1. Παν πρόσωπον δικαιούται εις τον σεβασμόν της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του, της κατοικίας του και της αλληλογραφίας του.
2. Δεν επιτρέπεται να υπάρξη επέμβασις δημοσίας αρχής εν τη ασκήσει του δικαιώματος τούτου, εκτός εάν η επέμβασις αύτη προβλέπεται υπό του νόμου και αποτελεί μέτρον το οποίον, εις μίαν δημοκρατικήν κοινωνίαν, είναι αναγκαίον δια την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν ασφάλειαν, την οικονομικήν ευημερίαν της χώρας, την προάσπισιν της τάξεως και την πρόληψιν ποινικών παραβάσεων, την προστασίαν της υγείας ή της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών άλλων.
Σημειώσεις επί του νόμου
Το κείμενο της Σύμβασης παρουσιάζεται όπως τροποποιήθηκε από τις διατάξεις του Πρωτοκόλλου υπ' αριθ. 14 από τη θέση του σε ισχύ την 1η Ιουνίου 2010. Είχαν προηγηθεί οι τροποποιήσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του Πρωτοκόλλου υπ' αριθ. 3 (21/9/1970), του Πρωτοκόλλου υπ'αριθ. 5 (20/12/1971), και του Πρωτοκόλλου υπ'αριθ. 8 (1/1/1990), ενώ η Σύμβαση ενσωμάτωνε επίσης το κείμενο του Πρωτοκόλλου υπ' αριθ. 2 (21/1/1970), το οποίο αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της Σύμβασης από την θέση του σε ισχύ.
Όλες οι διατάξεις που είχαν τροποποιηθεί ή προστεθεί σύμφωνα με αυτά τα Πρωτόκολλα αντικαταστάθηκαν από το Πρωτόκολλο υπ' αριθ. 11 (1/11/1998). Από αυτή την ημερομηνία, το Πρωτόκολλο υπ' αριθ. 9 (1/10/1994) καταργήθηκε και το Πρωτόκολλο υπ' αριθ. 10 κατέστη άνευ αντικειμένου.