logo-print

Άρθρο 17 - Νόμος 4640/2019 - Πειθαρχικό Δίκαιο

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

30/11/2019

Κωδικοποιημένο
Η Διαμεσολάβηση
Η Διαμεσολάβηση

Α. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

1. Η πειθαρχική διαδικασία είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από κάθε άλλη διαδικασία.

2. Οι πειθαρχικές ποινές επιβάλλονται από την Επιτροπή Δεοντολογίας και Πειθαρχικού Ελέγχου και από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης.

3. Κανένας δεν διώκεται για δεύτερη φορά για το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα, για το οποίο επιβάλλεται μόνο μία πειθαρχική ποινή. Νέα πειθαρχική δίωξη για το ίδιο παράπτωμα είναι απαράδεκτη.

4. Η με οποιονδήποτε τρόπο άρση του ποινικά κολάσιμου χαρακτήρα της πράξης ή η ολική ή μερική άρση των συνεπειών της ποινικής καταδίκης δεν αίρουν τον πειθαρχικά κολάσιμο χαρακτήρα της πράξης.

Β. ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΑ

1. Πειθαρχικό παράπτωμα μπορεί να τελεστεί με πράξη ή παράλειψη του διαμεσολαβητή στο πλαίσιο των καθηκόντων του, η οποία είναι αντίθετη προς τις υποχρεώσεις του, όπως αυτές απορρέουν από τον παρόντα νόμο και συνδέονται άρρηκτα με τη διαμεσολάβηση, καθώς και από τον Κώδικα Δεοντολογίας Διαπιστευμένων Διαμεσολαβητών.

2. Πειθαρχικά παραπτώματα του διαμεσολαβητή αποτελούν ιδίως η χρησιμοποίηση της ιδιότητάς του για την επιδίωξη παράνομων σκοπών και η εν γένει αναξιοπρεπής ή απρεπής συμπεριφορά του.

3. Κάθε κακούργημα που τελείται από διαμεσολαβητή ως και κάθε εκ δόλου πλημμέλημα ασυμβίβαστο με την ιδιότητα του διαμεσολαβητή, αποτελεί αυτοτελές πειθαρχικό παράπτωμα.

4. Η μη τήρηση της αρχής της αμεροληψίας και της εχεμύθειας από μέρους του διαμεσολαβητή συνιστά σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα.

Γ. ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ

1. Τα πειθαρχικά παραπτώματα παραγράφονται δύο

(2) έτη μετά την τέλεσή τους.

2. Ο χρόνος της παραγραφής αναστέλλεται για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες, με την υποβολή της πειθαρχικής αναφοράς ενώπιον της Επιτροπής Δεοντολογίας και Πειθαρχικού Ελέγχου, από τα μέρη ή οποιονδήποτε τρίτο συμμετέχει στη διαδικασία διαμεσολάβησης ή από τον Πρόεδρο της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης, ευθύς ως λάβει αναφορά με την οποία καταγγέλλονται πειθαρχικά επιλήψιμες πράξεις διαμεσολαβητή ή λάβει με οποιονδήποτε τρόπο γνώση τέτοιων πράξεων.

Δ. ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΠΟΙΝΕΣ

1. Οι πειθαρχικές ποινές είναι:

α) η σύσταση,

β) η έγγραφη επίπληξη,

γ) η προσωρινή ανάκληση της διαπίστευσης έως και ένα (1) έτος,

δ) η οριστική ανάκληση της διαπίστευσης.

2. Η ποινή της οριστικής ανάκλησης της διαπίστευσης επιβάλλεται μόνο σε ιδιαίτερα βαριές περιπτώσεις πειθαρχικών παραπτωμάτων. Τέτοιες προϋποθέσεις συντρέχουν ιδίως αν ο διαμεσολαβητής:

α) καταδικάστηκε αμετάκλητα για κακούργημα ή για οποιοδήποτε εκ δόλου πλημμέλημα ασυμβίβαστο με τον θεσμό της διαμεσολάβησης,

β) τιμωρήθηκε κατ’ επανάληψη με ποινή προσωρινής ανάκλησης της διαπίστευσης τουλάχιστον για έξι (6) μήνες συνολικά εντός τριετίας.

3. Όταν πρόκειται για παράπτωμα που οφείλεται σε ελαφρά αμέλεια, το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο μπορεί να μην επιβάλει ποινή, εκτιμώντας τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έχει τελεστεί το παράπτωμα.

Ε.ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΝΑΚΛΗΣΗΣ ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΗΣ

1. Ο διαμεσολαβητής, στον οποίο έχει επιβληθεί οριστική ή προσωρινή ανάκληση διαπίστευσης, δεν επιτρέπεται να ενεργεί ως διαμεσολαβητής για όσο χρόνο αυτή διαρκεί.

2. Το κύρος της επιτυχούς έκβασης της διαμεσολάβησης και του συμφωνητικού που καταρτίστηκε δεν θίγεται από την ποινή που επιβλήθηκε στον διαμεσολαβητή.

3. Η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης οφείλει να ενημερώνει τα μητρώα του άρθρου 29 του παρόντος για την επιβληθείσα προσωρινή ή οριστική ανάκληση της διαπίστευσης του διαμεσολαβητή από τα καθήκοντά του.

ΣΤ. ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ

1. Η Επιτροπή Δεοντολογίας και Πειθαρχικού Ελέγχου,που ορίζεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, διακρίνεται σε πρωτοβάθμια επιτροπή μονομελούς σύνθεσης και δευτεροβάθμια επιτροπή τριμελούς σύνθεσης, με ισάριθμα αναπληρωματικά μέλη. Η θητεία των μελών της είναι διετής και μπορεί να ανανεώνεται. Μέλος της δευτεροβάθμιας επιτροπής δεν μπορεί να είναι το μέλος που εξέδωσε την πρωτοβάθμια πειθαρχική απόφαση. Αν η Επιτροπή Δεοντολογίας και Πειθαρχικού Ελέγχου κρίνει ότι πρέπει να επιβληθεί η ποινή της οριστικής ανάκλησης της διαπίστευσης, τότε αρμόδια προς τούτο είναι η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης που συνεδριάζει σε Ολομέλεια.

2. Οι διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για τις δηλώσεις αποχής και εξαίρεσης των δικαστών ισχύουν αναλογικά.

3. Αίτηση εξαίρεσης είναι απαράδεκτη όταν αφορά τόσα μέλη του πειθαρχικού οργάνου ώστε να καθίσταται αδύνατη η νόμιμη συγκρότησή του.

4. Για κάθε ειδικότερο θέμα πειθαρχικού ελέγχου αποφασίζει η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, οι αποφάσεις της οποίας εκτελούνται με επιμέλεια του Προέδρου της ή του μέλους της που ειδικά ορίστηκε από αυτόν.

5. Για την υποβολή αναφοράς κατά διαμεσολαβητή απαιτείται επί ποινή απαραδέκτου η κατάθεση παράβολου, ποσού τριάντα (30) ευρώ, το ύψος του οποίου αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών.

Ένδικη προστασία για ακίνητο φερόμενο ως "άγνωστου" ιδιοκτήτη - Β έκδοση, Βιβλιοθήκη Δικαίου Κτηματολογίου Νο 19 -

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ

ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ ΤΣΙΛΙΓΓΕΡΙΔΟΥ

Συλλογικό εργατικό δίκαιο - 3η έκδοση

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ