1. Για τη δήλωση αποφαίνεται ως συμβούλιο το δικαστήριο, ή το τμήμα, στο οποίο υπηρετεί ο δικαστής, χωρίς τη συμμετοχή του.
2. Αν συμπέσει δήλωση αποχής του δικαστή και αίτηση εξαίρεσής του, προηγείται η απόφαση του δικαστηρίου ως συμβουλίου για τη δήλωση αποχής. Αν η δήλωση αποχής γίνει δεκτή, η αίτηση εξαίρεσης παύει να έχει αντικείμενο και σε περίπτωση που δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί προς συζήτηση, τίθεται στο αρχείο με πράξη του προέδρου του συμβουλίου ή του δικαστή, που διευθύνει το δικαστήριο, ή αν πρόκειται για δήλωση του ιδίου, με πράξη του αναπληρωτή του, ενώ σε περίπτωση που έχει προσδιοριστεί προς συζήτηση, η σχετική δίκη κηρύσσεται καταργημένη. Αν η δήλωση αποχής δεν γίνει δέκτη, προχωρεί η διαδικασία εκδίκασης της αίτησης εξαίρεσης.
3. Η απόφαση του δικαστηρίου ως συμβουλίου για τη δήλωση αποχής δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα.