logo-print

Κώδικας Ποινικής Δικονομίας: Δημοσιεύθηκε ο Ν. 5232/2025 με τις νέες τροποποιήσεις

Κατ’ εξαίρεση αποκλεισμός κατηγορουμένου από την πρόσβαση σε επιμέρους υλικό της δικογραφίας , αίτηση εξαίρεσης πριν από την άσκηση ποινικής δίωξης, ενημέρωση εγκαλούντος για την ανάγκη κατάθεσης παραβόλου και άλλες ρυθμίσεις

24/09/2025

26/09/2025

Ποινική Δικονομία, 12η έκδ., 2025
Οι πρόσφατες τροποποιήσεις στον Ποινικό Κώδικας και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο Ν. 5232/2025 με τίτλο «Καθορισμός αδικημάτων και κυρώσεων σε βάρος φυσικών και νομικών προσώπων για παραβίαση των περιοριστικών μέτρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενσωμάτωση Οδηγίας (ΕE) 2024/1226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Απριλίου 2024 σχετικά με τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων για την παραβίαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης και την τροποποίηση της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1673 και λοιπές διατάξεις», με τον οποίο επέρχονται νέες τροποποιήσεις στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΦΕΚ Α’/163/22-9-2025).

Συγκεκριμένα, στο Κεφάλαιο Δ’ (άρθρα 16 επ.), προβλέπονται οι εξής τροποποιήσεις και προσθήκες στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας:

- Αίτηση εξαίρεσης πριν από την άσκηση ποινικής δίωξης - Τροποποίηση άρθρου 16 και άρθρου 21 ΚΠΔ

Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 16 περί υποβολής αίτησης εξαίρεσης, αντικαθίσταται και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Η αίτηση για εξαίρεση υποβάλλεται: α) για τα στάδια μέχρι και την κίνηση της ποινικής δίωξης έως δέκα (10) ημέρες πριν από την προσδιορισμένη ημερομηνία συζήτησης της υπόθεσης ενώπιον του αρμόδιου πλημμελειοδικείου, β) στο στάδιο της ανάκρισης έως την παράδοση των εγγράφων από τον ανακριτή στον εισαγγελέα μετά την τελευταία ανακριτική πράξη, γ) στη διαδικασία ενώπιον του δικαστικού συμβουλίου πριν από την έκδοση του βουλεύματος και δ) στην κύρια διαδικασία πριν αρχίσει η αποδεικτική διαδικασία. Γι’ αυτόν τον σκοπό οι διάδικοι έχουν δικαίωμα να πληροφορηθούν το όνομα του εισαγγελέα πριν από τη σύνταξη της πρότασής του και τη σύνθεση του συμβουλίου από τη στιγμή που ο εισαγγελέας υποβάλλει σε αυτό την πρότασή του. Αν η αίτηση αφορά την εξαίρεση ολόκληρου του πολυμελούς δικαστηρίου ή περισσότερων από το ήμισυ των μελών της σύνθεσης αυτού, η κατάθεσή της γίνεται τουλάχιστον οκτώ (8) ημέρες πριν από την ημέρα που έχει προσδιοριστεί για τη συζήτηση της υπόθεσης.»

Στην παρ. 1 του άρθρου 21, περί απόφασης επί αιτήσεως εξαίρεσης, προστίθεται νέο δεύτερο εδάφιο, και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Αν βεβαιωθεί η βασιμότητα του λόγου, γίνεται δεκτή η εξαίρεση και διατάσσεται εκείνος που εξαιρέθηκε να απέχει από τα καθήκοντά του στην υπόθεση. Οι πράξεις που έχει ήδη ενεργήσει ή στις οποίες έχει συμπράξει είναι αυτοδικαίως άκυρες, εκτός αν το δικαστήριο ή το δικαστικό συμβούλιο κρίνουν διαφορετικά, επειδή η υπόθεση δεν μπορεί να επανέλθει σε προγενέστερο δικονομικό στάδιο ή οι πράξεις να επαναληφθούν. Αν δεν υπάρχει αναπληρωτής του, το δικαστήριο ή το δικαστικό συμβούλιο παραπέμπει τη δίκη σε άλλο δικαστήριο ή συμβούλιο σύμφωνα με τις σχετικές για την αρμοδιότητα κατά παραπομπή διατάξεις. Διαφορετικά, κατά τις περιστάσεις, ή απορρίπτεται η αίτηση ή διατάσσεται ο αιτών να φέρει ισχυρότερες αποδείξεις.»

- Υποχρέωση ενημέρωσης του εγκαλούντος για την ανάγκη κατάθεσης παραβόλου και απόρριψη της έγκλησης ελλείψει παραβόλου με μη επιδοτέα πράξη του αρμοδίου εισαγγελέα - Τροποποίηση άρθρου 53 ΚΠΔ

Στην παρ. 1 του άρθρου 53, περί της δίωξης μόνο με έγκληση, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται νέο, τέταρτο, εδάφιο, β) στο νέο, πέμπτο, εδάφιο προστίθενται οι λέξεις «με σχετική πράξη του αρμοδίου εισαγγελέα, η οποία δεν επιδίδεται», γ) προστίθεται νέο, έκτο, εδάφιο, δ) το τελευταίο εδάφιο καταργείται, και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Κατ’ εξαίρεση, στις περιπτώσεις που ορίζονται ρητά στον Ποινικό Κώδικα ή σε άλλους νόμους, η ποινική δίωξη γίνεται μόνο με έγκληση του παθόντος. Ο εγκαλών κατά την υποβολή της έγκλησης, για τα απολύτως κατ’ έγκληση διωκόμενα εγκλήματα, ενώπιον κάθε αρμόδιας αρχής καταθέτει παράβολο ποσού εκατό (100) ευρώ υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.). Το ύψος του ποσού αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης. Ο αρμόδιος για την παραλαβή της έγκλησης ανακριτικός υπάλληλος ενημερώνει τον εγκαλούντα για την υποχρέωση κατάθεσης παραβόλου, με σχετική επισημείωση επί της έκθεσης. Αν δεν κατατεθεί παράβολο, η έγκληση απορρίπτεται ως απαράδεκτη με σχετική πράξη του αρμοδίου εισαγγελέα, η οποία δεν επιδίδεται. Με τον ίδιο τρόπο αρχειοθετείται η έγκληση στις περιπτώσεις ανάκλησής της, σύμφωνα με το άρθρο 117 του Ποινικού Κώδικα. Εξαιρούνται από την κατάθεση παραβόλου οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του ν. 3226/2004 (Α’ 24). Δεν απαιτείται κατάθεση παραβόλου για τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, τα εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας, τα εγκλήματα ρατσιστικών διακρίσεων (άρθρο 82Α ΠΚ) και τα εγκλήματα παραβιάσεων της ίσης μεταχείρισης. Για αξιόποινες πράξεις που τελούνται σε βάρος δημοσίων οργάνων και υπαλλήλων κατά την άσκηση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί σε αυτούς, ο παθών υποβάλλει την έγκληση ατελώς και χωρίς την κατάθεση παραβόλου.»

- Κατ’ εξαίρεση αποκλεισμός κατηγορουμένου από την πρόσβαση σε επιμέρους υλικό της δικογραφίας - Προσθήκη παρ. 3 στο άρθρο 100 ΚΠΔ

Στο άρθρο 100, περί του δικαιώματος πρόσβασης στο υλικό της δικογραφίας και ανακοίνωσης των εγγράφων της ανάκρισης, προστίθεται παρ. 3 ως εξής:

«3. Κατά παρέκκλιση από τις παρ. 1 και 2, εφόσον δεν θίγεται το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, όπως έχει ερμηνευθεί, ιδίως από την πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), οι αρμόδιες δικαστικές και εισαγγελικές αρχές, κατά την ανάκριση, προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση αδικημάτων που προσβάλλουν μη προσωποπαγή έννομα αγαθά, δύνανται, με ειδική αιτιολογία, να μην επιτρέψουν, την πρόσβαση σε τμήμα του υλικού, εξαιρουμένου εκείνου στο οποίο στηρίζεται κατά βάση η σύλληψη και η προσωρινή κράτηση του κατηγορουμένου, αν η πρόσβαση ενδέχεται να θέσει σε άμεσο και σοβαρό κίνδυνο τη ζωή ή τα θεμελιώδη δικαιώματα άλλου προσώπου ή αν τέτοια άρνηση είναι απολύτως απαραίτητη για την προστασία σημαντικού δημοσίου συμφέροντος και ιδίως σε περιπτώσεις κατά τις οποίες θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη διεξαγωγή έρευνας ή να βλάψει σοβαρά την εθνική ασφάλεια. Κατά της ανωτέρω άρνησης, ο κατηγορούμενος ή ο συνήγορός του έχει το δικαίωμα να υποβάλει αντιρρήσεις ενώπιον του αρμοδίου δικαστικού συμβουλίου, το οποίο αποφασίζει αμετάκλητα.»

- Ένταξη στην αρμοδιότητα του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου των αδικημάτων της βίας κατά δικαστικών προσώπων (άρθρο 167 παρ. 2 ΠΚ), της αθέμιτης επιρροής σε δικαστικούς λειτουργούς (άρθρο 167Α ΠΚ) και της υπόθαλψης - παρεμπόδισης δικαιοσύνης (άρθρο 231 ΠΚ) - Τροποποίηση άρθρων 115 και 120 ΚΠΔ

Στην περ. γ) της παρ. 1 του άρθρου 115 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α’ 96), περί της αρμοδιότητας του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, οι λέξεις «του άρθρου» αντικαθίστανται από τις λέξεις «της παρ. 2 του άρθρου 167 και των άρθρων 167Α, 231 και» και το άρθρο 115, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 115 Μονομελές Πλημμελειοδικείο

1.Το μονομελές πλημμελειοδικείο δικάζει όλα τα πλημμελήματα των ειδικών ποινικών νόμων και του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα εκτός από: α) εκείνα που υπάγονται στην αρμοδιότητα των μικτών ορκωτών δικαστηρίων και εφετείων, καθώς και τα συναφή με αυτά (άρθρα 109, 110, 111 και 128), β) εκείνα που υπάγονται στην αρμοδιότητα του δικαστηρίου ανηλίκων, γ) εκείνα του Δωδεκάτου Κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα, της παρ. 2 του άρθρου 167 και των άρθρων 167Α, 231 και 302 του Ποινικού Κώδικα, δ) εκείνα του Δέκατου και του Εικοστού Τρίτου Κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα που επισύρουν ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών, εκτός του άρθρου 372, του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 375 και των άρθρων 378, 394, 397, 404 του Ποινικού Κώδικα, ε) τα αδικήματα του Ποινικού Κώδικα που επισύρουν ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) ετών.»

Στην παρ. 2 του άρθρου 120 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, περί της αναρμοδιότητας, προστίθεται τρίτο εδάφιο και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Το δικαστήριο, όταν κρίνει ότι είναι αναρμόδιο, παραπέμπει με απόφασή του την υπόθεση στο αντίστοιχο αρμόδιο. Σε αυτήν την περίπτωση έχει δυνητικά τις εξουσίες του άρθρου 315. Για υποθέσεις στις οποίες έχει νόμιμα επιδοθεί κλητήριο θέσπισμα και εκκρεμούν ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, αν πριν από την έναρξη της συζήτησης στο ακροατήριο μεταβληθεί η καθ’ ύλην αρμοδιότητα, οι υποθέσεις αυτές αποσύρονται από τον αρμόδιο εισαγγελέα και εισάγονται στο κατά τόπο αρμόδιο Τριμελές Πλημμελειοδικείο με την επίδοση κλήσης επί της οποίας επιτρέπεται προσφυγή, σύμφωνα με το άρθρο 322, μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την επίδοσή της.»

- Προσαρμογή του ανώτατου ορίου κάθειρξης στις περιπτώσεις επιβολής προσωρινής κράτησης - Τροποποίηση άρθρου 286 ΚΠΔ

Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 286, περί της προσωρινής κράτησης, οι λέξεις «δέκα πέντε» αντικαθίστανται από τις λέξεις «είκοσι (20)» και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί αντί: α) για κατ’ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση, όταν το μέτρο αυτό δεν επαρκεί ή δεν μπορεί να επιβληθεί λόγω έλλειψης γνωστής διαμονής του κατηγορουμένου στη χώρα ή λόγω μη υποβολής από τον τελευταίο σχετικού αιτήματος να υποβληθεί σε αυτό και β) για περιοριστικούς όρους, αν αιτιολογημένα κριθεί ότι τα μέτρα των περ. α) και β) δεν επαρκούν και εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 282, μόνον αν ο κατηγορούμενος διώκεται για κακούργημα και δεν έχει γνωστή διαμονή στην χώρα ή έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει την φυγή του ή κατά το παρελθόν υπήρξε φυγόποινος ή φυγόδικος ή κρίθηκε ένοχος για απόδραση κρατουμένου ή παραβίαση περιορισμών διαμονής και από τη συνδρομή των ανωτέρω στοιχείων προκύπτει σκοπός φυγής του ή κρίνεται αιτιολογημένα ότι αν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανόν, όπως προκύπτει από προηγούμενες αμετάκλητες καταδίκες του για ομοειδείς αξιόποινες πράξεις, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα. Αν η αποδιδόμενη στον κατηγορούμενο πράξη απειλείται στον νόμο με ισόβια κάθειρξη ή πρόσκαιρη κάθειρξη με ανώτατο όριο τα είκοσι (20) έτη ή αν το έγκλημα τελέστηκε κατ’ εξακολούθηση ή στο πλαίσιο εγκληματικής ή τρομοκρατικής οργάνωσης ή υπάρχει μεγάλος αριθμός παθόντων από αυτό, προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί και όταν, με βάση τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης, κρίνεται αιτιολογημένα ότι αν αφεθεί ελεύθερος, είναι πολύ πιθανό να διαπράξει και άλλα εγκλήματα. Μόνο η κατά νόμο βαρύτητα της πράξης δεν αρκεί για την επιβολή προσωρινής κράτησης.»

- Ειδική πρόβλεψη εξόδων σε βάρος κατηγορουμένου που καταδικάστηκε με έκδοση ποινικής διαταγής  - Τροποποίηση άρθρου 577 ΚΠΔ

Στην περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 577, περί εξόδων σε βάρος των κατηγορουμένων που καταδικάστηκαν, προστίθενται οι λέξεις «και επί ποινικών διαταγών πενήντα (50) ευρώ» και η περ. α) διαμορφώνεται ως εξής:

«α) επί αποφάσεων Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, από διακόσια (200) μέχρι τετρακόσια (400) ευρώ και επί ποινικών διαταγών πενήντα (50) ευρώ,».

Δείτε αναλυτικά τον Ν. 5232/2025, όπως δημοσιεύθηκε σε ΦΕΚ, στο et.gr

Ευρωπαϊκή Πολιτική Δικονομία - Β έκδοση
Η απόδειξη των δικαιοπαραγωγικών γεγονότων της χρησικτησίας και ο αναιρετικός της έλεγχος, 2025
send