1. Ο Εμπορικός Αντιπρόσωπος δικαιούται την ειδικώς συμφωνηθείσα αμοιβή.
2. Ελλείψει σχετικής συμφωνίας μεταξύ των μερών και ειδικών διατάξεων ο εμπορικός αντιπρόσωπος δικαιούται αμοιβή που καθορίζεται σε ποσοστό επί της αξίας της σύμβασης στην οποία μεσολαβεί ή συνάπτει για λογαριασμό του αντιπροσωπευομένου σύμφωνα με τις συνήθειες που εφαρμόζονται στον τόπο όπου ασκεί τη δραστηριότητά του και για την αντιπροσώπευση των εμπορευμάτων τα οποία αφορά η σύμβαση εμπορικής αντιπροσωπείας. Ελλείψει παρομοίων συνθηκών ο αντιπρόσωπος δικαιούται εύλογη αμοιβή, αφού ληφθούν υπόψη όλα τα στοιχεία που έχουν σχέση με την εμπορική πράξη.
3. Κάθε στοιχείο της αμοιβής το οποίο μεταβάλλεται ανάλογα με τον αριθμό ή την αξία των υποθέσεων θεωρείται ότι, κατά την έννοια του παρόντος διατάγματος, αποτελεί προμήθεια.
4. Οι διατάξεις των επόμενων άρθρων 6 και 7 εφαρμόζονται εφόσον ο εμπορικός αντιπρόσωπος αμείβεται συνολικά ή εν μέρει με προμήθεια.