Υπόθεση Ρίχτερ: Επιστημονική έρευνα, ελευθερία λόγου και τα όριά τους
Συνέντευξη με τον συνήγορο υπεράσπισης του Χάιντς Ρίχτερ, Αθανάσιο Αναγνωστόπουλο
Η υπόθεση της ποινικής δίωξης εναντίον του Γερμανού ιστορικού Χάιντς Ρίχτερ για «άρνηση εγκλημάτων του ναζισμού σε βάρος του κρητικού λαού», με βάση το Νόμο 927/1979, όπως τροποποιήθηκε από το Ν. 4285/2014, απασχόλησε πολύ τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης.
Έπειτα από μερικούς μήνες, το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Ρεθύμνου έκρινε τελικά αθώο τον Γερμανό ιστορικό, σε μία απόφαση που προκάλεσε ανάμικτες αντιδράσεις.
Θεωρήσαμε ότι η συγκεκριμένη υπόθεση παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς ανακύπτουν ζητήματα που αφορούν στην ελευθερία του λόγου και τα όριά της, ενώ παράλληλα “δοκιμαζόταν” ενώπιον δικαστηρίου η πρόσφατα τροποποιηθείσα διάταξη του άρθρου 2 του Ν. 927/1979 σχετικά με τη “Δημόσια επιδοκιμασία ή άρνηση εγκλημάτων”.
Λίγες μέρες, λοιπόν, μετά την ανακοίνωση της απόφασης, επικοινωνήσαμε με τον έναν εκ των συνηγόρων υπεράσπισης του Χάιντς Ρίχτερ, τον κύριο Αθανάσιο Αναγνωστόπουλο, και του απευθύναμε κάποια ερωτήματα σχετικά με την υπόθεση.
Κύριε Αναγνωστόπουλε καλησπέρα.
L: Ποια ήταν η πρώτη σας αντίδραση μετά την ανακοίνωση της απόφασης;
A.A: Ανακούφιση. Το μυαλό μου ηρέμησε, τώρα που αποφεύχθηκαν τα χειρότερα. Και, νομίζω ότι μιλάω και εξ ονόματος του έτερου συνηγόρου υπεράσπισης, Κωνσταντίνου Καλλίρη, νιώσαμε και δικαίωση, εννοώντας νομικά. Ήταν πράγματι μια γενναία απόφαση.
L: Διαβάζοντας σχόλιά σας μετά την ανακοίνωση της απόφασης, αναφερθήκατε σε τριπλή αντισυνταγματικότητα. Ποια στοιχεία ήταν αυτά που εκρίθησαν ως αντισυνταγματικά;
A.A: Καταρχάς, διεγνώσθη παραβίαση της αρχής της διάκρισης των λειτουργιών, εξαιτίας των αποφάσεων της Βουλής, οι οποίες υπάγουν πραγματικά περιστατικά σε νομικούς κανόνες, όπως είναι οι περί γενοκτονίας και εγκλημάτων πολέμου.
Συναφώς, παραβιάστηκε και η ακαδημαϊκή ελευθερία του κατηγορουμένου ως Καθηγητή Πανεπιστημίου.
Τέλος, διεγνώσθη ότι το άρθρο 2 του Νόμου 927/1979 αντίκειται και στο ευρωπαϊκό δίκαιο, κατά τον λόγο που αποκλίνει από την απόφαση πλαισίου την οποία όφειλε να μεταφέρει στο ελληνικό δίκαιο.
L: Πώς προσβάλλει ο νόμος στην πράξη την διάκριση των εξουσιών; Ήταν ένας λόγος αντισυνταγματικότητας;
A.A: Η νομοθετική λειτουργία δεν μπορεί να νοσφισθεί έργο της δικαστικής. Η υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε ένα κανόνα δικαίου είναι κατ' εξοχήν και αποκλειστικά έργο των δικαστηρίων.
L: Τι συνέπειες έχει η αντισυνταγματικότητα του συγκεκριμένου άρθρου στην πράξη;
A.A: Θεωρώ ότι θα είναι πολύ δύσκολο για έναν Εισαγγελέα να ασκήσει πλέον δίωξη βάσει του άρθρου αυτού.
Προβλέπω ως βέβαιη κάποια τουλάχιστον τροποποίηση του άρθρου.
L: Πιστεύετε ότι πρέπει το υπουργείο να σκεφτεί την απόσυρση της διάταξης αυτής;
A.A: Όχι απλώς το πιστεύω, αλλά είμαι βέβαιος ότι το αναλογίζεται ήδη. Αλλά χρειάζεται νομικό και πολιτικό θάρρος.
L: Έλαβε το δικαστήριο υπόψιν στην απόφαση ότι η πράξη έλαβε χώρα πριν από την εφαρμογή του νέου νόμου;
A.A: Από τους άξονες της απόφασης που ανακοινώθηκαν, προκύπτει ότι δεν ασχολήθηκε με το ζήτημα αυτό.
L: Το έγκλημα που εισήχθη με τον αντιρατσιστικό νόμο είναι στιγμιαίο ή διαρκείας;
A.A: Κατά την γνώμη της υπεράσπισης, πρόκειται για στιγμιαίο αδίκημα.
L: Η απόφαση είναι οριστική; Γράφτηκε στον Τύπο ότι θα ζητηθεί η αναίρεση της απόφασης.
A.A: Η απόφαση είναι οριστική και από σήμερα και τελεσίδικη, ήτοι δεν προσβάλλεται στο εξής ούτε με εισαγγελική έφεση (αν δεν προσβλήθηκε ήδη, πράγμα που δεν γνωρίζω).
Είναι δυνατή βεβαίως η άσκηση αναίρεσης από τον αρμόδιο Εισαγγελέα. Δεν μπορώ να γνωρίζω αν θα συμβεί αυτό, πολλώ δε μάλλον που ακόμη δεν έχει δημοσιευθεί η απόφαση.
L: Ποιες ήταν οι ιδιάζουσες συνθήκες που επικρατούσαν στο δικαστικό μέγαρο του Ρεθύμνου; Πιστεύετε ότι επηρεάστηκε το δικαστήριο από αυτές;
A.A: Τις πρώτες ημέρες της εκδίκασης επικρατούσε μεγάλη ένταση, με φωνασκίες, προσβολές και ύβρεις, η οποία δημιουργούσε άσχημες συνθήκες για την άσκηση του λειτουργήματος της υπεράσπισης.
Σε αυτό, οφείλω να τονίσω, η υπεράσπιση δεν βρήκε κατανόηση ούτε από την έδρα ούτε από τους συναδέλφους της πολιτικής αγωγής, παρά μόνο από την αστυνομική αρχή.
Τις επόμενες ημέρες το ενδιαφέρον για την ακροαματική διαδικασία φυσιολογικά ξεθύμανε, με συνέπεια να βελτιωθεί το κλίμα.
Ο δικαστής είναι κι αυτός άνθρωπος, όπως όλοι μας, και ενδεχομένως να ένιωσε την πίεση.
Σημασία όμως δεν έχουν οι λεπτομέρειες της διεύθυνσης της διαδικασίας, αλλά η απόφασή του.
L: Κατά την άποψή σας, η απόφαση σημαίνει ότι η επιστημονική έρευνα και η ελευθερία της έκφρασης δεν έχουν όρια;
A.A: Σε μια πολιτική κοινωνία τα πάντα έχουν όρια, κανείς δεν αμφισβήτησε για παράδειγμα το παραδεδεγμένο όριο που λέγεται “συκοφαντική δυσφήμηση”.
Αλλά τα όρια δεν είναι τα νεόκοπα και καινοφανή όρια της μισαλλοδοξίας του Ν. 927/1979.
Ειδικά ως προς την ακαδημαϊκή ελευθερία, απαιτείται από το άρθρο 16 του Συντάγματος να είμαστε όλοι ακόμη πιο προσεκτικοί.
Αν η βάρκα γέρνει προς την μια μεριά, ας είναι αυτή η μεριά της ελευθερίας και όχι της ανελευθερίας.
L: Σας ευχαριστούμε πολύ.