Μοριοδότηση προϋπηρεσίας εκπαιδευτικών στην ιδιωτική εκπαίδευση: Αρχές ισότητας και αξιοκρατίας (ΤρΔΕφΑθ 636/2025)
Δεκτή αίτηση ακύρωσης κατά οριστικού αξιολογικού πίνακα Προκήρυξης ΑΣΕΠ
Δεκτή έγινε αίτηση ακύρωσης κατά οριστικού αξιολογικού πίνακα Προκήρυξης ΑΣΕΠ, λόγω αντισυνταγματικότητας των διατάξεων του ν. 4589/2019 και της Προκήρυξης που απαγορεύουν την προσμέτρηση, σε διαγωνιστικές διαδικασίες πρόσληψης εκπαιδευτικών στη δημόσια εκπαίδευση, των μορίων της προϋπηρεσίας τους σε ιδιωτικά σχολεία (ΤρΔΕφΑθ 636/2025).
Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, εφόσον η εκπαιδευτική προϋπηρεσία γενικώς αποτελεί κριτήριο επιλογής που συνάδει με τις αρχές της ισότητας και αξιοκρατίας, λαμβανομένων υπόψη της κατά το Σύνταγμα και το ν.682/1977 συνάφειας της δημόσιας και ιδιωτικής πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και της ταυτότητας των προσόντων των εκπαιδευτικών που υπηρετούν σ’ αυτές, καθώς και της αναγνώρισης της ιδιωτικής προϋπηρεσίας, σε ειδικές περιπτώσεις, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι αυτή, κατ’ αρχήν, ποιοτικά δεν διαφοροποιείται από την παρασχεθείσα σε δημόσια εκπαιδευτήρια, η καθ’ ολοκληρίαν μη μοριοδότηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4589/2019, κατά τη διαδικασία σύνταξης των πινάκων κατάταξης, της προϋπηρεσίας στην ιδιωτική εκπαίδευση, με μόνη εξαίρεση τις περιπτώσεις της απόλυσης λόγω κατάργησης της σχολικής μονάδας ή τμήματος ή λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, κατά την περ.ζ΄ της παρ.4 του άρθρου 61 του ν.4589/2019, παραβιάζει τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αξιοκρατίας, οι οποίες διέπουν την απασχόληση στη δημόσια υπηρεσία, και υπερακοντίζει τον σκοπό του νόμου, που έγκειται στον διορισμό στη δημόσια εκπαίδευση των πλέον άξιων και έμπειρων από τους υποψήφιους, ώστε να εκπληρωθεί με τον λυσιτελέστερο τρόπο η εκ του άρθρου 16 παρ.2 του Συντάγματος κρατική υποχρέωση προς παροχή παιδείας υψηλού επιπέδου.
Επιπλέον, η διαφοροποίηση στον τρόπο πρόσληψης των ιδιωτικών εκπαιδευτικών δεν αποτελεί επαρκές αιτιολογικό έρεισμα της μη αναγνώρισης της προϋπηρεσίας αυτών, δοθέντος ότι πρόκειται για κριτήριο το οποίο δεν συνάπτεται με την ικανότητα των υποψηφίων να ασκήσουν εκπαιδευτικό έργο. Εξάλλου, σε προηγουμένως ισχύσαντα πάγια συστήματα διορισμού, βασιζόμενα σε διαγωνιστική διαδικασία, η προϋπηρεσία στον ιδιωτικό τομέα της εκπαίδευσης λαμβανόταν υπόψη και εμοριοδοτείτο, στοιχείο που επίσης ενισχύει την αντίληψη ότι, κατ’ αρχήν, η προϋπηρεσία στη δημόσια εκπαίδευση δεν είναι ποιοτικά διάφορη από αυτήν στον ιδιωτικό τομέα της εκπαίδευσης.
Το δικαστήριο επεσήμανε ότι, ενώ είναι θεμιτό ο νομοθέτης να επιδιώκει να ενισχύσει όσους έχουν υπηρετήσει ως αναπληρωτές ή ωρομίσθιοι στη δημόσια εκπαίδευση και ως εκ τούτου διαθέτουν σημαντική εμπειρία ειδικώς σ’ αυτήν, έχοντας προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες στο δημόσιο σχολείο, ιδίως κατά την προηγηθείσα μακρά περίοδο, κατά την οποία, λόγω σοβαρότατων δημοσιονομικών περιορισμών, ήταν εξαιρετικά δυσχερής έως αδύνατη η εφαρμογή παγίου συστήματος διορισμών, και ενδεχομένως να προβλέψει ευνοϊκότερο τρόπο υπολογισμού της έναντι της παρασχεθείσας στον ιδιωτικό τομέα, πλην τούτο, δεν μπορεί να οδηγήσει σε κατ’ ουσίαν παντελή παραγνώριση της προϋπηρεσίας στην ιδιωτική εκπαίδευση, δοθέντος μάλιστα ότι το σύστημα προσλήψεων του ν.4589/2019 αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην εκπαιδευτική εμπειρία.
Με το ανωτέρω σκεπτικό, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με τις αποφάσεις 1251 και 1252/2024 ακύρωσε, ως στηριζόμενες στις εν λόγω αντισυνταγματικές διατάξεις του νόμου, τις διατάξεις των 1ΓΕ/2019 και 2ΓΕ/2019 προκηρύξεων του Α.Σ.Ε.Π., κατά το μέρος που προβλέπουν τη μη προσμέτρηση της προϋπηρεσίας των υποψηφίων στην ιδιωτική πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, παρά μόνο στις εξαιρετικές περιπτώσεις που περιγράφονται στο άρθρο 61 παρ.4 ζ του ν.4589/2019.
Εν προκειμένω, ο προσβαλλόμενος οριστικός αξιολογικός πίνακας υποψηφίων στηρίχθηκε στις προβλέψεις της 1ΓΕ/2023 προκήρυξης του Α.Σ.Ε.Π., που εκδόθηκε κατ’ εφαρμογή των ίδιων διατάξεων του ν.4589/2019 και είναι ταυτόσημες με αυτές των προκηρύξεων που ακυρώθηκαν με τις προπαρατεθείσες αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Απόσπασμα απόφασης
Επειδή, με τις 1251 και 1252/2024 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι εφόσον η εκπαιδευτική προϋπηρεσία γενικώς αποτελεί κριτήριο επιλογής που συνάδει με τις αρχές της ισότητας και αξιοκρατίας, λαμβανομένων υπόψη της κατά το Σύνταγμα και το ν.682/1977 συνάφειας της δημόσιας και ιδιωτικής πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και της ταυτότητας των προσόντων των εκπαιδευτικών που υπηρετούν σ’ αυτές, καθώς και της αναγνώρισης της ιδιωτικής προϋπηρεσίας, σε ειδικές περιπτώσεις, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι αυτή, κατ’ αρχήν, ποιοτικά δεν διαφοροποιείται από την παρασχεθείσα σε δημόσια εκπαιδευτήρια, η καθ’ ολοκληρίαν μη μοριοδότηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4589/2019, κατά τη διαδικασία σύνταξης των πινάκων κατάταξης, της προϋπηρεσίας στην ιδιωτική εκπαίδευση, με μόνη εξαίρεση τις περιπτώσεις της απόλυσης λόγω κατάργησης της σχολικής μονάδας ή τμήματος ή λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, κατά την περ.ζ΄ της παρ.4 του άρθρου 61 του ν.4589/2019, παραβιάζει τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αξιοκρατίας, οι οποίες διέπουν την απασχόληση στη δημόσια υπηρεσία και υπερακοντίζει τον σκοπό του νόμου, που έγκειται στον διορισμό στη δημόσια εκπαίδευση των πλέον άξιων και έμπειρων από τους υποψήφιους, ώστε να εκπληρωθεί με τον λυσιτελέστερο τρόπο η εκ του άρθρου 16 παρ.2 του Συντάγματος κρατική υποχρέωση προς παροχή παιδείας υψηλού επιπέδου (πρβ. ΣτΕ 407/2023 Ολομ.). Ακόμη, κρίθηκε ότι μόνη η διαφοροποίηση στον τρόπο πρόσληψης των ιδιωτικών εκπαιδευτικών δεν αποτελεί επαρκές αιτιολογικό έρεισμα της μη αναγνώρισης της προϋπηρεσίας αυτών, δοθέντος ότι πρόκειται για κριτήριο το οποίο δεν συνάπτεται με την ικανότητα των υποψηφίων να ασκήσουν εκπαιδευτικό έργο. Εξάλλου, σε προηγουμένως ισχύσαντα πάγια συστήματα διορισμού, βασιζόμενα σε διαγωνιστική διαδικασία, η προϋπηρεσία στον ιδιωτικό τομέα της εκπαίδευσης λαμβανόταν υπόψη και εμοριοδοτείτο, στοιχείο που επίσης ενισχύει την αντίληψη ότι, κατ’ αρχήν, η προϋπηρεσία στη δημόσια εκπαίδευση δεν είναι ποιοτικά διάφορη από αυτήν στον ιδιωτικό τομέα της εκπαίδευσης. Με τις ίδιες αποφάσεις κρίθηκε ότι είναι μεν θεμιτό ο νομοθέτης να επιδιώκει να ενισχύσει όσους έχουν υπηρετήσει ως αναπληρωτές ή ωρομίσθιοι στη δημόσια εκπαίδευση και ως εκ τούτου διαθέτουν σημαντική εμπειρία ειδικώς σ’ αυτήν, έχοντας προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες στο δημόσιο σχολείο, ιδίως κατά την προηγηθείσα μακρά περίοδο, κατά την οποία, λόγω σοβαρότατων δημοσιονομικών περιορισμών, ήταν εξαιρετικά δυσχερής έως αδύνατη η εφαρμογή παγίου συστήματος διορισμών, και ενδεχομένως να προβλέψει ευνοϊκότερο τρόπο υπολογισμού της έναντι της παρασχεθείσας στον ιδιωτικό τομέα, πλην τούτο, για τους προεκτεθέντες λόγους, δεν μπορεί να οδηγήσει σε κατ’ ουσίαν παντελή παραγνώριση της προϋπηρεσίας στην ιδιωτική εκπαίδευση, δοθέντος μάλιστα ότι το σύστημα προσλήψεων του ν.4589/2019 αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην εκπαιδευτική εμπειρία. Κατόπιν τούτου, με τις ως άνω αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας ακυρώθηκαν, ως στηριζόμενες στις εν λόγω αντισυνταγματικές διατάξεις του νόμου, οι διατάξεις των 1ΓΕ/2019 και 2ΓΕ/2019 προκηρύξεων του Α.Σ.Ε.Π., κατά το μέρος που προβλέπουν τη μη προσμέτρηση της προϋπηρεσίας των υποψηφίων στην ιδιωτική πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, παρά μόνο στις εξαιρετικές περιπτώσεις που περιγράφονται στο άρθρο 61 παρ.4 ζ του ν.4589/2019.
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο dsanet.gr.