logo-print

Νόμος 3407/2005

Κύρωση της Σύμβασης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Βασιλείου του Βελγίου αποσκοπούσα στην αποφυγή διπλής φορολογίας και την πρόληψη της φοροδιαφυγής σε σχέση προς τους φόρους επί του εισοδήματος.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ:

08/11/2005

Mobbing Ευθύνη λόγω ηθικής παρενόχλησης στην εργασία

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΠΟΥΜΠΟΥΧΕΡΟΠΟΥΛΟΣ

Διοικητική Δικονομία - Συλλογή Διατάξεων

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΤΑΚΤΙΚΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 3407

Κύρωση της Σύμβασης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Βασιλείου του Βελγίου αποσκοπούσα στην αποφυγή διπλής φορολογίας και την πρόληψη της φοροδιαφυγής σε σχέση προς τους φόρους επί του εισοδήματος.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο πρώτο

Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Σύμβαση μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Βασιλείου του Βελγίου αποσκοπούσα στην αποφυγή διπλής φορολογίας και την πρόληψη της φοροδιαφυγής σε σχέση προς τους φόρους επί του εισοδήματος, που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 25 Μαΐου 2004, το κείμενο της οποίας σε πρωτότυπο στην ελληνική και γαλλική γλώσσα έχει ως εξής:

ΣΥΜΒΑΣΗ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ ΑΠΟΣΚΟΠΟΥΣΑ ΣΤΗΝ ΑΠΟΦΥΓΗ ΔΙΠΛΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΗΣ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΠΡΟΣ

ΤΟΥΣ ΦΟΡΟΥΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ

Επιθυμώντας να συνάψουν Σύμβαση αποσκοπούσα στην αποφυγή της διπλής φορολογίας και την πρόληψη της φοροδιαφυγής σε σχέση προς τους φόρους επί του εισοδήματος, συμφώνησαν στις ακόλουθες διατάξεις:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

ΑΡΘΡΟ 3 ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης, εκτός εάν η έννοια του κειμένου αποκτά διαφορετική ερμηνεία:

α) Οι όροι «το ένα συμβαλλόμενο Κράτος» και «το άλλο συμβαλλόμενο Κράτος» υποδηλώνουν, ανάλογα με την έννοια τον κειμένου, την Ελλάδα ή το Βέλγιο,

β) 1. Ο όρος «Ελλάδα» υποδηλώνει την Ελληνική Δημοκρατία και

χρησιμοποιούμενος με τη γεωγραφική έννοιά του, υποδηλώνει το εθνικό έδαφος συμπεριλαμβανομένων των χωρικών υδάτων, καθώς και τις άλλες θαλάσσιες ζώνες επί των οποίων, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα ή τη δικαιοδοσία της. 2. Ο όρος «Βέλγιο» υποδηλώνει το Βασίλειο του Βελγίου και χρησιμοποιούμενος με την γεωγραφική έννοιά τον, υποδηλώνει το εθνικό έδαφος συμπεριλαμβανομένων των χωρικών υδάτων, καθώς και τις άλλες θαλάσσιες περιοχές επί των οποίων το Βέλγιο, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα ή τη δικαιοδοσία του.

γ) Ο όρος «πρόσωπο» περιλαμβάνει τά φυσικά πρόσωπα, τις εταιρείες και κάθε άλ)^η ένωση προσώπων. *

δ) Ο όρος «εταιρεία» υποδηλώνει κάθε νομικό πρόσωπο ή κάθε νομική οντότητα που θεωρείται νομικό πρόσωπο για φορολογικούς σκοπούς στο Κράτος, του οποίον είναι κάτοικος.

ε) Οι όροι «επιχείρηση"του ενός συμβαλλόμενου Κράτους» και «επιχείρηση του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους» υποδηλώνουν αντίστοιχα την επιχείρηση που ασκείται από κάτοικο του ενός συμβαλλόμενου Κράτους και την επιχείρηση που ασκείται από κάτοικο του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους.

ζ) Ο όρος «υπήκοοι» υποδηλώνει:

1) όλα τα φυσικά πρόσωπα που έχουν υπηκοότητα ενός των συμβαλλομένων Κρατών.

2) όλα τα νομικά πρόσωπα, προσωπικές εταιρείες και ενώσεις που έχουν συσταθεί σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία σε ένα συμβαλλόμενο Κράτος.

η) . Ο όρος «διεθνείς μεταφορές» υποδηλώνει κάθε μεταφορά η οποία πραγματοποιείται από πλοίο το οποίο έχει νηολογηθεί ή έχει εφοδιαστεί με προσωρινά ναυτιλιακά έγγραφα στο ένα από τα δύο συμβαλλόμενα κράτη ή πραγματοποιείται από αεροσκάφος που το εκμεταλλεύεται επιχείρηση που έχει την έδρα της πραγματικής διοίκησής της σε ένα συμβαλλόμενο Κράτος, εκτός εάν το πλοίο ή το αεροσκάφος πραγματοποιεί μεταφορές αποκλειστικά μεταξύ τοποθεσιών που βρίσκονται στο έδαφος του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους.

θ) Ο όρος «αρμόδια αρχή» υποδηλώνει στην περίπτωση της Ελλάδας ή του Βελγίου τον Υπουργό των Οικονομικών ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του.

2. . Για την εφαρμογή, της Σύμβασης από ένα συμβαλλόμενο Κράτος, οποιοσδήποτε όρος πον δεν ορίζεται σ' αυτήν έχει, εκτός εάν η έννοια του κειμένου απαιτεί διαφορετική ερμηνεία, την έννοια που της αποδίδεται από την νομοθεσία αυτού του Κράτους σχετικά με τους φόρους επί των οποίων εφαρμόζεται η Σύμβαση.

Η έκφραση «νομοθεσία αυτού τον Κράτους» υποδηλώνει κατά προτεραιότητα τη φορολογική νομοθεσία αυτού του Κράτους.

Κάτοικος

1. Για χους σκοπούς χης παρούσας Σύμβασης ο όρος «κάτοικος ενός συμβαλλόμενου Κράτους» υποδηλώνει κάθε πρόσωπο, το οποίο σύμφωνα με την νομοθεσία του Κράτους αυτού, υπόκειται σε φόρο σ' αυτό το Κράτος λόγω κατοικίας ή διαμονής του, έδρας διοίκησης του ή κάθε άλλου κριτηρίου ανάλογης φύσης. Ο όρος όμως αυτός δεν περιλαμβάνει τα πρόσωπα που υπόκεινται σε φορολογία σ' αυτό το Κράτος μόνο για τα εισοδήματα που προέρχονται από πηγές που ευρίσκονται σ' αυτό το Κράτος.

2. Όταν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, ένα φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος .και των δύο συμβαλλομένων Κρατών, η περίπτωση του ρυθμίζεται ως ακολούθως:

α) Το πρόσωπο αυτό θεωρείται κάχοικος του Κράτους στο οποίο διαθέτει μόνιμη οικογενειακή εστία. Εάν διαθέτει μόνιμη οικογενειακή εστία και στα δύο Κράτη, θεωρείται κάτοικος τον Κράτους με το οποίο διατηρεί τους πλέον στενούς προσωπικούς και οικονομικούς δεσμούς (κέντρο ζωτικών συμφερόντων).

β) Εάν το Κράτος, όπου το πρόσωπο αυτό έχει το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων, δεν μπορεί να καθορισθεί ή το πρόσωπο δεν διαθέτει μόνιμη οικογενειακή εστία σε κανένα από τα δύο Κράτη, θεωρείται κάτοικος του Κράτους όπου έχει την συνήθη διαμονή του.

γ) Εάν το πρόσωπο έχει σννήθη διαμονή και στα δύο Κράτη ή σε κανένα από αυτά, θεωρείται κάτοικος του Κράτους του οποίου είναι υπήκοος.

δ) Εάν το πρόσωπο αυτό είναι υπήκοος και .των δύο Κρατών ή κανενός από αυτά, οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών επιλύουν το ζήτημα με αμοιβαία συμφωνία.

3. Όταν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, ένα πρόσωπο εκτός από φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και των δύο συμβαλλομένων Κρατών, θεωρείται ότι είναι κάτοικος του Κράτους όπου βρίσκεται η έδρα της πραγματικής διοίκησης των δραστηριοτήτων του.

ΑΡΘΡΟ 5

ΜΟΝΙΜΗ ΕΓΚΑ ΤΑΣΤΑΣΗ

1. Πα τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης, ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» σημαίνει έναν καθορισμένο τόπο επαγγελματικών δραστηριοτήτων, μέσω των οποίων η επιχείρηση ασκεί μέρος ή το σύνολο της δραστηριότητας της.

2. Ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» περιλαμβάνει κυρίως: α) έδρα διοίκησης,

β) υποκατάστημα, γ) γραφείο, δ) εργοστάσιο, ε) εργαστήριο και στ) ορυχείο, πηγή πετρελαίου ή φυσικού αερίου, λατομείο ή οποιονδήποτε άλλον τόπο εξόρυξης φυσικών πόρων.

3. Ένα εργοτάξιο κατασκευής ή συναρμολόγησης θεωρείται μόνιμη εγκατάσταση εάν η διάρκειά του υπερβαίνει τους εννέα μήνες.

4. Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος άρθρου, δεν θεωρείται ότι υπάρχει «μόνιμη εγκατάσταση» εάν:

α) γίνεται χρήση εγκαταστάσεων με μοναδικό σκοπό την αποθήκευση, έκθεση ή

παράδοση εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση,

β) διατηρείται απόθεμα εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση με μοναδικό γ) διατηρείται απόθεμα εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση με μοναδικό

μια καθορισμένη επαγγελματική εγκατάσταση χρησιμοποιείται με μοναδικό σκοπό την αγορά εμπορευμάτων ή την συγκέντρωση πληροφοριών, για την επιχείρηση,

μια καθορισμένη επαγγελματική εγκατάσταση χρησιμοποιείται με μοναδικό σκοπό την άσκηση, για λογαριασμό της επιχείρησης, οποιασδήποτε άλλης δραστηριότητας προπαρασκευαστικού ή βοηθητικού χαρακτήρα,

τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων αποκλειστικά για κάθε συνδυασμό δραστηριοτήτων που αναφέρονται στις υποπαραγράφους α) έως ε), υπό τον όρο ότι η όλη δραστηριότητα τον καθορισμένου τόπου των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που απορρέει από αυτόν τον συνδυασμό είναι προπαρασκευαστικού ή επιβοηθητικού χαρακτήρα.

5. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των παραγράφων I και 2, όταν ένα πρόσωπο - εκτός από τον ανεξάρτητο πράκτορα για τον οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 6 -ενεργεί για λογαριασμό μιας επιχείρησης και έχει και συνήθως ενασκεί σ' ένα συμβαλλόμενο Κράτος εξουσιοδότηση, για να συνάπτει συμφωνίες για λογαριασμό της, αυτή η επιχείρηση θα θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση σ' αυτό το Κράτος, όσον αφορά τις δραστηριότητες που αυτό το πρόσωπο ασκεί για λογαριασμό της επιχείρησης, εκτός εάν οι δραστηριότητες αυτού τον προσώπον περιορίζονται σ' εκείνες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 οι οποίες, αν είχαν ασκηθεί μέσω μιας καθορισμένης επαγγελματικής εγκατάστασης, δεν θα επέτρεπαν να θεωρηθεί αυτή η εγκατάσταση ως μόνιμη εγκατάσταση κατά τις διατάξεις της παραγράφου αυτής.

6. Μια επιχείρηση δεν θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση σ' ένα συμβαλλόμενο. Κράτος απλά και μόνο επειδή ασκεί δραστηριότητα σ' αυτό το Κράτος μέσω ενός μεσίτη, ενός γενικού αντιπροσώπου με προμήθεια ή οποιουδήποτε άλλου ανεξάρτητου πράκτορα, εφόσον τα πρόσωπα αυτά ενεργούν μέσα σκα συνήθη πλαίσια της δραστηριότητας τους.

*

7. Ένας κάτοικος του ενός συμβαλλόμενου Κράτους ο οποίος ασκεί για περισσότερους από δύο μήνες, δραστηριότητες συνδεόμενες με εξερεύνηση ή εκμετάλλευση του βυθού της θάλασσας και του υπεδάφους του, καθώς και των φυσικών πόρων τους, που βρίσκονται

στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος, Θεωρείται ότι ασκεί τις δραστηριότητες αυτές μέσω μόνιμης εγκατάστασης ή σταθερής βάσης σ' αυτό το άλλο Κράτος.

2.

3.

4.

Το γεγονός ότι μια εταιρεία που είναι κάτοικος του ενός συμβαλλόμενου Κράτους ελέγχει ή ελέγχεται από μια εταιρεία η οποία είναι κάτοικος του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους, ή η οποία ασκεί τη όραστηριότητά της σε αυτό το άλλο Κράτος (είτε μέσω μόνιμης εγκατάστασης είτε με άλλο τρόπο) δεν μπορεί αυτό και μόνο αυτό να καθιστά την καθεμιά από τις εταιρείες αυτές μόνιμη εγκατάσταση της άλλης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΑΡΘΡΟ 6

ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΑΠΟ ΑΚΙΝΗΤΗ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ

Εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο του ενός συμβαλλόμενου Κράτους από ακίνητη περιουσία (συμπεριλαμβανομένου και του εισοδήματος από γεωργική ή δασική εκμετάλλευση) που βρίσκεται στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος, μπορεί να φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.

Ο όρος «ακίνητη περιουσία» καθορίζεται σύμφωνα με τη νομοθεσία του συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο βρίσκεται αυτή η περιουσία. Ο όρος οπωσδήποτε περιλαμβάνει περιουσία παρεπόμενη της ακίνητης περιουσίας, ζώα και εξοπλισμό που χρησιμοποιούνται στις γεωργικές και δασοκομικές εκμεταλλεύσεις, δικαιώματα στα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου αναφορικά με την έγγειο ιδιοκτησία, επικαρπία σε ακίνητη περιουσία και δικαιώματα από τα οποία απορρέουν πληρωμές μεταβλητές ή σταθερές ως αντάλλαγμα για την εκμετάλλευση ή την παραχώρηση της εκμετάλλευσης μεταλλευτικών κοιτασμάτων, πηγών και άλλων φυσικών πόρων. Πλοία, πλοιάρια και αεροπλάνα δεν θεωρούνται ως ακίνητη περιουσία. . · ' .,

Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται στο εισόδημα που προέρχεται από άμεση χρήση ή επικαρπία, εκμίσθωση, πάκτωση η οποιαδήποτε άλλη μορφή εκμετάλλευσης της ακίνητης περιουσίας.

Οι διατάξεις των παραγράφου I και 3 εφαρμόζονται επίσης στα εισοδήματα τα οποία προκύπτουν από ακίνητη περιουσία μιας επιχείρησης και στο εισόδημα από ακίνητη περιουσία που χρησιμοποιείται για την άσκηση ανεξαρτήτων δραστηριοτήτων.

1.

Α ΡΘΡΟ 7 ΚΕΡΔΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Κράτος αυτό, εκτός και αν η επιχείρηση ασκεί τη δράστηριότητά της στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μιας μόνιμης εγκατάστασης σε αυτό. Εάν η επιχείρηση ασκεί δραστηριότητα κατ' αυτόν τον τρόπο, τα κέρδη της επιχείρησης φορολογούνται στο άλλο- Κράτος, αλλά μόνο ως προς το τμήμα αυτών το οποίο αποδίδεται στη μόνιμη αυτή εγκατάσταση.

2. ■ Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3, όταν μια επιχείρηση του ενός

Συμβαλλομένου Κράτους ασκεί δραστηριότητα στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μόνιμης εγκατάστασης που έχει ιδρυθεί σε αυτό, τότε, σε καθένα από τα συμβαλλόμενα Κράτη, αποδίδονται στη μόνιμη εγκατάσταση τα κέρδη εκείνα που θα πραγματοποιούσε αν αυτή , αποτελούσε μια ανεξάρτητη επιχείρηση ασκούσα ταυτόσημη ή ανάλογη δραστηριότητα κάτω από ταυτόσημες ή ανάλογες συνθήκες και ενεργούσα τελείως ανεξάρτητα.

3. Για να προσδιορισθούν τα κέρδη μιας μόνιμης εγκατάστασης γίνονται αποδεκτά ως εκπεστέα τα έξοδα εκείνα τα οποία συνδέονται άμεσα με τη δραστηριότητα αυτής της μόνιμης εγκατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών και των γενικών διαχειριστικών εξόδων, που πραγματοποιούνται είτε στο συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση είτε αλλού.

4. Εφ' όσον συνηθίζεται σε ένα συμβαλλόμενο Κράτος τα κέρδη που αποδίδονται σε μια μόνιμη εγκατάσταση να προσδιορίζονται μ€ βάση τον καταμερισμό των συνολικών κερδών της επιχείρησης στα διάφορα τμήματα της, οι διατάξεις της παραγράφου 2 δεν εμποδίζουν το Κρότος αυτό να προσδιορίζει τα φορολογητέα κέρδη με τον καταμερισμό αυτόν. Όμως, η χρησιμοποιούμενη μέθοδος καταμερισμού πρέπει να είναι τέτοια, ώστε το αποτέλεσμα να συμφωνεί με τις αρχές που περιέχονται στο παρόν άρθρο.

ΦΕΚ 266

5. Κανένα κέρδος δεν αποδίδεται στην μόνιμη εγκατάσταση εκ μόνου του γεγονότος ότι η μόνιμη εγκατάσταση έκανε απλή αγορά εμπορευμάτων για την επιχείρηση.

6. Για τους σκοπούς των προηγούμενων παραγράφων, τα κέρδη που αποδίδονται στη μόνιμη εγκατάσταση καθορίζονται με την ίδια μέθοδο κάθε χρόνο, εκτός αν υπάρχουν βάσιμοι και επαρκείς λόγοι να καθορίζομαι διαφορετικά.

7. Στις περιπτώσεις που στα κέρδη περιλαμβάνονται στοιχεία εισοδήματος για τα οποία ορίζεται ιδιαίτερη μεταχείριση σε άλλα άρθρα της παρούσας Σύμβασης, τότε οι διατάξεις των άρθρων αυτών δεν επηρεάζονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

ΑΡΘΡΟ 8

α) τα εισοδήματα τα οποία προέρχονται από την εκμετάλλευση πλοίων στις διεθνείς μεταφορές φορολογούνται μόνο στο συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο είναι νηολογημένα ή από το οποίο εφοδιάσθηκαν με προσωρινά ναυτιλιακά έγγραφα.

β) τα εισοδήματα τα οποία προέρχονται από την εκμετάλλευση αεροσκαφών στις διεθνείς μεταφορές φορολογούνται μόνο στο συμβαλλόμενο Κράτος όπου ευρίσκεται η έδρα της πραγματικής διεύθυνσης της επιχείρησης.

2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, τα κέρδη που προέρχονται από την εκμετάλλευση στις διεθνείς μεταφορές πλοίαιν ή αεροσκαφών περιλαμβάνουν και τα κέρδη που προέρχονται από τη μίσθωση πλρίων και αεροσκαφών, πλήρως εξοπλισμένων, το. οποία χρησιμοποιούνται στις διεθνείς μεταφορές.

. .... ', '. , . ..

3. υι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων εφαρμόζονται επίσης στα κέρδη που προέρχονται από τη συμμετοχή σε «POOL», σε κοινοπρακτικής μορφής εκμετάλλευση ή σε διεθνή οργανισμό εκμετάλλευσης.

β) Τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση, στον έλεγχο ή στο κεφάλαιο επιχείρησης του ενός συμβαλλόμενου Κράτους και μιας επιχείρησης του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους

και σε καθεμιά από τις περιπτώσεις αυτές επικρατούν ή επιβάλλονται στις εμπορικές ή οικονομικές σχέσεις των δύο επιχειρήσεων όροι διαφορετικοί από εκείνους που θα επικρατούσαν μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τότε τα κέρδη τα οποία, αν δεν υπήρχαν οι όροι αυτοί, θα μπορούσαν να είχαν πραγματοποιηθεί από μια από τις επιχειρήσεις, αλλά λόγω αυτών των όρων δεν πραγματοποιήθηκαν, μπορούν να περιλαμβάνονται στα κέρδη αυτής της επιχείρησης και να φορολογούνται ανάλογα.

ΑΡΘΡΟ 10 ΜΕΡΙΣΜΑΤΑ

1. Μερίσματα που καταβάλλονται από εταιρεία, η οποία είναι κάτοικος του ενός συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται στο άλλο αυτό Κράτος.

2. Εν τούτοις, τα μερίσματα αυτά φορολογούνται επίσης στο συμβαλλόμενο Κράτος του οποίου η εταιρεία που καταβάλλει τα μερίσματα είναι κάτοικος, και σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτού του Κράτους, αλλά ο πραγματικός δικαιούχος των μερισμάτων είναι κάτοικος του άλάου συμβαλλόμενου Κράτους, ο φόρος που επιβάλλεται κατ' αυτόν τον τρόπο δεν μπορεί να υπερβαίνει:

α) Το 5% του ακαθάριστου ποσού των μερισμάτων εάν ο πραγματικός δικαιούχος είναι εταιρεία η οποία κατέχει άμεσα ή έμμεσα τουλάχιστον το 25% του κεφαλαίου της εταιρείας που καταβάλλει τα μερίσματα.

β) Το 15% του ακαθάριστου ποσού των μερισμάτων σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.

Η παρούσα παράγραφος δεν επηρεάζει την φορολογία της καταβάλλουσας εταιρείας σε σχέση με κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα μερίσματα.

3. Ο όρος «μερίσματα», όπως χρησιμοποιείται σε αυτό το άρθρο, σημαίνει το εισόδημα από μετοχές, μετοχές «επικαρπίας» ή ομόλογα «επικαρπίας» τίτλους ορυχείων, ιδρυτικούς τίτλους ή άλλους τίτλους συμμετοχής σε εταιρεία οι οποίοι δεν αποτελούν απαιτήσεις από χρέη, καθώς και το εισόδημα περιλαμβανομένου και εκείνου που καταβάλλεται υπό μορφή τόκων, το οποίο υπόκειται στο ίδιο φορολογικό καθεστώς με το εισόδημα από μετοχές σύμφωνα (ϊε τη φορολογική νομοθεσία του Κράτους του οποίου είναι κάτοικος η ετψρεία που διενεργεί την διανομή.

4. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εφαρμόζονται, αν ο πραγματικός δικαιούχος των μερισμάτων, ο οποίος είναι κάτοικος του ενός συμβαλλόμενου Κράτους, ασκεί στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος του οποίου η εταιρεία που καταβάλλει τα μερίσρατ'αΊ^^,

κάτοικος, βιομηχανική ή εμπορική δραστηριότητα μεσω μόνιμης εγκατάστάσης που βρίσκεται σε αυτό, ή παρέχει σε αυτό το άλλο Κράτος μη εξηρτημένες υπηρεσίες από καθορισμένη βάση που βρίσκεται σε αυτό και η συμμετοχή, δυνάμει της οποίας καταβάλλονται τα μερίσματα, συνδέεται ουσιαστικά μ' αυτήν τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση. Σε αυτήν την περίπτωση εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14 κατά περίπτωση.

5. Αν μια εταιρεία που είναι κάτοικος του ενός συμβαλλόμενου Κράτους πραγματοποιεί κέρδη ή αποκτά εισοδήματα στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος, το άλλο αυτό Κράτος δεν μπορεί να επιβάλλει κανένα φόρο στα μερίσματα που καταβάλλονται από την εταιρεία, εκτός και αν τα μερίσματα αυτά καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου αυτού Κράτους ή αν η συμμετοχή δυνάμει της οποίας καταβάλλονται τα μερίσματα, συνδέεται ουσιαστικά με μια μόνιμη εγκατάσταση ή καθορισμένη βάση που βρίσκεται στο άλλο αυτό Κράτος ούτε μπορεί να παρακρατήσει κανένα φόρο επί των αδιανέμητων κερδών της εταιρείας, ακόμα και αν τα καταβαλλόμενα μερίσματα ή τα αδιανέμητα κέρδη αποτελούνται εν όλω ή εν μέρει από κέρδη ή εισοδήματα που προκύπτουν σε αυτό το άλλο Κράτος.

ΑΡΘΡΟ 11 ΤΟΚΟΙ

1. Τόκοι που προκύπτουν στο ένα συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλού συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται σε αυτό το άλλο Κράτος.

2. Εν τούτοις, αυτοί οι τόκοι φορολογούνται επίσης στο συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύπτουν και σύμφωνα με την νομοθεσία του Κράτους αυτού, αλλά αν ο πραγματικός δικαιούχος των τόκων είναι κάτοικος του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους, ο φόρος που έτσι επιβάλλεται δεν μπορεί να υπερβεί:

α) Το 5% του ακαθάριστου ποσού των τόκων δανείων οποιασδήποτε φύσης, μη αντιπροσωπευόμενα από τίτλους στον κομιστή και χορηγούμενα από Τράπεζες.

β) Το 10% του ακαθάριστου ποσού των τόκων σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.

3. Ανεξαρτήτως των διατάξεων της παραγράφου 2, τόκοι προκύπτοντες στο ένα συμβαλλόμενο Κράτος απαλλάσσονται από την φορολογία στο Κράτος αυτό αν πρόκειται για τόκους οι οποίοι καταβάλλονται στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος ή σε πολιτική υποδιαίρεση ή τοπική αρχή αυτού του Κράτους, καθώς και την Εθνική Τράπεζα του Βελγίου ή στην Τράπεζα Ελλάδος.

4. Ο όρος «τόκοι», όπως χρησιμοποιείται στο παρόν άρθρο, σημαίνει εισόδημα από απαιτήσεις οποιασδήποτε φύσης, ανεξάρτητα αν οι απαιτήσεις αυτές εξασφαλίζονται ή όχι με υποθήκη ή αν παρέχουν ή όχι δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη τον οφειλέτη, κυρίως όμως σημαίνει εισόδημα από κρατικά χρεόγραφα και εισόδημα από ομολογίες ή χρεωστικούς τίτλους (με ή χωρίς ασφάλεια) συμπεριλαμβανομένων και των δώρων και βραβείων πον συνεπάγονται τα ανωτέρω χρεόγραφα. Όμως ο όρος «τόκοι» δεν περιλαμβάνει κατά την έννοια του παρόντος άρθρου τα πρόστιμα για εκπρόθεσμη χΧηρωμη ο»π- ™ς τόκους ο, οποίο, ίχουν τ,ν (Λα φομολογή με τ0 μερίσματα κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 10.

5. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εφαρμόζονται αν ο πραγματικός δικαιούχος των τόκων, που είναι κάτοικος του ενός συμβαλλόμενου Κράτους, ασκεί στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος, στο οποίο προκύπτουν οι τόκοι, εμπορική ή βιομηχανική δραστηριότητα μέσω μιας μόνιμης εγκατάστασης σε αυτό ή παρέχει στο άλλο Κράτος μη εξαρτημένες υπηρεσίες από καθορισμένη βάση σε αυτό και η απαίτηση σε σχέση με την οποία καταβάλλονται οι τόκοι συνδέεται ουσιαστικά με αυτήν τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση. Σέ αυτήν την περίπτωση, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14 κατά περίπτωση.

6. Τόκοι θεωρούνται ότι προκύπτουν στο ένα συμβαλλόμενο Κράτος όταν ο καταβάλλων είναι το ίδιο το Κράτος, μια πολιτική υποδιαίρεση, μια τοπική αρχή ή κάτοικος του Κράτους αυτού. Αν όμως το πρόσωπο που καταβάλλει τους τόκους είτε αυτό είναι j κάτοικος είτε όχι ενός από συμβαλλόμενα Κράτη, έχει σε ένα από τα συμβαλλόμενα Κράτη μια μόνιμη εγκατάσταση ή μια καθορισμένη βάση, σε σχέση με την οποία προέκυψε η οφειλή για την οποία καταβάλλονται οι τόκοι και οι τόκοι αυτοί βαρύνουν τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση, τότε οι τόκοι αυτοί θεωρούνται ότι προκύπτουν στο Κράτος στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση ,ή η καθορισμένη βάση.

7. Σε περίπτωση που λόγω ειδικής σχέσης μεταξύ του καταβάλλοντος και του πραγματικού δικαιούχου ή μεταξύ αυτών και κάποιου άλλου προσώπου, το ποσό των τόκων, λαμβανομένης υπ' όψη της αξίωσης, για την οποία καταβάλλονται, υπερβαίνει το ποσό που θα είχε συμφωνηθεί μεταξύ του οφειλέτη και του πραγματικού δικαιούχου ελλείψει μιας τέτοιας σχέσης, οι διατάξεις αυτού του άρθρου εφαρμόζονται μόνο στο τελευταίο αυτό ποσόν. Σε αυτήν την περίπτωση το υπερβάλλον μέρος των πληρωμών φορολογείται σύμφωνα με τη νομοθεσία του συμβαλλόμενου Κράτους όπου προκύπτουν οι τόκοι.

8. Οι μειώσεις του φόρου οι οποίες προβλέπονται στην παράγραφο 2 δεν εφαρμόζονται αν η απαίτηση για την οποία καταβάλλοντα} οι τόκοι έχει συμφωνηθεί κυρίως για την αποκόμιση οφέλους εκ των μειώσεων αυτών και όχι για νόμιμους οικονομικούς σκοπούς. Αν ένα συμβαλλόμενο Κράτος πρόκειται να αρνηθεί το πλεονέκτημα των εν λόγω μειώσεων σ' ένα κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, η σ.ρμόδια Αρχή του πρώτου Κράτους έρχεται σε συνεννόηση με tijv αρμόδια Αρχή του άλλου Κράτους.

Τα δικαιώματα που προκύπτουν σε ένα συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται σ' αυτό το άλλο Κράτος.

Εν τούτοις, τα δικαιώματα αυτά μπορούν να φορολογούνται επίσης και στο συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύπτουν και σύμφωνα με τη νομοθεσία του Κράτους αυτού, αλλά αν ο πραγματικός δικαιούχος των δικαιωμάτων είναι κάτοικος του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους, ο φόρος που επιβάλλεται κατ' αυτόν τον τρόπο, δεν μπορεί να υπερβαίνει το 5 τοις εκατό του ακαθάριστου ποσού των δικαιωμάτων.

Ο όρος «δικαιώματα» όπως χρησιμοποιείται στο παρόν άρθρο σημαίνει τις κάθε φύσης πληρωμές που καταβάλλονται ως αντάλλαγμα για τη χρήση ή την παραχώρηση τ//ς χρήσης δικαιώματος αναπαραγίογής επί φιλολογικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής εργασίας, περιλαμβανομένων και των κινηματογραφικών ταινιών, και μαγνητοταινιών ή άλλων μέσων αναπαραγωγής ή μετάδοσης για το ραδιόφωνο ή την τηλεόραση, ευρεσιτεχνίας, βιομηχανικού ή εμπορικού σήματος, σχεδίου ή προτύπου, ενός μηχανολογικού σχεδίου μυστικού τύπου, ή διαδικασίας παραγωγής, ως επίσης για τη χρήση ή την παραχώρηση της χρήσης βιομηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού, και για πληροφορίες που αφορούν σε βιομηχανική, εμπορική ή επιστημονική εμπειρία.

Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εφαρμόζονται όταν ο πραγματικός δικαιούχος των δικαιωμάτων, ο οποίος είναι κάτοικος ενός συμβαλλόμενου Κράτους, ασκεί στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος, στο οποίο προκύπτουν τα δικαιώματα, βιομηχανική ή εμπορική δραστηριότητα μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σ' αυτό το Κράτος, η παρέχει μη εξαρτημένες υπηρεσίες μέσω μιας καθορισμένης βάσης που βρίσκεται σ' αυτό το Κράτος και το δικαίωμα ή το περιουσιακό στοιχείο σε σχέση με το οποίο καταβάλλονται τσ. δικαιώματα συνδέεται ουσιαστικά με τη μόνιμη αυτή εγκατάσταση ή την καθορισμέ.νη βάση. Σ' αυτή την περίπτωση εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14.

Τα δικαιώματα θεωρούνται ότι προκύπτουν σε ένα συμβαλλόμενο Κράτος. όταν~ττ* οφειλέτης είναι το ίδιο το Κράτος, μια πολιτική υποδιαίρεση, μια τοψψ^ αβ%ή~ή^

κάτοικος του Κράτους αυτού. Όταν, όμως, ο οφειλέτης των δικαιωμάτων, ανεξάρτητα αν είναι κάτοικος ή όχι ενός συμβαλλόμενου Κράτους, διατηρεί σ' ένα συμβαλλόμενο Κράτος μόνιμη εγκατάσταση ή μια καθορισμένη βάση σε σχέση με την οποία προέκυψε η υποχρέωση καταβολής των δικαιωμάτων και αυτά τα δικαιώματα βαρύνουν αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση, τότε τα δικαιώματα αυτά θεωρούνται ότι προκύπτουν στο συμβαλλόμενο Κράτος, στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση ή η καθορισμένη βάση.

6. Όταν, λόγω ειδικής σχέσης μεταξύ του οφειλέτη και του πραγματικού δικαιούχου μεταξύ αυτών και τρίτων προσώπων, το ποσό των δικαιωμάτων, λαμβάνοντας υπόψη την παροχή για την οποία καταβάλλονται, υπερβαίνει το ποσό, το οποίο θα είχε συμφωνηθεί μεταξύ του οφειλέτη και του πραγματικού δικαιούχου ελλείψει μιας τέτοιας σχέσης, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται μόνο στο τελευταίο αυτό ποσόν. Στην περίπτωση αυτή το υπερβάλλον μέρος των πληρωμών φορολογείται σύμφωνα με τη νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Κράτους, εντός του οποίου προκύπτουν τα δικαιώματα.

7. Η μείωση φόρου που προβλέπεται στην παράγραφο 2 δεν εφαρμόζεται αν η χρήση του

του δικαιώματος ή τον περιουσιακού στοιχείου, σε σχέση με το οποίο καταβάλλονται τα

δικαιώματα, παραχωρήθηκε με κύριο στόχο την απολαβή των μειώσεων αυτών και όχι

για νόμιμους οικρνομικούς σκοπούς. Αν ένα συμβαλλόμενο Κράτος πρόκειται να

αρνηθεί το πλεονέκτημα της εν λόγω μείωσης σ' ένα κάτοικο του άλλου συμβαλλόμενου

Κράτους, η αρμόδια Αρχή του πρώτον συμβαλλόμενου Κράτους έρχεται σε συνεννόηση

με την αρμόδια Αρχή του άλλου Κράτους.

ΑΡΘΡΟ 13 ΩΦΕΛΕΙΑ ΑΠΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

1. Η ωφέλεια που αποκτά κάτοικος του ενός συμβαλλόμενου Κράτους από την εκποίηση ακίνητης περιουσίας όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 6 και η οποία βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος φορολογείται σ' αυτό το άλλο Κράτος.

2. Η ωφέλεια που προκύπτει από την εκποίηση κινητής περιουσίας, η οποία αποτελεί μέρος τον ενεργητικού μόνιμης εγκατάστασης που επιχείρηση ενός συμβαλλόμενου Κράτους έχει στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος ή κινητής περιουσίας που ανήκει σε καθορισμένη βάση την οποία κάτοικος ενός συμβαλλόμενου Κράτους διατηρεί στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος για την παροχή ανεξαρτήτων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης εκείνης της ωφέλειας που προκύπτει από την εκποίηση αυτής της μόνιμης εγκατάστασης (μόνης ή μαζί με όλη την επιχείρηση) ή αυτής της καθορισμένης βάσης, φορολογείται στο άλλο αυτό Κράτος. 4

ΦΕΚ 266

3. Η ωφέλεια που προκύτττει από την εκποίηση πλοίων ή αεροσκαφών που εκτελούν διεθνείς μεταφορές ή κινητής περιουσίας που συνδέεται με την εκμετάλλευση αυτών των πλοίων ή των αεροσκαφών φορολογούνται με τον ίδιο αυτό τρόπο όπως φορολογούνται τα κέρδη τα οποία προκύπτουν από την εκμετάλλευση αυτών των πλοίων ή των αεροσκαφών.

4. Η ωφέλεια που προκύπτει από την εκποίηση όλων των περιουσιακών στοιχείων εκτός από αυτή που αναφέρονται στις παραγράφους 1,2 και 3 φορολογείται μόνο στο συμβαλλόμενο Κράτος του οποίου είναι κάτοικος το πρόσωπο που εκποιεί τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία.

ΑΡΘΡΟ 14

ΜΗ ΕΞΗΡΤΗΜΕΝΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

1. Τα εισοδήματα που αποκτά κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από την άσκηση ελευθερίου επαγγέλματος ή από άλλες δραστηριότητες ανεξάρτητου χαρακτήρα, φορολογούνται μόνο σ' αυτό το Κράτος, εκτός αν αυτός ο κάτοικος έχει στη διάθεση του κατά συνήθη τρόπο στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, καθορισμένη βάση για την άσκηση της δραστηριότητά του.

Αν έχει στη διάθεσή του μια τέτοια καθορισμένη βάση, τα εισοδήματα φορολογούνται στο άλλο Κράτος, αλλά, μόνο στο βαθμό που θεωρούνται ότι ανήκουν σ' αυτήν την καθορισμένη βάση.

2. Ο όρος «ε&υθέριο επάγγελμα» περιλαμβάνει ειδικά μη εξηρτημένες δραστηριότητες επιστημονικού, φιλολογικού, καλλιτεχνικού, εκπαιδευτικού ή παιδαγωγικού χαρακτήρα, καθώς και τις μη εξηρτημένες δραστηριότητες γιατρών, δικηγόρων, μηχανικών, αρχιτεκτόνων, οδοντιάτρων και λογιστών.

ΑΡΘΡΟ IS ΕΞΑΡΤΩΜΕΝΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 16, 18 και 19 μισθοί, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοιβές που κάτοικος ενός συμβαλλόμενου Κράτους λαμβάνει λόγω έμμισθης απασχόλησης φορολ,ογούνται μόνο σ' αυτό το Κράτος, εκτός αν αυτή η απασχόληση ασκείται στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος. Αν η απασχόληση ασκείται στο άλλο Κράτος οι λαμβανόμενες αμοιβές μπορούν να φορολογούνται σ' αυτό το άλλο Κράτος.

2. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παρ. I, οι αμοιβές που λαμβάνει κάτοικος ενός συμβαλλόμενου' Κράτους, λόγω έμμισθης απασχόλησης που ασκείται στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος, φορολογούνται μόνο στο πρώτο Κράτος αν:

α) ο δικαιούχος διαμένει στο άλλο κράτος για μια χρονική περίοδο ή περιόδους, που δεν υπερβαίνουν συνολικά τις 183 ημέρες σε μια 12μήνη περίοδο που αρχίζει ή τελειώνει στο οικείο οικονομικό έτος και

β) οι αμοιβές καταβάλλονται από εργοδότη ή για λογαριασμό εργοδότη που δεν είναι κάτοικος του άλλου Κράτους και

γ) οι αμοιβές δεν βαρύνουν μόνιμη εγκατάσταση η καθορισμένη βάση την οποία διατηρεί ο εργοδότης στο άλλο Κράτος.

3. Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος άρθρου, οι αμοιβές που καταβάλλονται για έμμισθη απασχόληση σε πλοίο ή αεροσκάφος σε διεθνείς μεταφορές, φορολογούνται με τον ίδιο τρόπο που φορολογούνται τα εισοδήματα που προέρχονται από την εκμετάλλευση αυτών των πλοίων ή1 αεροσκαφών.

ΑΡΘΡΟ 16

ΔΙΕΥΘΥΝΤΙΚΑ ΣΤΕΛΕΧΗ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ

1.. Τα ποσοστά, τα έξοδα παράστασης και άλλες παρόμοιες παροχές που ο κάτοικος ενός συμβαλλόμενου Κράτους λαμβάνει υπό την ιδιότητα του ως μέλος διοικητικού ή εποπτικού συμβουλίων ή κάποιου άλλου αναλόγου οργάνου μιας εταιρείας, η οποία είναι κάτοικος του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους, μπορούν να φορολογούνται σ' αυτό το άλλο Κράτος.

Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται επίσης και για παροχές που λαμβάνονται λόγω της άσκησης δραστηριοτήτων, οι οποίες σύμφωνα με την νομοθεσία του συμβαλλόμενου Κράτους του οποίου είναι κάτοικος η εταιρεία, θεωρούνται παρόμοιες δραστηριότητες με εκείνες που ασκούνται από πρόσωπο που προβλέπεται από την εν λόγω διάταξη.

2. Οι αμοιβές που λαμβάνει πρόσαιπο που προβλέπεται στην παρ. 1 από εταιρεία λόγω άσκησης καθημερινής δραστηριότητας διοικητικού ή τεχνικού χαρακτήρα, καθώς επίσης και οι αμοιβές που λαμβάνει κάτοικος συμβαλλόμενου Κράτους από την προσωπική δραστηριότητα του υπό την ιδιότητα του ως εταίρου μιας εταιρίας, πλην μετοχικής εταιρείας που είναι κάτοικος του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους, μπορούν να φορολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρον 15, ως εάν να πρόκειται για αμοιβή μισθωτού λόγω έμμισθης απασχόλησης και του οποίου ο εργοδότης είναι η εταιρεία.

ΑΡΘΡΟ 17 ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΕΣ

1. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 14 και 15, τα εισοδήματα που αποκτά κάτοικος ενός συμβαλλόμενου Κράτους από προσωπικές δραστηριότητές τον, που ασκούνται στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος ως καλλιτέχνης του θεάματος, όπως καλλιτέχνης του θεάτρου, του κινηματογράφου, τον ραδιοφώνου, της τηλεόρασης, καθώς επίσης μονσικός ή αθλητής, μπορούν να φορολογούνται σ' αυτό το άλλο Κράτος.

2. ■ Εάν τα εισοδήματα που προέρχονται από τις δραστηριότητες που ασκεί προσωπικά ο

καλλιτέχνης ή ο αθλητής, δεν περιέρχονται στον ίδιο τον καλλιτέχνη ή τον αθλητή αλλά σε ένα άλλο πρόσωπο, τα εισοδήματα μπορούν να φορολογούνται, ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 7,14 και 15, στο συμβαλλόμενο Κράτος όπου: ασκούνται οι υπηρεσίες τον καλλιτέχνη ή τον αθλητή.

ΑΡΘΡΟ 18

Λ Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 τον άρθρον 19, συντάξεις και άλλες παρόμοιες αμοιβές που καταβάλλονται σε κάτοικο ενός συμβαλλόμενου Κράτους για προηγούμενη απασχόληση, φορολογούνται μόνο σ' αυτό το Κράτος.

2. Εν τούτοις, συντάξεις και άλλες παροχές, περιοδικές ή μη, που καταβάλλονται σε εκτέλεση της ασφαλιστικής νομοθεσίας ενός συμβαλλόμενου Κράτους, φορολογούνται σ' αυτό το Κράτος.

Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται επίσης για συντάξεις και παροχές που καταβάλλονται στα πλαίσια ενός γενικού καθεστώτος που έχει θεσπισθεί από αυτό το συμβαλλόμενο Κράτος για την παροχή συμπληρωματικών πλεονεκτημάτων που παρέχονται με την προαναφερόμενη (ασφαλιστική) νομοθεσία.

ΑΡΘΡΟ 19

ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

Οι αμοιβές, εκτός από, συντάξεις, που καταβάλλονται από ένά συμβαλλόμενο Κράτος ή μια πολιτική υποδιαίρεσή του ή από τοπική αρχή σ' ένα φυσικό πρόσωπο, για υπηρεσίες που προσφέρονται προς αυτό το Κράτος ή αυτή την πολιτική υποδιαίρεση του ή την τοπική αρχή, φορολογούνται μόνο σ' αυτό το '■■ . Κράτος.

) Εν τούτοις, οι αμοιβές αυτές φορολογούνται μόνο στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος, αν οι υπηρεσίες παρέχονται μέσα σ' αυτό το Κράτος, και αν το φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος αυτού του Κράτους και:

1) έχει την υπηκοότητα αυτού του Κράτους, ή

2) δεν έχει γίνει κάτοικος του Κράτους αυτού αποκλειστικά και μόνο για την παροχή των υπηρεσιών.

α) Οι συντάξεις που καταβάλλονται από ένα συμβαλλόμενο Κράτος ή πολιτική

υποδιαίρεσή του ή τοπική αρχή αυτού είτε άμεσα είτε από εισφορές σε ταμεία που έχουν συσταθεί από αυτό σ' ένα φυσικό πρόσωπο για παρεχόμενες υπηρεσίες προς αυτό το Κράτος, αυτή την πολιτική υποδιαίρεσή του ή αυτή την τοπική αρχή, φορολογούνται μόνο σ' αυτό το Κράτος.

β) Εκ τούτοις, οι συντάξεις αυτές, φορολογούνται μόνο στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος εάν το φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και υπήκοος αυτού.του Κράτους.

Οι διατάξεις των άρθρων 15, 16 και 18 εφαρμόζονται για αμοιβές και συντάξεις που καταβάλλονται για υπηρεσίες που παρασχί:θηκαν στα πλαίσια εμπορικής ή βιομηχανικής δραστηριότητας ασκούμενης από ένα συμβαλλόμενο Κράτος ή μια πολιτική υποδιαίρεσή του ή τοπική Αρχή.

ΑΡΘΡΟ 20 ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ

Τα χρηματικά ποσά τα οποία ένας σπουδαστής ή εκπαιδευόμενος, που είναι ή ήταν αμέσως πριν από τη μετάβασή του σ' ένα συμβαλλόμενο Κράτος, κάτοικος του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους και ο οποίος διαμένει στο πρώτο Κράτος με μοναδικό σκοπό να συνεχίσει τις σπουδές του ή την εξάσκησή του, λαμβάνει για να καλύψει τις δαπάνες διαβίωσης του, εκπαίδευσης ή εξάσκησής του, δεν φορολογούνται σ' αυτό το Κράτος, υπό την προϋπόθεση ότι προέρχονται από πηγές που βρίσκονται εκτός του Κράτους αυτού.

ΑΡΘΡΟ 21 I AjXAA ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ

1. Εισοδήματα κατοίκου ενός συμβαλλόμενου Κράτους, οπουδήποτε και αν προκύπτουν και δεν ρυθμίζονται με προηγούμενα άρθρα αυτής της παρούσας Σύμβασης, φορολογούνται μόνο σ' αυτό το Κράτος.

2. Οι διατάζεις της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται σε εισοδήματα, με εξαίρεση τα εισοδήματα που προέρχονται από ακίνητη περιουσία όπως αυτά ορίζονται στην παράγραφο του άρθρου 6 εάν ο δικαιούχος αυτών των εισοδημάτων, κάτοικος ενός συμβαλλόμενου Κράτους, ασκεί στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος βιομηχανική ή εμπορική δραστηριότητα, μέσω μόνιμης εγκατάστασης σ' αυτό ή παρέχει μη εξηρτημένες υπηρεσίες από καθορισμένη βάση που βρίσκεται σ' αυτό και το δικαίωμα ή το περιουσιακό στοιχείο σε σχέση με τα οποία προκύπτουν τα εισοδήματα συνδέεται ουσιαστικά με την μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση.

. Σ' αυτή την περίπταιση εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 και 14 ανάλογα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΜΕΘΌΔΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΔΙΠΛΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ

ΑΡΘΡΟ 22

I. Όσον αφορά στην Ελλάδα, η διπλή φορολογία αποφεύγεται ως εξής:

α) Όταν κάτοικος της Ελλάδας αποκτά εισοδήματα, που σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης φορολογούνται στο Βέλγιο, η Ελλάδα εκπίπτει από το φόρο που επιβάλλει επί των εισοδημάτων αυτού του κατοίκου, ποσό φόρου ίσο προς το φόρο εισοδήματος που έχει καταβληθεί στο Βέλγιο.

Η έκπτωση αυτή, όμως, δεν μπορεί να υπερβαίνει το τμήμα του φόρου εισοδήματος, που υπολογίζεται πριν από την έκπτωση, που αντιστοιχεί στα εισοδήματα που φορολογούνται στο Βέλγιο.

β) Όταν πρόκειται για μερίσματα με την έννοια της παραγράφου 3 του άρθρου 10, που καταβάλλονται από εταιρία που είναι κάτοικος Βελγίου σε μια εταιρεία η οποία είναι κάτοικος Ελλάδας και η οποία συμμετέχει με ποσοστό τουλάχιστον 25% στο κεφάλαιο της εταιρίας που καταβάλλει τα μερίσματα, η ΕλλΛδα παρέχει πέραν της προβλεπόμενης στα εδάφιο (α) έκπτωσης, έκπτωση του τμήματος του βελγικού φόρου που έχει καταβληθεί από τη διανέμουσα εταιρεία, το οποίο αντιστοιχεί στα κέρδη από τα οποία έχουν καταβληθεί τα μερίσματα.

2. Όσον αφορά στο Βέλγιο η διπλή φορολογία αποφεύγεται ως εξής:

α) Εάν κάτοικος του Βελγίου αποκτά εισοδήματα που φορολογούνται στην Ελλάδα σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης, με εξαίρεση εκείνες των άρθρων 10 παρ. 2, 11 παρ. 2, 7 και 8 και 12 παρ. 2, 6 και 7, το Βέλγιο εξαιρεί από τη φορολογία αυτά το. εισοδήματα" αλλά μπορεί κατά τον υπολογισμό των φόρων του στα υπό?<οιπα εισοδήματα αυτού του κατοίκου να εφαρμόσει το συντελεστή του φόρου που θα εφαρμοζόταν αν τα εν λόγω εισοδήματα δεν είχαν εξαιρεθεί από τη φορολογία.

β) Με την επιφύλαξη των διατάξεων της βελγικής νομοθεσίας σχετικά με τον συμψηφισμό με το βελγικό φόρο, των φόρων που καταβλήθηκαν στην αλλοδαπή, όπου ένας κάτοικος του Βελγίου αποκτά εισοδήματα τα οποία περιλαμβάνονται στο συνολικό εισόδημα του που υπόκεινται σε φορολογία στο Βέλγιο και συνίστανται από μερίσματα τα οποία φορολογούνται σύμφωνα με την παραγρ. 2 του άρθρου ΙΟ και δεν απαλλάσσονται από το Βελγικό φόρο σύμφωνα με το κατωτέρω εδάφιο (γ), από τόκους που φορολογούνται σύμφωνα με τις

'{ παραγράφους 2, 7 ή 8 του άρθρου 11 ή από δικαιώματα που φορολογούνται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 6 ή 7 του άρθρου 12, ο ελληνικός φόρος που έχει καταβληθεί για αυτά τα εισοδήματα συμψηφίζεται με τον βελγικό φόρο που αντιστοιχεί στα παραπάνω εισοδήματα.

γ) Τα μερίσματα κατά την έννοια της παραγράφου 3 τον όρθρου 10, τα οποία μια εταιρεία, κάτοικος Βελγίου, λαμβάνει από μία εταιρία κάτοικο Ελλάδας απαλλάσσονται από το φόρο εταιριών στο Βέλγιο υπό τις προϋποθέσεις και περιορισμούς που προβλέπονται από την βελγική νομοθεσία.

δ) Όταν, σύμφωνα με τη βελγική νομοθεσία ζημίες οι οποίες προέρχονται από επιχείρηση που ασκείται από κάτοικο Βελγίου μέσα στα πλαίσια μιας μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται στην Ελλάδα έ:χουν πραγματικά εκπέσει από τα κέρδη αυτής της επιχείρησης κατά τη φορολόγησή τους στο Βέλγιο, η απαλλαγή που προβλέπεται στο εδάφιο (α) δεν εφαρμόζεται στο Βέλγιο, όσον αφορά στα κέρδη άλλων φορολογικών χρήσεων, τα οποία ανήκουν σ' αυτή την μόνιμη εγκατάσταση, στο βαθμό που τα κέρδη αυτά έχουν επίσης εξαιρεθεί της ελληνικής φορολογίας, λόγω συμψηφισμού τους με τις προαναφερόμενες ζημιές. ·

ΦΕΚ 266

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑ ΤΑΞΕΙΣ ΑΡΘΡΟ 23

ΜΗ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ

1. Οι υπήκοοι ενός συμβαλλόμενου Κράτους δεν υπόκεινται στο άλλο συμβαλλόμενο

Κράτος σε φορολογία ή άλλη σχετική με αυτή επιβάρυνση, διαφορετική η επαχθέστερη από εκείνη στην οποία υπόκεινται ή μπορεί να υπαχθούν οι υπήκοοι αυτού του άλλου Κράτους, οι οποίοι βρίσκονται κάτω από τις αυτές συνθήκες όσον αφορά την κατοικία. Η διάταξη αυτή, εφαρμόζεται επίσης, ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 1, σε πρόσωπα που δεν είναι κάτοικοι του ενός ή και των δύο συμβαλλομένων Κρατών.

2. Οι απάτριδες που είναι κάτοικοι ενός συμβαλλόμενου Κράτους δεν υπόκεινται σε κανένα από τα συμβαλλόμενα Κράτη σε φορολογία ή άλλη σχετική με αυτήν επιβάρυνση διαφορετική ή επαχθέστερη από εκείνη στην οποία υπόκεινται ή μπορεί να υπαχθούν οι υπήκοοι του οικείου Κράτους οι οποίοι βρίσκονται κάτω από τις αυτές συνθήκες.

3. Η φορολογία που επιβάλλεται σε μόνιμη εγκατάσταση, την οποία επιχείρηση ενός συμβαλλόμενου Κράτους διατηρεί στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος, δεν θα είναι λιγότερο ευνοϊκή στο άλλο κράτος από τη φορολογία που επιβάλλεται στις επιχειρήσεις αυτού του άλλου Κράτους, που ασκούν την ίδια δραστηριότητα.

Η παρούσα διάταξη δεν μπορεί να ερμηνευτεί ότι υποχρεώνει ένα συμβαλλόμενο Κράτος να χορηγεί στους κατοίκους του άλλον συμβαλλόμενου Κράτους, προσωπικές εκπτώσεις, απαλλαγές και φορολογικές μειώσεις λόγω της προσωπικής τους κατάστασης ή των οικογενειακών υποχρεώσεων τους, τις οποίες χορηγεί στους δικούς του κατοίκους.

4. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 9, της παραγράφου 7 του άρθρον II ή της παραγράφου 6 του άρθρου 12, οι τόκοι, τα δικαιώματα και άλλες δαπάνες καταβαλλόμενες από επιχείρηση ενός συμβαλλόμενου Κράτους, σε κάτοικο χοη-όλ^ου συμβαλλόμενου Κράτους εκπίπτονται για τον καθορισμό των φορυλογητέω\Ικιρδ^ρφ^

εν λόγω επιχείρησης, εκπίπτονται υπό νπό τις αυτές προϋποθέσεις, ως εάν να είχαν καταβληθεί σε κάτοικο του πρώτου Κράτους.

5. Οι επιχειρήσεις ενός συμβαλλόμενου Κράτους, των οποίων το κεφάλαιο, εν άλω ή εν μέρει, άμεσα η έμμεσα, ανήκει ή ελέγχεται από έναν ή περισσοτέρους κατοίκους του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους, δεν υπόκεηπαι στο πρώτο Κράτος σε οποιαδήποτε φορολογία ή άλλη σχετική"με αυτήν επιβάρυνση, διαφορετική ή επαχθέστερη από εκείνη στην οποία υπόκεινται ή μπορεί να υπαχθούν άλλες παρόμοιες επιχειρήσεις του πρώτου Κράτους.

6. Καμία διάταξη του παρόντος άρθρου δεν μπορεί να ερμηνευθεί ότι εμποδίζει ένα συμβαλλόμενο Κράτος:

α) να εφαρμόσει συντελεστή φορολογίας που προβλέπεται από τη νομοθεσία του, στα κέρδη μόνιμου εγκατάστασης την οποία διατηρεί σ' αυτό το Κράτος μια εταιρεία, κάτοικος του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους, υπό την προϋπόθεση ότι ο προαναφερόμενος συντελεστής δεν υπερβαίνει τον ανώτατο εφαρμοζόμενο συντελεστή στα κέρδη των εταιρειών που είναι κάτοικοι του πρώτου συμβαλλόμενου Κράτους, β) να επιβάλλει παρακράτηση φόρου στην πηγή επί μερισμάτων προερχόμενων από μια συμμετοχή ουσιαστικά συνδεδεμένη με μόνιμη εγκατάσταση την οποία διατηρεί σ' αυτό το Κράτος εταιρεία που είναι κάτοικος του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους. 7. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται, ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 2, στους φόρους οιασδήποτε μορφής ή ονομασίας.

ΑΡΘΡΟ 24

Αϊ Α ΔΙΚΑ ΣΙΑ Α Μ ΟΙ Β Α ΙΟΥΛΙΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ Υ

1. Όταν ένα πρόσωπο θεωρεί ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί από ένα ή και από τα δύο συμβαλλόμενα Κράτη έχουν ή θα έχουν ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας που δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης, μπορεί, ανεξάρτητα από τα μέσα προσφυγής που προβλέπονται από την εσωτερική νομοθεσία των Κρατών αυτών, να υποβάλλει την υπόθεση του στην αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου Κράτους του οποίου είναι κάτοικος ή, αν η περίπτωση του εμπίπτει στις διατάξεις της παραγρ. I του άρθρου 23, στην αρμόδια αρχή του Κράτους του οποίου έ.χει την υττηκοότητα. Η υπόθεση πρέπει να υποβληθεί εντός περιόδου δύο (2) ετών από την πρώτη κοινοποίηση της πράξης καταλογισμού του φόρου, η επιβολή του οποίου δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Σύμβασης.

2. Η αρμόδια αρχή, προσπαθεί, αν η ένσταση κριθεί βάσιμη και αν δεν μπορεί να δώσει μια ικανοποιητική λύση η ίδια, να επιλύσει τη διαφορά με αμοιβαία συμφωνία με την αρμόδια αρχή του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους, με- σκοπό την αποφυγή της φορολογίας που δεν είναι σύμφωνη με τη Σύμβαση.

3. Οι αρμόδιες αρχές των συμβαλλομένων Κρατών, προσπαθούν με αμοιβαία συμφωνία, να άρουν τις δυσκολίες, ή να εξαλείψουν τις αμφιβολίες οι οποίες ανακύπτουν από την

ερμηνεία ή την εφαρμογή της Σύμβασης.

4. Οι αρμόδιες αρχές των συμβαλλομένων Κρατών συμφωνούν στο θέμα των απαραίτητων

διοικητικών μέτρων για την εφαρμογή των διατάξεων της Σύμβασης και ιδίως στο θέμα των δικαιοΑ.ογητικών που πρέπει να προσκομίζουν οι κάτοικοι εκάστου συμβαλλόμενου Κράτους για να τύχουν, στο άλλο Κράτος, των φορολογικών απαλλαγών και των εκτττώσεων που προβλέπει η Σύμβαση αυτή.

5. Οι αρμόδιες αρχές των συμβαλλομένων Κρατών επικοινωνούν άμεσα μεταξύ τους για την εφαρμογή της Σύμβασης.

ΑΡΘΡΟ 25 ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

1. Οι αρμόδιες αρχές των συμβαλλόμενων Κρατών ανταλλάσσουν τις αναγκαίες πληροφορίες για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της Σύμβασης ή της εσωτερικής νομοθεσίας των συμβαλλομένων Κρατών σχετικά με τους φόρους που προβλέπονται από τη Σύμβαση στο βαθμό που η φορολογία που προβλέπεται με αυτήν δεν είναι αντίθετη με τη Σύμβαση.

Η ανταλλαγή πληροφοριών δεν περιορίζεται από το άρθρο 1. Οι πληροφορίες, που λαμβάνονται από ένα συμβαλλόμενο Κράτος θεωρούνται απόρρητες κατά τον ίδιο τρόπο όπως οι πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία αυτού του Κράτους και αποκαλύπτονται μόνο σε πρόσωπα ή αρχές (περιλαμβανομένων των δικαστηρίων και των διοικητικών οργάνων), τα οποία σχετίζονται με την βεβαίωση ή την είσπραξη, την αναγκαστική εκτέλεση ή δίωξη ή την εκδίκαση προσφυγών αναφορικά με τους φόρους που προβλέπονται από τη Σύμβαση. Τα πρόσωπα αυτά ή οι αρχές αυτές χρησιμοποιούν αυτές τις πληροφορίες μόνο γι' αυτούς τους ως άνω σκοπούς.

Μπορούν επίσης να αποκαλύπτουν αυτές τις πληροφορίες αυτές κατά την έπ' ακροατηρίων διαδικασία ή σε. δικαστικές αποφάσεις.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να ερμηνευθούν ότι επιβάλλουν σε ένα συμβαλλόμενο Κράτος την υποχρέωση:

να λαμβάνει διοικητικά μέρα που αντίκεινται στην νομοθεσία του, στη διοικητική του πρακτική ή σε εκείνες του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους.

να παρέχει πληροφορίες οι οποίες δεν θα μπορούσαν να ληφθούν βάσει της νομοθεσίας του ή στα πλαίσια της διοικητικής του πρακτικής του ιδίου ή του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους. "

ι

να παρέχει πληροφορίες που θα απεκάλυπταν ένα εμπορικό, βιομηχανικό, επαγγελματικό απόρρητο ή μέθοδο εμπορική ή πληροφορίες των^θζόΐων^η^ κοινοποίηση θα αντέκειτο προς τη δημόσια τάξη.

ΑΡΘΡΟ 26

ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΒΟΗΘΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗ

1. Τα συμβαλλόμενα Κράτη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να παρέχουν αμοιβαία βοήθεια και υποστήριξη με κύριο σκοπό την κοινοποίηση και την είσπραξη των φόρων που αναφέρονται στο άρθρο 2 ως και πρόσθετων φόρων, προσαυξήσεων, τόκων, εξόδων και προστίμων μη ποινικού χαρακτήρα.

2. Κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής ενός συμβαλλόμενου Κράτους, η αρμόδια αρχή του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους εγγυάται, σύμφωνα με τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που ισχύουν για την κοινοποίηση και είσπραξη των φόρων αυτού του τελευταίου Κράτους, την κοινοποίηση και την είσπραξη των φορολογικών απαιτήσεων που προβλέπονται στη παράγραφο 1 και είναι απαιτητές στο πρώτο Κράτος. Οι αυτές απαιτήσεις δεν απολαμβάνουν ουδενός προνομίου εντός του οικείου για την είσπραξη Κράτους και το Κράτος δεν είναι υποχρεωμένο να εφαρμόσει μέσα εκτέλεσης τα οποία δεν επιτρέπονται σύμφωνα με τις είναι σύμφωνα με τις νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις του αιτούντος Κράτους.

α) β)

y)

3. Στις προβ?χπόμενες στη παρ. 2 αιτήσεις επισυνάπτεται προς υποστήριξή τους επίσημο αντίγραφο των εκτελεστών τίτλων συνοδευόμενων, εφόσον είναι αναγκαίο, από ένα επίσημο αντίγραφο τελεσίδικων διοικητικών ή δικαστικών αποφάσεων.

4. Όσον αφορά στις φορολογικές απαιτήσεις οι οποίες δύνανται να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής, η αρμόδια αρχή ενός συμβαλλόμενου Κράτους, μπορεί για την εξασφάλιση των δικαιωμάτων της, να ζητήσει από την αρμόδια αρχή του άλλου συμβαλλόμενου Κράτους να λάβει τα προβλεπόμενα από την νομοθεσία του συντηρητικά μέτρα. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 3 εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών (MUTA TIS MUTANDIS) στα μέτρα αυτά.

5. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 25 εφαρμόζονται επίσης για κάθε πληροφορία περιερχόμενοι κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, σε γν(Όση της αρμόδιας αρχής του ενός συμβαλλόμενου Κράτους.

ΑΡΘΡΟ 27

ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

L Οι διατάξεις της παρούσας Σύμβασης δεν περιορίζουν τα δικαιώματα και τα πλεονεκτήματα τα οποία χορηγούνται σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός συμβαλλόμενου Κράτους όσον αφορά στους φόρους που αναφέρονται στο άρθρο 2.

2. Οι διατάξεις της Σύμβασης δεν επηρεάζουν τα φορολογικά προνόμια που απολαμβάνουν τα μέλη των διπλωματικών ή προξενικών αποστολών, τα οποία παρέχονται είτε με γενικούς κανόνες -του διεθνούς δικαίου είτε με διατάξεις ειδικών συμφωνιών.

ΑΡΘΡΟ 28 ΘΕΣΗ ΣΕ ΙΣΧΥ

1. Η παρούσα Σύμβαση Θα κυρωθεί και οι τίτλοι επικύρωσης θα ανταλλαγούν εις Βρυξέλλες το ταχύτερο δυνατό.

2. Η Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ την 15η ημέρα από την ημερομηνία ανταλλαγής των τίτλων επικύρωσης και οι διατάξεις της θα έχουν εφαρμογή:

α) όσον αφορά τους παρακρατούμενους στην πιτγή φόρους, για εισοδήματα που αποκτήθηκαν ή καταβλήθηκαν από την 1η Ιανουαρίου 2005

β) όσον αφορά τους άλλους φόρους επιβαλλόμενους σε εισοδήματα των φορολογικών χρήσεων 2004 που λήγουν την 31η Δεκεμβρίου 2004 και μετά την ημερομηνία αυτού.

3. Οι διατάξεις της Σύμβασης μεταξύ Ελλάδας και Βελγίου για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και τη ρύθμιση ορισμένων άλλων θεμάτων σχετικών με τη φορολογία εισοδήματος και του Τελικού Πρωτοκόλλου που υπογράφηκαν στην Αθήνα, την 24η Μαΐου 1968, θα παύσουν να ισχύουν για κάθε ελληνικό ή βελγικό φόρο, για τους οποίους η παρούσα Σύμβαση παράγει τα έννομα αποτελέσματα σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2. '

4. Λαμβάνοντας υπόψη την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Σύμβασης και κατά το χρόνο παραμονής της σε ισχύ, οι διατάξεις της Συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Βελγίου για τη αμοιβαία φορολογική απαλλαγή των κερδών που πραγματοποιούνται από επιχειρήσεις θαλάσσιας ή εναέριας μεταφοράς στις διεθνείς μεταφορές που έχει συμφωνηθεί με ανταλλαγή επιστολών στην Αθήνα, 15 και 23 Ιουνίου 1954, θα παύσουν να εφαρμόζονται.

ΑΡΘΡΟ 29 ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ

Η παρούσα Σύμβαση Οα παραμείνει σε ισχύ εφόσον δεν καταγγελθεί από ένα συμβαλλόμενο Κράτος, αλλά, κάθε ένα από τα συμβαλλόμενα Κράτη θα μπορεί, μέχρι την 30 Ιουνίου περιλαμβανομένου κάθε έτους μετά τον πέμπτο χρόνο και ακολουθεί εκείνο της ανταλλαγής των τίτλων κύρωσης να την καταγγείλει, εγγράφως και δια της διπλωματικής οδού, στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος. Σε περίπτωση καταγγελίας πριν από την 1η Ιουλίου ως ανωτέρω έτους η Σύμβαση θα εφαρμοσθεί για τελευταία φορά:

α) όσον αφορά τους παρακρατούμενους στην πηγή φόρους σε εισοδήματα που αποκτήθηκαν ή καταβλήθηκαν το αργότερο μέχρι την 31 Δεκεμβρίου του έτους της καταγγελίας.

β) όσον αφορά τους λοιπούς φόρους επιβαλλόμενους σε εισοδήματα των φορολογικών περιόδων που λήγουν πριν από την 31 Δεκεμβρίου του έτους εκείνου, εντός του οποίου έγινε η καταγγελία της Σύμβασης. Σε επιβεβαίωση των ανωτέρω, οι κατωτέρω υπογράφοντες, νόμιμα εξουσιοδοτούμενοι γι' αυτό ακό τις αντίστοιχες Κυβερνήσεις τους, υπέγραψαν την παρούσα Σύμβαση.

Έγινε στην ΑΘΗΝΑ την 2.5'' Μαΐου 2004 σε δύο πρωτότυπα, στην ελληνική, γαλλική και φλαμανδική γλώσσα και τα τρία κείμενα είναι εξ ίσου αυθεντικά.

Σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ των κειμένων θα υπερισχύει το γαλλικό κείμενο.

DESIREUX cle conclure une Convention tendani a eviter les doubles impositions et a prevcnir Vevasion fisccde en matiere d'impots sur le revenu, sont convenus des dispositions suivantes :

ΦΕΚ 266

CHAPITREI CHAMP D 'APPLICA TION DE LA CONVENTION

Article 1 Personnes visees

La presente Convention s'applique aux personnes qui sont des residents d'un Etat contractant ou des deux Etats contractants.

Article 2 Impots vises

1. La presente Convention s'applique aux impots sur le revenu pe^us pour le coinpte d'un Etat contractant, de ses subdivisions politiques ou de ses collectivites locales, quel que soit le systeme de perception.

2. Sont consideres comma impots sur le revenu les impots pergus sur le revenu total ou sur des elements du revenu y compris les impots sur les gains provenant de l'alienation de biens mobiliers ou immobiliers, ainsi que les impots sur les plus-values.

3. Les impots actuels auxquels s'applique la Convention sont notamment

a) en ce qui conceme la Grace :

1° Timpot sur le revenu des personnes physiques ; 2° Vimpot sur le revenu des personnes morales,

y compris les precomptes et retenues a la source ainsi que les impots additionnels auxdits impots,

(ci-apres denommes "Vimpot grec").a)

b) en ce qui conceme la Belgiqtte :

]° Timpot des personnes physiques ; 2° Timpot des societes ;

3° Timpot des personnes morales ; 4a Timpot des non-residents ;

5° la cotisation speciale assimilee a Timpot des personnes physiques ;

6° la contribution complementaire de crise,

:' y compris les precomptes, les centimes additionnels auxdits

impots et precomptes ainsi que les taxes additionnelles a Timpot des personnes physiques,

(ci-apres denommes "Timpot beige") ; V

4. La Convention s'applique aussi aux impots de nature identique ou analogue qui seraient etablis apres la date de signature de la Convention et qui s'ajouteraient aux impots actuels ou qui les remplaceraient. Les autorites competentes des Etats contractants se communiquent les modifications importantes apportees a leurs legislations fiscales respectives.

CHAPITREII DEFINITIONS

Article 3

V Definitions generates

une interpretation differente :

a) les expressions "tin Etat contractant" et "I'autre Etat contractant" designent, suivant le contexte, la Grece ou la Belgique;

b) 1° le terme "Grece" designe la Republique Hellenique ;

employe dans un sens geographique, il designe le t err it ο ire national, y compris la mer territoriale, ainsi que les mitres zones maritimes sur lesquelles, conformement ou droit international, la Grece exerce des droits de souverainete ou sa juridiction ;

2° le terme "Belgique" designe le Royaume de Belgique ; employe dans un sens geographique, il designe le territoire national, y compris la mer territoriale, ainsi que les autres zones maritimes sur lesquelles, conformement an droit international, la Belgique exerce des droits de souverainete ou sa juridiction.

c) le terme "personne" comprend les personnes physiques, les societes et tous autres groupements de personnes ;

d) le terme "sociele" designe toute personne morale ou toule entile qui est consideree comme une personne morale aux fins d'imposition dans I'Etat donl elle est un resident;

e) les expressions "entreprise d'un Etat contractant" et "entreprise de I'autre Etat contractant" designent respectivement une entreprise exploitee par un resident d'un Etat contractant et une entreprise exploitee par un resident de I'autre Etat contractant;

β le terme "nationaux" designe :

I ° toutes les personnes physiques qui possedent la nationalite d'un Etat contractant;

2° toutes les personnes morales, societes de personnes et associations constituees conformement a la legislation en vigueur dans un Etat contractant;

g) Τ expression "trafic international" designe tout transport effectue par un navire immatricute dans, ou muni de lettres de mer par, un Etat contractant ou effectue par un aeronef explode par une entreprise qui a son siege de direction effective dans un Etat contractant, sauf lorsque le navire ou Taeronef n'est explode qu'entre des points situes dans I'autre Etat contractant ;

h) {'expression "autorite competente" designe, en ce qui conceme la Belgique ou la Grece, le Ministre des Finances ou son representant autorise.

2. Pour Tapplication de la Convention par un Etat contractant, toute expression qui n'y est pas definie a le sens que lui attribue le droit de cet Etat concernant les impots auxquels s'applique la Convention, a mains que le contexte n'exige une interpretation differente. [.'expression "droit de cet Etat" designe prioritairement le droit fiscal de cet Etat.

Article 4 Resident

1. Au sens de la presente Convention, {'expression "resident d'un Etat contractant" designe toute personne qui, en vertu de la legislation de cet Etat, est assujettie a Vimpot dans cet Etat, en raison de son domicile, de sa residence, de son siege de direction ou de tout autre critere de nature analogue. Toutefois, cette expression ne comprend pas les personnes qui ne sont assujetties a Vimpot dans cet Etat que pour les revenus de sources situees dans cet Etat.

2. Lorsque, selon les dispositions du paragraphe ler, une personne ■physique est un resident des deux Etats contractants, sa situation est

reglee de la maniere suivante :

a) cette personne est consideree comtne un resident de VEtat ou elle dispose d'un foyer d'habitation permanent ; si elle dispose d'un foyer d'habitation permanent dans les deux Etats, elle est consideree comme un resident de VEtat avec lequel ses liens personnels et economiques sont les plus etroits (centre des interets vitaux) ;

b) si VEtat oil cette personne a le centre de ses interets vitaux ne pent pas elre determine, ou si elle ne dispose d'un foyer d'habitation permanent dans aucun des Etats, elle est consideree comme un resident de VEtat ou elle sejourne de faqon habituelle

, „,,,,„.„..,,,„,«„,.,,-..„,,,.,,

Etats ou si elle ne sejourne de fac-on habituelle dans aucun d'eux, elle est consideree comme un resident de VEtat dont elle possede la nationalite ;

d) si cette personne possede la nationalite des deux Etats ou si elle ne possede la nationalite d'aucun d'eux, les autorites competentes des Etats contractants tranchent la question d'un commun accord.

3. Lorsque, selon les dispositions du paragraphe ler, une personne autre qu'une personne physique est un resident des deux Etats contractants, elle est consideree comme un resident de VEtat ou son siege de-direction effective est situe.

Article 5 Etablissement stable

1. Au sens de la presente Convention, I'expression "etablissement stable" designe une installation fixe d'affaires par Vintermediate de laquelle une entreprise exerce tout ou partie de son activite.

2. L'expression "etablissement stable" comprend notamment:

a)

un siege de direction ;

b)

une succursale;

c)

un bureau;

d)

une usins;

e)

un atelier; et

f) <

une m ine, un ρ uits dep etrole ou de gaz, une c arriere ο u tout

autre lieu d'extraction de ressources naturelles.

3. Un chantier de construction ou de montage ne constitue un etablissement stable que si sa duree depasse neuf mois.

4. Nonobstant les dispositions precedentes du present article, on considere qu'il n'y a pas "etablissement stable"si:

a) il est fait usage d'installations aux seules fins de stockage, d'exposition ou de livraison de marchandises appartenant a ['entreprise;

b) des marchandises appartenant a I'entreprise sont entreposees aux seules fins de stockage, d'exposition ou de livraison ;

c) des marchandises a-partenant a I'entreprise sont entreposees aux seules fins de transformation par une autre entreprise ;

*.

d) une installation fixe d'affaires est utilisee aux seules fins d'acheter des marchandises ou de reunir des informations, pour I'entreprise ;

e) une installation fixe d'affaires est utilisee aux seules fins d'exercer, pour I'entreprise, toute autre activite de caractere preparatoire ou auxdiaire ;

β une installation fixe d'affaires est utilisee aux seules fins de I'exercice cumuli d'activites mentionnees aux alineas a) a e), a condition que I'activite d'ensemble de Vinstallation fixe d'affaires resultant de ce cumul garde un caractere preparatoire ou auxdiaire.

5. Nonobstant les dispositions des paragraphes ler et 2, lorsqu'une personne -autre qu'un agent jouissant d'un statut independant auquel s 'applique le ρ aragraphe 6 - a git ρ our le c ompte d 'une e ntreprise et dispose dans un Etat contractant de pouvoirs qu'elle y exerce habituellement lui permettant de conclure des contrats au nom de I'entreprise, cette entreprise est consideree comme ayant un etablissement stable dans cet Etat pour toutes les activites que cette personne exerce pour I'entreprise, a moins que les activites de cette personne ne soient limitees a celles qui sont mentionnees au paragraphe 4 et qui, si elles etaient exercees par I'intermediaire d'une installation fixe d'affaires, ne permettraient pas de considerer cette installation comme un etablissement stable.selon les dispositions de ce paragraphe.

6. Une entreprise n'est pas consideree comme ayant un etablissement stable dans un Etat contractant du seul fait qu'elle y exerce son activite par I'entremise d'un courtier, d'un comrnissionnairc general ou de tout autre agent jouissant d'un statut independant, a condition que ces personnes agissent dans le cadre ordinaire de leur activite.

7. Un resident d'un Etat contractant exerqant pendant plus de deux mois des activites liees a I'exploration ou a Vexploitation du lit de la mer et de son sous-sol, ainsi que de leurs ressources naturelles, sillies dans I'autre Etat contractant est considere comme exerqant ces activites par I'intermediaire d'un etablissement stable ou d'une base fixe situe dans cet autre Etat.

8. Le fait qu'une societe qui est un resident d'un Etat contractant controle ou est controlee ρζΐ>'. une societe qui est un resident de I'autre Etat contracianl ou qui y' exerce son activite (que ce soit par I'intermediaire d'un etablissement stable ou non) ne suffit pas, en lui-meme, a faire de Tune quelconque de ces societes un etablissement stable de I'autre.

CHAPITRE III IMPOSITION DES RE VENUS

Article 6 Revemts immobiliers

1. Les revemts qu'utt resident d'un Etat contractant tire de biens immobiliers (y compris les revenus des exploitations agricoles ou forestieres) situes dans I'autre Etat contractant, sont imposables dans cet autre Etat.

2. Vexpression "biens immobiliers" a le sens que lui attribue le droit de VEtat contractant ou les biens consideres sont situes. L'expression comprend en tons cas les accessoires, le cheptel mort ou vif des exploitations agricoles et forestieres, les droits auxquels s'appliquent les dispositions du droit prive concernant la propriete fonciere, Vusufruit des biens immobiliers et les droits a des paiements variables ou fixes pour Vexploitation ou la concession de Vexploitation de gisements miner aux, sources et autres ressources naturelles ; les navires, bateaux et aeronefs ne sont pas consideres comme des biens immobiliers.

3. Les dispositions du paragraphe ler s'appliquent aux revenus provenant de Texploitation ou de la jouissance directes, de la location ou de Voffermage, ainsi que de toute autre forme d'exploitation de biens immobiliers.

4. Les dispositions des paragraphes ler et 3 s'appliquent egalement aux revenus provenant des biens immobiliers d'une entreprise ainsi qu'aux revenus des biens immobiliers servant a Vexercice d'une profession independante.

Article 7 Benefices des entreprises

1. Les benefices d'une entreprise d'un Etat contractant ne sont imposables que dans cet Etat, a moins que I'entreprise n'exerce son activite dans I'autre Etat contractant par I'intermediaire d'un etablissement stable qui y est situe. Si I'entreprise exerce son activite d'une telle facon, les b enefices del 'entreprise s ont i mposables d ans I'autre Etat mais uniquement dans la mesure ou Us sont imputables a cet etablissement stable,

2. Sous reserve des dispositions du paragraphe 3, lorsqu'une entreprise d'un Etat contractant exerce son activite dans I'autre Etat contractant par i'intermediaire d'un etablissement stable qui y est situe, il est impute, dans chaque Etat contractant, a cet etablissement stable les benefices qu'il aurait pu realiser s'il avait constitue une entreprise distincte exercant des activites identiques ou analogues dans des conditions identiques ou analogues et agissant en toute independance.

3. Pour determiner les benefices d'un etablissement stable, sont admises en deduction les depenses exposees aux fins poursuivies par cet etablissement stable, y compris les depenses de direction et les frais generaux d'administration ainsi exposes, soit dans VEtat ou est situe cet etablissement stable, soit ailleurs.

4. S'il est d'usage, dans un Etat contractant, de determiner les benefices imputables a un etablissement stable sur la base d'une repartition des benefices totaux de I'entreprise entre ses diverses parties, aucune disposition du paragraphe 2 n'empeche cet Etat contractant de determiner les benefices imposables selon la repartition en usage ; la methode de repartition adoptee doit cependant etre telle que le resultat obtenu soil conforme aux principes contenus dans le present article.

5. Aucun benefice n'est impute a un etablissement stable du fait qu'il a simplement achete des marchandises pour I'entreprise.

6. Aux fins des paragraphes precedents, les benefices a imputer a Vetablissenient stable sont determines chaque annee selon la tneme methode, a moins qu'il n'existe des motifs valables et suffisants de proceder autremeift.

ΦΕΚ 266

Lorsque les benefices comprennent des elements de revenu trades separement dans d'autres articles de la presente Convention, les dispositions de ces articles ne sont pas affectees par les dispositions du present article.

Article 8

I*

t Navigation maritime et aerienne

1. Par derogation aux dispositions de I'article 7, paragraphes I a 6 :

a) les benefices provenant de Vexploitation, en trafic international, de navires immatricules dans, ou munis de lettres de mer par, un Etat contractant ne sont imposables que dans cet Etat;

b) les benefices provenant de Vexploitation,.en trafic international, d'aeronefs ne sont imposables que dans VEtat contractant ou le siege de direction effective de I'entreprise est situe.

2. Aux fins du present article, les benefices provenant de Vexploitation, en trafic international, de navires ou aeronefs comprennent notamment les benefices provenant de la location de navires ou aeronefs lout armes et equipes qui sont explodes en trafic international.

Les dispositions des paragraphes precedents s'appliquent aussi aux benefices provenant de la participation a un pool, une exploitation en commun ou un organisme international d'exploitation.

Article 9

Lorsque

a) une entreprise d'un Etat contractant participe directement ou indirectement a la direction, au controle ou au capital d'une entreprise de I'autre Etat contractant,

ou

, '· b) que les mimes personnes participent directement ou indirectement a la direction, au controle ou au capital d'une entreprise d'un Etat contractant et d'une entreprise de I'autre Etat contractant,

et que,

dans Vun et I'autre cas, les deux entreprises sont, dans leurs relations commerciales ou financieres, liees par des conditions convenues ou imposees, qui different de celles qui seraient convenues entre des entreprises independantes, les benefices qui, sans ces conditions, auraient ete realises par I'une des entreprises mats n'ont pu I'etre en fait a cause de ces conditions, peuvent etre inclus dans les benefices de cette entreprise et imposes en consequence.

Article 10 Dividendes

1. Les dividendes payes par une societe qui est un resident d'un Etat contractant a un resident de I'autre Etat contractant sont imposables dans cet autre Etat.

2. Toutefois, . ces dividendes sont aussi imposables dans VEtat contractant dont la societe qui paie les dividendes est un resident, et selon la legislation de cet Etat, mats si le beneficiaire effectif des dividendes est un resident de I'autre Etat contractant, Vimpot ainsi etabli nepeut exceder :

a) 5 pour cent du montant brut des dividendes si le beneficiaire effectif est une societe qui detient directement ou indirectement au moins 25 pour cent du capital de la societe qui paie les dividendes;

b) 15 pour cent du montant brut des dividendes dans tous les autres cas.

Le present paragraphe n'affecte pas Vimposition de la societe distributrice au litre des benefices qui servent au paiement des dividendes.

3. Le terme "dividendes" employe dans le present article designe les revenus provenant d'actions, actions ou bons de jouissance, parts de mine, parts de fondateur ou autres parts beneficiaires a Vexception des creances, ainsi que les revenus -mime attribues sous la forme d'interets- sounds au meme regime fiscal que les revenus d'actions par

. la legislation de VEtat dont la societe debitrice est un resident.

4. Les dispositions des paragraphes ler et 2 ne s'appliquent pas lorsque le beneficiaire effectif des dividendes, resident d'un Etat contractant, exerce dans I'autre Etat contractant dont la societe qui paie les dividendes est un resident, soit une activite industrielle ou commerciale par I'intermediaire d'un etablissement stable qui y est situe, soit une profession independante au moyen d'une base fixe qui y est situce, et que la participation generatrice des dividendes s'y rattache effectivement. Dans ce cas, les dispositions de {'article 7 ou de ['article 14, suivnnt les cas, sont applicables.

5. Lorsqu'unc soc'cte qui > st an resident d'un Etat contractant tire p^es" benefices or des revenus de I'autre Etat contractant; cet autre E-iatsrig.

peut ρ ercevoir a ucun i mpot s ur les d ividendes ρ ayes par la societe, saufdans la mesure ou ces dividendes sont payes a un resident de cet autre Etat ou dans la mesure ou la participation generatrice des dividendes se rattache effectivement a un etablissement stable ou a une base fixe situes dans cet autre Etat, ni prelever aucun impot, au titre de Vimposition des benefices non distribues, sur les benefices non distribues de la societe, meme si les dividendes payes ou les benefices non distribues consistent en tout ou en partie en benefices ou revenus provenant de cet autre Etat.

Article II Interets

1., Les interets provenant d'un Etat contractant et payes a un resident de I'autre Etat contractant sont imposables dans cet autre Etat.

2. Toutefois, ces interets sont aussi imposables dans I 'Etat contractant d'oit Us proviennent et selon la legislation de cet Etat, mais si le beneficiaire effectif des interets est. un resident de I'autre Etat contractant, Timpot ainsi etabli ne peut exceder: '

a) 5 pour cent du montant brut des interets de prets de n'importe quelle nature non representes par des titres au porteur et consentis par des entreprises bancaires ;

b) 10 pour cent du montant brut des interets dans tous les autres

cas.

3. Nonobstant les dispositions du paragraphe 2, les interets sont exemptes d'impot dans Τ Etat contractant d'ou Us proviennent lorsqu'il s'agit d'interets payes a I'autre Etat contractant, a une subdivision politique ou collectivite locale de cet Etat, ainsi qu'a la Banque Centrale de Gi ece.

ou a la Banque Nationale de Belgique

4. Le terme "interets" employe dans le present article designe les revenus des creances de toute nature, assorties ou non de garanties hypolhecaires ou d'une clause de participation aux benefices du debiteur, et notamment les revenus des fonds publics et des obligations d'emprunts, y compris les primes et lots attaches a ces titres ; cependant, le terme "interets" ne comprendpas, ausensdu present article, les penalisations pour paiement tardif ni les interets trades comme des dividendes en vertu de Tarticle 10, paragraphe 3.

5. Les dispositions des paragraphes ler et 2 ne s'appliquent pas lorsque le beneficiaire effectif des interets, resident d'un Etat contractant; exerce dans I'autre Etat contractant d'ou proviennent les interets, soit una activite industrieLa ou commerciale par I'intermediaire d'un etablissement stable qui y est situe, soit une profession independante au moyen d'une base fixe qui y est situee, et que la creance generatrice des interets s'y rattache effectivement. Dans ce cas, les dispositions de Tarticle 7 ou de Tarticle 14, suivant les cas, sont applicable^.

6. Les interets sont consideres comme provenant d'un Etat contractant lorsque led ebiteur est cet Ε tat I ui-meme, une s ubdivision politique, une collectivite locate ou uri resident de cet Etat. Toutefois, lorsque le debiteur des interets, qu'il soit ou non un resident d'un Etat contractant, a dans un Etat contractant uh etablissement stable, ou une base fixe, pour lequel la dette donnant lieu au paiement des interets a ete contractee et qui supporte la charge de ces interets, ceux-ci sont consideres comme provenant de VEtat ou Τ etablissement stable, ou la base fixe, est situe.

7. Lorsque, en raison de relations speciales existant entre le debiteur et le beneficiaire effectif ou que Vun et I'autre entretiennent avec de tierces personnes, le montant des interets, compte tenu de la creance pour laquelle Us sont payes, excede celui dont seraient convenus le debiteur et le beneficiaire effectif en I'absence de pareilles relations, les dispositions du present article ne s'appliquent qu'ii ce dernier montant. Dans ce cas, la partie excedentaire des paiements reste imposable, conformement a sa legislation, dans Τ Etat contractant d'ou proviennent les interets.

8. Les reductions d'impois prevues au paragraphe 2 ne s'appliquent pas lorsque la creance donnant lieu au paiement des interets a ete consentie principalemeni pour tirer avantage de ces reductions et non pour des raisons economiques legitimes. Lorsqu'un Etat contractant envisage de refuser le benefice des ditcs reductions a un resident de I'autre Etat contractant, Tautorite competente du premier Etat entre en concertation avec Vautorite competente de I'autre Etat.

Article 12

1. Les redevances provenant d'un Etat contractant et payees -a un resident de I'autre Etat contractant sont imposables dans cet autre Etat.

2. Toutefois, ces redevances sont aussi imposables dans VEtat contractant d'oii elles proviennent et selon la legislation de cet Etat, mais si le beneficiaire effectif des redevances est un resident de {'autre Etat contractant, Vimpot ainsi etabli ne peut exceder 5 pour cent du montant brut des redevances.

3. Le terme "redevances" employe dans le present article designe les remunerations de toute nature payees pour Tusage ou la concession de Tusage d'un droit d'auteur sur une ozuyre litteraire, artistique ou scieniifique, y compris les films cinematographiques et les films, bandes enregistrees ou autres moyens de reproduction ou de transmission pour la radio ou la television, d'un brevet, d'une marque de fabrique ou de commerce, d'un dessin ou d'un modele, d'un plan, d'une formule ou d'un procede secrets, ainsi que pour Tusage ou la concession de Tusage d'un equipement industriel, commercial ou scieniifique et pour des informations ayant trait a une experience acquise dans le domaine industriel, commercial ou scieniifique.

4. Les dispositions des paragraphes ler et 2 ne s'appliquent pas lorsque le beneficiaire effectif des redevances, resident d'un Etat contractant, exerce dans I'autre Etat contractant d'ou proviennent les redevances, soit une activite industrielle ou commerciale par I'intermediaire d'un etablissement stable qui y est situe, soit une profession independante au moyen d'une base fixe qui y est situee, et que le droit ou le bien generateur des redevances s'y rattache effectivement. Dans ce cas, les dispositions de Tarticle 7 ou de Tarticle 14, suivant les cas, sont applicables. ,

5. Les redevances sont considerees comme provenant d'un Etat contractant lorsque le lebiteur est cet Etat lui-meme, une subdivision politique, une collectivite locale ou un resident de cet Etat. Toutefois, lorsque le debiteur des redevances, qu'il soit ou non un resident d'un Etat contractant, a dans un Etat contractant un etablissement stable, ou une base fixe, pour leqttel le contrat donnant lieu au paiement des redevances a ete conclu et qui supporte la charge de ces redevancps'Z

celles-ci sont considerees comme provenant de VEtat ού Vetablissement stable ou la base fixe, est situe.

6. Lorsque, en raison de relations speciales existant entre le debiteur et le beneficiaire effectif ou que Vun et I'autre entretiennent avec de tierces personnes, le montant des redevances, compte tenu de la prestation pour laquelle elles sont payees, excede celui dont seraient convenus le debiteur et le beneficiaire effectif en Vabsence de pareilles relations, les dispositions du present article ne s'appliquent qu'a ce dernier montant. Dans ce cas, la partie excedentaire des ρ aiements reste imposable, conformement a . sa legislation, dans VEtat contractant d'oii proviennent les redevances.

7. La reduction d'impot prevue au paragraphe 2 ne s'applique pas lorsque Vusage du droit ou du bien generateur des redevances a ete concede principalement pour tirer avantage de cette reduction et non pour des raisons economiques legitimes. Lorsqu'un Etat contractant envisage de refuser le benefice de ladite reduction a un resident de I'autre Etat contractant, Vautorite competente du premier Etat entre en concertation avec Vautorite competente de I'autre Etat.

Article 13 Gains en capital

1. Les gains qu'un resident d'un Etat contractant tire de Valienation de biens immobiliers vises a I'article 6 et situes dans I'autre Etat contractant, sont imposables dans cet autre Etat.

2. Les gains provenant de I'alienation de biens mobiliers qui font partie de I'actif d'un etablissement stable qu'une entreprise d'un Etat' contractant a dans I'autre Etat contractant, ou de biens mobiliers qui appartiennent a une base fixe dont un resident d'un Etat contractant dispose dans I'autre Etat contractant pour I'exercice d'une profession independante, y compris de tels gains provenant de I'alienation de cet etablissement stable (seul ou avec I'ensemble de I'entreprise) ou de cette base fixe, sont imposables dans cet autre Etat.

3. Les gains provenant de I'alienation de navires ou aeronefs explodes en trafic international ou de biens mobiliers affectes a Vexploitation de ces navires ou aeronefs, sont imposables de la meme maniere que les benefices provenant de Sexploitation de ces navires ou aeronefs.

4., Les gains provenant de I'alienation de tous biens autres que ceux vises aux paragraphes ler, 2 et 3 ne sont imposables que dans I'Etat contractant dont le cedant est un resident.

Article 14

Professions independantes

1. Les revenus qu'un resident d'un Etat contractant tire d'une profession liberale ou d'autres activites de caractere independant ne sont imposables que dans cet Etat, a moins que ce resident ne dispose de fa$on habituelle dans I'autre Etat contractant d'une base fixe pour I'exercice de ses activites. S'il dispose d'une telle base fixe, les revenus sont imposables dans I'au're Etat mats uniquement dans la mesure ou ds sont Imputables a cette base fixe.

2. L'expression "profession liberale" comvrend notamment les activites independantes d'ordre scientifique, litteraire, artistique, educatif ou pedagogique, ainsi que les activites independantes des medecins, avocats, ingenieurs, architected, dentistes et comptables.

ΦΕΚ 266

Article 15 Professions dependantes

1. Sous resen'e d es d ispositions d es articles 16, 18 et 19, les salaires, traitements et autres remunerations similaires qu'un resident d'un Etat contractant regoit au litre d'un etnploi salarie ne sont imposables que dans cet Etat, a moins que I'emploi ne soit exerce dans I'autre Etat contractant. Si I'emploi y est exerce, les remunerations regues a ce litre sont imposables dans cet autre Etat.

2. ' Nonobstant les dispositions du paragraphe ler, les remunerations

qu'un resident d'un Etat contractant regoit au litre d'un emploi salarie exerce dans I'autre Etat contractant ne sont imposables que dans le premier Etat si :

a) le b eneficiaire s ejourne dans I 'autre Etat ρ endant une periode ou des periodes n'excedant pas au total 183 jours durant toute periode de douze mois commengant ou se terminant durant I'annee fiscale consideree,

et

b) les remunerations sont payees par un employeur ou pour le compte d'un employeur qui n'est pas un resident de I'autre Etat,

et

c) la charge des remunerations n'est pas supportee par un etablissement stable ou une base fixe que Vemployeur a dans I'autre Etat.

3. Nonobstant les dispositions precedentes du present article, les remunerations regues au titre d'un emploi salarie exerce a bord d'un navire ou d'un aeronef exploite en trafic international, sont imposables de la meme maniere que les benefices provenant de Vexploitation de ces navires ou aeronefs.

Article 16 Dirigeants de societes

1. Les tantiemes, jetons de presence et autres retributions similaires qu'un resident d'un Etat contractant regoit en sa qualite de membre du conseil d'administration ou de surveillance ou d'un organe analogue d'une societe qui est un resident de I'autre Etat contractant sont imposables dans cet autre Etat.

Cette disposition s 'applique aussi aux retributions regues en raison de I'exercice de fonctions qui, en vertu de la legislation de VEtat contractant dont I a s ociete estun resident, s ont traitees c omme des fonctions d'une nature similaire a cedes exercees par une personne visee a ladite disposition.

2. Les remunerations qu'une personne visee au paragraphe ler regoit de la societe en raison de I'exercice d'une activite journaliere de direction ou de caractere technique ainsi que les remunerations qu'un resident d'un Etat. contractant tire de son activite personnelle en tant qu 'associe dans ime societe, autre qu 'une societe par actions, qui est un resident de I'autre Etat contractant, sont imposables conformement aux dispositions de Varticle 15, comme s'il s'agissait de remunerations qu'un employe tire d'un emploi salarie et comme si I'employeur etait la societe.

Article 17 Artistes et sportifs

1. ' Nonobstant les dispositions des articles 14 et 15, les revenus qu'un

resident d'un Etat contractant tire de ses activites personnelles exercees dans I'autre Etat contractant en tant qu'artiste du spectacle, tel qu'un artiste de theatre, de cinema, de la radio ou de la television, ou qu'un musicien, ou en tant que sportif, sont imposables dans cet autre Etat.

2. Lorsque les revenus d'activites qu'un artiste du spectacle ou un sportif exerce personnellemeni et en cette qualite sont attribues non pas a I'artiste ou au sportif lui-meme mais a une autre personne, ces revenus sont imposables, nonobstant les dispositions des articles 7, 14 et 1.5, dans VEtat contractant ou les activites de I'artiste ou du sportif sont exercees.

Article 18 Pensions

1. Sous reserve des dispositions de Varticle 19, paragraphe 2, les pensions et autres remunerations simdaires, payees a un resident d'un Etat contractant au litre d'un emploi anterieur, ne sont imposables que dans cet Etat. .

2. Toutefois, les pensions et autres allocations, periodiques ou non, payees en execution de la legislation sociale d'un Etat contractant sont imposables dans cet Etat. Cette disposition s'applique aussi aux pensions et allocations payees dans le cadre d'un regime general organise par cet Etat contractant pour completer les avantages prevus par ladite legislation.

Article 19

Fonctions publiques

Les remunerations, autres que les pensions, payees par un Etat contractant ou Tune de ses subdivisions politiques ou collectivites locales a une personne physique, au litre de services rendus a cet Etat ou a cette subdivision ou collectivite, ne sont imposables que dans cet Etat.

Toutefois, ces remunerations ne sont imposables que dans Τ autre Etat contractant si les services sont rendus dans cet Etat et si la personne physique est un resident de cet Etat qui :

Τ

possede la nationalite de cet Etat, ou

2° n'est pas devenu un resident de cet Etat a seule fin de rendre les sendees.

Les pensions payees par un Etat contractant ou I'une de ses subdivisions politiques ou collectivites locales, soit directement soit par prelevement sur des fonds qu'ils ont constitues, ά une personne physique, au litre de services rendus a cet Etat oil a cette subdivision ou collectivite, ne sont imposables que dans cet Etat.

Toutefois, ces pensions ne sont imposables que dans I'autre Etat contractant si la personne physique est un resident de cet Etat et en possede la nationalite. !

Les dispositions des articles 15, 16 et 18 s'appliquent aux remunerations et pensions payees au litre de services rendus dans le cadre d'une activite industrielle ou commerciale exercee par un Etat contractant ou I'une de ses subdivisions politiques ou collectivites locales. ·

Article 20 Etudtants

Les sommes qu'un etudiant ou un stagiaire qui est, ou qtd etait immediatement avant de se rendre dans un Etat contractant, un resident de l'autre;Etat contractant et qui sejourne dans le premier Etat a seule fin d'y poursuivre ses etudes ou sa formation, regoit pour couvrir ses frais d'entretien, d'etudes ou de formation ne sont pas imposables dans cet Etat, a condition qu'elles proviennent de sources situees en dehors de cet Etat.

Article 21 Autres revenus

1. Les elements du revenu d'un resident d'un Etat contractant, d'oi'i qu'ils proviennent, qui ne sont pas traites dans les articles precedents de la presente Convention ne sont imposables que dans cet Etat.

2. Les dispositions du paragraphe ler ne s'appliquent pas aux revenus autres que les revenus provenant de biens immobiliers tels qu'ils sont definis a I'article 6, paragraphe 2, lorsque le beneficiaire de tels revenus, resident d'un Etat contractant, exerce dans I'autre Etat contractant, soit une activite industrielle ou commerciale par I'intermediaire d'un etablissement stable qui y est situe, soit une profession independante au moyen d'une base fixe qui y est situee, et que le droit ou le bien generateur des revenus s'y rattache effectivement. Dans ce cas, les dispositions de I'article 7 ou de I'article 14, suivant les cas, sont applicables.

CHAPITREIV

METHODES POUR ELIMINER LES DOUBLES IMPOSITIONS

Article 22

1. En ce qui conceme la Grece, la double imposition est evitee de la maniere suivante:

a) Lorsqu'un resident de la Grece regoit des revenus qui, conformement aux dispositions de la Convention, sont imposables en Belgique, la Grece accorde sur Timpot qu'elle pergoit sur les revenus de ce resident une deduction d'un montant egal a Vimpot sur le revenu paye en Belgique. Cette deduction ne peut toutefois exceder la fraction de Vimpot sur le revenu, calculi aVant deduction, correspondant aux revenus imposables en Belgique.

b) Lorsqu'il s'agit de dividendes au sens de {'article 10, paragraphe 3, qui sont payes par une

societe,qui est:un resident de la Belgique a une societe qui est un resident de la Grece et qui

possede une participation d'au moins 25 pour cent dans le capital de la societe qui paie les

dividendes, la Grece accorde, outre la deduction prevue au a) ci-avant, la deduction de la

fraction de Vimpot beige paye par la societe distributrice qui correspond aux benefices ayant servi au paiement des dividendes.

2. En ce qui conceme la Belgique, la double imposition est evitee de la maniere suivante : >

a) Lorsqu'un resident de la Belgique regoit des revenus qui sont imposes en Grece conformement aux dispositions de la presente Convention, a Vexception de cedes des articles 10, paragraphe 2, 11, paragraphes 2, 7 et 8, et 1 2, paragraphes 2, 6 et 7, la Belgique exempte de Vimpot ces revenus, mais elle peut, pour calculer le montant de ses impots sur le reste du revenu de ce resident, appliquer le meme^taux que si les revenus en question n'avaient pas ete cxemptes.

b) Sous reserx'e des dispositions de la legislation beige relatives <L~ ('imputation sur Vimpot beige des impots payes a Vetrangei?,

lorsqu'un resident de la Belgique regoit des elements de revenu qui sont compris dans son revenu global soumis a Vimpot beige et qui consistent en dividendes imposables conformement a I'article 10, paragraphe 2, et non exemptes d'impot beige en vertu du c) ci-apres, en interets imposables conformement a I'article II, paragraphes 2, 7 ou 8, ou en redevances imposables conformement a I'article 12, paragraphes 2, 6 ou 7, Vimpot grec pergu sur ces revenus est impute sur Vimpot beige afferent auxdits revenus.

c) Les dividendes au sens de I'article 10, paragraphe 3, qu'une societe qui est un resident de la Belgique regoit d'une societe qui est un resident de la Grece sont exemptes de Vimpot des societes en Belgique, dans les conditions et limites prevues par la legislation beige.

b) d) Lorsque, conformement a la legislation beige, des pertes subies par une entreprise exploitee par un resident de la Belgique dans un etablissement stable situe en Grece ont ete effectivement deduites des benefices de cette entreprise pour son imposition en Belgique, Vexemption prevue au a) ne s'applique pas en Belgique aux benefices d'autres periodes imposables qui sont imputables a cet etablissement, dans la mesure ou ces benefices ont aussi ete exemptes d'impot en Grece en raison de leur compensation avec lesdites pertes.

CHAPITRE V DISPOSITIONS SPECIALES

Article 23 Non-discrimination

1. Les naiionaux d'un Etat contractant ne sont soumis dans I'autre Etat contractant a aucune imposition ou obligation y relative, qui est autre ou plus lourde que cedes auxquelles sont ou pourront etre assujettis les naiionaux de cet autre Etat qui se trouvent dans la meme situation notamment au regard de la residence. La presente disposition s'applique aussi, nonobstant les dispositions de Tarticle ler, aux personnes qui ne sont pas des residents d'un Etat contractant ou des deux Etats contractants.

2. Les apatrides qui sont des residents d'un Etat contractant ne sont soumis dans Tun ou I'autre Etat contractant a aucune imposition ou obligation y relative qui est autre ou plus lourde que cedes auxquelles sont ou pourront etre assujettis les naiionaux de VEtat conceme qui se

• trouvent dans la meme situation.

3. L'imposition d'un etablissement stable qu'une entreprise d'un Etat contractant a dans I'autre Etat contractant n'est pas etablie dans cet autre Etat d'une βιςοη moins favorable que Vimposition des entreprises de cet autre Etat qui exercent la meme activite. La presente disposition ne peut etre interpretee comme obligeant un Etat contractant a accorder aux residents de I'autre Etat contractant les deductions personnelles, abattements et reductions d'impot en fonction de la situation ou des charges de famille qu'il accorde a ses propres residents.

4. A moins que les dispositions de I'article 9, de I'article 11, paragraphe 7 ou de I'article 12, paragraphe 6, ne soient applicables, les interets, redevances et autres depenses payes par une entreprise d'un Etat contractant a un resident de I'autre Etat contractant sont deductibles, pour la determination des benefices imposables de cette entreprise,

, dans les memes conditions que s'ils avaient ete payes a un resident du premier Etat.

5. Les entreprises d'un Etat contractant, dont le capital est en totalite ou en partie, directemeiit ou indirectement, detenu ou controle par un ou plusieurs residents de I'autre Etat contractant, ne sont soumises

le premier Etat a aucune imposition ou obligation y relative, efui/es^

ΦΕΚ 266

autre ou plus lourde que cedes auxquelles sont ou pourront etre assujetties les autres entreprises similaires du premier Etat.

6. Aucune disposition du present article ne peut etre interpretee comme empechant un Etat contractant:

a) d'imposer au taux prevu par sa legislation les benefices d'un etablissement stable que possede dans cet Etat une societe qui

: est un resident de I'autre Etat contractant, pourvu que le taux precite η 'excedepas le taux maximal applicable aux benefices des societes qui sont des residents du premier Etat contractant ;

b) de prclever sa retemte a la source sur les dividendes offerents a une participation se rattachant effectivement a un etablissement stable que possede dans cet Etat une societe qui est un resident de I'autre Etat contractant.

7. Les dispositions du present article s'appliquent nonobstant les dispositions de I'article 2, aux impots de toute nature ou denomination.

Article 24 Procedure amiable

1. Lorsqu'une personne estime que les mesures prises par un Etat contractant ou par les deux Etats contractants entrainent ou entraineront pour elle une imposition non conforme aux dispositions de la presente Convention, elle peut, independamment des recours prevus par le droit interne de ces Etats, soumettre son Cas a Vautorite competente de VEtat contractant dont elle est un resident ou, si son cas releve de I'article 23, paragraphe ler, a celle de VEtat contractant dont elle possede la nationalite. Le cas doit etre soumis dans les deux ans qui suivent la premiere notification de la mesure qui entralne une imposition non conforme aux dispositions de la Convention.

2. Vautorite competente s'efforce, si la requete lui parait fondee et si elle n'est pas elle-meme en mesure d'y apporter une solution satisfaisante, de resoudre le cas par vote d'accord amiable avec Vautorite competente de I'autre Etat contractant, en vue d'eviter une imposition non conforme a la Convention.

3. Les autorites competentes des Etats contractants s'effor cent, par vote d'accord amiable, de resoudre les difficultes ou de dissiper les doutes auxquels peuvent donner lieu Vinterpretation ou {'application de la Convention.

4. Les autorites competentes des Etats contractants se concertent au ., sujet des mesures administratives necessaires a Vexecution des

dispositions de la Convention et notamment au sujet des justifications a fournif par les residents de chaque Etat contractant pour beneficier dans I'autre Etat des exemptions ou reductions d'impots prevues a cette Convention.

5. : ■ Les autorites competentes des Etats contractants communiquent

directement entre elles pour Vapplication de la Convention.

Article 25

/. Les autorites competentes des Etats contractants echangent les renseignements necessaires pour appliquer les dispositions de la presente Convention ou cedes de la legislation interne des Etats contractants relative aux impots vises par la Convention dans la mesure ou Vimposition qu'elle prevoit n'est pas contraire a la Convention. L'echange de renseignements n'est pas' restraint par I'article ler. Les renseignements regus par un Etat contractant sont tenus secrets de la meme maniere que les renseignements obtenus en application de la legislation interne de cet Etat et ne sont communiques qu'aax personnes ou autorites (y compris les tribunaux et organes administratifs) concernees par Vetablissement ou le recouvremeni des impots vises par la Convention, par les procedures ou poursxdtes concernant ces impots, ou par les decisions sur les recours relatifs a ces impots. Ces personnes ou autorites n'utdisent ces renseignements qu'a ces fins. Elles peuvent /aire etat de ces renseignements au cours d'audiences publiques de tribunaux ou dans des jugements.

2. Les dispositions du paragraphe ler- ne peuvent en aucun cas etre interpretees comme imposant a un Etat contractant Vobligation :

a) de prendre des mesures adtninistratives derogeant a sa legislation et a sa pratique administrative ou a cedes de I'autre Etat contractant;

b) de fournir des renseignements qui ne pourraient etre obtenus sur la base de sa legislation ou dans le cadre de sa pratique administrative normale ou de cedes de I'autre Etat contractant ;

c) de fournir des renseignements qui reveleraient un secret commercial, industriel, professionnel ou un procede commercial ou des renseignements dont la communication serait contraire a Vordre public.

Article 26 Assistance au recouvrement

1. Les Etats contractants s'engagent a se preter mutuellement aide et assistance aux fin's de nolifier et de recouvrer les impots vises a I'article 2 ainsi que tous additionnels, accroissements, interets, frais et amendes sans caractere penal.

2. Sur requite de Vautorite competente d'un Etat contractant, Vautorite competente de I'autre Etat contractant assure, suivant les dispositions legales et reglementaires applicables a la notification et au recouvrement desdils impots de ce dernier Etat, la notification et le recouvrement des criances fiscales visees au paragraphe ler, qui sont exigibles dans le premier Etat. Ces creances ne jouissent d'aucun privilege dans VEtat requis et celui-ci n'est pas tenu d'appliquer des moyens d'execution qui ne sont pas autorises par les dispositions legales ou reglementaires de VEtat requerant.

3. Les requites visees au paragraphe 2 sont appuyees d'une copie officielle des titres executoires, accompagnee, s'il echet, d'une copie officielle des decisions adminisiratives ou judiciaires passies en force de chose jugee.

4. En ce qui conceme les creances fiscales qui sont susceptibles de recours, Vautorite competente d'un Etat contractant peut, pour la sauvegarde de ses droits, demander a Vautorite competente de I'autre Etat contractant de prendre les mesures conservatoires prevues par la legislation de celui-ci ; les dispositions des paragraphes ler a 3 sont applicables, mutatis mutandis, a ces mesures.

5. Les dispositions de I'article 25, paragraphe ler, s'appliquent egalement a tout renseignement porte, en execution du present article, a la connaissance de Vautorite competente d'un Etat contractant.

Article 27 Limitation des effets de la Convention

1. Les dispositions de la presente Convention ne limitent pas les droits et avantages que la legislation d'un Etat contractant accorde en matiere d'impots vises a I'article 2. \

2. ' Les dispositions de la Convention ne portent pas atteinte aux

privileges fiscaux dont beneficient les membres des missions diplomatiques ou des postes consulaires en vertu soit des regies generales du droit des gens, soit des dispositions d'accords particuliers.

CHAPITRE VI DISPOSITIONS FINALES

Article 28 Entree en vigueur

1. La presente Convention sera ratifiee et les instruments de ratification seront echanges a Bruxelles aussitot que possible.

2. La Convention entrera en vigueur le quinzieme jour suivant celui de Techange des instruments de ratification et ses dispositions seront applicables :

a) ■ aux impots dus a la source sur les revenus attribues ou mis en

paiement a partir du ler janvier 2005

b) aux autres impots etablis sur des revenus de periodes imposables prenant fin a partir du 31 decembre 2004

3. Les dispositions de la Convention entre la Grece et la Belgique en vue d'eviter les doubles impositions et de regler certaines autres questions en matiere d'impots sur le revenu et du Protocole final signes a Athenes, le 24 mai 1968, cesseront de s'appliquer a tout impot beige ou grec au regard duquel la presente Convention produit ses effets, conformement aux dispositions du paragraphe 2.

4. A compter de la date a laquelle la presente Convention entrera en vigueur et aussi Iongtemps q u'elle le demeurera, les dispositions de Τ Accord entre la Grece et la Belgique en vue de ['exoneration fiscale reciproque des benefices realises par des entreprises de navigation maritime ou aerienne, en trafic international, conclu par echange de lettres datees a Athenes, les 15 et 23 juin 1954, cesseront de s'appliquer.

Article 29 Denonciation

La presente Convention demeurera en vigueur tant qu'elle n'aura pas ete denoncee par un Etat contractant mais chacun des Etats contractants pourra, jusqu'au 30 juin inclus de toute annee civile a partir de la cinquieme annee suivant cede de I'echange des instruments de ratification, la denoncer, par ecrit et par la vote diplomatique, a I'autre Etat contractant. En cas de denonciation avant le ler juillet d'une telle annee, la Convention s'appliquerapour la derniere fois :

a) aux impots dus a la source sur les revenus attribues ou mis en paiement au plus lard le 31 decembre de I'annee de la denonciation ;

b) aux autres impots etablis sur des revenus de periodes imposables prenant fin avant le 31 decembre de I'annee qui suit immediatement cede de la denonciation.

EN FOI DE QJUOl, les soussignes, a ce dument autorises par leurs Gouvernements respectifs, ont signe la presente Convention.

FAIT a Athenes, le 25 mai 2004, en double exemplaire, en langues grecque, franqaise et neerlandaise et les trots textes faisant egalement foi. Le texte en langue franqaise prevaudra en cas de divergence entre les textes.

POUR LE GOUVERNEMENTDE LA POUR LE GOUVERNEMENT REPUBLIQUE HELLENIQUE DU ROY A UME DE BELGIQUE

Άρθρο δεύτερο

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Σύμβασης που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 28 αυτής.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 21 Οκτωβρίου 2005

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ

Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Π. ΜΟΛΥΒΙΑΤΗΣ

ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

Δ. ΣΙΟΥΦΑΣ Μ. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ

ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Π. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ Φ. ΠΑΛΛΗ - ΠΕΤΡΑΛΙΑ

ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ

Δ. ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ Μ. Γ. ΛΙΑΠΗΣ

ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ

ΕΜ. ΚΕΦΑΛΟΓΙΑΝΝΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους

Αθήνα, 24 Οκτωβρίου 2005

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

Α. ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ

ΑΠΟ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ

Πολιτική Δικονομία Ε έκδοση
Τα υποκειμενικά και αντικειμενικά όρια της συμφωνίας περί διαιτησίας

ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ

send