logo-print

Άρθρο 35 - Νόμος 4387/2016 - Εφάπαξ παροχή

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

28/03/2017

Υπό κωδικοποίηση
Ιδιωτικό Ασφαλιστικό Δίκαιο Ζ έκδοση
Συλλογικό Εργατικό Δίκαιο - 6η έκδοση

1. Από 1.1.2017 στην ασφάλιση του κλάδου εφάπαξ παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. υπάγονται υποχρεωτικά τα πρόσωπα που είχαν ήδη κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου υπαχθεί στην ασφάλιση των ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών, σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παρ. 4 του άρθρου 37 του Ν. 4052/2012 (Α΄ 41), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 76 του παρόντος, καθώς και όσοι, σύμφωνα με την περίπτωση β΄ της παρ. 4 του άρθρου 37 του Ν. 4052/2012 όπως αντικαθίσταται με το άρθρο 76 του παρόντος αναλαμβάνουν εργασία ή απασχόληση ή αποκτούν ιδιότητα, η οποία, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις των ως άνω ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, δημιουργούσαν υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση για εφάπαξ παροχή των εν λόγω ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών.

2. Από 1.1.2017 πόροι του κλάδου εφάπαξ παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. είναι:

α. Τα έσοδα από τις προβλεπόμενες εισφορές υπέρ των ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών πρόνοιας που εντάσσονται στο Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. του άρθρου 74 του νόμου αυτού, σύμφωνα με την περίπτωση β΄ της παρ. 4 του άρθρου 36 του Ν. 4052/2012, όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 75 του παρόντος, οι πρόσοδοι περιουσίας, καθώς και η απόδοση των κεφαλαίων και αποθεματικών αυτών και κάθε άλλο έσοδο και πόρος που προβλέπεται στην οικεία νομοθεσία ή άλλες γενικές διατάξεις.

β. Τα έσοδα από τις ασφαλιστικές εισφορές των ασφαλισμένων και των εργοδοτών, όπου προβλέπεται εργοδοτική εισφορά για τους μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένους μισθωτούς. Από 1.1.2017 το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. των ασφαλισμένων από 1.1.1993 και εφεξής μισθωτών και όλων των πριν και μετά την 1.1.1993 ασφαλισμένων αυτοτελώς απασχολούμενων, ορίζεται σε ποσοστό 4%, υπολογιζόμενο για τους μισθωτούς επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους, όπως προσδιορίζονται στα άρθρα 5 και 38, και για τους αυτοτελώς απασχολούμενους επί του εισοδήματός τους, όπως ειδικότερα προσδιορίζεται στο άρθρο 39, εφαρμοζομένου και του άρθρου 98. Για το ύψος και τον τρόπο υπολογισμού των εισφορών των μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένων μισθωτών, εφαρμόζονται οι επιμέρους καταστατικές διατάξεις των εντασσόμενων ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών προνοίας στο Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., με εξαίρεση τους μισθωτούς ασφαλισμένους στους τομείς προνοίας του τ. ΕΤΑΠ - ΜΜΕ, των οποίων τα ποσοστά εισφορών υπολογίζονται επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 38 του παρόντος. Κάθε άλλη διάταξη που ρυθμίζει το θέμα διαφορετικά καταργείται.

3.α. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος η εφάπαξ παροχή απονέμεται εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε κύρια σύνταξη λόγω γήρατος ή οριστικής αναπηρίας και συντρέχουν οι απαιτούμενες χρονικές προϋποθέσεις από τη νομοθεσία που διέπει το τελευταίο από τα εντασσόμενα ταμεία, τομείς, κλάδους ή λογαριασμούς κατά την ημερομηνία ένταξης ή, σε περίπτωση διακοπής της ασφάλισης πριν από την ημερομηνία ένταξης, λαμβάνονται υπόψη οι χρονικές προϋποθέσεις από τη νομοθεσία που διέπει το τελευταίο ταμείο, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό ασφάλισης στον οποίο υπήρχε ασφάλιση και ισχύουν κατά την ημερομηνία ένταξης. Αν ο ασφαλισμένος λαμβάνει σύνταξη από ταμείο, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό που χορηγεί προσυνταξιοδοτική παροχή, απονέμεται η εφάπαξ παροχή, εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε προσυνταξιοδοτική παροχή.

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος παύουν να ισχύουν οι καταστατικές διατάξεις των ταμείων, τομέων, κλάδων ή λογαριασμών του άρθρου 75 του παρόντος από τις οποίες προβλεπόταν ως προϋπόθεση για τη χορήγηση εφάπαξ παροχής η προηγούμενη συνταξιοδότηση από φορέα επικουρικής ασφάλισης.

β. Σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου, που δεν είχε αποκτήσει κατά το χρόνο του θανάτου του δικαίωμα για λήψη εφάπαξ παροχής, δηλαδή ασφαλισμένου, ο οποίος απεβίωσε πριν την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, γήρατος ή αναπηρίας, χορηγείται εφάπαξ παροχή στα πρόσωπα της οικογένειάς του, εφόσον συντρέχουν οι χρονικές προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, του φορέα κύριας ασφάλισης στον οποίο ήταν ασφαλισμένος ο θανών. Αν, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, δεν υπάρχουν πρόσωπα της οικογένειας που δικαιούνται σύνταξη εξαιτίας του θανάτου του ασφαλισμένου, η εφάπαξ παροχή χορηγείται στον επιζώντα σύζυγο και στα τέκνα αυτού ανάλογα με το κληρονομικό τους δικαίωμα. Αν, σύμφωνα με τα ανωτέρω εδάφια, δεν υπάρχουν πρόσωπα που να δικαιούνται την εφάπαξ παροχή, εφόσον ο θανών είχε συμπληρώσει κατά το χρόνο θανάτου του εικοσαετή τουλάχιστον ασφάλιση, αυτή καταβάλλεται στους γονείς, αδελφούς/ες του θανόντος ασφαλισμένου, κατά το ποσοστό του κληρονομικού τους δικαιώματος.

Εάν ο ασφαλισμένος απεβίωσε μετά την έκδοση της συνταξιοδοτικής πράξης (γήρατος ή αναπηρίας), η εφάπαξ παροχή χορηγείται, σύμφωνα με τις διατάξεις περί κληρονομικής διαδοχής.

γ. Δεν επιτρέπεται προκαταβολή της εφάπαξ παροχής και κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται.

4. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος το ποσόν της εφάπαξ παροχής με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου, ισούται με το άθροισμα του τμήματος της εφάπαξ παροχής που αντιστοιχεί για τα έτη ασφάλισης μέχρι την 31.12.2013 και του τμήματος της εφάπαξ παροχής που αντιστοιχεί για τα έτη ασφάλισης από 1.1.2014 και εφεξής.

α. Για χρόνο ασφάλισης που έχει διανυθεί έως και την 31.12.2013:

αα. Για τους μισθωτούς:

Για τους μισθωτούς με εισφορά ύψους 4% επί των αποδοχών, η εφάπαξ παροχή αποτελείται από το γινόμενο του εξήντα τοις εκατό (60 %) των αποδοχών, επί των οποίων έγιναν οι νόμιμες κρατήσεις, υπέρ του κλάδου επί του δεκαδικού αριθμού των ετών ασφάλισης έως και την 31.12.2013, με ακρίβεια δεύτερου δεκαδικού ψηφίου.

Ως αποδοχές για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής, νοείται ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος κατά τα πέντε (5) τελευταία έτη έως και τις 31.12.2013, εφόσον υπεβλήθησαν σε ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του κλάδου, χωρίς να υπολογίζονται τα δώρα εορτών και το επίδομα αδείας. Ο ως άνω μέσος όρος προσαυξάνεται ετησίως κατά τον τρόπο που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 8 του παρόντος. Ειδικότερα, ο μέσος ετήσιος γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής εφαρμόζεται από το επόμενο έτος μετά το καταληκτικό της ανωτέρω πενταετίας, έως και το προηγούμενο έτος της αποχώρησης από την υπηρεσία ή την εργασία. Ο σωρευμένος συντελεστής που προκύπτει από τους δείκτες της παραγράφου 4 του άρθρου 8 δεν μπορεί να είναι μικρότερος από ένα (1).

Για τους μισθωτούς με εισφορά ύψους διάφορου του 4% ή με σταθερό ποσό εισφοράς το ως άνω ποσοστό (60%) θα αναπροσαρμόζεται αναλογικά ως προς το ύψος της εισφοράς, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Φορέα και κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.

Στην περίπτωση αυτή το ως άνω ποσοστό δεν μπορεί να υπερβαίνει το εκατό τοις εκατό (100%).

Στις περιπτώσεις που ο δικαιούμενος εφάπαξ παροχής έχει μισθοδοτηθεί για λιγότερο από πέντε (5) έτη, για τον υπολογισμό του μέσου όρου πενταετίας θα λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος της πενταετίας ομοιοβάθμου του ή ασφαλισμένου με τα ίδια έτη ασφάλισης. Αν δεν είναι δυνατός ο υπολογισμός πενταετίας, ο υπολογισμός γίνεται με βάση το σύνολο του χρόνου ασφάλισης που έχει πραγματοποιηθεί.

Ειδικά για τους ασφαλισμένους του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων και των φορέων πρόνοιας υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. που αποχώρησαν από την 1.1.2014 έως την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 (Α΄ 85), ως αποδοχές για τον υπολογισμό του τμήματος αυτού της εφάπαξ παροχής νοείται ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος κατά τα πέντε (5) τελευταία έτη πριν από την αποχώρησή του, εφόσον καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του Ταμείου, χωρίς να υπολογίζονται τα δώρα εορτών και αδείας.

Για τον υπολογισμό του τμήματος της εφάπαξ παροχής των ασφαλισμένων του Ταμείου Πρόνοιας Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΑΕΝ) και του Ταμείου Πρόνοιας Κατωτέρων Πληρωμάτων Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΚΠΕΝ) για χρόνο ασφάλισης που έχει πραγματοποιηθεί έως και τις 31.12.2013, ως ποσοστό εισφοράς θεωρείται το ποσοστό 4% και το ποσοστό αναπλήρωσης καθορίζεται στο 60% επί τεκμαρτών συντάξιμων αποδοχών. Οι τεκμαρτές συντάξιμες αποδοχές προσδιορίζονται με τη χρήση εισφορών εικοσαετίας έως και 31.12.2013, οι οποίες αναπροσαρμόζονται με το επιτόκιο επιστροφής εισφορών όπως ισχύει την 31η.12.2013, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 9 του ν. 2335/1995 (Α΄185) και στην υπουργική απόφαση Φ. 80000/οικ.26625/1319/2006 (Β΄1772). Ο μέσος όρος των τεκμαρτών αποδοχών αποτελεί τις συντάξιμες αποδοχές για τα έτη ασφάλισης έως και τις 31.12.2013. Μετά το έτος 2013 έως και το έτος αποχώρησης από την υπηρεσία ή την εργασία λόγω οριστικής συνταξιοδότησης ο ως άνω μέσος όρος των τεκμαρτών αποδοχών προσαυξάνεται ετησίως κατά την ετήσια μεταβολή μισθών, η οποία υπολογίζεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή. Ο σωρευμένος συντελεστής που προκύπτει από την ετήσια μεταβολή μισθών δεν μπορεί να είναι μικρότερος από ένα (1).

ββ. Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους:

Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους με εισφορά ύψους 4%, η εφάπαξ παροχή αποτελείται από το γινόμενο του εξήντα τοις εκατό (60%) των αποδοχών επί των οποίων έγιναν οι νόμιμες κρατήσεις, επί του δεκαδικού αριθμού των ετών ασφάλισης έως και την 31.12.2013, με ακρίβεια δευτέρου δεκαδικού ψηφίου.

Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους με εισφορά ύψους διάφορου του 4% ή με σταθερό ποσό εισφοράς, το ως άνω ποσοστό (60%) αναπροσαρμόζεται αναλογικά ως προς το ύψος της εισφοράς, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Φορέα και κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.

Στην περίπτωση αυτή το ως άνω ποσοστό δεν μπορεί να υπερβαίνει το εκατό τοις εκατό (100%).

Ως αποδοχές για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής νοείται ο μέσος όρος των τιμών των ασφαλιστικών κατηγοριών, επί των οποίων υπεβλήθησαν ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του κλάδου, κατά τα πέντε (5) τελευταία έτη έως και τις 31.12.2013, όπως οι εν λόγω τιμές είχαν διαμορφωθεί κατά το καταληκτικό της πενταετίας έτος. Ο ως άνω μέσος όρος προσαυξάνεται ετησίως κατά τον τρόπο που προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου 8 του παρόντος. Ειδικότερα, ο μέσος ετήσιος γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής εφαρμόζεται από το επόμενο έτος μετά το καταληκτικό της ανωτέρω πενταετίας, έως και το προηγούμενο έτος της αποχώρησης από το επάγγελμα ή την εργασία. Ο σωρευμένος συντελεστής που προκύπτει από τους δείκτες της παρ. 4 του άρθρου 8 δεν μπορεί να είναι μικρότερος από ένα (1).

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και ύστερα από οικονομική έκθεση καθορίζονται οι ασφαλιστικές κατηγορίες για όσους αυτοτελώς απασχολούμενους η εισφορά τους δεν προκύπτει ως ποσοστό επί ασφαλιστικής κατηγορίας, καθώς και κάθε άλλο θέμα που απαιτείται για την εφαρμογή της περίπτωσης αυτής.

β. Για το χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιείται από την 1.1.2014 και εφεξής:

Για τους μισθωτούς και αυτοτελώς απασχολούμενους το τμήμα της εφάπαξ παροχής που αναλογεί στα έτη ασφάλισης από 1.1.2014 και εφεξής, υπολογίζεται με βάση το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση. Οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται από 1.1.2014 και εφεξής για κάθε ασφαλισμένο τηρούνται σε ατομικές μερίδες. Με βάση την αρχή της ισοδυναμίας το ποσό της εφάπαξ παροχής ισούται με τη συσσωρευμένη αξία των εισφορών κατά την ημερομηνία αποχώρησης. Η συσσώρευση των εισφορών θα γίνει με το πλασματικό ποσοστό επιστροφής, το οποίο προκύπτει από την ετήσια ποσοστιαία μεταβολή των συντάξιμων αποδοχών των ασφαλισμένων.

γ. Για την εφαρμογή των ανωτέρω περιπτώσεων α΄ και β΄ ισχύουν τα εξής:

Το τμήμα της απονεμόμενης εφάπαξ παροχής για τα έτη ασφάλισης από 1.1.2014 και εφεξής προκύπτει από τον παρακάτω τύπο:

Όταν η εισφορά δεν προκύπτει ως ποσοστό επί μιας βάσης υπολογισμού εισφορών, πρέπει αυτή να μετατρέπεται ως ποσοστό επί βάσης εισφορών, ώστε αυτή η βάση εισφορών να λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό του ετήσιου πλασματικού ποσοστού επιστροφής.

Αυτοί που ασφαλίστηκαν πρώτη φορά πριν την 1.1.2014 το ποσό της εφάπαξ παροχής αποτελείται από δύο τμήματα και προκύπτει από τον παρακάτω τύπο:

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

5. Εκκρεμείς αιτήσεις χορήγησης εφάπαξ παροχής για αποχωρήσεις από την υπηρεσία ή την εργασία ή το επάγγελμα από 1.9.2013 και εφεξής, σε όποιο στάδιο της διοικητικής διαδικασίας και αν ευρίσκονται κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, κρίνονται ως προς τον τρόπο υπολογισμού της παροχής βάσει των διατάξεων του άρθρου αυτού.

6. Οι φορείς που χορηγούν εφάπαξ παροχή με το καθεστώς του N. 103/1975 (Α΄ 167) για χρόνους ασφάλισης μέχρι 31.12.2005, εξακολουθούν να τα καταβάλλουν οι ίδιοι σύμφωνα με όσα ορίζονται στο παρόν άρθρο.

Για τους ασφαλισμένους στο καθεστώς του Ν. 103/1975 (Α΄ 167), μετέπειτα Κλάδο Πρόνοιας Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. και Τομέα Πρόνοιας Ν.Π.Δ.Δ. του Τ.Π.Δ.Υ., χρόνος ασφάλισης για θεμελίωση δικαιώματος χορήγησης εφάπαξ παροχής με το καθεστώς του Ν. 103/1975 (Α΄ 167) από τα Ν.Π.Δ.Δ. είναι ο χρόνος ασφάλισης που έχει διανυθεί στο καθεστώς του Ν. 103/1975 (Α΄ 167), ο χρόνος ασφάλισης που έχει πραγματοποιηθεί σε οποιοδήποτε ταμείο, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό πρόνοιας που εντάσσεται στο Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. μέχρι την ένταξή του σε αυτό. Μετά την 1.1.2017 χρόνος ασφάλισης για θεμελίωση δικαιώματος χορήγησης εφάπαξ παροχής με το καθεστώς του Ν. 103/1975 (Α΄ 167) αποτελεί και ο χρόνος ασφάλισης που έχει διανυθεί στην ασφάλιση του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π..

Η εφάπαξ παροχή, την οποία δικαιούνται οι αποχωρούντες ασφαλισμένοι, υπολογίζεται με βάση τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 περίπτωση α΄ του παρόντος άρθρου, για όλο το χρόνο υπηρεσίας τους που έχει διανυθεί από 1.10.1975 έως 31.12.2013 και καταβάλλεται κατ` αναλογία από το νομικό πρόσωπο, στο οποίο ετηρείτο ο λογαριασμός του Ν. 103/1975 (Α΄ 167) και στον οποίο ήταν ασφαλισμένος ο υπάλληλος τις 31.12.2005 ή πριν την ημερομηνία αυτή σε περίπτωση μετάταξης/μεταφοράς και το υπόλοιπο ποσό από το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. για το χρονικό διάστημα ασφάλισης έως 31.12.2013 σε οποιοδήποτε ταμείο, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό πρόνοιας που εντάσσεται σε αυτό.

Για το χρονικό διάστημα μετά από την 1.1.2014 και εφεξής η εφάπαξ παροχή υπολογίζεται και αποδίδεται από τον οικείο φορέα με βάση τα οριζόμενα στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 4 του παρόντος.

Σε περίπτωση ανεπάρκειας των σχηματιζόμενων Κεφαλαίων του οικείου λογαριασμού του Ν. 103/1975 (Α΄ 167) για την καταβολή του αναλογούντος ποσού βοηθήματος, τούτο συμπληρώνεται κατά το ποσό που υπολείπεται από το ίδιο το Ν.Π.Δ.Δ. στο οποίο ετηρείτο ο λογαριασμός και σε καμιά περίπτωση δεν βαρύνει το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π..

Σε περίπτωση μετατροπής, κατάργησης ή συγχώνευσης του Ν.Π.Δ.Δ., η επιβάρυνση για την κάλυψη του ανωτέρω ποσού καλύπτεται από τον προϋπολογισμό του διάδοχου εργασιακού φορέα ή τον Κρατικό Προϋπολογισμό σε περίπτωση μεταφοράς των υπαλλήλων στο Δημόσιο και σε καμία περίπτωση από το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π..

7. Στους μη δικαιούμενους εφάπαξ παροχής από υπηρεσία, εργασία ή επάγγελμα, για το οποίο ασφαλίστηκαν σε ταμείο, τομέα, κλάδο και λογαριασμό πρόνοιας για χρόνο ασφάλισης τουλάχιστον τριών (3) ετών ή σε περίπτωση θανάτου αυτών στα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 3β, εφόσον ο θανών είχε συμπληρώσει τον παραπάνω χρόνο ασφάλισης, επιστρέφονται οι ατομικές τους εισφορές, ύστερα από αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται μετά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου μαζί με τη συνταξιοδοτική απόφαση, θετική ή απορριπτική, του φορέα κύριας ασφάλισης.

Για επιστροφή ατομικών εισφορών που καταβλήθηκαν, σύμφωνα με τις διατάξεις των οικείων καταστατικών για χρόνο ασφάλισης έως 31.12.2013 το επιστρεπτέο ποσό προκύπτει, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 9 του Ν. 2335/1995 (Α΄ 185) και την υπουργική απόφαση Φ.80000/οικ.26625/1319/17.11.2006 (Β΄ 1772). Για επιστροφή εισφορών χρονικών διαστημάτων από 1.1.2014 και εφεξής το ύψος του επιστρεπτέου ποσού προκύπτει από τη συσσωρεμένη αξία των εισφορών στην ατομική μερίδα.

8. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου κάθε άλλη γενική ή ειδική ή καταστατική διάταξη της νομοθεσίας που προβλέπει διαφορετικά από τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο καταργείται. Η παρ. 3 του άρθρου 220 του Ν. 4281/2014 (Α΄ 160) καταργείται από τότε που άρχισε να ισχύει.

9. Ειδικά, η εφάπαξ παροχή που καταβάλλεται στους δικαιούχους των Τομέων Πρόνοιας του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Απασχολούμενων στα Σώματα Ασφαλείας (Τ.Ε.Α.Π.Α.Σ.Α.), του Ταμείου Αρωγής Λιμενικού Σώματος (Τ.Α.Λ.Σ.), εφεξής «Ταμεία», και τους μετόχους των Ειδικών Λογαριασμών Αλληλοβοηθείας Μετοχικών Ταμείων Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας, εφεξής «Ειδικοί Λογαριασμοί», καταβάλλεται, σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις των οικείων καταστατικών διατάξεων και υπολογίζεται ως εξής:

α. Για όσους υπέβαλαν σχετική αίτηση έως την 31.12.2014 υπολογίζεται, σύμφωνα με τις οικείες καταστατικές διατάξεις των Ταμείων και των Ειδικών Λογαριασμών.

β. Για όσους υπέβαλαν ή υποβάλλουν σχετική αίτηση μετά την 1.1.2015, υπολογίζεται αθροιστικά, για το μεν χρόνο μετοχικής σχέσης έως την 31.12.2014, σύμφωνα με τις οικείες καταστατικές διατάξεις των Ταμείων και των Ειδικών Λογαριασμών, για το δε χρόνο μετοχικής σχέσης από 1.1.2015 και εφεξής, σύμφωνα με την τεχνική βάση διανεμητικού συστήματος προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση (ΝDC), κατά το μαθηματικό τύπο της παρ. 4γ του παρόντος.

10. Η εφάπαξ παροχή καταβάλλεται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα σε όλους τους δικαιούχους που είναι άτομα με αναπηρία, με χρόνιες παθήσεις και στους γονείς και νόμιμους κηδεμόνες που προστατεύουν άτομα με αναπηρία ή σε όσους συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του Ν. 612/1977 είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά, ή με βάση τις διατάξεις που αναφέρονται στα πρόσωπα του τετάρτου εδαφίου της περίπτωσης α’ της παρ. 1 των άρθρων 1 και 26 του Π.δ. 169/2007 (Α΄ 210) είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές, όπως ισχύουν κάθε φορά, καθώς και για όσους λαμβάνουν επίδομα, σύμφωνα με το άρθρο 42 του Ν. 1140/1981, όπως ισχύει για τις κύριες και επικουρικές συντάξεις.

11. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., ρυθμίζεται κάθε αναγκαίο θέμα που προκύπτει κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Σημειώσεις επί του άρθρου

Βλέπε και Εγκύκλιο Φ80020/οικ. 26004/Δ15.403/26.9.2017

Σύμφωνα με το άρθρο 94 του Ν. 4461/2017, οι τροποποιήσεις στο παρόν άρθρο ισχύουν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του Ν. 4387/2016, εκτός της περίπτωσης β της παρ. 2.

Σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου δεύτερου του Ν. 4393/2016, οι παρ. 4 και 6 του παρόντος άρθρου αντικαταστάθηκε από τότε που ίσχυσε.

Το μέτρο απόδειξης στην πιθανολόγηση ΕΠολΔ 30
Δίκαιο αναγκαστικής εκτελέσεως ΙΙ, 3η έκδ.