Άρθρο 3 Κωλύματα - Ασυμβίβαστα
1. Δεν δύναται να διοριστεί Πρόεδρος ή μέλος της Αρχής όποιος έχει καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για αδίκημα που συνιστά κώλυμα διορισμού ή συνεπάγεται έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 2683/1999, ΦΕΚ 19/Α'), όπως ισχύει. Δεν δύναται να διοριστεί Πρόεδρος της Αρχής εταίρος, μέτοχος, μέλος διοικητικού συμβουλίου, διαχειριστής, υπάλληλος, σύμβουλος, μελετητής, ατομικής ή άλλης επιχείρησης, η οποία δραστηριοποιείται στον τομέα των αερομεταφορών.
2. Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Αρχής εκπίπτουν αυτοδικαίως από τη θέση τους, αν εκδοθεί σε βάρος τους αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση για αδίκημα που συνιστά κώλυμα διορισμού ή συνεπάγεται έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα.
3. Η άσκηση των καθηκόντων του Προέδρου ή μέλους αναστέλλεται, αν παραπεμφθεί αμετακλήτως για αδίκημα που συνιστά κώλυμα διορισμού ή συνεπάγεται έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου και μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη αθωωτική απόφαση. Σε περίπτωση αναστολής άσκησης καθηκόντων, διορίζεται αναπληρωματικό μέλος, με τη διαδικασία του άρθρου 2. Η θητεία του αναπληρωματικού μέλους διαρκεί όσο διαρκεί η αναστολή.
4. Στη διαπίστωση των κωλυμάτων και ασυμβιβάστων προβαίνει, κατόπιν ακροάσεως του ενδιαφερομένου, η Αρχή χωρίς τη συμμετοχή εκείνου, στο πρόσωπο του οποίου ενδέχεται να συντρέχει το κώλυμα ή ασυμβίβαστο. Τη διαδικασία κινεί ο Πρόεδρος της Αρχής ή ο Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών. Τη σχετική απόφαση της Αρχής μπορεί να προσβάλει ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και ο Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών.