1. Στο άρθρο 8 του ν. 4053/2012 (Α΄ 44) «Ρύθμιση λειτουργίας της ταχυδρομικής αγοράς, θεμάτων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και άλλες διατάξεις» προστίθεται παράγραφος 6, ως εξής:
«6. Ορίζεται μεταβατικό στάδιο για την αποζημίωση της καθολικής υπηρεσίας των ετών 2013, 2014 και 2015. Για το μεταβατικό στάδιο, ο ΦΠΚΥ υποβάλλει στην ΕΕΤΤ τον υπολογισμό του καθαρού κόστους παροχής της καθολικής υπηρεσίας των ετών 2013, 2014 και 2015 έως τις 30 Ιουνίου 2017. Η ΕΕΤΤ προβαίνει εν συνεχεία σε έλεγχο των υποβληθέντων στοιχείων και επαληθεύει, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, το καθαρό κόστος παροχής της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας των ανωτέρω ετών στο μέτρο που αυτό υφίσταται. Το επαληθευμένο από την ΕΕΤΤ καθαρό κόστος παροχής της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας των ετών 2013, 2014 και 2015 δεν δύναται να υπερβεί τα δεκαπέντε εκατομμύρια (15.000.000) ευρώ ανά έτος και καλύπτεται στο σύνολό του από τον Κρατικό Προϋπολογισμό ως Υπηρεσία Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος (ΥΓΟΣ). Το ποσό αποδίδεται απευθείας στον δικαιούχο ΦΠΚΥ. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, καθορίζονται ο χρόνος και ο τρόπος απόδοσής του, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια. Η νέα Σύμβαση ανάθεσης παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και ΦΠΚΥ θα ισχύει αναδρομικά από την ημερομηνία λήξης της προηγούμενης, ήτοι από 19.4.2015.».
2. Στο τέλος του Μέρους Β΄ του Παραρτήματος I του ν. 4053/2012 προστίθεται παράγραφος ως εξής:
«Το καθαρό κόστος καθολικής υπηρεσίας αποτελεί «άδικη οικονομική επιβάρυνση», όταν υπερβαίνει ποσοστό 1% των εσόδων του ΦΠΚΥ από την παροχή καθολικών υπηρεσιών. Αν η ΕΕΤΤ διαπιστώσει ότι το επαληθευμένο καθαρό κόστος αποτελεί άδικη οικονομική επιβάρυνση για τον ΦΠΚΥ, το κόστος αυτό αποζημιώνεται στο σύνολό του. Ειδικότερα, για την περίοδο 2013-2015 εφόσον η ΕΕΤΤ διαπιστώσει ότι το επαληθευμένο καθαρό κόστος αποτελεί άδικη οικονομική επιβάρυνση για τον ΦΠΚΥ, το κόστος αυτό αποζημιώνεται έως το μέγιστο ποσό των δεκαπέντε εκατομμυρίων (15.000.000) ευρώ ετησίως. Αν η ΕΕΤΤ διαπιστώσει ότι το επαληθευμένο καθαρό κόστος δεν αποτελεί άδικη οικονομική επιβάρυνση, αυτό επιβαρύνει αποκλειστικά τον ΦΠΚΥ.».