logo-print

Νέα διάταξη για την εκτέλεση αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

Σύχρονα και κρίσιμα θέματα της συνταγματικής νομολογίας του ελεγκτικού συνεδρίου

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ / ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Ο δικαστικός έλεγχος της δράσης των ανεξάρτητων αρχών

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ / ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Διάταξη σχετικά με την εκτέλεση των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου περιλαμβάνει το φορολογικό σχέδιο νόμου που βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση.

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, με την προτεινόμενη διάταξη επιχειρείται να επιλυθούν όλα σοβαρά προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί κατά την εκτέλεση των αποφάσεων του ΕΔΔΑ, κυρίως αναφορικά με την υποχρέωση καταβολής χρηματικών ποσών σε πρόσωπα που δεν έχουν τραπεζικό λογαριασμό στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό ούτε και μπορούν να ανοίξουν, κυρίως για το λόγο ότι δεν διαθέτουν - λόγω μη νόμιμης παραμονής τους στο έδαφος της Ε.Ε. – τα απαραίτητα δικαιολογητικά.

Κατευθυντήριες γραμμές της ρύθμισης είναι αφενός μεν, τα όρια που το ίδιο το ΕΔΔΑ και η Επιτροπή Υπουργών θέτουν στη διαδικασία καταβολής της αποζημίωσης, αφετέρου δε η ανάγκη για ευελιξία στο σύστημα καταβολής των αποζημιώσεων και η ταχεία εκκαθάριση των υποθέσεων, παράλληλα με τη διασφάλιση του προσφεύγοντος.

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, οι καταβολές των ποσών που επιδικάζονται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), ως δίκαιη ικανοποίηση (κατά περίπτωση, υλική ζημία ή ηθική βλάβη ή/και δικαστική δαπάνη) διενεργούνται σύμφωνα με τις εθνικές δημοσιονομικές ρυθμίσεις, για τις οποίες τα κράτη διαθέτουν διακριτική ευχέρεια, όπως και το ίδιο το ΕΔΔΑ έχει κατ’ επανάληψη επισημάνει.

Ωστόσο, οι ελληνικές δημοσιονομικές ρυθμίσεις δεν είναι κατάλληλα προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις της παραπάνω διαδικασίας. Αρκεί να επισημανθεί ότι οι αποφάσεις του ΕΔΔΑ σε πολλές περιπτώσεις αφορούν μεγάλο αριθμό προσφευγόντων, οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις δεν διαθέτουν όλα τα απαιτούμενα από τις δημοσιονομικές διατάξεις στοιχεία (π.χ. Α.Φ.Μ., τραπεζικό λογαριασμό), δεν βρίσκονται σε νόμιμη παραμονή στην Ελλάδα ή σε κάποια άλλη χώρα ενώ, σε πολλές περιπτώσεις, οι προσφεύγοντες δεν βρίσκονται καν στη Χώρα μας κατά τον χρόνο εκτέλεσης της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ούτε έχουν κάποια άλλη γνωστή διαμονή, με αποτέλεσμα να μην είναι εύκολος ο εντοπισμός τους ούτε από τους δικηγόρους που τους εκπροσώπησαν στο Δικαστήριο.

Στις τελευταίες αυτές περιπτώσεις, οι ισχύουσες δημοσιονομικές διατάξεις δεν προβλέπουν τη δυνατότητα κατάθεσης του ποσού της δίκαιης ικανοποίησης, που επιδίκασε το ΕΔΔΑ, σε έναν καταπιστευματικό λογαριασμό, ώστε ο δικαιούχος να μπορεί να την αναλάβει μόλις εμφανιστεί ή αποκτήσει τα απαιτούμενα για την πληρωμή δικαιολογητικά. Στην έννοια της «δίκαιης ικανοποίησης» εμπίπτει η υλική ή/και ηθική ζημία, καθώς και η δικαστική δαπάνη. Ως «δικαιούχος» θεωρείται εκείνος στον οποίον επιδικάζεται κάθε φορά συγκεκριμένο ποσό (χρηματική ικανοποίηση, ηθική βλάβη ή δικαστικά έξοδα) με την απόφαση του ΕΔΔΑ.

Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα είναι μεταξύ των χωρών με σημαντικό αριθμό επιτηρούμενων υποθέσεων από την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, όσον αφορά τις εκκρεμότητες στην πληρωμή της δίκαιης ικανοποίησης εξαιτίας, κυρίως, της αδυναμίας προσαρμοστικότητας των δημοσιονομικών κανόνων στις ειδικές ανάγκες της εκτέλεσης των αποφάσεων του ΕΔΔΑ σε περιπτώσεις όπως οι παραπάνω. Ακόμη ένα πρόβλημα που ανακύπτει στο πλαίσιο του ισχύοντος σήμερα νομοθετικού πλαισίου είναι η περίπτωση – που εμφανίζεται πολύ συχνά στην πράξη – όπου η καταβολή της δίκαιης ικανοποίησης δεν ολοκληρώνεται εντός του έτους κατά το οποίο έγινε η δέσμευση του οφειλόμενου ποσού, με αποτέλεσμα η αρμόδια υπηρεσία να είναι υποχρεωμένη να επαναλάβει τη δέσμευση το επόμενο οικονομικό έτος (παρ. 2α του άρθρου 4 π.δ. 80/2016), προκειμένου το ποσόν της αποζημίωσης να εξακολουθήσει να βρίσκεται στη διάθεση του δικαιούχου, όπως ορίζει το ΕΔΔΑ. Με αυτόν τον τρόπο όμως δεν υπάρχει δυνατότητα ορθολογικής διαχείρισης των πιστώσεων για κάθε οικονομικό έτος, ούτε προβλεψιμότητα των αναγκών για πιστώσεις.

Με την παρούσα διάταξη επιχειρείται να επιλυθούν όλα τα παραπάνω, σοβαρά προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί κατά την εκτέλεση των αποφάσεων του ΕΔΔΑ, κυρίως αναφορικά με την υποχρέωση καταβολής χρηματικών ποσών σε πρόσωπα που δεν έχουν τραπεζικό λογαριασμό στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό ούτε και μπορούν να ανοίξουν, κυρίως για το λόγο ότι δεν διαθέτουν - λόγω μη νόμιμης παραμονής τους στο έδαφος της Ε.Ε. – τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Κατευθυντήριες γραμμές της ρύθμισης είναι αφενός μεν, τα όρια που το ίδιο το ΕΔΔΑ και η Επιτροπή Υπουργών θέτουν στη διαδικασία καταβολής της αποζημίωσης, αφετέρου δε η ανάγκη για ευελιξία στο σύστημα καταβολής των αποζημιώσεων και η ταχεία εκκαθάριση των υποθέσεων, παράλληλα με τη διασφάλιση του προσφεύγοντος.

Με την παρ. 1 προβλέπεται ουσιαστικά η ισχύουσα σήμερα διαδικασία καταβολής της αποζημίωσης με την κατάλληλη, ωστόσο, ευελιξία αναφορικά με τα όρια που θέτουν οι δημοσιονομικοί κανόνες.

Με τη ρύθμιση αυτή ο προσφεύγων έχει τη δυνατότητα να λάβει την αποζημίωση στο λογαριασμό του εφόσον ανταποκριθεί. Με αυτόν τον τρόπο ικανοποιείται η αναγκαία από το ΕΔΔΑ και την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης πρόβλεψη της κατά κανόνα καταβολής της αποζημίωσης στον ίδιο τον προσφεύγοντα. Ωστόσο, και για την αποφυγή όλων των προβλημάτων που μπορεί να εμφιλοχωρήσουν κατά τη διαδικασία της εκτέλεσης, κυρίως για τα άτομα που δεν διαθέτουν τραπεζικό λογαριασμό ή νομιμοποιητικά έγγραφα και τα οποία είναι συνήθως και τα πλέον ευάλωτα, η καταβολή της αποζημίωσης μπορεί να λάβει χώρα σε οποιονδήποτε τραπεζικό λογαριασμό υποδείξουν οι ίδιοι ή ο νόμιμος εκπρόσωπός τους στο ΕΔΔΑ.

Το τρίτο εδάφιο της παρ. 2 δεν έχει την έννοια ότι αποκλείει τον αυτεπάγγελτο συμψηφισμό απαίτησης κατά του Δημοσίου, η οποία εκχωρείται από τον προσφεύγοντα στο νόμιμο εκπρόσωπό του ή σε τρίτο πρόσωπο (βλ. ενδ. ΓνΝΣΚ 213/2018). Προβλέπεται επίσης στην παρ. 4, ως ύστατη προσπάθεια ικανοποίησης του δικαιούχου, η δυνατότητα σύστασης χρηματικής παρακαταθήκης στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υπέρ αυτού, εφόσον δεν έχει λάβει χώρα η καταβολή σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 1.

Με τον τρόπο αυτό ακόμα και αν δεν προσέρχονται εγκαίρως οι προσφεύγοντες ή δεν προσκομίζουν πλήρη στοιχεία ή αδρανούν κατά οποιονδήποτε τρόπο, το Δημόσιο εκπληρώνει την υποχρέωσή του για εκτέλεση της απόφασης και παράλληλα διασφαλίζει τον ορθό δημοσιονομικό του προγραμματισμό. Προβλέπεται, ακόμα στην παρ. 5, πενταετής παραγραφή των ανεξόφλητων χρηματικών παρακαταθηκών υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, ρύθμιση που στοιχίζεται τόσο με την ισχύουσα παραγραφή απαίτησης κατά του Ελληνικού Δημοσίου (πρβλ. παρ. 6 του άρθρου 140 του ν. 4270/2014) όσο και με τη δυνατότητα παραγραφής των ανεξόφλητων χρηματικών παρακαταθηκών (άρθρο 179 του ν. 4270/2014).

Τέλος, με τις παρ. 6 και 7 της προτεινόμενης διάταξης, παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Οικονομικών να ρυθμίζει με απόφασή του ειδικότερα ζητήματα που τυχόν θα προκύπτουν από την εφαρμογή της και ορίζεται ότι αυτή ισχύει και για τις εκκρεμείς υποθέσεις.

Δείτε αναλυτικά το άρθρο 59 του σχεδίου νόμου στο opengov.gr

ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ: Ο ΝΕΟΣ Ν. 5090/2024
Πολιτική Δικονομία ΙΙΙ - Β έκδοση

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΝΙΚΑΣ

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΑΝΑΚΟΠΕΣ