logo-print

Άρθρο 11 - Νόμος 3606/2007

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

23/07/2014

Υπό κωδικοποίηση
Ο φορολογικός έλεγχος της Α.Α.Δ.Ε. στις τραπεζικές καταθέσεις ως βασικό εργαλείο κατά της φοροδιαφυγής, 2024
Ποινική Δικονομία, 11η έκδ., 2024

Άρθρο 11

Προϋποθέσεις χορήγησης άδειας λειτουργίας

ΑΕΠΕΥ

1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς χορηγεί άδεια λειτουργίας μόνον εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του Κεφαλαίου αυτού. Άδεια λειτουργίας μπορεί να χορηγείται και σε υφιστάμενες ανώνυμες εταιρίες εφόσον λειτουργούν τουλάχιστον για ένα (1) έτος και πληρούν τις προϋποθέσεις του Κεφαλαίου αυτού.

2. Οι ιδρυτές ή οι μέτοχοι της ΑΕΠΕΥ παρέχουν όλες τις πληροφορίες, οι οποίες είναι αναγκαίες για να μπορέσει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να αξιολογήσει ότι η ΑΕΠΕΥ κατά το χρόνο που θα λάβει την άδεια λειτουργίας θα πληροί τις προϋποθέσεις για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις διατάξεις του Κεφαλαίου αυτού.

3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την αιτούσα εντός έξι (6) μηνών από την υποβολή πλήρους αίτησης άδειας λειτουργίας, για τη χορήγηση ή την απόρριψη της άδειας.

4. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας και κάθε τεχνικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια.

5. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ζητά, πριν από τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε ΑΕΠΕΥ, τη γνώμη της αρμόδιας αρχής του κράτους - μέλους καταγωγής, όταν η αιτούσα:

(α) είναι θυγατρική ΕΠΕΥ, πιστωτικού ιδρύματος ή ασφαλιστικής επιχείρησης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος - μέλος, ή

(β) είναι θυγατρική της μητρικής επιχείρησης ΕΠΕΥ, πιστωτικού ιδρύματος ή ασφαλιστικής επιχείρησης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος - μέλος,

ή

(γ) ελέγχεται από τα ίδια φυσικά ή νομικά πρόσωπα που ελέγχουν ΕΠΕΥ, πιστωτικό ίδρυμα ή ασφαλιστική επιχείρηση που έχει λάβει άδεια σε άλλο κράτος - μέλος.

6. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ζητά, πριν από τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε ΑΕΠΕΥ, τη γνώμη της Τράπεζας της Ελλάδος ή της Επιτροπής Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης, όταν η αιτούσα:

(α) είναι θυγατρική πιστωτικού ιδρύματος ή ασφαλιστικής επιχείρησης που εδρεύει στην Ελλάδα, ή

(β) είναι θυγατρική της μητρικής επιχείρησης πιστωτικού ιδρύματος ή ασφαλιστικής επιχείρησης που εδρεύει στην Ελλάδα, ή

(γ) ελέγχεται από τα ίδια φυσικά ή νομικά πρόσωπα που ελέγχουν πιστωτικό ίδρυμα ή ασφαλιστική επιχείρηση που εδρεύει στην Ελλάδα.

Επιτομή Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, 3η έκδ., 2024
Κώδικας Ποινικής Δικονομίας ΙΙ (Ν. 4620/2019)