Όταν η εμφάνισις της επιταγής ή η σύνταξις του διαμαρτυρικού ή της ισοδυνάμου βεβαιώσεως εντός των τεταγμένων προθεσμιών εμποδίζηται λόγω ανυπερβλήτου κωλύματος (διάταξις νόμου οιουδήποτε κράτους ή άλλη περίπτωσις ανωτέρας βίας), αι προθεσμίαι αύται παρατείνονται.
Ο κομιστής υποχρεούται να ειδοποιήση ανυπερθέτως περί της περιπτώσεως της ανωτέρας βίας τον οπισθογράφον του και να κάμη μνείαν της ειδοποιήσεως ταύτης, χρονολογουμένην και υπογεγραμμένην υπ' αυτού επί της επιταγής ή επί προσθέματος· κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αι διατάξεις του άρθρου 42.
Μετά την παύσιν της ανωτέρας βίας, ο κομιστής εμφανίζει ανυπερθέτως την επιταγήν προς πληρωμήν και ενδεχομένως προκαλεί την σύνταξιν διαμαρτυρικού ή την ισοδύναμον βεβαίωσιν.
Εάν η ανωτέρα βία παρατείνεται πέραν των δέκα πέντε ημερών από της ημέρας καθ' ην ο κομιστής ειδοποίησεν, έστω και προ της εκπνεύσεως της προθεσμίας της εμφανίσεως, τον οπισθογράφον αυτού περί της ανωτέρας βίας, η αναγωγή δύναται να ασκηθή μη ούσης αναγκαίας μήτε της εμφανίσεως μήτε του διαμαρτυρικού μήτε της ισοδυνάμου βεβαιώσεως.
Γεγονότα καθαρώς προσωπικά ως προς τον κομιστήν ή ως προς εκείνον, εις ον ούτος ανέθηκε την εμφάνισιν της επιταγής ή την σύνταξιν του διαμαρτυρικού ή την ενέργειαν της ισοδυνάμου βεβαιώσεως δεν θεωρούνται ως αποτελούντα περίπτωσιν ανωτέρας βίας.