logo-print

Το μέλλον της Airbnb στην Ευρώπη «περνάει» από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Γενικός Εισαγγελέας Δικαστηρίου ΕΕ: Η Airbnb προσφέρει μεσιτικές υπηρεσίες μισθώσεων ακινήτων ή υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας;

02/05/2019

28/05/2019

Εθνικό κτηματολόγιο - Νομολογιακά Δρώμενα -Σειρά Συλλογές Νομολογίας ΕπΑΚ Νο 2 (ΕΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ 2023)
Το προσύμφωνο στο κτηματολογικό δίκαιο - Βιβλιοθήκη Δικαίου Κτηματολογίου Νο 23

Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος

Στις δημοσιευθείσες την Τρίτη, 30-04-2019, προτάσεις του ο πρώτος γενικός εισαγγελέας Maciej Szpunar προτείνει στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διαπιστώσει ότι οι υπηρεσίες, όπως αυτές που παρέχονται από την διαδικτυακή πλατφόρμα της Airbnb, συνιστούν υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας και όχι μεσιτικές.

Μάλιστα, κατά τον γενικό εισαγγελέα, η κατηγοριοποίηση αυτή δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι η Airbnb προσφέρει και άλλες υπηρεσίες που έχουν υλικό περιεχόμενο, εφόσον φυσικά δεν αποτελούν ενιαίο σύνολο.

Επιπλέον, ο γεν. εισαγγελέας Szpunar επισημαίνει ότι η οδηγία 2000/31/ΕΚ («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») δεν επιτρέπει σε ένα κράτος μέλος να περιορίζει, κατόπιν δικής του πρωτοβουλίας και χωρίς να εξετάσει τις ουσιαστικές προϋποθέσεις, την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας που προέρχονται από άλλο κράτος μέλος, και συγκεκριμένα την άσκηση του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη στους παρόχους κατηγορίας υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας.

Έτσι, ο γαλλικός νόμος Hoguet που προβλέπει τέτοιους περιορισμούς δε μπορεί να αντιταχθεί στην περίπτωση της Airbnb.

Διαβάστε επίσης: Δικαστήριο ΕΕ: Υπηρεσία του τομέα μεταφορών η UBER - Tα κράτη μέλη ρυθμίζουν τους όρους παροχής

Ιστορικό της υπόθεσης

H εταιρία Airbnb Ireland, εγκατεστημένη στην Ιρλανδία, διαθέτει διαδικτυακή πλατφόρμα, σκοπός της οποίας είναι να φέρνει σε επαφή, σε διάφορες χώρες και, εν προκειμένω στη Γαλλία, αφενός, οικοδεσπότες που διαθέτουν χώρους διαμονής προς εκμίσθωση και, αφετέρου, άτομα που αναζητούν καταλύματα του τύπου αυτού. Κατά τον γαλλικό νόμο Hoguet περί διαμεσολαβητών σε συναλλαγές ακινήτων επιβάλλονται στους κτηματομεσίτες –επάγγελμα νομοθετικά κατοχυρωμένο– διάφοροι κανόνες (τήρηση μητρώου, χορήγηση επαγγελματικού δελτίου), η παράβαση των οποίων επισύρει ποινικές ευθύνες.

Κατόπιν καταγγελίας του ΑΗΤΟΡ (ένωση επαγγελματιών των υπηρεσιών ξενοδοχειακών καταλυμάτων και τουρισμού, Γαλλία) ενώπιον του Tribunal de grande instance de Paris (Πολυμελούς Πλημμελειοδικείου Παρισίων), η Εισαγγελία Παρισίων κίνησε ποινική διαδικασία κατά των Υ.Α. και Airbnb Ireland, μεταξύ άλλων παραβάσεων, για διαχείριση χρηματικών ποσών προς άσκηση δραστηριοτήτων διαμεσολάβησης και διαχείρισης ακινήτου από πρόσωπο στερούμενο επαγγελματικού δελτίου (νόμος Hoguet). 

Δεδομένου ότι η οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο (οδηγία 2000/31/ΕΚ), αντιτίθεται στην εφαρμογή περιοριστικών εθνικών κανόνων περί ηλεκτρονικού εμπορίου, όπως είναι ο νόμος Hoguet, απαιτείται να προσδιοριστεί κατά πόσον η δραστηριότητα της εταιρίας Airbnb Ireland εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της.

Διαβάστε επίσης: Airbnb: Απαγόρευση βραχυχρόνιας μίσθωσης και μετατροπής ακινήτου σε τουριστικό κατάλυμα (ΜΠρΘεσ 16158/2018)

Ενόψει των ανωτέρω, ο ανακριτής του Τribunal de grande instance de Paris θεώρησε αναγκαίο να υποβάλει ενώπιον του Δικαστηρίου τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα: Πρώτον, εάν εμπίπτουν οι παρεχόμενες εντός της Γαλλίας από την εταιρία Airbnb Ireland υπηρεσίες μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, η εκμετάλλευση της οποίας πραγματοποιείται από το έδαφος της Ιρλανδίας, στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών η οποία προβλέπεται στο άρθρο 3 της οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο, και δεύτερον, εάν μπορούν να αντιταχθούν στην εταιρία Airbnb Ireland οι περιοριστικοί της άσκησης του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη στη Γαλλία κανόνες του νόμου Hoguet.

Προτάσεις γεν. εισαγγελέα ΔΕΕ

Προκειμένου να δώσει απάντηση στο πρώτο υποβληθέν προς το Δικαστήριο ερώτημα, ο γενικός εισαγγελέας Maciej Szpunar, εξετάζει στις δημοσιευθείσες προτάσεις του, κατά πόσον οι παρεχόμενες από την Airbnb Ireland υπηρεσίες  μπορεί να θεωρηθούν ως υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας.

Λαμβάνοντας υπόψη του τον ορισμό που προβλέπεται στην οδηγία για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (οδηγία (ΕΕ) 2015/1535), ο γενικός εισαγγελέας κρίνει ότι είναι αναγκαίο να εξεταστεί η φύση των παρεχόμενων υπηρεσιών από την Airbnb Ireland, ήτοι κατά πόσον oi συγκεκριμένες υπηρεσίες συνιστούν υπηρεσίες εξ αποστάσεως, χωρίς την ταυτόχρονη παρουσία των μερών, και κατά πόσον αυτές παρέχονται αποκλειστικά μέσω της χρήσης ηλεκτρονικού εξοπλισμού, δίχως να σχετίζονται  με υπηρεσίες που έχουν υλικό περιεχόμενο παρόλο που παρέχονται με ηλεκτρονικά μέσα.

Ο γενικός εισαγγελέας σημειώνει ότι, με τη νομολογία του, το Δικαστήριο έχει ήδη θέσει συγκεκριμένα κριτήρια για τις μικτές υπηρεσίες, οι οποίες αποτελούνται από ένα στοιχείο που παρέχεται ηλεκτρονικά και ένα άλλο που δεν παρέχεται με αυτό τον τρόπο.

Κατόπιν ενδελεχούς εξέτασης των υπηρεσιών της Airbnb Ireland, και λαμβάνοντας υπόψη τα εν λόγω κριτήρια, ο γενικός εισαγγελέας προτείνει ότι η απάντηση στο πρώτο ερώτημα θα πρέπει να είναι ότι μία υπηρεσία που συνίσταται στην επαφή υποψηφίων φιλοξενούμενων με τους οικοδεσπότες που προσφέρουν βραχυχρόνια διαμονή, μέσω μίας διαδικτυακής πλατφόρμας, σε μία κατάσταση κατά την οποία ο πάροχος αυτής της υπηρεσίας δεν ασκεί έλεγχο στη βασική διαδικασία για την παροχή της συγκεκριμένης υπηρεσίας, συνιστά υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας. Επισημαίνει δε ότι το γεγονός ότι ο πάροχος προσφέρει ακόμα και άλλες υπηρεσίες που έχουν υλικό περιεχόμενο δεν αποκλείει την κατηγοριοποίηση της παρεχόμενης με ηλεκτρονικά μέσα υπηρεσίας ως υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας, υπό τον όρο ότι η τελευταία υπηρεσία δεν αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο με αυτές τις υπηρεσίες.

Όσον αφορά τη δυνατότητα ή μη εφαρμογής του νόμου Hoguet στην Airbnb Ireland, ο γενικός εισαγγελέας παρατηρεί ότι, σχετικά με την υποβληθείσα ενώπιον του Δικαστηρίου υπόθεση, ο συγκεκριμένος νόμος εμπίπτει εκ πρώτης όψεως στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο, καθότι είναι νομοθεσία κράτους μέλους διαφορετικού από το κράτος μέλος προέλευσης στο οποίο είναι πιθανόν να περιορίζονται υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας. Συνεχίζει υπογραμμίζοντας ότι, προκειμένου μία ρύθμιση κράτους μέλους, διαφορετικού από εκείνο στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο πάροχος υπηρεσίας της κοινωνίας της πληροφορίας, να είναι εκτελεστή  σε βάρος αυτού του παρόχου και να έχει ως συνέπεια τον περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των εν λόγω υπηρεσιών, η συγκεκριμένη ρύθμιση θα πρέπει να συνιστά μέτρο το οποίο πληροί τις προβλεπόμενες σε αυτή την οδηγία ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις.

Δυνάμει των ουσιαστικών προϋποθέσεων που προβλέπονται στην οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο, ο γενικός εισαγγελέας υποστηρίζει ότι ένα κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος προέλευσης μπορεί να αποκλίνει από την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας μόνο με τη λήψη «κατά περίπτωση» μέτρων. Στη συνέχεια, αναφέρει ότι, σε κάθε περίπτωση, εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να αποφασίσει κατά πόσον, με βάση όλους τους παράγοντες που του γνωστοποιούνται, τα επίμαχα μέτρα είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί η προστασία των καταναλωτών και ότι δεν βαίνουν πέραν του αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού.

Σχετικά με τις διαδικαστικές προϋποθέσεις, ο γενικός εισαγγελέας παρατηρεί ότι ένα κράτος μέλος το οποίο προτείνει την υιοθέτηση μέτρων που περιορίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των προερχόμενων από άλλος κράτος μέλος υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, θα πρέπει πρώτον να κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή  την πρόθεσή του και να ζητάει από το κράτος μέλος προέλευσης να λάβει μέτρα αναφορικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας. Ο γενικός εισαγγελέας διευκρινίζει ότι δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η Γαλλία ζήτησε από την Ιρλανδία να λάβει τα αναγκαία μέτρα σε σχέση με τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας, και φαίνεται πως δεν πληρούται ούτε η προϋπόθεση κοινοποίησης προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είτε κατά τη διάρκεια είτε μετά την περίοδο μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας. Σχετικά με το τελευταίο, ο γενικός εισαγγελέας διατυπώνει τη γνώμη ότι η μη εκπλήρωση της υποχρέωσης κοινοποίησης συνεπάγεται την επιβολή της ποινής περί μη εφαρμογής μέτρου σε βάρος του παρόχου αυτών των υπηρεσιών.

Κατά συνέπεια, όσον αφορά το ερώτημα κατά πόσον ένα κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος προέλευσης, μπορεί να επιβάλλει, κατόπιν δικής του πρωτοβουλίας και χωρίς να εξετάσει τις ουσιαστικές προϋποθέσεις, όρους στους παρόχους κατηγορίας υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας σχετικά με την άσκηση του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη, όπως αυτοί που προβλέπονται στον νόμο Hoguet, ο γενικός εισαγγελέας θεωρεί ότι η οδηγία δεν επιτρέπει σε ένα κράτος μέλος να περιορίζει, σε τέτοιες περιπτώσεις και με τέτοιο τρόπο, την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας που προέρχονται από άλλο κράτος μέλος.

Υπενθυμίζεται ότι οι προτάσεις του γενικού εισαγγελέα δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο. Έργο του γενικού εισαγγελέα είναι να προτείνει στο Δικαστήριο, με πλήρη ανεξαρτησία, νομική λύση για την υπόθεση που του έχει ανατεθεί. Η υπόθεση τελεί υπό διάσκεψη στο Δικαστήριο, ενώ η απόφαση θα εκδοθεί αργότερα.

Το πλήρες κείμενο των προτάσεων δημοσιεύεται στην αγγλική γλώσσα στον ιστότοπο CURIA

Η αναιρετική δίκη με άξονα το άρθρο 573 ΚΠολΔ - Πραγματείες Πολιτικής Δικονομίας Νο 4 - XVIII & 288

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΑΝΑΚΟΠΕΣ

Ο δικαστικός έλεγχος της δράσης των ανεξάρτητων αρχών

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ / ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ