Άρθρο 10 Προσωρινή σύλληψη
1. Σε επείγουσες περιπτώσεις οι αρμόδιες Αρχές του αιτούντος Κράτους θα μπορούν να ζητούν εγγράφως την προσωρινή σύλληψη του εκζητούμενου προσώπου. Η εν λόγω αίτηση θα μπορεί επίσης να υποβληθεί μέσω του Διεθνούς Οργανισμού Εγκληματολογικής Αστυνομίας (INTERPOL).
2. Η αίτηση προσωρινής συλλήψεως θα περιλαμβάνει: α) ακριβή περιγραφή του εκζητούμενου, τα στοιχεία
ταυτότητας και την υπηκοότητα του προσώπου αυτού, καθώς και τον τόπο στον οποίο ευρίσκεται,
β) δήλωση με την οποία ανακοινώνεται ότι θα ακολουθήσει αίτηση εκδόσεως,
γ) τον ορισμό της πράξεως, το χρόνο και τον τόπο στον οποίο διαπράχθηκε, καθώς και συνοπτική περιγραφή των πραγματικών περιστατικών,
δ) δήλωση με την οποία θα βεβαιώνεται η ύπαρξη εντάλματος συλλήψεως ή καταδικαστικής αποφάσεως, συνεπεία της οποίας ζητείται η εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Συμβάσεως,
ε) οποιαδήποτε άλλη πληροφορία, η οποία θα αιτιολογούσε την προσωρινή σύλληψη του εκζητούμενου στο Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.
3. Το αιτούν Κράτος θα πληροφορείται αμέσως από το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση τη συνέχεια που δόθηκε σ' αυτήν.
4. Η προσωρινή σύλληψη θα λήγει εάν, μετά την παρέλευση εξήντα (60) ημερών από της ημερομηνίας συλλήψεως, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση δεν επιλήφθηκε της αιτήσεως εκδόσεως. Όσον αφορά την επιστροφή των στο άρθρο 8 οριζομένων δικαιολογητικών και στο μέτρο που η νομοθεσία του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση το επιτρέπει, οι αρμόδιες αρχές του Κράτους αυτού θα έχουν τη δυνατότητα παρατάσεως της προθεσμίας αυτής. Πάντως, η προσωρινή απόλυση του εκζητούμενου θα είναι δυνατή ανά πάσα στιγμή, με την προϋπόθεση ότι θα ληφθούν από το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα τα μέτρα εκείνα, τα οποία θα κριθούν απαραίτητα για να αποτραπεί η δραπέτευσή του από τη χώρα.
5. Η παρέλευση της προθεσμίας των εξήντα (60) ημερών δεν εμποδίζει νέα σύλληψη και έκδοση, εάν η αίτηση εκδόσεως παραληφθεί μεταγενέστερα.