logo-print

Άρθρο 2 - Νόμος 3213/2003 - Περιεχόμενο δήλωσης περιουσιακής κατάστασης

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

09/04/2012

Υπό κωδικοποίηση
Το δίκαιο της απόδειξης στις διοικητικές διαφορές ουσίας (XXII & 327)

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΉ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΒΑΡΒΑΡΑ ΜΠΟΥΚΟΥΒΑΛΑ

Η φορολογική ενημερότητα

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ​

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΤΣΟΣ

1.α. Η δήλωση περιουσιακής κατάστασης περιέχει, λεπτομερώς, τα υφιστάμενα κατά το χρόνο υποβολής της περιουσιακά στοιχεία.

Ως περιουσιακά στοιχεία, θεωρούνται, ιδίως:

i. Τα έσοδα, από κάθε πηγή, κατά τα τρία τελευταία οικονομικά έτη πριν από την αρχική υποβολή της δήλωσης και κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος για τις μετέπειτα υποβαλλόμενες δηλώσεις.

ii. Τα ακίνητα, καθώς και τα εμπράγματα δικαιώματα σε αυτά, με ακριβή προσδιορισμό τους.

iii. Οι μετοχές ημεδαπών και αλλοδαπών εταιρειών, τα ομόλογα και ομολογίες κάθε είδους, τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων κάθε είδους και τα παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα κάθε είδους.

iv. Οι καταθέσεις σε τράπεζες, ταμιευτήρια και άλλα ημεδαπά ή αλλοδαπά πιστωτικά ιδρύματα.

ν. Τα πλωτά και τα εναέρια μεταφορικά μέσα, καθώς και τα κάθε χρήσης οχήματα.

vi. Η συμμετοχή σε κάθε είδους επιχείρηση.

β.i. Σε περίπτωση απόκτησης νέου περιουσιακού στοιχείου ή επαύξησης υφιστάμενου, στη δήλωση περιλαμβάνεται, υποχρεωτικώς, το ύψος της σχετικής δαπάνης, καθώς και αναλυτική παράθεση της πηγής προέλευσης των σχετικών πόρων. Σε περίπτωση εκποίησης μνημονεύεται το εισπραχθέν τίμημα.

ii. Οι υπόχρεοι οφείλουν να επισυνάπτουν στη δήλωση και αντίγραφα των οικείων παραστατικών.

γ. Η δήλωση υποβάλλεται από τον υπόχρεο και υπογράφεται από τον ίδιο, αν σε αυτή αναγράφονται μόνον τα δικά του περιουσιακά στοιχεία, από τη σύζυγο του, αν αναγράφονται μόνο δικά της στοιχεία, και από αμφότερους τους συζύγους, αν αναγράφονται περιουσιακά στοιχεία και των δύο ή των ανήλικων τέκνων τους.

Η δήλωση περιουσιακής κατάστασης του υποχρέου συνοδεύεται από αντίγραφο της φορολογικής του δήλωσης για το προηγούμενο οικονομικό έτος και αντίγραφο του τελευταίου Εντύπου Ε9 που υποβλήθηκε στην αρμόδια ΔΟΥ.

δ. Οι συμβολαιογράφοι υποχρεούνται να υποβάλουν στον Πρόεδρο της Αρχής του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, αντίγραφο κάθε συμβολαιογραφικού εγγράφου, που συντάσσεται από αυτούς, με το οποίο μεταβιβάζεται από ή προς δικαστικό ή εισαγγελικό λειτουργό, σύζυγο ή τέκνο του, οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο, κινητό ή ακίνητο, ή δικαίωμα. Το αυτό ισχύει και για την αποδοχή κληρονομίας.

2.α. Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που αναφέρονται στην παρ. 1 του προηγούμενου άρθρου συντάσσονται σε ειδικό έντυπο, το οποίο υπόκειται σε ηλεκτρονική επεξεργασία από αυτοτελή ειδική βάση δεδομένων, που εγκαθίσταται για το σκοπό αυτόν. Μετά την ηλεκτρονική επεξεργασία, πρέπει να προκύπτει ευκρινώς το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων και η αξία τους ανά κατηγορία περιουσιακών στοιχείων, και, ιδίως: α) η συνολική αξία των ακινήτων, όπως αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με το σύστημα των αντικειμενικών αξιών και όπου τούτο δεν ισχύει, ακόμη προσδιορίζεται από την αξία και τη χρονολογία κτήσεως που τυχόν αναφέρονται στον οικείο τίτλο, β) το συνολικό ποσό σε ευρώ (€) των κάθε μορφής καταθέσεων που διατηρούνται σε τράπεζες, ταμιευτήρια και άλλα ημεδαπά ή αλλοδαπά πιστωτικά ιδρύματα, γ) η συνολική αξία των μετοχών, μεριδίων ή συμμετοχών σε ημεδαπά και αλλοδαπά νομικά πρόσωπα, των ομολόγων και λοιπών χρεωστικών τίτλων κάθε είδους, των μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων κάθε είδους και των παράγωγων χρηματοοικονομικών προϊόντων κάθε είδους, και εν γένει οποιουδήποτε άλλου χρηματοπιστωτικού μέσου, δ) η συνολική αξία των πλωτών και εναέριων μεταφορικών μέσων, των κάθε χρήσης οχημάτων. Για τα περιουσιακά στοιχεία των περιπτώσεων β', γ' και δ' αναγράφεται η αξία και η χρονολογία κτήσης.

β. Το περιεχόμενο του ειδικού εντύπου των δηλώσεων, αναφορικά με τον τρόπο αναλυτικής παράθεσης των περιουσιακών στοιχείων για τα πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις α' έως και ε', της παρ. 1 του προηγούμενου άρθρου καθορίζεται με απόφαση του Προέδρου της Βουλής. Το αντίστοιχο περιεχόμενο του ειδικού εντύπου των δηλώσεων, για τα λοιπά υπόχρεα πρόσωπα, καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

3. Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που ορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 1 του παρόντος αναρτώνται στο διαδικτυακό τόπο της Βουλής με μέριμνα του Προέδρου της Επιτροπής του άρθρου 21 του ν. 3023/2002 (Α' 146), όπως ισχύει, ο οποίος καθορίζει τη μορφή, τον τύπο, τα προς δημοσίευση στοιχεία, τη χρονική διάρκεια της ανάρτησης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Η δημοσίευση στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης που υποβάλλουν τα πρόσωπα που ορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 1 επιτρέπεται υπό την προϋπόθεση ότι δημοσιεύεται ολόκληρο το κείμενο τους. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι επιτρεπτή η επιλεκτική δημοσιοποίηση ονομαστικών στοιχείων. Κάθε παράβαση της διάταξης αυτής τιμωρείται πέραν της προβλεπόμενης ποινής φυλάκισης από το άρθρο 7 παρ. 2 έξι (6) μηνών τουλάχιστον και με χρηματική ποινή από 5.000 μέχρις 100.000 ευρώ.

5.α) Για τη διασφάλιση της διαφάνειας στο δημόσιο βίο και εν όψει της σημασίας της αντίστοιχης συμμετοχής του καθενός στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας και για τη διευκόλυνση του ελέγχου της δήλωσης τους, οι υπόχρεοι σε δήλωση περιουσιακής κατάστασης της παρ. 1 του άρθρου 1 κατά την υποβολή της ή μέσα στην προθεσμία αυτής, καθώς και οι σύζυγοί τους και αμφότεροι για τα ανήλικα τέκνα τους:

αα) Δύνανται να συνυποβάλλουν ειδική δήλωση του εξής περιεχομένου:

«Παραιτούμαι ρητώς και ανεκκλήτως υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου από κάθε ενοχικό ή εμπράγματο δικαίωμα μου επί οποιουδήποτε ακινήτου ή κινητού πράγματος ή οποιουδήποτε χρηματικού ποσού ή άυλου τίτλου ή οποιουδήποτε άλλου περιουσιακού στοιχείου, όπως ενδεικτικώς αναφέρεται και θεωρείται κατά την παράγραφο 1α του άρθρου 2 του ν. 3213/2003 αν για οποιονδήποτε λόγο η καταγραφή του δικαιώματος αυτού στην υποβληθείσα ή συνυποβαλλόμενη δήλωση περιουσιακής μου κατάστασης κατά τα άρθρα 1 και 2 του ν. 3213/2003 έχει παραλειφθεί. Η παραίτηση μου αυτή ισχύει για όλα τα εν λόγω περιουσιακά μου στοιχεία, είτε αυτά βρίσκονται στην Ελλάδα είτε στην αλλοδαπή, ακόμη και αν τα εξ αυτών δικαιώματα ασκούνται από τρίτον, εξουσιοδοτημένο ή μη να τα ασκεί στο όνομα του ή στο όνομα μου. Η παραίτηση μου αυτή ισχύει ως δήλωση μεταβίβασης των παραπάνω δικαιωμάτων μου προς το Δημόσιο και διέπεται από το ελληνικό δίκαιο. Παρέχω, επίσης, την ειδική και ανέκκλητη πληρεξουσιότητα και εξουσιοδότηση προς τον Υπουργό Οικονομικών της Ελληνικής Δημοκρατίας, σε περίπτωση παράλειψης ή ανακριβούς ή αναληθούς δήλωσης και ειδικώς για περιουσιακό στοιχείο όπως ενδεικτικώς αναφέρεται και θεωρείται κατά την παράγραφο 1α του άρθρου 2 του ν. 3213/2003 που βρίσκεται στην αλλοδαπή, να διενεργεί όλες τις απαραίτητες, κατά το ελληνικό και αλλοδαπό δίκαιο, διατυπώσεις, περιγραφές και διαδικασίες για τη μεταβίβαση του περιουσιακού αυτού στοιχείου στο Δημόσιο.

Ζητώ από έκαστο και από όλα τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα οποιασδήποτε χώρας της αλλοδαπής να μου γνωστοποιήσουν εγγράφως εάν αναφέρομαι ως κύριος ή καταπιστευματικός κύριος ή πληρεξούσιος ή δικαιούχος υπογραφής σε τραπεζικό λογαριασμό οποιασδήποτε μορφής ή σε επενδυτικό λογαριασμό οποιασδήποτε μορφής και ανεξαρτήτως ειδικότερης ονοματολογίας (συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε χρηματοοικονομικού προϊόντος) ή ως εκπρόσωπος ή καταπιστευματικός κύριος ή πληρεξούσιος ή δικαιούχος υπογραφής αντίστοιχου λογαριασμού νομικού προσώπου ή άλλης οντότητας, ο οποίος λογαριασμός να τηρείται στο ως άνω ίδρυμα. Σε περίπτωση καταφατικής αναφοράς παρακαλώ να μου γνωρίσετε εγγράφως το ύψος του οικείου λογαριασμού και την κίνηση αυτού της τελευταίας πενταετίας μέχρι και της ημέρας παραλαβής του παρόντος αιτήματος μου και να μου χορηγήσετε αντίγραφο των μεταξύ μας σχετικών συμβάσεων και των σχετικών με αυτές άλλων εγγράφων και στοιχείων.

Παρακαλώ η σχετική γνωστοποίηση και τα αντίγραφα να αποσταλούν με αποκλειστικά δικές μου δαπάνες τόσο σε εμένα στην ανωτέρω διεύθυνση μου όσο και στη Βουλή των Ελλήνων, Πλατεία Συντάγματος, 10021, Αθήνα, καθώς επίσης στον Υπουργό Οικονομικών της Ελληνικής Δημοκρατίας που εδρεύει στην Αθήνα.

Περαιτέρω, παρέχω ανεκκλήτως στον Πρόεδρο της Επιτροπής Ελέγχου των Οικονομικών Πολιτικών Κομμάτων και Υποψηφίων Βουλευτών και στον Υπουργό Οικονομικών της Ελληνικής Δημοκρατίας την εντολή και πληρεξουσιότητα όπως αμφότεροι από κοινού ή χωριστά οιοσδήποτε εξ αυτών, όταν το κρίνει σκόπιμο, διαβιβάσουν στο όνομα και για λογαριασμό μου την παρούσα αίτηση στη Διεθνή Ενωση Τραπεζών για τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα στα οποία απευθύνεται και είναι μέλη της, καθώς και ατομικώς σε οποιοδήποτε άλλο χρηματοπιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα οποιασδήποτε χώρας, καθώς και να παραλάβουν κάθε σχετική απάντηση ή έγγραφο.

Δηλώνω ρητώς ότι παραιτούμαι από κάθε δικαίωμα και εν γένει προστασία που μου παρέχει οποιοσδήποτε νόμος ως προς το απόρρητο των οικείων στοιχείων, καθώς και από κάθε ρήτρα εμπιστευτικότητας και ότι παραιτούμαι από κάθε τυχόν απαίτησή μου έναντι εκάστου πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος για τις ενέργειες στις οποίες θα προβεί σε συμμόρφωση με το ανωτέρω αίτημα μου.»

αβ) Σε περίπτωση που δεν συνυποβάλλουν την ανωτέρω υπό στοιχείο αα) ειδική δήλωση, υποχρεούνται να παρέχουν ειδική και ανέκκλητη εξουσιοδότηση και πληρεξουσιότητα, με συμβολαιογραφικό έγγραφο που συντάσσεται ατελώς, με την οποία θα εξουσιοδοτούν τον Πρόεδρο της Επιτροπής Ελέγχου των Οικονομικών Πολιτικών Κομμάτων και Υποψηφίων Βουλευτών και τον Υπουργό Οικονομικών της Ελληνικής Δημοκρατίας, ως ειδικοί τους πληρεξούσιοι, αμφότεροι από κοινού ή χωριστά, να ζητούν και να λαμβάνουν πληροφορίες εξ ονόματός τους και για λογαριασμό τους για κάθε περιουσιακό στοιχείο, το οποίο τους ανήκει κατά κυριότητα ή κατά χρήση είτε αυτό βρίσκεται στην Ελλάδα είτε στην αλλοδαπή, ακόμη και αν τα εξ αυτών δικαιώματα ασκούνται από τρίτον, εξουσιοδοτημένο ή μη να τα ασκεί στο όνομά του ή στο όνομά τους, από ξένες δημόσιες αρχές, τραπεζικά, πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα, νομικά ή φυσικά πρόσωπα. Να ζητούν από έκαστο και από όλα τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα οποιασδήποτε χώρας της αλλοδαπής να τους γνωστοποιούν εγγράφως εάν οι υπόχρεοι αναφέρονται ως κύριοι ή καταπιστευματικοί κύριοι ή πληρεξούσιοι ή δικαιούχοι υπογραφής σε τραπεζικό λογαριασμό οποιασδήποτε μορφής ή σε επενδυτικό λογαριασμό οποιασδήποτε μορφής και ανεξαρτήτως ειδικότερης ονοματολογίας (συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε χρηματοοικονομικού προϊόντος) ή ως εκπρόσωποι ή καταπιστευματικοί κύριοι ή πληρεξούσιοι ή δικαιούχοι υπογραφής αντίστοιχου λογαριασμού νομικού προσώπου ή άλλης οντότητας, ο οποίος λογαριασμός να τηρείται στο ως άνω ίδρυμα. Σε περίπτωση καταφατικής αναφοράς να ζητούν εγγράφως το ύψος του οικείου λογαριασμού και την κίνηση αυτού της τελευταίας πενταετίας μέχρι και της ημέρας παραλαβής του σχετικού αιτήματος και να ζητούν τη χορήγηση αντιγράφων των μεταξύ των μερών σχετικών συμβάσεων και των σχετικών με αυτές άλλων εγγράφων και στοιχείων.

Οι υπόχρεοι ταυτοχρόνως δηλώνουν ρητώς ότι παραιτούνται από κάθε δικαίωμα και εν γένει προστασία που τους παρέχει οποιοσδήποτε νόμος ως προς το απόρρητο των οικείων στοιχείων, καθώς και από κάθε ρήτρα εμπιστευτικότητας και ότι παραιτούνται από κάθε τυχόν απαίτησή τους έναντι εκάστου πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος για τις ενέργειες στις οποίες θα προβεί ο ειδικός πληρεξούσιος σε συμμόρφωση με την εντολή αυτή και την πληρεξουσιότητα που παρέχει.

β) Η απόκτηση από το Ελληνικό Δημόσιο της κυριότητας ή των λοιπών δικαιωμάτων του κατά τα άνω παραιτουμένου ολοκληρώνεται με πράξη αποδοχής του Υπουργού Οικονομικών και με τη δημοσίευση της πράξης αυτής στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε άλλη διατύπωση ή δήλωση, πλην της καταχώρισης της παραίτησης και της πράξης του Υπουργού σε δημόσια βιβλία, όπου αυτό απαιτείται. Ως προς τα ενοχικά δικαιώματα απαιτείται αναγγελία στον οφειλέτη.

γ) Η παραπάνω πράξη του Υπουργού και οι σχετικές δημοσιεύσεις διενεργούνται μέσα σε τρεις μήνες από την ημέρα κατά την οποία αποδεδειγμένα γνωστοποιούνται στον Υπουργό με οποιονδήποτε τρόπο τα παραλειφθέντα περιουσιακά στοιχεία ή κατά την οποία ο Υπουργός ενημερώνεται αποδεδειγμένα με άλλον τρόπο για την παράλειψη. Από τη γνωστοποίηση ή ενημέρωση του Υπουργού για νέες παραλείψεις τρέχει νέα τρίμηνη προθεσμία. Η εκπρόθεσμη διενέργεια των πράξεων του Υπουργού δεν αίρει την εγκυρότητά τους, αλλά συνιστά παράβαση καθήκοντος, αν τούτο οφείλεται σε δόλο ή βαριά αμέλεια. Η πράξη αποδοχής του Υπουργού, όταν πρόκειται για ενοχικά δικαιώματα, για τα οποία δεν ισχύει η αρχή της ειδικότητας, μπορεί να γίνει και πριν από την ως άνω ενημέρωση και να αφορά και αβέβαιες απαιτήσεις ή σύνολο απαιτήσεων, οπότε η απόκτηση του ενοχικού δικαιώματος θα τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της ύπαρξης και του προσδιορισμού του ποσού των απαιτήσεων.

δ) Πιστωτικά ιδρύματα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, στα οποία οι παραιτούμενοι έχουν καταθέσεις οποιασδήποτε μορφής, από τη στιγμή που θα ενημερωθούν από το Ελληνικό Δημόσιο ότι στη δήλωση των παραιτουμένων δεν περιλαμβάνονται οι καταθέσεις αυτές ή όλες οι καταθέσεις αυτές, θα αναγνωρίζουν ως δικαιούχο των παραλειφθεισών καταθέσεων το Ελληνικό Δημόσιο, εφόσον τούτο έχει προβεί στην αντίστοιχη πράξη αποδοχής, με συνέπεια να μην υφίσταται το τραπεζικό απόρρητο έναντι του κατά τα άνω δικαιούχου Ελληνικού Δημοσίου, οποιοδήποτε δίκαιο και αν διέπει τους εν λόγω λογαριασμούς.

Για τη μεταβίβαση των παραπάνω δικαιωμάτων στο Δημόσιο δεν οφείλεται φόρος, τέλος ή εισφορά υπέρ του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή οποιουδήποτε τρίτου και όλες οι πράξεις ή καταχωρίσεις γίνονται ατελώς από τους αρμοδίους.

ε) Εάν για οποιαδήποτε νομική ή πραγματική αιτία δεν καταστεί δυνατή η μεταβίβαση εντός της ανωτέρω προθεσμίας, ο Υπουργός Οικονομικών με πράξη του καταλογίζει υπέρ του Δημοσίου στον ελεγχόμενο χρηματικό ποσό ίσης αξίας με το μη δηλωθέν περιουσιακό στοιχείο. Η αξία του περιουσιακού στοιχείου για τους σκοπούς του ανωτέρω καταλογισμού προσδιορίζεται από το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών εντός προθεσμίας ενός μηνός από την προς τούτο αίτηση του Υπουργού Οικονομικών. Η ανωτέρω πράξη του Υπουργού Οικονομικών είναι αμέσως εκτελεστή κατά του υπόχρεου και η είσπραξη του καταλογισθέντος ποσού γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ).

στ) Το Δημόσιο οφείλει να ειδοποιήσει το συντομότερο δυνατόν για την παράλειψή του τον παραιτηθέντα, ο οποίος εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ειδοποίηση αυτή δύναται, μόνο στην περίπτωση που αποδεικνύει τη νόμιμη προέλευσή του και ότι η μη υποβολή ή η υποβολή ανακριβούς ή ελλιπούς δήλωσης δεν οφείλεται σε δόλο, να προσφύγει στα αρμόδια Δικαστήρια για την αναστολή ή ακύρωση της σχετικής μεταβίβασης των δικαιωμάτων του στο Δημόσιο, ή της πράξης καταλογισμού εις βάρος του ποσού ίσης αξίας προς το μη δηλωθέν περιουσιακό στοιχείο. Η αναστολή επιτρέπεται μόνο αν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ανεπανόρθωτης υλικής βλάβης του παραιτηθέντος. Την εκδίκαση αίτησης ακύρωσης ή αναστολής το αρμόδιο Δικαστήριο προσδιορίζει εντός τριών μηνών από την κατάθεση του δικογράφου. Αναβολή της συζήτησης δεν επιτρέπεται παρά για μία και μόνο δικάσιμο εντός (3) τριών μηνών από την επομένη της αναβολής.

ζ) Οι ειδικές δηλώσεις των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις Α' έως και ε' της παρ. 1 του προηγούμενου άρθρου συντάσσονται σε ειδικό έντυπο το περιεχόμενο του οποίου καθορίζεται με απόφαση του Προέδρου της Βουλής. Το αντίστοιχο περιεχόμενο του εντύπου της ειδικής δήλωσης για τα λοιπά υπόχρεα πρόσωπα καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

η) Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου, κατά παρέκκλιση της ισχύουσας νομοθεσίας, κάμπτεται οποιοδήποτε επαγγελματικό απόρρητο, περιλαμβανομένης της εκ του νόμου υποχρέωσης εχεμύθειας οποιουδήποτε δημόσιου λειτουργού ή υπαλλήλου, εάν στην περίπτωση αυτή κρίνεται τούτο αναγκαίο από την κατά το άρθρο 7 του ν. 3213/2003 Επιτροπή, ενώ είναι ανίσχυρες και δεν παράγουν έννομες συνέπειες οποιεσδήποτε συμβατικές ή νόμιμες υποχρεώσεις εχεμύθειας ή εμπιστευτικότητας οποιουδήποτε έναντι του υπόχρεου, οι οποίες αφορούν σε μη δηλωθέντα περιουσιακά στοιχεία του. Οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο συμβάλλει είτε στη γνωστοποίηση στην κατ' άρθρο 21 του ν. 3023/2002 Επιτροπή ή σε οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή, ότι υπόχρεος σε δήλωση περιουσιακής κατάστασης, κατά τον παρόντα νόμο, δεν περιέλαβε συγκεκριμένο περιουσιακό στοιχείο σε αυτή είτε στην αποκάλυψη ότι περιουσιακό στοιχείο που δηλώθηκε είναι μη νόμιμης προέλευσης, απαλλάσσεται από τυχόν ποινικές, διοικητικές, φορολογικές ή αστικές ευθύνες του έναντι του υπόχρεου, σχετικές με το, δηλωθέν ή μη, περιουσιακό στοιχείο. Σε περίπτωση, όμως, που δεν συνέτρεξε ή δεν συντρέχει ποινική ευθύνη του σε σχέση με το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο, έχει τα δικαιώματα του ευρέτη και εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 1086 και 1087 Α.Κ.

Σημειώσεις επί του άρθρου

Συλλογικό Εργατικό Δίκαιο - 6η έκδοση
Αοριστία και Νομική Αβασιμότητα της Αγωγής