logo-print

Άρθρο 123 - Νόμος 4938/2022 - Ένδικα μέσα κατά αποφάσεων πειθαρχικών συμβουλίων

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

06/06/2022

Υπό κωδικοποίηση
Ο δικαστικός έλεγχος της δράσης των ανεξάρτητων αρχών

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ / ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Φορολογικός Πολυκώδικας - Σεπτέμβριος 2022

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΠΑΡΜΠΑΣ

ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΜΑΥΡΙΔΗΣ

 

1. Οι οριστικές αποφάσεις των συμβουλίων που αναφέρονται στις παρ. 5, 7, 9 και 11 του άρθρου 113 υπόκεινται σε έφεση όταν έχουν εκδοθεί σε πρώτο βαθμό.

2. Δικαίωμα έφεσης κατά καταδικαστικής ή απαλλακτικής απόφασης του πειθαρχικού συμβουλίου έχει:

α) Ο Υπουργός Δικαιοσύνης και το αρμόδιο για την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης όργανο. Η έφεση στην περίπτωση αυτή ασκείται μέσα σε έναν (1) μήνα από την κοινοποίηση της απόφασης σε αυτούς, και πάντως όχι πέρα από τρεις (3) μήνες από την έκδοση της απόφασης.

β) Αυτός που τιμωρήθηκε, καθώς και εκείνος που απαλλάχθηκε με μειωτική αιτιολογία, μέσα σε προθεσμία ενός (1) μήνα από την επίδοση σε αυτόν της απόφασης.

3. Η έφεση ασκείται με κατάθεση στον γραμματέα του συμβουλίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση ή με αποστολή του εγγράφου της έφεσης στον ίδιο γραμματέα, οπότε ως ημερομηνία άσκησης λαμβάνεται η χρονολογία πρωτοκόλλησης του εγγράφου. Η έφεση μπορεί να ασκηθεί από αυτόν που διώχθηκε και με κατάθεσή της στον γραμματέα του δικαστηρίου, όπου υπηρετεί, ή στον προϊστάμενο της προξενικής αρχής στην αλλοδαπή, οι οποίοι την αποστέλλουν, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, στον γραμματέα του συμβουλίου που έχει εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση. Με την άσκηση της έφεσης η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο συμβούλιο, το οποίο δεν μπορεί να χειροτερεύσει τη θέση του διωκομένου, αν αυτός μόνο έχει ασκήσει έφεση. Η προθεσμία για την άσκηση της έφεσης και η άσκηση της αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης.

4. Ως προς τη διαδικασία ενώπιον των δευτεροβάθμιων πειθαρχικών συμβουλίων, τα δικαιώματα του διωκομένου, την έκδοση και επίδοση της απόφασης σε αυτόν, ισχύουν αναλόγως όσα ορίζονται παραπάνω για τα πρωτοβάθμια συμβούλια.

5. Τελεσίδικη απόφαση πειθαρχικού συμβουλίου υπόκειται μόνο σε επανάληψη της πειθαρχικής δίκης:

α) αν μετά από την καταδικαστική πειθαρχική απόφαση εκδόθηκε για την ίδια πράξη αμετάκλητη αθωωτική ποινική απόφαση ή αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα,

β) αν μετά από την αθωωτική πειθαρχική απόφαση εκδόθηκε αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση για την ίδια πράξη σε βαθμό πλημμελήματος ή κακουργήματος και,

γ) αν μετά από την έκδοση καταδικαστικής πειθαρχικής απόφασης αποκαλύφθηκαν νέα αποδεικτικά στοιχεία ή ανατράπηκε με αμετάκλητη δικαστική απόφαση η αποδεικτική δύναμη στοιχείων που είχαν ληφθεί υπόψη. Την επανάληψη της πειθαρχικής δίκης ζητεί στις περ. α) και γ) αυτός που διώχθηκε πειθαρχικά και στην περ. β) ο Υπουργός Δικαιοσύνης ή το κατά περίπτωση αρμόδιο για την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης όργανο. Η αίτηση απευθύνεται προς το συμβούλιο που είχε εκδώσει την προσβαλλομένη απόφαση. Η αίτηση επανάληψης της πειθαρχικής δίκης ασκείται, όπως η έφεση, μέσα σε ένα (1) έτος από την ημέρα που έγινε αμετάκλητη η δικαστική απόφαση στην οποία στηρίζεται ή αφότου αποκαλύφθηκαν τα νέα αποδεικτικά στοιχεία. Μεταβολή της υπηρεσιακής κατάστασης αυτού που τιμωρήθηκε δεν επιδρά στην αρμοδιότητα του συμβουλίου που είχε εκδώσει την προσβαλλομένη απόφαση. Κατά την επανάληψη της δίκης τηρείται η διαδικασία που ορίζεται στα άρθρα 120 έως 122.

Η απόφαση που εκδίδεται, αν α) είναι αθωωτική ή επιβάλλει ελαφρότερη ποινή διότι έγινε δεκτή η αίτηση αυτού που τιμωρήθηκε ή β) είναι καταδικαστική διότι έγινε δεκτή η αίτηση του Υπουργού, εξαφανίζει την αρχική απόφαση.

6. Εκτός από τα ένδικα μέσα που αναφέρονται στο παρόν, οι αποφάσεις των πειθαρχικών συμβουλίων δεν υπόκεινται σε κανένα άλλο ένδικο μέσο ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου ούτε σε προσφυγή ενώπιον οποιασδήποτε αρχής.

Αναγκαία Ομοδικία - Δομή και λειτουργία της ομοδικιακής δίκης XXII & 390

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Η αστική ευθύνη του οδικού μεταφορέα κατά τη CMR
send