Άρθρο 12
Ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήσεως
1. Οι αρμόδιες αρχές του Πριγκιπάτου της Ανδόρας και των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ανταλλάσσουν πληροφορίες όσον αφορά τα εισοδήματα που καλύπτονται από την παρούσα συμφωνία, καθώς και συμπεριφορά που συνιστά αδίκημα φορολογικής απάτης, βάσει των νόμων του κράτους στο οποίο -υποβάλλεται η αίτηση, ή παρόμοια παράβαση. Ως «παρόμοια παράβαση» νοείται αποκλειστικά παράβαση της ίδιας βαρύτητας με τη συμπεριφορά που συνιστά αδίκημα φορολογικής απάτης δυνάμει των νόμων του κράτους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση.
Έως ότου εισαχθεί η έννοια του αδικήματος της φορολογικής απάτης στην εθνική του νομοθεσία, το Πριγκιπάτο της Ανδόρας αναλαμβάνει, εφόσον είναι το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, να εξομοιώνει με το αδίκημα της φορολογικής απάτης, για τους αναφερόμενους στο πρώτο εδάφιο λόγους, τη συμπεριφορά που δολίως θίγει τα περιουσιακά συμφέροντα του Δημοσίου του αιτούντος κράτους και συνιστά, δυνάμει των νόμων του Πριγκιπάτου της Ανδόρας, αδίκημα υπεξαίρεσης.
Σε απάντηση προς δεόντως αιτιολογημένη αίτηση, το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση παρέχει πληροφορίες σχετικά με τα προαναφερόμενα ζητήματα που άπτονται του ποινικού ή μη ποινικού δικαίου, τα οποία ερευνά, ή ενδέχεται να ερευνήσει, το αιτούν κράτος.
2. Για να καθορίσει εάν μπορεί να παράσχει τις πληροφορίες που ζητούνται κατόπιν αιτήσεως, το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση εφαρμόζει τις διατάξεις περί παραγραφής που ισχύουν δυνάμει της νομοθεσίας του αιτούντος κράτους και όχι τις διατάξεις περί παραγραφής του κράτους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση.
3. Το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση παρέχει πληροφορίες, εφόσον το αιτούν κράτος έχει εύλογες υπόνοιες ότι η συμπεριφορά συνιστά αδίκημα φορολογικής απάτης ή παρόμοια παράβαση. Όταν το Πριγκιπάτο της Ανδόρας είναι το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, το παραδεκτό της αίτησης πρέπα να καθοριστεί εντός δύο μηνών από την δικαστική αρχή του Πριγκιπάτου της Ανδόρας ανάλογα με το βάσιμο των λόγων που τη στηρίζουν σε σχέση με τους όρους που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.
4. Η υπόνοια φορολογικής απάτης ή παρόμοιας παράβασης του αιτούντος κράτους μπορεί να βασίζεται σε:
α) έγγραφα, επικυρωμένα ή μη, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των λογιστικών βιβλίων ή εγγράφων ή των έγγραφων για τραπεζικούς λογαριασμούςβ) πληροφορίες από μαρτυρία του φορολογουμένου'
γ) πληροφορίες που προέρχονται από πληροφοριοδότη ή άλλο τρίτο πρόσωπο που επιβεβαιώθηκαν ανεξάρτητα ή μπορεί να είναι αξιόπιστες, ή
δ) αιτιολογημένες έμμεσες αποδείξεις.
5. Κάθε πληροφορία που ανταλλάσσεται κατ' αυτόν τον τρόπο πρέπει να θεωρείται ως εμπιστευτική και δεν μπορεί να αποκαλύπτεται στα πρόσωπα ή στις αρμόδιες αρχές του συμβαλλομένου μέρους που πρέπει να γνωρίζουν την φορολόγηση των τόκων που αναφέρονται στο άρθρο 1, είτε στο πλαίσιο της παρακράτησης του φόρου στην πηγή και των σχετικών εσόδων παν αναφέρονται στα άρθρα 7 και 8, αντίστοιχα, είτε στο πλαίσιο της εθελοντικής γνωστοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 9. Τα πρόσωπα αυτά ή οι αρχές δύνανται να κοινοποιήσουν τις πληροφορίες που έλαβαν κατ' αυτόν τον τρόπο κατά τη διάρκεια δημόσιων ακροάσεων ή σε δικαστικές αποφάσεις που έχουν ως αντικείμενο αυτή τη φορολογία.
Οι πληροφορίες μπορούν να κοινοποιούνται σε άλλο πρόσωπο ή αρχή μόνο με την προηγούμενη γραπτή συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής του μέρους που κοινοποίησε τις πληροφορίες.
6. Το Πριγκιπάτο της Ανδόρας αρχίζει διμερής διαπραγματεύσεις με κάθε κράτος μέλος που εκφράζει αυτή την επιθυμία για να καθορίσει τις διάφορες κατηγορίες περιπτώσεων στις οποίες πρέπει να εφαρμόζεται το κριτήριο «παρόμοια παράβαση» σύμφωνα με τη διαδικασία που εφαρμόζει το συγκεκριμένο κράτος.