1. Πάσα αξίωσις μισθωτού πηγάζουσα εξ ακύρου καταγγελίας της σχέσεως εργασίας τυγχάνει απαράδεκτος, εφ’ όσον η σχετική αγωγή δεν εκοινοποιήθη εντός τριμήνου ανατρεπτικής προθεσμίας από της λύσεως της σχέσεως εργασίας.
Η διάταξις της παρούσης εφαρμόζεται μόνον επί καταγγελίας σχέσεων εξηρτημένης εργασίας.
2. Πάσα αξίωσις μισθωτού περί καταβολής ή συμπληρώσεως της κατά τον Ν. 2112, ως ετροποποιήθη μεταγενεστέρως, ή το Β.Δ. της 16/18 Ιουλίου 1920 αποζημιώσεως, τυγχάνει απαράδεκτος, εφ’ όσον η σχετική αγωγή δεν εκοινοποιήθη εντός εξαμήνου αφ’ ης κατέστη απαιτητή. Προκειμένου περί απαιτήσεων υφισταμένων κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος η κατ’ ανωτέρω προθεσμία άρχεται από της δημοσιεύσεως του παρόντος.
3. Η εκ μέρους του μισθωτού απόληψις της υπό του εργοδότου καταβαλλομένης εις αυτόν αποζημιώσεως, έστω και ανεπιφυλάκτως γενομένη, δεν αποτελεί παραίτησιν αυτού της τυχόν περί μείζονος αποζημιώσεως αξιώσεώς του.