logo-print

Άρθρο 57 - Νόμος 5039/2023 - Χορήγηση ειδικής σύνταξης στους παθόντες και στην οικογένεια όσων απεβίωσαν στο σιδηροδρομικό δυστύχημα

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

03/04/2023

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο
Πολυκώδικας, 15η έκδ., 2023

1. Σε όσους υπέστησαν μόνιμη αναπηρία ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) και άνω λόγω του σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών της 28ης Φεβρουαρίου 2023, καθώς και στην οικογένεια όσων απεβίωσαν, χορηγείται από 1ης Μαρτίου 2023 ειδική σύνταξη ίση με το τετραπλάσιο της πλήρους εθνικής σύνταξης του άρθρου 7 του ν. 4387/2016 (Α’ 85).

2. Η καταβολή της σύνταξης της παρ. 1 στην οικογένεια των αποβιωσάντων, διενεργείται, για κάθε πρόσωπο που απεβίωσε, ως εξής:

α. Σε περίπτωση έγγαμου αποβιώσαντος ή συμβίου χωρίς τέκνα, το ποσό της σύνταξης καταβάλλεται ολόκληρο στον ή στην εν ζωή σύζυγο ή συμβίο - συμβία.

β. Σε περίπτωση έγγαμου ή συμβίου αποβιώσαντος με τέκνα,

βα. το ήμισυ (1/2) του ποσού καταβάλλεται στον ή στην εν ζωή σύζυγο ή συμβίο - συμβία,

ββ. το υπόλοιπο ήμισυ (1/2) ισομερώς στα τέκνα του αποβιώσαντος,

ββα. μέχρι την ενηλικίωσή τους, ή

βββ. μέχρι την ολοκλήρωση των σπουδών τους και πάντως όχι πέραν από τη συμπλήρωση του εικοστού τετάρτου (24ου) έτους της ηλικίας τους, ή

ββγ. εφ’ όρου ζωής, εφόσον είναι άγαμα, ανίκανα για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος σε ποσοστό αναπηρίας πενήντα τοις εκατό (50%) και άνω.

Μετά την απώλεια του δικαιώματος των τέκνων, το μερίδιό τους προσαυξάνει αυτό του ή της εν ζωή συζύγου ή συμβίου.

Αν ο ή η εν ζωή σύζυγος ή συμβίος - συμβία αποβιώσει, παντρευτεί, συνάψει σύμφωνο συμβίωσης ή το δικαίωμά του τεθεί σε αναστολή, το μερίδιό του προσαυξάνει ισομερώς το μερίδιο των τέκνων.

γ. Σε περίπτωση χήρου ή διαζευγμένου ή άγαμου αποβιώσαντος με τέκνα, το ποσό καταβάλλεται ισομερώς στα τέκνα μέχρι:

γα) την ενηλικίωσή τους, ή

γβ) την ολοκλήρωση των σπουδών τους και, πάντως, έως τη συμπλήρωση του εικοστού τετάρτου (24ου) έτους της ηλικίας τους, ή

γγ) εφ’ όρου ζωής, εφόσον είναι άγαμα, ανίκανα για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος σε ποσοστό αναπηρίας πενήντα τοις εκατό (50%) και άνω. Τα ηλικιακά όρια της παρούσας δεν ισχύουν για δέκα (10) έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

δ. Σε περίπτωση άγαμου και άτεκνου αποβιώσαντος, το ποσό της σύνταξης καταβάλλεται στους γονείς του, κατανεμημένο σε ίσα μερίδια. Εάν ο ένας (1) από τους δύο (2) γονείς αποβιώσει, το μερίδιό του προσαυξάνει το μερίδιο του εν ζωή γονέα.

ε. Σε περίπτωση άγαμου, άτεκνου και ορφανού αποβιώσαντος, το ποσό της σύνταξης καταβάλλεται ισομερώς στα αδέλφια του ή της, μέχρι:

εα) την ενηλικίωσή τους, ή

εβ) την ολοκλήρωση των σπουδών τους και πάντως έως τη συμπλήρωση του εικοστού τετάρτου (24ου) έτους της ηλικίας τους, ή

εγ) εφ’ όρου ζωής, εφόσον είναι άγαμα, ανίκανα για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος σε ποσοστό αναπηρίας πενήντα τοις εκατό (50%) και άνω. Τα ηλικιακά όρια της παρούσας δεν ισχύουν για δέκα (10) έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

στ. Το δικαίωμα του ή της εν ζωή συζύγου ή συμβίου - συμβίας κρίνεται ανεξάρτητα από τη χρονική διάρκεια του έγγαμου βίου ή της συμβίωσης, κατά περίπτωση.

ζ. Το ποσοστό ανικανότητας των παθόντων κρίνεται κατά τον χρόνο του δυστυχήματος και εντός του επόμενου εξαμήνου από αυτό και βεβαιώνεται με γνωμάτευση της Ανώτατης Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής (Α.Σ.Υ.Ε.).

3.α. Το δικαίωμα της ειδικής σύνταξης της παρ. 1 διαπιστώνεται με πράξη του προϊσταμένου της Διεύθυνσης Εισοδηματικής Πολιτικής του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, με την οποία δίδεται εντολή πληρωμής.

β. Για την εγγραφή στο πληροφοριακό σύστημα των δικαιούχων της ειδικής σύνταξης της παρ. 1, την παρακολούθηση της καταβολής, τις μεταβολές στην προσωπική κατάσταση των δικαιούχων και για κάθε ζήτημα που αφορά στην ειδική σύνταξη της παρ. 1, αρμόδιο είναι το Ε’ Τμήμα της Διεύθυνσης Εισοδηματικής Πολιτικής του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Για θέματα τα οποία, κατά περίπτωση, δεν ρυθμίζονται από το παρόν, εφαρμόζεται η νομοθεσία που διέπει τις Ειδικές Συντάξεις του Δημοσίου, με την εξαίρεση της εφαρμογής όσων ορίζονται για την καταβολή επιδομάτων ανικανότητας και οικογενειακής παροχής, καθώς και του δευτέρου εδαφίου της υποπαρ. Β4 της παρ. Β’ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α’ 222).

γ. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται τα δικαιολογητικά για τη χορήγηση της ειδικής σύνταξης και οι λεπτομέρειες της διαδικασίας καταβολής της.

3. α. Η ειδική σύνταξη:

αα) είναι αφορολόγητη,

αβ) δεν μεταβιβάζεται,

αγ) δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή οποιασδήποτε παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα,

αδ) δεν κατάσχεται στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης,

αε) δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένες κατά την ημερομηνία του συμβάντος οφειλές προς το Δημόσιο ή χρηματοδοτικά ή πιστωτικά ιδρύματα, και

αστ) καταβάλλεται ανεξαρτήτως της καταβολής κάθε άλλης σύνταξης ή μισθού.

β. Αύξηση του ποσού της εθνικής σύνταξης του άρθρου 7 του ν. 4387/2016, λαμβάνεται υπόψη για την αύξηση της ειδικής σύνταξης της παρ. 1.

γ. Η ειδική σύνταξη κανονίζεται σύμφωνα με το παρόν, καταβάλλεται από το Δημόσιο και ως προς τη λήψη αυτής, τα δικαιούχα πρόσωπα περιλαμβάνονται στις εξαιρέσεις της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 4387/2016.

Αοριστία και Νομική Αβασιμότητα της Αγωγής
Μεσιτεία Ακινήτων - Δημοσιεύματα ΕπΑΚ Νο 5
send