logo-print

Διανοητική Ιδιοκτησία και Δημιουργικότητα - Το Παράδειγμα της Βιομηχανίας της Μόδας

08/12/2020

14/12/2020

Τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας επιτρέπουν την παροχή προστασίας στην πλειονότητα των τυπικών βιομηχανικών αγαθών. Όμως, εάν τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας ενυπάρχουν σε έναν καθαρά δημιουργικό κόσμο, η υπόθεση γίνεται ακόμη πιο περίπλοκη όταν η δημιουργικότητα ενώνεται με τη βιομηχανία και τη μαζική παραγωγή από ομάδες που αποσκοπούν στην ενάσκηση εμπορικής δραστηριότητας, με στόχο την προσπόριση οικονομικού οφέλους. Αυτή δεν είναι άλλη από την είναι η περίπτωση της βιομηχανίας της μόδας.

Παρόλο που διαφορετικά νομικά εργαλεία διανοητικής ιδιοκτησίας μπορούν να εφαρμοστούν τυπικά σε προϊόντα και σχέδια μόδας, τα ερωτήματα που τίθενται είναι πολλά. Αναφορικά με την προστασία που παρέχει η πνευματική ιδιοκτησία, ο νομοθέτης απαιτεί αυξημένο αισθητικό ύψος, συνεπώς το υπό προστασία αντικείμενο πρέπει να έχει μία δημιουργική στάθμη μεγαλύτερη από εκείνη που παρέχει η βιομηχανική ιδιοκτησία, η οποία προϋποθέτει δημιούργημα νέο, το οποίο να προορίζεται για επιχειρηματική χρήση και οικονομική δραστηριότητα. Εάν, δηλαδή, λχ. ένα ρούχο έχει ετοιμαστεί από οίκο υψηλής ραπτικής για μία και μοναδική παρουσίαση σε κάποια διοργάνωση μόδας και ως εκ τούτου έχει στοιχεία πρωτοτυπίας, αισθητικής, δημιουργικότητας σε μεγάλο βαθμό, τότε μπορεί να τύχει προστασίας του δικαίου πνευματικής ιδιοκτησίας. Το ίδιο και μοναδικές δημιουργίες οίκων ή σχεδιαστών για ενδυματολογική χρήση πχ. σε κινηματογράφο (λχ. τα κουστούμια του Γκωτιέ για την ταινία το Πέμπτο Στοιχείο ή κουστούμια σχεδιαστών κατά παραγγελία για εμφανίσεις προσωπικοτήτων). Βασικό εδώ είναι τα στοιχεία του ενδύματος να μοιάζουν με έργα τέχνης που μπορούν να αναγνωριστούν ξεχωριστά από τις ωφέλιμες πτυχές του προϊόντος και που μπορούν να υπάρχουν ανεξάρτητα από αυτά.

Τα εμπορικά σήματα είναι διακριτικά σήματα (λέξεις ή σύμβολα) που μπορούν να τοποθετηθούν σε προϊόντα για να δηλώσουν την καταγωγή τους στους καταναλωτές. Όμως, σε αντίθεση με τα πνευματικά δικαιώματα και τα διπλώματα βιομηχανικών σχεδίων, τα οποία χρησιμοποιούνται για την προστασία των καλλιτεχνικών και διακοσμητικών πτυχών ενός προϊόντος, τα εμπορικά σήματα, έχει υποστηριχθεί, ότι προστατεύουν μόνο τη σύνδεση μεταξύ του προϊόντος και της πηγής του, όχι του ίδιου του προϊόντος. Οι δημιουργοί της βιομηχανίας μόδας χρησιμοποιούν σε μεγάλο βαθμό εμπορικά σήματα, αλλά η χρησιμότητά τους, ιδίως όσον αφορά στην προστασία από την αντιγραφή, εξαρτάται από την ορατότητά τους. Πράγματι, όπως στις περιπτώσεις λ.χ. του διακριτικού καρό του Burberry και των γραμμάτων «LV» του Louis Vuitton που καλύπτουν τσάντες, τα εμπορικά σήματα είναι ιδιαίτερα χρήσιμα όταν ενσωματώνονται σαφώς στον σχεδιασμό των προϊόντων. Έτσι, ο νόμος περί εμπορικών σημάτων μπορεί να αποτρέψει την παραχάραξη προϊόντων στη βιομηχανία μόδας, αλλά δεν μπορεί να αποτρέψει την αντιγραφή του σχεδιασμού μόδας.

Το δίπλωμα βιομηχανικού σχεδίου παρέχει στον κάτοχό του ένα αποκλειστικό δικαίωμα, ένα προσωρινό μονοπώλιο προστατεύοντας την εξωτερική ορατή εικόνα ενός βιομηχανικού προϊόντος, η οποία προκύπτει από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που έχει και δη την γραμμή, το περίγραμμα, το σχήμα, τη μορφή και το χρώμα. Η χορήγηση αυτού του προσωρινού μονοπωλίου στοχεύει στην ενθάρρυνση καλλιτεχνικής καινοτομίας, διασφαλίζοντας ότι ο παραγωγός θα επωφεληθεί από την δημιουργία του, ως νέου και ατομικού. Ωστόσο, δεδομένου ότι στη βιομηχανία της μόδας, τα σχέδια επαναχρησιμοποιούνται μερικές φορές από προηγούμενα σχέδια, και λόγω της σχετικά δαπανηρής -στα πλαίσια της σημερινής οικονομικής κατάστασης- διαδικασίας προετοιμασίας για μια αίτηση, το πεδίο εφαρμογής του διπλώματος βιομηχανικού σχεδίου φαίνεται να είναι αρκετά περιορισμένο στο χώρο της μόδας.

Η βιομηχανία της μόδας έχει έναν πυρήνα γύρω από τον οποίο δομείται η παραγωγή, ο οποίος πλαισιώνεται από διάφορα περιφερειακά στοιχεία που δομούν την αγορά της μόδας. Ο πυρήνας αυτός διαρθρώνεται ως εξής: α) στην κορυφή της πυραμίδας βρίσκονται οι οίκοι υψηλής ραπτικής, όπου συνυπάρχουν λίγοι δημιουργοί, δηλ. τα «γνωστά ονόματα» (λχ. Jean-Paul Gaultier, Chanel, κλπ.) που εργάζονται ταυτόχρονα, προετοιμάζοντας νέες συλλογές και δεν αντιγράφουν ο ένας τον άλλον, δεδομένου ότι ο καθένας έχει το δικό του διαφορετικό στυλ. Τα κομμάτια είναι μοναδικά και πολύ υψηλής αξίας, β) ακολουθούν οι εταιρίες με συλλογές που ονομάζονται «luxury ready-to-wear», δηλ. λίγα κομμάτια, αλλά όχι στο δημιουργικό, αισθητικό ύψος των δημιουργημάτων της υψηλής ραπτικής; η εταιρία έχει το δικό της στυλ και προσωπικότητα, αλλά δεν αποκλείονται οι αντιγραφές, γ) ακολουθούν οι παραγωγές εταιριών «ready-to-wear», πιο χαμηλής αγοραστικής αξίας, με μεγαλύτερη παραγωγή όπου υπάρχει η δημιουργικότητα αλλά η πιθανότητα αντιγραφών εδώ είναι μεγαλύτερη, και τέλος δ) η παραγωγή «street style» με κύριους εκπροσώπους μεγάλες και παγκοσμιοποιημένες εταιρείες που λειτουργούν σε μεγάλη κλίμακα: H&M και Zara είναι οι πιο διάσημες. Έχουν αναπτύξει ένα νέο επιχειρηματικό μοντέλο με παραγωγή φτηνή, και σχέδια που προσαρμόζονται σε φθηνότερα υφάσματα για μαζική αγορά.

Γεγονός είναι ότι στη νομική και οικονομική βιβλιογραφία που ασχολείται με τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας στη βιομηχανία μόδας, χρησιμοποιούνται αρκετοί όροι για να αναφερθούν στις στρατηγικές απομίμησης και αντιγραφής: «αντίγραφο», «στενή αντιγραφή», «συμμετοχή σε κοινές τάσεις», «έμπνευση», «προσαρμογή», «αναφορά», «ανάμιξη», «δανεισμός». Κάθε χρόνο πολλές εταιρίες χρησιμοποιούν τις νομικές οδούς προκειμένου όπως προασπίσουν τα συμφέροντά τους και δικαιωθούν έναντι των ανταγωνιστών τους.

Τι προστατεύει τη δημιουργία; Η τρέχουσα δημιουργικότητα χρησιμοποιεί τη δημιουργικότητα του παρελθόντος, η οποία αποτελεί κληρονομιά. Στα πλαίσια αυτά, όταν οι πολιτιστικές βιομηχανίες χρησιμοποιούν ταυτόχρονα τη δημιουργικότητα και την κληρονομιά, επωφελούνται από έναν κύκλο που συνεχώς εμπλουτίζεται, με αγαθά, γνώσεις και ιδέες. Σε κάθε περίπτωση, ένα σύστημα τέτοιων κανόνων απορρέει από την αποτελεσματικότητά του και απαιτεί βαθιά γνώση από μέρους των οργάνων που θα αποφανθούν περί της ύπαρξης ή μη δημιουργικού ύψους σε ένα προϊόν, καθώς και περί της ύπαρξης ή μη πιθανούς αντιγραφής.

Γεωργία Χιόνη

Μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Καβάλας. Κάτοχος δύο μεταπτυχιακών (Γερμανία) και ενός διδακτορικού τίτλου (Ιταλία). Εξειδίκευση σε θέματα εμπράγματου δικαίου, διανοητικής ιδιοκτησίας, ανταγωνισμού, προστασίας καταναλωτή.  Διετέλεσε ΕΕΠ σε...

Γενικός Κανονισμός για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων και Ευθύνη για Αποζημίωση
Φορολογικός Πολυκώδικας - Σεπτέμβριος 2022

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΠΑΡΜΠΑΣ

ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΜΑΥΡΙΔΗΣ

 

send