αρχή του εξωτερικού ή στην Κεντρική Υπηρεσία, ασθενήσει και λάβει αναρρωτική άδεια, που υπερβαίνει τη διάρκεια του ανωτέρω δεκαημέρου, ως ημερομηνία παραδόσεως υπηρεσίας θεωρείται, αυτομάτως, η τελευταία ημέρα του δεκαημέρου, εφόσον αυτή δεν τροποποιηθεί. Σε αυτή την περίπτωση, το επίδομα υπηρεσίας αλλοδαπής παύει να καταβάλλεται αυτομάτως με την παρέλευση του δεκαημέρου και, εφόσον πρόκειται για υπάλληλο που μετατίθεται σε άλλη αρχή εξωτερικού, μέχρις ότου ο υπάλληλος αναλάβει υπηρεσία στη νέα αρχή.
9. Οι κυοφορούσες υπάλληλοι απέχουν υποχρεωτικά της υπηρεσίας, σύμφωνα με τη νόμιμη διαδικασία, από τον έβδομο μήνα της κύησης, και θεωρείται ότι τελούν σε άδεια μητρότητας. Η άδεια αυτή παρατείνεται επί τρεις μήνες μετά τον τοκετό εφόσον το τεχθέν ζει, ή, διαφορετικά, επί τριάντα ημέρες. Οι τυγχάνουσες της ανωτέρω αδείας λαμβάνουν πλήρεις τις αποδοχές
του βαθμού τους, εφόσον υπηρετούν στην Κεντρική Υπηρεσία, της θέσης τους δε, εφόσον υπηρετούν στην Εξωτερική Υπηρεσία.