Των εις τα άρθρα 1 και 3 προβλεπομένων πράξεων την παράλειψιν δύναται ν' αξιώση πας επαγγελματίας, όστις παράγει ή εμπορεύεται όμοια ή συγγενή είδη, καθώς επίσης και τα Εμπορικά και Βιομηχανικά επιμελητήρια, οι Εμπορικοί και Βιομηχανικοί ή εν γένει επαγγελματικοί σύλλογοι. Ομοίως οι ως άνω επαγγελματίαι, τα επιμελητήρια και οι σύλλογοι έχουσιν έννομον αξίωσιν επί παραλείψει των κατά παράβασιν των άρθρων 6, 8 και 9 επιχειρουμένων πράξεων ως και της κατά το άρθρον 7 αναγγελίας προς το κοινόν άνευ της προς τον αρμόδιον πρόεδρον των Πρωτοδικών ή τον ειρηνοδίκην δηλώσεως.
Εις ανόρθωσιν της κατά παράβασιν των διατάξεων του νόμου τούτου προερχομένης ζημίας υποχρεούται:
α) Όστις εις την περίπτωσιν του άρθρου 3 εγνώριζε ή ώφειλε να γνωρίζη το αναληθές των παρ' αυτού γενομένων διαφημίσεων.
Κατά συντακτών, εκδοτών, τυπογράφων, πρακτόρων εφημερίδων ή περιοδικών χωρεί τότε μόνον αξίωσις επί αποζημιώσει, εάν εγνώριζον το αναληθές των ανακοινώσεων.
β) Όστις εκ προθέσεως ή εξ αμελείας παραβαίνει τας εις τα άρθρα 6, 7, 8 και 9 οριζόμενα.
Προς παύσιν των κατά παράβασιν των άρθρων 1, 3, 6, 8 και 9, ως και της κατά το άρθρον 7 αναγγελίας προς το κοινόν, γινομένων υπό τινός υπαλλήλου ή αντιπροσώπου επιχειρήσεως ή καταστήματος πράξεων υποχρεούται και δύναται να εναχθή και ο κύριος ή ο διευθυντής.