Άρθρο 23
Ειδικές συμμετοχές πιστωτικών ιδρυμάτων σε άλλες επιχειρήσεις
1. Απαγορεύεται στα πιστωτικά ιδρύματα να κατέχουν σε επιχείρηση ειδική συμμετοχή μεγαλύτερη του 15% των ιδίων κεφαλαίων τους.
2. Το σύνολο των ειδικών συμμετοχών των πιστωτικών ιδρυμάτων σε επιχειρήσεις δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το 60% των ιδίων κεφαλαίων τους.
3. Οι ειδικές συμμετοχές των πιστωτικών ιδρυμάτων σε: (i) πιστωτικά ιδρύματα, (ii) χρηματοδοτικά ιδρύματα, (iii) ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, (iv) επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και (v) επιχειρήσεις των οποίων η δραστηριότητα αποτελεί άμεση προέκταση της τραπεζικής δραστηριότητας ή αφορά δευτερεύουσες υπηρεσίες της (όπως διαχείριση υπηρεσιών πληροφορικής ή άλλη παρόμοια δραστηριότητα) δεν υπόκεινται στα όρια των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Η Τράπεζα της Ελλάδος, όμως, δικαιούται να καθορίζει ότι για την πραγματοποί-ησή τους απαιτείται, κατά περίπτωση, η προηγούμενη έγκρισή της.
4. Κατά τον υπολογισμό των ορίων των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου δεν συμπεριλαμβάνονται οι μετοχές ή τα μερίδια:
α) που κατέχονται από το πιστωτικό ίδρυμα στο πλαίσιο χρηματοδοτικής ενίσχυσης ή στήριξης που αποσκοπεί στην εξυγίανση ή τη διάσωση μιας επιχείρησης για χρονικό διάστημα μέχρι ενός (1) έτους, με ευχέρεια παράτασης ενός (1) ακόμη έτους με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος,
β) που κατέχονται από το πιστωτικό ίδρυμα λόγω παροχής υπηρεσιών αναδόχου εκδόσεως τίτλων (underwriting) και για χρονικό διάστημα μέχρι έξι (6) μηνών από την ημερομηνία λήξης της περιόδου διάθεσης των τίτλων,
γ) που κατέχονται στο όνομα του πιστωτικού ιδρύματος αλλά για λογαριασμό τρίτου,
δ) που εντάσσονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών του πιστωτικού ιδρύματος σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 21 του άρθρου 2 του ν. 2396/1996, όπως ισχύει.
5. Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να επιτρέπει την υπέρβαση των ορίων που καθορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου και την παράταση της προθεσμίας που αναφέρεται στο εδάφιο β' της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και μέχρι χρονικού διαστήματος έξι (6) μηνών. Στην περίπτωση αυτή η Τράπεζα της Ελλάδος απαιτεί είτε την αύξηση των ιδίων κεφαλαίων του πιστωτικού ιδρύματος είτε τη λήψη άλλων μέτρων ισοδύναμου αποτελέσματος.
6. Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί επίσης να επιτρέπει, κατ' εξαίρεση, την υπέρβαση των ορίων που καθορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου και πέραν του χρονικού διαστήματος που ορίζεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, υπό την προϋπόθεση ότι το ποσό κατά το οποίο οι ειδικές συμμετοχές υπερβαίνουν το ατομικό ή και το συνολικό όριο καλύπτονται κατά 100% από ίδια κεφάλαια, τα οποία δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας. Σε περίπτωση που υπάρχει υπέρβαση σε σχέση και με τα δύο προαναφερθέντα όρια, το ποσό που πρέπει να καλύπτεται με ίδια κεφάλαια είναι αυτό που αντιστοιχεί στη μεγαλύτερη υπέρβαση.
7. Η τήρηση των ορίων των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου αποτελεί αντικείμενο εποπτείας και ελέγχου σε ατομική και ενοποιημένη βάση κατά τα προβλεπόμενα στα άρθρα 30 και 35 του παρόντος νόμου.