Άρθρο 82 Αργία
1. Με απόφαση του Υπουργού Εξωτερικών τίθεται, αυτοδικαίως, σε αργία:
α) ο στερηθείς της προσωπικής του ελευθερίας, συνεπεία εντάλματος προσωρινής κράτησης ή βουλεύματος ή δικαστικής απόφασης, έστω και αν απελύθη με εγγύηση ή ανεστάλη η εκτέλεση της ποινής του ή επιβλήθηκαν περιοριστικοί όροι αντί προσωρινής κράτησης.
β) ο υπάλληλος, στον οποίο επιβλήθηκε οριστική παύση με απόφαση του οικείου πειθαρχικού συμβουλίου, από την κοινοποίηση αυτής μέχρι τη λήξη της προθεσμίας για την άσκηση προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας ή μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας επί τυχόν προσφυγής που ασκήθηκε.
2. Ο υπάλληλος επανέρχεται αυτοδικαίως στην ενεργό υπηρεσία:
α) εάν εκλείψει ο λόγος για τον οποίο τέθηκε σε αργία, με έκδοση τελεσίδικης απαλλακτικής ποινικής ή πειθαρχικής απόφασης,
β) εάν μεταρρυθμισθεί η απόφαση περί επιβολής της οριστικής παύσης.
3. Με απόφαση του Υπουργού Εξωτερικών, η οποία εκδίδεται μετά από σύμφωνη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου ή προκειμένου περί υπαλλήλου με πρεσβευτικό βαθμό, μετά από σύμφωνη γνώμη του Ανώτατου Υπηρεσιακού Συμβουλίου και προηγούμενη ακρόαση του υπαλλήλου, μπορεί να τεθεί σε αργία υπάλληλος, εφόσον υφίσταται εναντίον του εκκρεμής ποινική ή πειθαρχική δίωξη για παράπτωμα δυνάμενο να επιφέρει την έκπτωση ή την οριστική του παύση.
4. Οι αποδοχές του εν αργία υπαλλήλου παρακρατούνται κατά το ήμισυ. Σε περίπτωση τελεσίδικης απαλλακτικής απόφασης, καθώς και μετά το πέρας πειθαρχικής διαδικασίας που δεν κατέληξε σε επιβολή πειθαρχικής ποινής, οι παρακρατηθείσες αποδοχές αποδίδονται, αυτοδικαίως, στον υπάλληλο. Στην περίπτωση αυτή, ο χρόνος της αργίας προσμετράται στο χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας για κάθε περίπτωση.
5. Ο υπάλληλος, στον οποίο επιβλήθηκε πειθαρχική ποινή οριστικής παύσης για το παράπτωμα της αδικαιολόγητης αποχής από την εκτέλεση των καθηκόντων του, δεν δικαιούται αποδοχές αργίας.