Αυθαίρετη μετατόπιση ορίων οικογενειακού τάφου ετερόδοξου
Πώς οι μη εφαρμοσθείσες συστάσεις του Συνηγόρου του Πολίτη οδήγησαν στην επιδίκαση αποζημίωσης στην προσφεύγουσα οικογένεια
Το 2017 προσέφυγε στον Συνήγορο χριστιανή μάρτυρας του Ιεχωβά, καταγγέλλοντας την άρνηση του αρμοδίου Δήμου να της χορηγήσει άδεια ευπρεπισμού του οικογενειακού τάφου ιδιοκτησίας της. Από το έτος 1985, η οικογένεια κατέβαλε αδιαλείπτως και εμπροθέσμως τα τέλη για τη χρήση του τάφου, ενώ δεν υπήρξε καμία αμφιβολία για τη νόμιμη χρήση του εν λόγω χώρου ως οικογενειακού τάφου όλο αυτό το χρονικό διάστημα. Η αιτιολογία που προέβαλε ο Δήμος για τη μη χορήγηση άδειας ευπρεπισμού, ήταν ότι ο συγκεκριμένος τάφος δεν είχε τις, απαιτούμενες από το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο, διαστάσεις.
Ο Συνήγορος, σε επιτόπια αυτοψία, διαπίστωσε ότι είχε λάβει χώρα παράνομη μετατόπιση του ορίου του γειτνιάζοντος τάφου, εις βάρος του οικογενειακού τάφου της αναφερόμενης, με αποτέλεσμα τον δραστικό περιορισμό του χώρου ταφής.
Η αυθαίρετη μετατόπιση του ταφικού ορίου, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της αναφερόμενης, οφειλόταν σε κακόπιστες ενέργειες των δικαιούχων του διπλανού τάφου, για λόγους διασφάλισης ευχερέστερης πρόσβασης, αλλά και για λόγους θρησκευτικής μισαλλοδοξίας έναντι της θρησκευτικής κοινότητας στην οποία ανήκει. Σε συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στην έδρα του Δήμου, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, ο Συνήγορος υπέδειξε ως λύση τη μετατόπιση ολόκληρου του τάφου της γειτνιάζουσας οικογένειας που προέβη στην αυθαίρετη μετατόπιση του ταφικού ορίου, κατά τρόπο ώστε αμφότεροι οι τάφοι να έχουν εφεξής τις νόμιμες διαστάσεις.
Ο Δήμος, ενώ φάνηκε να συμφωνεί κατ’ ουσίαν με την προτεινόμενη λύση ως την πλέον ενδεδειγμένη, εξέφρασε επιφυλάξεις για τη διαδικασία που θα έπρεπε να τηρηθεί, ιδίως στην περίπτωση που δεν συναινούσαν στη λύση αυτή και οι δύο οικογένειες. Ειδικότερα ο Δήμος, μολονότι επιδίωξε τη συναινετική επίλυση της διαφοράς των δύο μερών, υποστήριξε ότι, καθώς δεν επήλθε συναίνεση της άλλης οικογένειας, δεν θα μπορούσε να επιβάλει την επίμαχη μεταβολή στα όρια. Επιπλέον, υποστήριξε ότι η σημερινή οριοθέτηση διατηρείται για χρόνια και τυχόν αλλαγή θα προσέκρουε στη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη στη Διοίκηση, ενώ παράλληλα τυχόν μονομερείς ενέργειες του Δήμου θα μπορούσαν να θεωρηθούν αυτοδικία ή φθορά ξένης ιδιοκτησίας.
Ο Συνήγορος αντιπαρέβαλε ότι ο Δήμος δεν είναι τρίτος στην επίμαχη διαφορά, αλλά οφείλει να ασκεί τις νόμιμες πολιτειακές αρμοδιότητές του. Η διαμεσολαβητική του προδιάθεση είναι καταρχήν επαινετή, όμως διατηρεί τη δυνατότητα εξαναγκασμού, ιδίως μάλιστα όταν εν προκειμένω η αυθαίρετη μετατόπιση είναι προφανής και η μη συναίνεση της αντιδικούσας οικογένειας σχετίζεται, όπως προκύπτει από τους ισχυρισμούς της αναφερόμενης και τα γεγονότα που επικαλείται, με το γεγονός ότι οι δικαιούχοι του όμορου τάφου είναι Μάρτυρες του Ιεχωβά.
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, ο Συνήγορος, συνεκτιμώντας τα δεδομένα της υπόθεσης, ζήτησε από τη δημοτική αρχή να δεσμευτεί: α) ότι προτίθεται να υλοποιήσει τη λύση της μετατόπισης των ορίων των τάφων όσο χρειάζεται, προκειμένου αμφότεροι να έχουν εφεξής τις νόμιμες διαστάσεις, και β) ότι οι αναγκαίες ενέργειες θα γίνουν αμέσως μετά την παρέλευση του επιτρεπόμενου χρόνου που απαιτείται από τη διενέργεια της τελευταίας ταφής. Ο Δήμος έλαβε απόφαση ότι θα προβεί στις προτεινόμενες νόμιμες ενέργειες, προς αποκατάσταση των διαστάσεων των όμορων τάφων, μετά την παρέλευση της τετραετίας από την τελευταία ταφή στον εν λόγω χώρο, και ενημέρωσε εγγράφως την Αρχή.
Μετά την παρέλευση της ως άνω προθεσμίας, ο Συνήγορος επανήλθε στο θέμα, ζητώντας ενημέρωση από τον Δήμο για την τελική και σύννομη οριοθέτηση, σύμφωνα με τη σχετική απόφασή του. Αντ’ αυτού, η νεοεκλεγείσα δημοτική αρχή κοινοποίησε στον Συνήγορο γνωμοδότηση δικηγόρου, που συντάχθηκε κατ’ εντολή του Δήμου, στην οποία προτεινόταν, προς διευθέτηση του ζητήματος, είτε η παραχώρηση νέου τάφου στη θιγείσα οικογένεια είτε, εναλλακτικά, η μετατόπιση του ταφικού χώρου της θιγείσας οικογένειας προς τον διάδρομο του κοιμητηρίου.
Απευθυνόμενος εκ νέου στον Δήμο, ο Συνήγορος επισήμανε ότι η πρώτη εκ των ανωτέρω προτάσεων, στον βαθμό που δεν αποκαθιστά τα νόμιμα ταφικά όρια, ουσιαστικά συνιστά επιβράβευση της διαπραχθείσας αυθαιρεσίας, η δε δεύτερη πρόταση είναι απολύτως παράνομη και επανέλαβε την υποχρέωση του Δήμου να αποκαταστήσει τη νομιμότητα.
Λόγω μη ανταπόκρισης του Δήμου, ο Συνήγορος απηύθυνε Πόρισμα στον Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης με το πλήρες ιστορικό και τις διαπιστώσεις του στην υπόθεση.
Η θιγείσα οικογένεια προσέφυγε τελικά δικαστικώς, αξιοποιώντας το σύνολο των εγγράφων και το τελικό Πόρισμα του Συνηγόρου. Εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. Α234/2024 απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Κορίνθου, με την οποία επιδικάστηκε αποζημίωση στην προσφεύγουσα οικογένεια, καθώς το Δικαστήριο της αναγνώρισε την ηθική βλάβη που υπέστη, λόγω των θρησκευτικών της πεποιθήσεων.
Στην ανωτέρω απόφαση γίνεται ρητή αναφορά στο σύνολο των ενεργειών, στις οποίες προέβη ο Συνήγορος, αλλά και των διαπιστώσεων στις οποίες κατέληξε, κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης. Εν τέλει, το σκεπτικό της απόφασης συντάσσεται πλήρως με τις απόψεις που εκφράστηκαν από την Αρχή. Όπως τονίζεται στο σκεπτικό της απόφασης, ο Δήμος οφείλει να εκτελεί προσηκόντως τα καθήκοντα χωροθέτησης των τάφων, ταφής και εκταφής των σωρών, καθώς και ασφαλούς φύλαξης αυτών, προεχόντως, δε, οφείλει να αντιμετωπίζει με σεβασμό τους συγγενείς των νεκρών, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα απρόσκοπτης εκδήλωσης του ενδιαφέροντος επιμέλειας προς τους νεκρούς τους, και απέχοντας από οποιαδήποτε ενέργεια μπορεί να προσβάλει την ψυχική σύνδεσή τους προς τη μνήμη τους. Επίσης, κατά το Δικαστήριο, παρανόμως ο Δήμος παρέλειψε να υλοποιήσει την απόφασή του να προβεί στις οφειλόμενες νόμιμες ενέργειες, μετά την πάροδο της τετραετίας από τον τελευταίο ενταφιασμό στον όμορο οικογενειακό τάφο, ώστε αμφότεροι οι τάφοι να έχουν εφεξής τις νόμιμες διαστάσεις. Το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι η απόφαση παραχώρησης νέου τάφου στην προσφεύγουσα οικογένεια ουδόλως επιδρά στην ήδη γεγενημένη ευθύνη του Δήμου από αδικοπραξία, λόγω παραβίασης της προστατευόμενης εμπιστοσύνης της θιγείσας οικογένειας (υπόθεση 224638).
Από την Ειδική Έκθεση 2024 του ΣτΠ για την Ίση Μεταχείριση