1. Για τους ήδη υπηρετούντες, καθώς και για όσους διοριστούν στις θέσεις του άρθρου 68 μέχρι τις 30 Νοεμβρίου 2019 η δήλωση της παραγράφου 1 του άρθρου 72 υποβάλλεται στην Προεδρία της Κυβέρνησης μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2019.
2. (α) Το πάσης φύσεως προσωπικό που υπηρετεί, με απόσπαση, κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στο Γραφείο του Γ.Ε.Δ.Δ., στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., στο Σ.Ε.Δ.Ε., στο Σ.Ε.Ε.ΜΕ., στο Σ.Ε.Υ.Υ.Π. και στη ΓΕ.Γ.ΚΑΔ. αποσπάται αυτοδίκαια στην Αρχή που ιδρύεται με τον παρόντα νόμο για το υπόλοιπο του χρόνου της απόσπασής του. (β) Ειδικότερα, οι Ειδικοί Επιθεωρητές του Γραφείου Γ.Ε.Δ.Δ., οι Προϊστάμενοι Επιθεωρητές και οι ΕπιθεωρητέςΕλεγκτές του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., του Σ.Ε.Ε.ΜΕ., του Σ.Ε.Δ.Ε. και του Σ.Ε.Υ.Υ.Π. αποσπώνται ως ΕπιθεωρητέςΕλεγκτές. Οι Βοηθοί Επιθεωρητές του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. και του Σ.Ε.Υ.Υ.Π. αποσπώνται ως ΕπιθεωρητέςΕλεγκτές για το υπόλοιπο του χρόνου της απόσπασής τους. (γ) Ως προς το προσωπικό που αποσπάται στην Αρχή κατ’ εφαρμογή της παρούσας παραγράφου και μέχρι τη λήξη των αποσπάσεων αυτών, δεν εφαρμόζεται η διάταξη του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 96 του παρόντος.
3. Ο συνολικός διανυθείς χρόνος απασχόλησης, με οποιοδήποτε τρόπο, στους καταργούμενους φορείς και το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την αυτοδίκαιη απόσπαση στην Αρχή μέχρι και την πρώτη ανανέωση αυτής, δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του ανώτατου ορίου των δώδεκα (12) ετών που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου ως το ανώτατο χρονικό όριο απόσπασης στην Αρχή σε θέση Επιθεωρητή Η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του ν. 3074/2002, όπως ισχύει, καταργείται από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
4. Οι υπηρετούντες ως Προϊστάμενοι Επιθεωρητές, ΕπιθεωρητέςΕλεγκτές και Βοηθοί ΕπιθεωρητέςΕλεγκτές στα Περιφερειακά Γραφεία του Σώματος ΕπιθεωρητώνΕλεγκτών Δημόσιας Διοίκησης και του Σώματος Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας, που παύουν να λειτουργούν από την έναρξη ισχύος του παρόντος, συμπεριλαμβάνονται στους ΕπιθεωρητέςΕλεγκτές της παραγράφου 2 α του παρόντος άρθρου, εκτός εάν με αίτησή τους που υποβάλλεται στην Αρχή εντός μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος δηλώσουν ότι, δεν επιθυμούν τη συνέχιση της απόσπασής τους.
5. Κατ’ εξαίρεση, κατά την πρώτη λειτουργία της Αρχής, ο Διοικητής διορίζεται για διετή θητεία μετά από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου και απόφαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, σύμφωνα με τα ειδικότερα προβλεπόμενα στον Κανονισμό της. Για τον διορισμό του Διοικητή κατά το προηγούμενο εδάφιο, εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Πρωθυπουργού που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Εντός της ως άνω διετούς θητείας, ολοκληρώνεται υποχρεωτικά η διαδικασία επιλογής του Διοικητή, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 90 του παρόντος.
6. Κατ’ εξαίρεση, κατά την πρώτη λειτουργία της Αρχής, ο Επικεφαλής της Μονάδας Επιθεωρήσεων και Ελέγχων, ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Ακεραιότητας και Λογοδοσίας, ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Ευαισθητοποίησης και Δράσεων με την Κοινωνία, ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού και Συμπεριφορικών Αναλύσεων και ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Δράσεων Ευαισθητοποίησης και Εκπαιδευτικών Πολιτικών επιλέγονται και τοποθετούνται με απόφαση του Διοικητή της Αρχής για τρία (3) έτη, συνεκτιμώντας τα ουσιαστικά προσόντα, την ποιότητα της υπηρεσιακής δραστηριότητάς τους, τη γνώση του αντικειμένου του φορέα και τις εν γένει διοικητικές τους ικανότητες. Η θητεία αυτή δύναται να ανανεωθεί για δύο (2) ακόμη έτη, με απόφαση του Διοικητή κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου Διοίκησης. Σε κάθε περίπτωση, μετά την κατά το προηγούμενο εδάφιο της παρούσας ανανέωση, η θητεία των εν λόγω στελεχών της Αρχής μπορεί να ανανεωθεί με τη διαδικασία, τις λοιπές προϋποθέσεις και τη διάρκεια που προβλέπονται στις πάγιες διατάξεις του άρθρου 96 του παρόντος νόμου.
7. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, λήγουν όλες οι τοποθετήσεις σε θέσεις ευθύνης των καταργούμενων φορέων τόσο σε υπηρεσίες και μονάδες επιθεώρησης και ελέγχου όσο και σε διοικητικέςοικονομικές μονάδες. Μέχρι τη θέση σε ισχύ του Οργανισμού της Αρχής, κάθε επείγουσα διαδικαστική ενέργεια για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, συμπεριλαμβανομένων θεμάτων που σχετίζονται με το προσωπικό που μεταφέρεται στην Αρχή, υπογράφεται από τον Επιθεωρητή που ασκούσε χρέη αναπληρωτή του επικεφαλής ή, σε περίπτωση που δεν έχει οριστεί αναπληρωτής, από τον αρχαιότερο ΕπιθεωρητήΕλεγκτή, σε έτη υπηρεσίας σε κάθε έναν εκ των καταργούμενων φορέων, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.
8. Μέχρι την επιλογή και τοποθέτηση των Προϊσταμένων των οργανικών μονάδων της Μονάδας Επιθεωρήσεων και Ελέγχων, κατά τις κείμενες διατάξεις και τα ειδικώς οριζόμενα στον Κανονισμό Λειτουργίας της Αρχής, στις θέσεις αυτές τοποθετούνται, με απόφαση του Διοικητή, ΕπιθεωρητέςΕλεγκτές εκ των αυτοδικαίως αποσπώμενων στην Αρχή.
9. Μέχρι την επιλογή και τοποθέτηση των Προϊσταμένων των λοιπών οργανικών μονάδων της Αρχής, κατά τις κείμενες διατάξεις και τα ειδικώς οριζόμενα στον Κανονισμό Λειτουργίας της Αρχής, εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του άρθρου 18 του ν. 4492/2017 (Α΄156). Ειδικά για την επιλογή και την τοποθέτηση του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών και Διοικητικών Υπηρεσιών και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, εφαρμόζεται η διάταξη της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου.
10. Οι υπάλληλοι που υπηρετούν με απόσπαση κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στις Διευθύνσεις και στα Τμήματα ή Γραφεία Διοικητικής Υποστήριξης και Οικονομικού του Γραφείου Γ.Ε.Δ.Δ., του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., του Σ.Ε.Δ.Ε., του Σ.Ε.Ε.ΜΕ., του Σ.Ε.Υ.Υ.Π. και της ΓΕ.Γ.ΚΑΔ. αποσπώνται αυτοδίκαια στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών και Διοικητικών Υπηρεσιών και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Αρχής, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και για τους υπαλλήλους που υπηρετούν στις περιφερειακές υπηρεσίες των καταργούμενων φορέων.
11. Η Αρχή δύναται, με απόφαση του Διοικητή αυτής, είτε να αναστείλει είτε να υπεισέλθει σε κάθε στάδιο των εκκρεμών διαδικασιών διορισμών και πάσης φύσεως υπηρεσιακών μεταβολών των καταργούμενων φορέων του παρόντος νόμου, χωρίς να απαιτείται επανάληψή τους, με την επιφύλαξη τυχόν ειδικότερων διατάξεων.
12. Έως τη συγκρότηση του υπηρεσιακού και των πειθαρχικών συμβουλίων της Αρχής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον παρόντα νόμο, το προσωπικό των καταργούμενων φορέων εξακολουθεί να υπάγεται στα Υπηρεσιακά και Πειθαρχικά συμβούλια στα οποία υπαγόταν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, εφόσον τούτα δεν καταργούνται με τις διατάξεις του παρόντος.
13. Από τη συγκρότηση του Υπηρεσιακού Συμβουλίου και των Πειθαρχικών Συμβουλίων της Αρχής, οι εκκρεμείς, κατά τον χρόνο έναρξης της λειτουργίας της Αρχής, υποθέσεις ενώπιον των Υπηρεσιακών και Πειθαρχικών Συμβουλίων, των καταργούμενων φορέων, για το προσωπικό που μεταφέρεται στην Αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, αποτελούν υποθέσεις του Υπηρεσιακού Συμβουλίου και των Πειθαρχικών Συμβουλίων της Αρχής και εξετάζονται από αυτά. Κατά τα λοιπά σε σχέση με τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες του Υπηρεσιακού Συμβουλίου και των Πειθαρχικών Συμβουλίων της Αρχής, ισχύουν οι πάγιες διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα.
14. (α) Οι δικηγόροι με έμμισθη εντολή που απασχολούνται με οιαδήποτε σχέση στους καταργούμενους φορείς υποχρεούνται μέσα σε έναν (1) μήνα από τον διορισμό του Διοικητή της Αρχής να υποβάλουν σε αυτόν: (α) Αναλυτική κατάσταση των εκκρεμών και των περατωμένων δικαστικών υποθέσεων που χειρίστηκαν, η οποία προσυπογράφεται για την ακρίβειά της από τον Προϊστάμενο της Νομικής Υπηρεσίας του φορέα, εφόσον υπάρχει, διαφορετικά υπογράφεται μόνο από τον ίδιο τον δικηγόρο με έμμισθη εντολή. Στην πιο πάνω κατάσταση για τις εκκρεμείς υποθέσεις γίνεται λεπτομερής μνεία του διαδικαστικού σταδίου στο οποίο βρίσκεται η υπόθεση και της ημερομηνίας της επόμενης διαδικαστικής πράξης. (β) Πλήρεις φακέλους των παραπάνω εκκρεμών και περατωμένων υποθέσεων με ακριβή αντίγραφα των δικογράφων, εισηγητικών εκθέσεων, δικαστικών αποφάσεων και των εγγράφων αποδείξεως, συνεπικουρούμενοι από την αρμόδια διοικητική υπηρεσία της Αρχής. (γ) Λεπτομερή πίνακα με τα υπό επεξεργασία σχέδια νόμων και κανονιστικών πράξεων, καθώς και των νομικών συμβουλών και γνωμοδοτήσεων που συνέταξαν ή στην επεξεργασία των οποίων συμμετείχαν σε οποιοδήποτε στάδιο, επισυνάπτοντας και τα σχετικά έγγραφα. Την ίδια υποχρέωση έχουν και οι δικηγόροι που δεν αμείβονταν με πάγια αντιμισθία και τους ανατέθηκε με οποιονδήποτε τρόπο ο χειρισμός υποθέσεων των καταργούμενων φορέων, καθώς και οι δικηγόροι που απασχολούνταν στους καταργούμενους φορείς με καθεστώς απόσπασης. Τυχόν παράβαση από τους δικηγόρους των υποχρεώσεων των προηγούμενων εδαφίων, αποτελεί αυτοτελές πειθαρχικό παράπτωμα, σύμφωνα με τον Κώδικα περί Δικηγόρων.
15. Με την έναρξη ισχύος του παρόντος, η Αρχή μπορεί να καταγγείλει τις πάσης φύσεως συμβάσεις παροχής προμηθειών υπηρεσιών ή παροχής έργου των καταργούμενων φορέων.
16. Κατά την πρώτη εφαρμογή του άρθρου 93 του παρόντος νόμου και μέχρι την πλήρη λειτουργία της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών της Αρχής, το συνολικό κόστος μισθοδοσίας, περιλαμβανόμενης και της μισθολογικής διαφοράς που προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων του ως άνω άρθρου βαρύνει τους προϋπολογισμούς των φορέων και των υπηρεσιών προέλευσης των ΕπιθεωρητώνΕλεγκτών και του λοιπού προσωπικού της Αρχής και καταβάλλεται από αυτούς. Με την έγκριση του πρώτου προϋπολογισμού της Αρχής και την πλήρη λειτουργία της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών αυτής, το συνολικό κόστος μισθοδοσίας, περιλαμβανόμενης και της ως άνω μισθολογικής διαφοράς του προσωπικού που αποσπάται ή είναι αποσπασμένο σε αυτή, εκτός των αποσπώμενων ή ήδη αποσπασμένων σε θέσεις ΕπιθεωρητώνΕλεγκτών, βαρύνει την Αρχή και καταβάλλεται από αυτήν.
17. Ειδικά, για τον πρώτο προϋπολογισμό της Αρχής το συνολικό ύψος των πιστώσεων της Αρχής που θα περιληφθεί στο σχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού για το έτος 2020, δεν δύναται να είναι κατώτερο του 100% των συνολικών πιστώσεων που προβλέπονται στον τρέχοντα ψηφισθέντα ετήσιο Κρατικό Προϋπολογισμό 2019 για τους καταργούμενους φορείς και υπηρεσίες: α) ΓΕ.Γ.ΚΑΔ., β) Γ.Ε.Δ.Δ., γ) Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., δ) Σ.Ε.Δ.Ε., ε) Σ.Ε.Ε.ΜΕ., και στ) Σ.Ε.Υ.Υ.Π..
18. Το συνολικό ύψος των πιστώσεων της Αρχής για τα έτη 2020-2021 που θα περιληφθεί στα αντίστοιχα Μ.Π.Δ.Σ. και σχέδια Κρατικού Προϋπολογισμού, δεν δύναται να είναι κατώτερο του 100% των συνολικών πιστώσεων που θα προβλέπονται στον ψηφισθέντα ετήσιο Κρατικό Προϋπολογισμό έτους 2019 για τους ως άνω φορείς και υπηρεσίες.
19. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος και μέχρι τη σύσταση και πλήρη λειτουργία της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών της Αρχής, οι απαραίτητες δαπάνες για τη μισθοδοσία και τη λειτουργία της Αρχής καλύπτονται από πιστώσεις που έχουν εγγραφεί στον ειδικό φορέα του προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομικών «Γενικές Κρατικές Δαπάνες», κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης, και μόνο στην περίπτωση που αυτές δεν καλύπτονται από τις ήδη εγγραφείσες πιστώσεις στον Κρατικό Προϋπολογισμό για τους καταργούμενους φορείς, οι οποίες μεταφέρονται από την έναρξη ισχύος του παρόντος στην Αρχή, ή σε κάθε περίπτωση από το αποθεματικό. Για την εφαρμογή του παρόντος, διενεργούνται κατά προτεραιότητα όλες οι απαραίτητες ενέργειες μεταξύ της Γενικής Διεύθυνσης για οικονομικά και διοικητικά θέματα του αρμόδιου για ζητήματα ανθρώπινου δυναμικού της δημόσιας διοίκησης Υπουργείου η οποία ορίζεται ως υπεύθυνη Γ.Δ.Ο.Υ. και των αρμόδιων υπηρεσιών του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Για κάθε ένα από τα επόμενα έτη, οι απαραίτητες πιστώσεις εγγράφονται στον ετήσιο προϋπολογισμό της Αρχής.
20. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος και μέχρι την πλήρη λειτουργία της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών της Αρχής, οι πρόσθετες αποδοχές της παραγράφου 3 του άρθρου 93 βαρύνουν τον προϋπολογισμό του αρμόδιου για ζητήματα ανθρωπίνου δυναμικού της δημόσιας διοίκησης Υπουργείου και καταβάλλονται από την αρμόδια Γενική Διεύθυνση για οικονομικά και διοικητικά θέματα αυτού.
21. Έργα προμηθειών που αφορούν στους καταργούμενους φορείς και είναι σε εξέλιξη, από την έναρξη ισχύος του παρόντος συνεχίζονται από την Αρχή, η οποία καθίσταται δικαιούχος των έργων. Η Αρχή συνεχίζει και ολοκληρώνει τις διαδικασίες που απαιτούνται για την υλοποίηση των έργων, σύμφωνα με τις ισχύουσες περί προμηθειών διατάξεις.
22. Η Αρχή υπεισέρχεται ως καθολικός διάδοχος σε όλα τα στάδια των δράσεων, προγραμμάτων και έργων, τα οποία χρηματοδοτούνται εν όλω ή εν μέρει από πόρους προερχόμενους από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τον ΕΟΧ και διεθνείς οργανισμούς.
23. Μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος, η Αρχή δύναται να καταγγείλει αζημίως τις υφιστάμενες μισθώσεις ακινήτων των φορέων που καταργούνται με τον παρόντα νόμο, με έγγραφη καταγγελία η οποία επιδίδεται στους εκμισθωτές και τα αποτελέσματά της οποίας επέρχονται μετά την παρέλευση τριών (3) μηνών από την επίδοσή της. Όλως ειδικώς και για την πρώτη μεταστέγαση όλων των εντασσόμενων φορέων σε ενιαίο κτίριο, για τις μισθώσεις ακινήτων από την Αρχή εφαρμόζονται οι διατάξεις του π.δ. 715/1979 (Α΄ 212) «Περί τρόπου ενεργείας υπό των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), προμηθειών, μισθώσεων και εκμισθώσεων εν γένει, αγορών ή εκποιήσεων ακινήτων, εκποιήσεων κινητών πραγμάτων ως και εκτελέσεως εργασιών», όπως κάθε φορά ισχύει. Όπου, στο παραπάνω προεδρικό διάταγμα αναφέρεται το συλλογικό όργανο που διοικεί το Ν.Π.Δ.Δ., νοείται ο Διοικητής της Αρχής. Οι Επιτροπές που αναφέρονται στο παραπάνω προεδρικό διάταγμα και η σύνθεσή τους, ορίζονται από τα όργανα διοίκησης της Αρχής.
24. Η νομή και κατοχή, η διοίκηση και διαχείριση υλικών και άυλων περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου, τα οποία χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο του σκοπού και για την εξυπηρέτηση των καταργούμενων φορέων κατά την έναρξη λειτουργίας του παρόντος, αναλαμβάνονται εφεξής από την Αρχή.
25. Οι πάγιες προκαταβολές που αφορούν τους καταργούμενους φορείς περιέρχονται στην Αρχή. Με απόφαση του Διοικητή της Αρχής καθορίζονται οι υπόλογοι διαχειριστές αυτών.
26. Μέχρι τη σύσταση και πλήρη λειτουργία της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικών και Οικονομικών Υπηρεσιών και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Αρχής και για χρονικό διάστημα, όχι μεγαλύτερο των δώδεκα (12) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, το οποίο μπορεί να ανανεώνεται με απόφαση του Διοικητή της Αρχής, οι υποθέσεις διοικητικού και οικονομικού ενδιαφέροντος που αφορούν την Αρχή διεκπεραιώνονται από τη Γενική Διεύθυνση για οικονομικά και διοικητικά θέματα του αρμόδιου για ζητήματα ανθρωπίνου δυναμικού της δημόσιας διοίκησης Υπουργείου.
27. Εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος σε οποιοδήποτε στάδιο έλεγχοι, επιθεωρήσεις και κάθε είδους έρευνες, ελεγκτικές, προανακριτικές και πειθαρχικές διαδικασίες και σχετικές με τις υποθέσεις αυτές διαδικαστικές πράξεις ή ενέργειες, συνεχίζουν και εκτελούνται κατά τις οικείες διατάξεις οι οποίες διήπαν τους καταργούμενους φορείς στο όνομα της Αρχής και από τα όργανα στα οποία αυτές έχουν ανατεθεί. Οι κάθε είδους σχετικές προθεσμίες προς ενέργεια παρατείνονται για τριάντα (30) ημέρες από τον διορισμό του Διοικητή της Αρχής. Για τον σκοπό αυτόν συντάσσονται σχετικά πρωτόκολλα, εντός προθεσμίας δέκα πέντε (15) ημερών, από τον διορισμό του Διοικητή. Την ευθύνη υπέχει ο ΕπιθεωρητήςΕλεγκτής που ασκούσε χρέη αναπληρωτή του επικεφαλής ή, σε περίπτωση που δεν έχει οριστεί αναπληρωτής, ο αρχαιότερος σε χρόνο υπηρεσίας Επιθεωρητής που υπηρετούσε στον οικείο καταργούμενο φορέα, μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος. Στην περίπτωση της ΓΕ.Γ.ΚΑΔ., η σχετική ευθύνη βαρύνει τον κατέχοντα τον περισσότερο χρόνο υπηρεσίας στον ανώτερο βαθμό υπάλληλο που υπηρετούσε με απόσπαση στη ΓΕ.Γ.ΚΑΔ. μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος. Τα πρωτόκολλα αυτά παραδίδονται στον Διοικητή της Αρχής ή σε όργανα που αυτός εξουσιοδοτεί για αυτόν τον σκοπό.
28. Το σύνολο των φυσικών και ηλεκτρονικών αρχείων των ΓΕ.Γ.ΚΑ.Δ., Γ.Ε.Δ.Δ., Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., Σ.Ε.Δ.Ε., το Σ.Ε.Ε.ΜΕ. και Σ.Ε.Υ.Υ.Π., συμπεριλαμβανομένων και αυτών που έχουν αποθηκευτεί σε μεταφερόμενα ηλεκτρονικά μέσα, καθώς και τα φυσικά αρχεία των υποθέσεων που εκκρεμούν στα δικαστήρια μεταφέρονται αυτοδικαίως στην Αρχή. Το σύνολο των φυσικών και άυλων περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου, τα οποία χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο του σκοπού και για την εξυπηρέτηση των παραπάνω φορέων και υπηρεσιών κατά την έναρξη λειτουργίας της Αρχής, μεταφέρεται στην Αρχή βάσει ειδικού πρωτοκόλλου που συντάσσεται προς τούτο με ευθύνη των προσώπων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο του παρόντος άρθρου. Στο πρωτόκολλο αυτό καταγράφονται και κάθε έγγραφο που αφορά στην οικονομική διαχείριση, τις εν εξελίξει προμήθειες και έργα που υλοποιούσαν οι καταργούμενοι φορείς, φυσικά και ηλεκτρονικά πρωτόκολλα διακίνησης εγγράφων και διαχείρισης καταγγελιών. Η ενέργειες αυτές πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τον διορισμό του Διοικητή της Αρχής.
29. Όπου στην κείμενη νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένων του συνόλου των κανονιστικών πράξεων που έχουν εκδοθεί αρμοδίως, αναφέρεται η ΓΕ.ΓΚΑΔ., το Γραφείο του Γ.Ε.Δ.Δ., το Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., το Σ.Ε.Δ.Ε., το Σ.Ε.Ε.Μ.Ε. και το Σ.Ε.Υ.Υ.Π., νοείται από την έναρξη ισχύος του παρόντος η Εθνική Αρχή Διαφάνειας.
30. Όπου στην ισχύουσα νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένων του συνόλου των κανονιστικών πράξεων που έχουν εκδοθεί αρμοδίως, αναφέρεται ο Γενικός Γραμματέας για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης, Ο Ειδικός Γραμματέας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., ο Επικεφαλής ή το Εποπτικό Συμβούλιο Διοίκησης του Σ.Ε.Δ.Ε., ο Γενικός Επιθεωρητής του Σ.Ε.Ε.ΜΕ. και ο Γενικός Επιθεωρητής του Σ.Ε.Υ.Υ.Π., νοούνται ο Διοικητής ή το Συμβούλιο Διοίκησης της Αρχής, κατά λόγο αρμοδιότητας.
31. Όπου στην κείμενη νομοθεσία ή σε κανονιστικές πράξεις αναφέρεται αρμοδιότητα ή συναρμοδιότητα οποιουδήποτε Υπουργού για ζητήματα των καταργούμενων διά του παρόντος φορέων, αυτή ασκείται εφεξής από τον Πρωθυπουργό ή από τον Υπουργό στον οποίον αυτός αναθέτει τη σχετική αρμοδιότητα.
32. Με απόφαση του Διοικητή που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και εκδίδεται εντός προθεσμίας ενός (1) έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος, δύνανται να καταργούνται ή να τροποποιούνται κανονιστικές αποφάσεις που αφορούν θέματα οργάνωσης, λειτουργίας και άσκησης των αρμοδιοτήτων των φορέων και υπηρεσιών που εντάσσονται στην Αρχή, οι οποίες δεν καταργούνται με τον παρόντα νόμο.
33. Για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται με τον παρόντα νόμο, εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις τουν. 3051/2002 (Α΄ 220), όπως κάθε φορά ισχύει.