Άρθρο 13
Διαβουλεύσεις και επανεξέταση
1. Τα συμβαλλόμενα μέρη διεξάγουν διαβουλεύσεις μεταξύ τους τουλάχιστον κάθε τρία έτη ή εφόσον το ζητήσει ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη με σκοπό να εξετάσουν και, εφόσον τα συμβαλλόμενα μέρη το κρίνουν απαραίτητο,, να βελτιώσουν την τεχνική λειτουργία της παρούσας συμφωνίας και να αξιολογήσουν τις διεθνείς εξελίξεις. Οι διαβουλεύσεις πραγματοποιούνται εντός μηνός από την αίτηση ή το ταχύτερο δυνατόν σε επείγουσες περιπτώσεις.
Με βάση την εν λόγω αξιολόγηση, τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να προβούν σε διαβουλεύσεις για να εξετάσουν κατά πόσο είναι απαραίτητο να τροποποιηθεί η συμφωνία λαμβανομένων υπόψη των διεθνών εξελίξεων.
2. Μόλις αποκτήσουν επαρκή εμπειρία από την πλήρη εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 1 της συμφωνίας, τα συμβαλλόμενα μέρη προβαίνουν σε διαβουλεύσεις μεταξύ τους για να εξετάσουν κατά πόσο είναι απαραίτητο να τροποποιηθεί η παρούσα συμφωνία λαμβανομένων υπόψη των διεθνών εξελίξεων.
3. Για τους σκοπούς των αναφερομένων στις παραγράφους 1 και 2 διαβουλεύσεων τα συμβαλλόμενα μέρη ενημερώνονται για τις πιθανές εξελίξεις που ενδέχεται να επηρεάσουν την ορθή λειτουργία της παρούσας συμφωνίας. Σ' αυτές περιλαμβάνεται επίσης η σύναψη οιασδήποτε σχετικής συμφωνίας μεταξύ ενός συμβαλλομένου μέρους και ενός τρίτου κράτους.
4. Εάν προκύψει διαφωνία μεταξύ των αρμόδιων αρχών του Πριγκιπάτου της Ανδόρας και μιας ή περισσοτέρων από τις άλλες αρμόδιες αρχές των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύμφωνα με το άρθρο 5 της παρούσας συμφωνίας όσον αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή της, οι εν λόγω αρχές καταβάλλουν προσπάθεια να την επιλύσουν με αμοιβαία συμφωνία. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων τους. Όσον αφορά τα προβλήματα ερμηνείας, η Επιτροπή μπορεί να συμμετάσχει στις διαβουλεύσεις εφόσον το ζητήσει μία από τις αρμόδιες αρχές.