logo-print

Δημοσιεύθηκε ο Ν.4937/2022 για την ψηφιοποίηση της διαδικασίας επιδόσεων εγγράφων ποινικής και πολιτικής δίκης

Αλλαγές σε Κώδικα Ποινικής και Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

03/06/2022

20/06/2022

Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας - Κατ΄ άρθρο Νομολογία -Δ έκδοση - XII & 1889

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Η αναιρετική δίκη με άξονα το άρθρο 573 ΚΠολΔ - Πραγματείες Πολιτικής Δικονομίας Νο 4 - XVIII & 288

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΑΝΑΚΟΠΕΣ

Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο Ν.4937/2022 «Ψηφιοποίηση των διαδικασιών επιδόσεων εγγράφων και αποδέσμευση της Ελληνικής Αστυνομίας από τη διενέργεια επιδόσεων εγγράφων της ποινικής και πολιτικής δίκης και λοιπές επείγουσες διατάξεις» (ΦΕΚ Α/106/2-6-2022).

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, με το Μέρος Α΄ μέσω της αξιοποίησης των δυνατοτήτων της ψηφιακής τεχνολογίας για τη διενέργεια των επιδόσεων, διευκολύνεται η πρόσβαση των πολιτών στη δικαιοσύνη και περιορίζεται το κόστος απονομής δικαιοσύνης, διασφαλίζεται η αποτελεσματικότερη διαχείριση του ανθρωπίνου δυναμικού και επιταχύνεται η πρόοδος και ολοκλήρωση της δίκης σε εναρμόνιση με τα ευρωπαϊκά πρότυπα.

Με το Μέρος Β΄ επιχειρείται η συγκέντρωση ενός καίριου αριθμού επειγουσών διατάξεων που αφορούν σε φορείς και υπηρεσίες του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.

Μεταξύ άλλων, προβλέπονται ρυθμίσεις για την αποδέσμευση των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας από, αλλότριες προς τη βασική αποστολή της, πράξεις διεκπεραίωσης εγγράφων, τις προϋποθέσεις κατ’ εξαίρεση οπλοφορίας αστυνομικών, την τροποποίηση του ύψους για την κατάταξη προσωπικού της πρώην δημοτικής αστυνομίας που έχει ενταχθεί στην Ελληνική Αστυνομία, την εισαγωγή στη Σχολή Αστυφυλάκων υιοθετηθέντων από τη Βουλή των Ελλήνων τέκνων, μελών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, που έχασαν τη ζωή τους κατά την εκτέλεση του καθήκοντός τους, καθώς και ρυθμίσεις που αφορούν σε θέματα αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής και άπτονται ζητημάτων τόσο οργανωτικής φύσεως των καταστημάτων κράτησης όσο και των κρατουμένων.

Πιο συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων, ο νέος νόμος προβλέπει:

- Άρθρο 1 - Διαδικασία έκδοσης απόφασης, βουλεύματος και διάταξης - Τροποποίηση παρ. 3 άρθρου 138 ΚΠΔ

Η παρ. 3 του άρθρου 138 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α΄96, ΚΠΔ) τροποποιείται με την προσθήκη του ηλεκτρονικού τρόπου ειδοποίησης των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους επί της εισαγγελικής προτάσεως σε παρεμπίπτοντα ζητήματα, προστίθενται στην ίδια παράγραφο δεύτερο και τρίτο εδάφιο και το άρθρο 138 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 138 Διαδικασία έκδοσης απόφασης, βουλεύματος και διάταξης

1. Πριν από κάθε απόφαση ή διάταξη του δικαστή που εκδίδεται κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο παίρνουν τον λόγο σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου ο εισαγγε λέας, καθώς και οι παρόντες διάδικοι. Τα βουλεύματα του δικαστικού συμβουλίου και οι διατάξεις του ανακριτή εκδίδονται ύστερα από έγγραφη πρόταση του εισαγγελέα, ο οποίος την αναπτύσσει και προφορικά, όταν η εμφάνισή του στο συμβούλιο προβλέπεται από τον νόμο. Ο νόμος ορίζει τις περιπτώσεις στις οποίες πρέπει να ακουστούν οι διάδικοι πριν εκδοθεί το βούλευμα ή η διάταξη του ανακριτή. 2. Η παράβαση της προηγούμενης παραγράφου συνεπάγεται την ακυρότητα της απόφασης, του βουλεύματος και της διάταξης. 3. Αντίγραφο της πρότασης επί παρεμπιπτόντων ζητημάτων μπορούν να λάβουν οι διάδικοι ή οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους μετά από αίτησή τους, αφού ειδοποιηθούν, με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που δηλώθηκε από τον ενδιαφερόμενο διάδικο, και αν δεν έχει δηλωθεί, έστω και τηλεφωνικά, μόνο όταν αυτή αφορά τα δικονομικά μέτρα του άρθρου 282 ή διαφωνία κατ’ άρθρο 307 ή αίτημα διαδίκου, οπότε η δικογραφία διαβιβάζεται στον ανακριτή ή στο συμβούλιο, μετά παρέλευση είκοσι τεσσάρων (24) ωρών. Η ειδοποίηση αποδεικνύεται από μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, εκτύπωση του οποίου επισυνάπτεται στη δικογραφία. To αντίγραφο του μηνύματος αποστέλλεται στην ως άνω διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. »

- Άρθρο 2 - Επίδοση - Αντικατάσταση άρθρου 155 ΚΠΔ

Το άρθρο 155 ΚΠΔ αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 155 Επίδοση

1. H επίδοση στον ενδιαφερόμενο διάδικο ή μάρτυρα, διενεργείται με ηλεκτρονικά μέσα. Το προς επίδοση έγγραφο εκδίδεται μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης (gov.gr- ΕΨΠ) και φέρει τα χαρακτηριστικά της παρ. 3 του άρθρου 27 του ν. 4727/2020 (Α΄ 184), καθώς και τα στοιχεία του αρμόδιου για την έκδοσή του οργάνου. Η επίδοση με ηλεκτρονικά μέσα συντελείται με ηλεκτρονική αποστολή του εγγράφου από επιμελητή ποινικών - πολιτικών δικαστηρίων και εισαγγελιών ή δικαστικό υπάλληλο στην ψηφιακή θυρίδα του πολίτη στην Eνιαία Ψηφιακή Πύλη της Δημόσιας Διοίκησης (gov.gr- ΕΨΠ) ή σε διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που είναι καταχωρημένη σε φορείς του δημόσιου τομέα, ή στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, εφόσον έχει δηλωθεί κατά την εξέτασή του σύμφωνα με τα άρθρα 217 και 273. Αν ο ενδιαφερόμενος διάδικος έχει διορίσει συνήγορο ή αντίκλητο, η επίδοση γίνεται παράλληλα και στον διορισμένο συνήγορο ή αντίκλητο. Η ανωτέρω επίδοση στον ενδιαφερόμενο διάδικο ή μάρτυρα γνωστοποιείται ταυτόχρονα με μήνυμα που αποστέλλεται σε αριθμό σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας που έχει καταχωρηθεί στην ανωτέρω ψηφιακή θυρίδα ή σε αριθμό σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας που έχει δηλωθεί κατά την εξέτασή του διαδίκου ή μάρτυρα σύμφωνα με τα άρθρα 217 και 273. Το μήνυμα αποστέλλεται εκ νέου αυτόματα μετά την πάροδο σαράντα οκτώ (48) ωρών από την πρώτη αποστολή. 2. Αν η επίδοση δεν είναι εφικτή σύμφωνα με την παρ. 1 ή συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι κατά την κρίση του αρμόδιου εισαγγελέα που μνημονεύονται στην παραγγελία προς επίδοση, διενεργείται φυσική επίδοση με παράδοση του εγγράφου στα χέρια του ενδιαφερομένου διαδίκου ή μάρτυρα, από επιμελητή ποινικών - πολιτικών δικαστηρίων και εισαγγελιών ή δικαστικό επιμελητή. Με τη διαδικασία της φυσικής επίδοσης καλούνται ο κατηγορούμενος και ο υποστηρίζων την κατηγορία που έχουν υπερβεί το εβδομηκοστό (70ό) έτος της ηλικίας τους κατά τον χρόνο της επίδοσης, εκτός από την περίπτωση εκείνη, κατά την οποία ο κατηγορούμενος έχει ζητήσει να καλείται αποκλειστικά στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, που έχει δηλώσει κατά την εξέτασή του, σύμφωνα με το άρθρο 273. Όταν υφίσταται αντικειμενική αδυναμία επίδοσης με τους ανωτέρω τρόπους ή συντρέχουν όλως εξαιρετικοί λόγοι κατά την κρίση του αρμοδίου εισαγγελέα, η επίδοση δύναται να διενεργείται από όργανο της δημόσιας δύναμης. Αν αυτός που κάνει την επίδοση δεν βρίσκει τον ενδιαφερόμενο στον τόπο της διαμονής ή της κατοικίας του ή του καταστήματος ή στον τόπο όπου εργάζεται τούτος, εγχειρίζει το έγγραφο σε κάποιον από εκείνους που, έστω και προσωρινά, διαμένουν μαζί του ή στους οικιακούς βοηθούς του ή στον θυρωρό της κατοικίας που μένει ή στον διευθυντή ή σε κάποιον από όσους εργάζονται στον ίδιο τόπο. Από όλους τους παραπάνω εξαιρούνται όσοι κατά την ανέλεγκτη αντίληψη αυτού που κάνει την επίδοση είναι νεότεροι των δεκαοκτώ (18) ετών ή ψυχικά ασθενείς ή τελούντες προφανώς υπό την επήρεια οινοπνεύματος ή ανάλογης ουσίας. Εξαιρούνται επίσης οι παθόντες από το έγκλημα, όταν η επίδοση πρόκειται να γίνει στον κατηγορούμενο, και αντιστρόφως. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στα εδάφια τέταρτο και πέμπτο είναι υποχρεωμένα να παραδώσουν στον ενδιαφερόμενο το έγγραφο που τους επιδόθηκε χωρίς καμιά χρονοτριβή. Η επίδοση βουλευμάτων, αποφάσεων και ποινικών διαταγών μπορεί να γίνει και με παράδοση του σχετικού εγγράφου στον ενδιαφερόμενο σε ψηφιακή μορφή, η γνησιότητα του περιεχομένου του οποίου θα πιστοποιείται με προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή. Στην τελευταία αυτή περίπτωση η παράδοση του πιο πάνω εγγράφου συνοδεύεται με την παράδοση στα χέρια του ενδιαφερομένου έκθεσης, στην οποία θα αναφέρονται το είδος του επιδιδομένου εγγράφου και ο λόγος για τον οποίο αυτό επιδίδεται. 3. Αν ένα από τα πρόσωπα της παρ. 2 αρνηθεί να παραλάβει το έγγραφο, αυτός που κάνει την επίδοση το επικολλά, αφού πρώτα το εσωκλείει σε φάκελο τον οποίο σφραγίζει, στην πόρτα της κατοικίας ή του διαμερίσματος ή, προκειμένου για ξενοδοχείο ή οικοτροφείο, στην πόρτα του δωματίου, όπου διαμένει ο ενδιαφερόμενος ή στην πόρτα του τόπου εργασίας του. Αν δεν βρεθεί στην κατοικία του ο ενδιαφερόμενος ή ο σύνοικος ή ο οικιακός βοηθός ή θυρωρός, όποιος κάνει την επίδοση επικολλά τον ως άνω φάκελο στην πόρτα της κατοικίας. Σε περίπτωση επίδοσης βουλεύματος, ποινικής διαταγής ή απόφασης σε ψηφιακή μορφή, αυτός που κάνει την επίδοση επικολλά σφραγισμένο φάκελο, που περιέχει την προβλεπόμενη στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 έκθεση, μαζί με το έγγραφο σε ψηφιακή μορφή. Αν η θυροκόλληση έγινε επειδή τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παρ. 2 αρνήθηκαν να πάρουν το επιδιδόμενο έγγραφο ή απουσίαζαν ή δεν υπήρχαν, επιδίδεται αντίγραφο του εγγράφου αυτού στον διορισμένο αντίκλητο του ενδιαφερομένου διαδίκου, ανεξάρτητα αν ο διορισμός του ήταν ή όχι υποχρεωτικός από τον νόμο. Σε αυτή την περίπτωση τα αποτελέσματα αρχίζουν από την τελευταία χρονικά επίδοση. Η πραγματική αναζήτηση της κατοικίας ή της διαμονής του κατηγορουμένου, εφόσον δεν έχει δηλωθεί κατά τα άρθρα 156 και 273, γίνεται με κάθε πρόσφορο μέτρο, τουλάχιστον με βάση τη διεύθυνση που έχει δηλώσει στην τελευταία φορολογική του δήλωση και τα σχετικά στοιχεία που είναι καταχωρισμένα στα πληροφοριακά συστήματα του Υπουργείου Οικονομικών. 4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Ψηφιακής Διακυβέρνησης εξειδικεύονται οι όροι, η διαδικασία και ο τρόπος επίδοσης εγγράφων με ηλεκτρονικά μέσα, η δημιουργία ηλεκτρονικής υπηρεσίας, ο τρόπος εισόδου και αυθεντικοποίησης των χρηστών της ηλεκτρονικής υπηρεσίας, οι τεχνικές προδιαγραφές για τη διασφάλιση της λήψης του μηνύματος, ο τρόπος αποστολής των μηνυμάτων, οι φορείς του δημόσιου τομέα από τούς οποίους αντλούνται οι δηλωθείσες ηλεκτρονικές διευθύνσεις και καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία, τεχνική ή άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.».

- Άρθρο 3 - Επίδοση σε κατηγορούμενο με ηλεκτρονικά μέσα ή φυσικό τρόπο - Τροποποίηση παρ. 1, 2 και 4 άρθρου 156 ΚΠΔ

Στο άρθρο 156 ΚΠΔ επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) τροποποιείται ο τίτλος, προκειμένου να συμπληρωθεί η περίπτωση επίδοσης σε κατηγορούμενο με ηλεκτρονικά μέσα, β) τροποποιείται η παρ. 1 με την πρόβλεψη της διαδικασίας της ηλεκτρονικής επίδοσης, γ) τροποποιείται το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 με την προσθήκη της αναφοράς στη μεταβολή της διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή του αριθμού σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας και δ) στην παρ. 4, δα) τροποποιείται το πρώτο εδάφιο προς τον σκοπό εναρμόνισης με την παρ. 1, και δβ) προστίθεται νέο τρίτο εδάφιο για τις επιδόσεις με ηλεκτρονικό τρόπο στον διορισμένο συνήγορο στην περίπτωση κατοικίας ή διαμονής του διαδίκου στην αλλοδαπή και το άρθρο 156 ΚΠΔ διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 156 Επίδοση σε κατηγορούμενο με ηλεκτρονικά μέσα ή φυσικό τρόπο

1. Ωσότου η απόφαση γίνει αμετάκλητη, κάθε έγγραφο της προδικασίας και της διαδικασίας στο ακροατήριο, καθώς και κάθε άλλο ποινικό δικόγραφο, επιδίδεται εγκύρως στον κατηγορούμενο αν η επίδοση γίνει α) στην ψηφιακή θυρίδα του πολίτη στην Eνιαία Ψηφιακή Πύλη της Δημόσιας Διοίκησης (gov.gr- ΕΨΠ) ή σε διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που είναι καταχωρημένη σε φορείς του δημόσιου τομέα, ή στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, εφόσον έχει δηλωθεί κατά την εξέτασή του σύμφωνα με το άρθρο 273 και η γνωστοποίηση με μήνυμα αποστέλλεται ταυτόχρονα με την επίδοση σε δηλωθέντα αριθμό σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 155, β) με φυσικό τρόπο στη διεύθυνση της κατοικίας ή της διαμονής του που δηλώθηκε τελευταία από τον ίδιο ή τον συνήγορό του κατά την εξέτασή του στην προκαταρκτική εξέταση ή την προανάκριση ή την ανάκριση ή με προφορική δήλωση στη διαδικασία στο ακροατήριο ή που αναγράφεται στην έκθεση ή στο δικόγραφο άσκησης του ενδίκου ή οιονεί ενδίκου μέσου ή της προσφυγής κατά της απευθείας κλήσης ή στη δήλωση αναίρεσης της παρ. 2 του άρθρου 473, εκτός αν ο κατηγορούμενος είχε δηλώσει μεταβολή της διεύθυνσης κατοικίας ή διαμονής του ή της διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή του αριθμού σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας του πριν από την επίδοση, κατά την επόμενη παράγραφο. Η δήλωση αναίρεσης του κατηγορουμένου ή αντίγραφο αυτής επισυνάπτεται στην οικεία δικογραφία με μέριμνα του γραμματέα της εισαγγελίας του Αρείου Πάγου. 2. Η μεταβολή της διεύθυνσης κατοικίας ή διαμονής του κατηγορουμένου ή της διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή του αριθμού σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας μπορεί να γίνει είτε με νεότερη δήλωση του ιδίου ή του συνηγόρου του, με κάποιον από τους αναφερόμενους στην παρ. 1 τρόπους είτε με χωριστή δήλωση, που αναγράφει την τελευταία διεύθυνση, η οποία πρέπει να γίνεται εγγράφως στον εισαγγελέα που άσκησε την ποινική δίωξη ή, αν η υπόθεση έχει παραπεμφθεί στο ακροατήριο, στον εισαγγελέα του δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμεί, μετά δε την έκδοση της απόφασης στον εισαγγελέα του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση. Επάνω στη δήλωση μεταβολής της διεύθυνσης κατοικίας ή διαμονής, συντάσσεται έκθεση για την παράδοσή της, η οποία καταχωρίζεται σε ειδικό αλφαβητικό ευρετήριο που τηρείται στο γραφείο του εισαγγελέα. Αντίγραφο της δήλωσης μαζί με τη σχετική έκθεση για την παράδοσή της εντάσσεται χωρίς χρονοτριβή στην οικεία δικογραφία. 3. Αν η διεύθυνση κατοικίας ή διαμονής που δηλώθηκε τελευταία από τον κατηγορούμενο ή τον συνήγορό του είναι ανύπαρκτη ή ελλιπής, οι επιδόσεις γίνονται στην τελευταία υπαρκτή και πλήρη διεύθυνση που δηλώθηκε από αυτόν. Αν ο κατηγορούμενος δεν δήλωσε κατά τις προηγούμενες παραγράφους τη διεύθυνση της κατοικίας του ή της διαμονής του ή αν καμία από τις σχετικές δηλώσεις του δεν αφορά σε υπαρκτή και πλήρη διεύθυνση και παράλληλα συντρέχει άρνηση του κατηγορουμένου να δηλώσει τη διεύθυνσή του κατά την εξέτασή του στην προκαταρκτική εξέταση ή την ανάκριση ή στη διαδικασία στο ακροατήριο, οι επιδόσεις γίνονται στον γραμματέα της εισαγγελίας πλημμελειοδικών όπου ασκήθηκε η ποινική δίωξη ή στον εισαγγελέα του δικαστηρίου όπου εκκρεμεί η υπόθεση. Αν έχει διοριστεί αντίκλητος, οι επιδόσεις γίνονται μόνο σε αυτόν. 4. Αν ο κατηγορούμενος δηλώσει αρχικά ή μεταγενέστερα διεύθυνση κατοικίας ή διαμονής στην αλλοδαπή, οι επιδόσεις που αναφέρονται στην περ. β΄ της παρ. 1, γίνονται μόνο στον συνήγορο που διορίστηκε κατά το άρθρο 89 παρ. 2, και αν οι συνήγοροι είναι περισσότεροι, σε έναν από αυτούς. Αν ο κατηγορούμενος δεν έχει διορίσει συνήγορο, οφείλει στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου να διορίσει αντίκλητο έναν από τους δικηγόρους της έδρας του οικείου πλημμελειοδικείου, στον οποίο και μόνον γίνονται όλες οι παραπάνω επιδόσεις. Η επίδοση στον συνήγορο ή αντίκλητο μπορεί να γίνει και με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με τις παρ. 1 και 4 του άρθρου 155. Αν ο κατηγορούμενος παραλείψει το διορισμό αντικλήτου ή η επίδοση στον αντίκλητο είναι αδύνατη ή έπαυσε η ιδιότητά του ως αντικλήτου, οι επιδόσεις αυτές γίνονται στον γραμματέα της εισαγγελίας του πλημμελειοδικείου, στην περιφέρεια του οποίου ενεργείται ή έχει ενεργηθεί η ανάκριση ή η αυτεπάγγελτη προανάκριση. Ο γραμματέας της εισαγγελίας φυλάσσει τα επιδιδόμενα έγγραφα σε ιδιαίτερο για κάθε κατηγορούμενο φάκελο, το περιεχόμενο του οποίου μπορούν οποτεδήποτε να πληροφορηθούν ο κατηγορούμενος και ο συνήγορός του. Ο αντίκλητος δικηγόρος διατηρεί την ιδιότητά του αυτή, εκτός αν δηλώσει στον προαναφερόμενο γραμματέα ότι έληξε η σχέση εντολής με τον κατηγορούμενο.».

Δείτε αναλυτικά τον Ν.4937/2022, όπως δημοσιεύθηκε σε ΦΕΚ. 

Η απόλυση υπό όρο στην ποινική νομοθεσία των ναρκωτικών

ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΉΜΕΣ / ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΑΥΛΟΣ ΤΟΠΑΛΝΑΚΟΣ

Ερμηνεία κατ΄ άρθρo του ΚΝ 489/1976 περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως της εξ ατυχημάτων αυτοκινήτων αστικής ευθύνης"

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΝΟΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΡΗΤΙΚΟΣ

send