logo-print

Άρθρο 18 - Νόμος 4339/2015

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

29/10/2015

Σεμινάριο: Το δίκαιο της πώλησης κατά τον ΑΚ και την CISG
Ερμηνεία κατ΄ άρθρo του ΚΝ 489/1976 περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως της εξ ατυχημάτων αυτοκινήτων αστικής ευθύνης"

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΝΟΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΡΗΤΙΚΟΣ

Α. Το άρθρο 10 του ν. 4070/2012 (Α΄ 82) καταργείται και αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 10 Πειθαρχική διαδικασία

1. Για κάθε παράβαση των υποχρεώσεών τους που α πορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος περί ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και από τις διατάξεις του ν. 4053/2012 (Α΄ 44), περί λειτουργίας της ταχυδρομικής αγοράς, καθώς και τις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ΄εξουσιοδότηση αυτών, τα μέλη της Ε.Ε.Τ.Τ. υπέχουν πειθαρχική ευθύνη.

2. Το πειθαρχικό συμβούλιο αποτελείται από έναν Σύμβουλο Επικρατείας, έναν Αρεοπαγίτη και τρεις Καθηγητές Α.Ε.Ι. με γνωστικό αντικείμενο τους τομείς των τηλεπικοινωνιών, της ηλεκτρονικής ή του δημοσίου, εμπορικού ή ενωσιακού δικαίου, η δε θητεία τους είναι τριετής. Καθήκοντα Προέδρου ασκεί ο αρχαιότερος των δικαστικών λειτουργών. Για τα μέλη του συμβουλίου που είναι δικαστικοί λειτουργοί απαιτείται απόφαση του οικείου ανώτατου δικαστικού συμβουλίου. Χρέη γραμματέα του συμβουλίου εκτελεί υπάλληλος του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Ο Πρόεδρος, τα μέλη και ο γραμματέας του συμβουλίου ορίζονται με ισάριθμους αναπληρωτές.

3. Το συμβούλιο συγκροτείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στην οποία καθορίζεται και η αμοιβή του Προέδρου, των μελών και του γραμματέα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 4024/2011. Η απόφαση εκδίδεται εντός εξήντα (60) ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

4. Το συμβούλιο συνεδριάζει κατά τις επόμενες παραγράφους του παρόντος, με την παρουσία τεσσάρων τουλάχιστον μελών, μεταξύ των οποίων οπωσδήποτε ο πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του, και αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του προέδρου. Αν υπάρχουν περισσότερες από δύο γνώμες, οι ακολουθούντες την ασθενέστερη οφείλουν να προσχωρήσουν σε μία από τις επικρατέστερες. Το πειθαρχικό συμβούλιο αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό την απαλλαγή ή την παύση του μέλους.

5. Ως πειθαρχικά παραπτώματα θεωρούνται: α) η, κατά την άσκηση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων, παράβαση του παρόντος νόμου και της κείμενης νομοθεσίας ιδίως δε σε θέματα παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ταχυδρομείων, συναφών ευκολιών και συναφών υπηρεσιών, β) η αποδεδειγμένη πλημμέλεια περί την εκτέλεση των καθηκόντων και υποχρεώσεων, γ) η παραβίαση της αρχής της αμεροληψίας, δ) η απόκτηση οικονομικού οφέλους ή ανταλλάγματος προς όφελος του ιδίου του μέλους ή τρίτου προσώπου κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή εξ αφορμής αυτών.

Οι επιβαλλόμενες από το πειθαρχικό συμβούλιο ποινές είναι:

α) έγγραφη επίπληξη και β) οριστική παύση.

6. Σε περίπτωση εκδόσεως εντός διετίας δύο πειθαρχικών αποφάσεων για επίπληξη στο αυτό μέλος της Ε.Ε.Τ.Τ. για ίδιο ή διαφορετικό πειθαρχικό παράπτωμα,το μέλος εκπίπτει της θέσεώς του.

7. Η διαπιστωθείσα, δια αποφάσεως του πειθαρχικού συμβουλίου, παράβαση των άρθρων 7, 8 και 9 συνεπάγεται την οριστική παύση και έκπτωση από θέση του μέλους της Ε.Ε.Τ.Τ..

8. Το πειθαρχικό συμβούλιο, επιλαμβάνεται της διαδικασίας κατόπιν έγγραφης ανακοίνωσης Δημόσιας Αρχής ή του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων ή από την Ε.Ε.Τ.Τ. χωρίς τη συμμετοχή του ελεγχόμενου μέλους. Ο Πρόεδρος του πειθαρχικού συμβουλίου υποχρεούται να καλέσει σε προηγούμενη ακρόαση και παροχή έγγραφων εξηγήσεων το μέλος, με κλήση στην οποία γνωστοποιούνται οι αιτιάσεις, η οποία επιδίδεται σε αυτό με δικαστικό επιμελητή. Στην κλήση αναφέρεται η ημερομηνία παρουσίας του μέλους ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου, η οποία δεν μπορεί να είναι συντομότερη των δέκα (10) εργασίμων ημερών από την ημερομηνία επίδοσης σε αυτόν της κλήσεως. Προ της ακροάσεως και της παροχής έγγραφων εξηγήσεων, κατά την ορισθείσα ημερομηνία, το μέλος δικαιούται να λάβει γνώση του μέχρι τούδε σχηματισθέντος πειθαρχικού φακέλου.

9. Το πειθαρχικό συμβούλιο συνέρχεται κατά την οριζόμενη ημερομηνία, κατά την οποία το μέλος καταθέτει ενώπιον του συμβουλίου τις έγγραφες εξηγήσεις του,δίδει τις απαιτούμενες διευκρινίσεις, δέχεται ερωτήσεις και εν γένει διευκολύνει το έργο του πειθαρχικού συμβουλίου για τη διαλεύκανση της υποθέσεως. Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, το πειθαρχικό συμβούλιο διασκέπτεται και εκδίδει απόφαση, σύμφωνα με την οποία είτε:

α) κρίνονται ικανοποιητικές και επαρκείς οι εξηγήσεις και παύει οποιαδήποτε περαιτέρω διαδικασία,

β) εντέλλει τον Πρόεδρο σε σύνταξη έκθεσης πειθαρχικού παραπτώματος στο οποίο αναφέρονται τα πραγματικά περιστατικά, το κατά την παράγραφο 5 πειθαρχικό παράπτωμα και ορίζεται ημέρα και ώρα συνεδριάσεως του πειθαρχικού συμβουλίου για τη συζήτηση της υποθέσεως, στην οποία καλείται να παραστεί ο εγκαλούμενος,εφόσον δε, το επιθυμεί και μετά πληρεξουσίου δικηγόρου. Στις ανωτέρω α΄ και β΄ περιπτώσεις, επιδίδεται απόφαση με δικαστικό επιμελητή προς το μέλος της Ε.Ε.Τ.Τ.. Οι κατά τα ανωτέρω επιδόσεις των παραγράφων 8 και 9 δύνανται να γίνουν νομίμως και στην έδρα της Ε.Ε.Τ.Τ..

10. Το πειθαρχικό συμβούλιο, για την περίπτωση β΄ του εδαφίου β΄ της παραγράφου 9, κατά την προσδιορισθείσα ημέρα, δύναται κατά την κρίση του και να εξετάσει ή επανεξετάσει μάρτυρες, μετά δε την προφορική ενώπιόν του απολογία του εγκαλουμένου ή σε περίπτωση μη εμφανίσεώς του, μετά τη διαπίστωση της νομίμου κλητεύσεως αυτού, εκδίδει παραχρήμα την απόφασή του, δύναται όμως, αν κρίνει αναγκαίο, να διατάξει τη συμπλήρωση της έκθεσης πειθαρχικού παραπτώματος και επανάληψη της συζητήσεως. Στην περίπτωση αυτή καλείται με νέα κλήση ο εγκαλούμενος στην οποία ορίζεται νέα ημέρα και ώρα συζητήσεως, η οποία επιδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 8. Η επίδοση αυτή μπορείνα παραληφθεί, εφόσον ο διωκόμενος ήταν παρών καιτου γνωστοποιείται η νέα ημερομηνία συζητήσεως. Τοπειθαρχικό συμβούλιο δύναται επίσης άπαξ να αναβάλειτη λήψη αποφάσεως, προκειμένου ενώπιόν του να εξετάσει ή επανεξετάσει μάρτυρες, ορίζοντας για το λόγοαυτόν νέα ημερομηνία συζήτησης της υποθέσεως. Στηνπερίπτωση αυτή, κλήση του εγκαλούμενου απαιτείταιμόνο εάν αυτός ήταν απών. Οι μάρτυρες προσέρχονταιμε επιμέλεια των ενδιαφερομένων. Η μη προσέλευσητων μαρτύρων δεν κωλύει τη λήψη αποφάσεως.

11. Η απόφαση, ειδικώς αιτιολογημένη συντάσσεται εγγράφως, κατά, δε τη διαδικασία, ενώπιον του Συμβουλίου τηρούνται συνοπτικά πρακτικά.

12. Οι αποφάσεις του πειθαρχικού συμβουλίου είναι άμεσα εκτελεστές, κοινοποιούνται δε αμελλητί με επιμέλεια του Προέδρου αυτού στον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων προς εκτέλεσή τους.

13. Η πειθαρχική διαδικασία είναι αυτοτελής και ανε ξάρτητη. Η ποινική δίκη δεν αναστέλλει την πειθαρχική διαδικασία, δύναται όμως το πειθαρχικό συμβούλιο δι’ αποφάσεώς του, να διατάξει για εξαιρετικούς λόγους την αναστολή της πειθαρχικής διαδικασίας μέχρι πέρατος της ποινικής δίκης. Πραγματικά γεγονότα, όπως η ύπαρξη ή ανυπαρξία αυτών, τα οποία διαπιστώθηκαν δια τελεσιδίκου αποφάσεως ποινικού δικαστηρίου, λαμβάνονται υπόψη στην πειθαρχική διαδικασία, ουδόλως όμως κωλύεται εντεύθεν το πειθαρχικό συμβούλιο να εκδώσει απόφαση διαφορετική της ποινικής. Σε περίπτωση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης ποινικού δικαστηρίου για αδίκημα σχετιζόμενο με παραβάσεις των άρθρων 7, 8 και 9 του ν. 4070/2012 ή για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3528/2007, εκδίδεται απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου με την οποία διαπιστώνεται η οριστική παύση του μέλους, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της αμετάκλητης δικαστικής απόφασης.

14. Τα πειθαρχικά παραπτώματα, παραγράφονται μετά την πενταετία από της τελέσεως αυτών, πάσα όμως πράξη πειθαρχικής διαδικασίας, ως και η κλήση για ακρόασηκαι για έγγραφες εξηγήσεις και κάθε πράξη ποινικήςδιώξεως, διακόπτει την παραγραφή. Σε κάθε περίπτωση,η προς παραγραφή προθεσμία ουδέποτε δύναται να υπερβεί τα πέντε (5) έτη από της τελέσεως της πράξεως, πλην της περιπτώσεως κατά την οποία διετάχθη η αναστολή της πειθαρχικής διαδικασίας οπότε και ο χρόνος της παραγραφής του πειθαρχικού παραπτώματος δεν συμπληρώνεται προ της παρόδου έτους από της τελεσιδικίας της αποφάσεως του Ποινικού Δικαστηρίου.

15. Οι διατάξεις των ανωτέρω παραγράφων είναι ειδικές και κατισχύουν κάθε άλλης, γενικής ή ειδικής, ερμηνεύονται δε στενά υπό το πρίσμα του επιδιωκόμενου σκοπού του παρόντος και της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος που κυρίως καλείται να υπηρετήσει η Ε.Ε.Τ.Τ..

16. Μέλος της Ε.Ε.Τ.Τ. που, σε αντίθεση με τον παρόντα νόμο και την κείμενη νομοθεσία, εκ προθέσεως γνωστοποιεί, κατά παράβαση του απορρήτου και της εμπιστευτικότητας πληροφορίες, των οποίων λαμβάνει γνώση ως εκ της θέσεως και της υπηρεσίας του ή επιτρέπει σε τρίτο να λάβει γνώση αυτών, διαπράττει ειδικό ποινικό αδίκημα και τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο(2) ετών και χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000)ευρώ έως εξήντα χιλιάδες (60.000) ευρώ. Αν όμως τέλεσε την πράξη με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ήσε άλλον αθέμιτο όφελος ή να βλάψει άλλον, επιβάλλεται κάθειρξη. Αν η πράξη του πρώτου εδαφίου τελέστηκε από αμέλεια, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον τριών(3) μηνών και χρηματική ποινή.»

Β. Από την έναρξη ισχύος της ανωτέρω παραγράφου, καταργείται το π.δ. 140/2014 (Α΄ 230).

Επαγγελματικό ποδόσφαιρο, 2η έκδ., 2023

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΑΙΟ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο