Προσβολή προσωπικών δεδομένων εντολέα από δικηγόρο του: Επιτρεπτή επεξεργασία λόγω υπέρτερου έννομου συμφέροντος (ΜονΕφΚακΑθ 384/2025)
Η προσκόμιση των εν λόγω εγγράφων – προσωπικών δεδομένων του εντολέως ήταν απολύτως αναγκαία για την υπεράσπιση των δικαστικών αξιώσεων της δικηγόρου στα πλαίσια δίκης για συκοφαντική δυσφήμιση εις βάρος της από τον εντολέα
Αθώα κηρύχθηκε από το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων δικηγόρος, η οποία στο πλαίσιο εκδίκασης έγκλησης που είχε υποβάλει κατά εντολέα της για το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης μέσω διαδικτύου, προέβη σε επιτρεπτή επεξεργασία των προσωπικών του δεδομένων (ΜονΕφΚακΑθ 384/2025).
Συγκεκριμένα, κατά την υποβολή έγκλησης για το αδίκημα της συκοφαντικής σε βάρος της δυσφήμιση μέσω διαδικτύου, η δικηγόρος υπέβαλε ως συνημμένα σχετικά έγγραφα ένα εκκαθαριστικό σημείωμα του εγκαλούμενου – εντολέα της, καθώς επίσης και μια βεβαίωση από την οποία προέκυπτε ο τόπος διαμονής αυτού και το μηνιαίο μίσθωμα. Τα έγγραφα αυτά είχαν περιέλθει στην κατοχή της από τον ίδιο τον εγκαλούμενο, στα πλαίσια εκπροσώπησης που της είχε αναθέσει σε υπόθεση τραπεζικής διαμεσολάβησης.
Αμέσως μετά την εκδίκαση της δίκης αυτής για το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης, παραγγέλθηκε από την αρμόδια Εισαγγελία έρευνα σε βάρος της δικηγόρου για το εάν, με την προσκόμιση των ανωτέρω συνημμένων της εγκλήσεως εγγράφων, παραβίασε τις διατάξεις του άρθρου 38 παρ. 2 του ν. 4624/2019.
Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, η κατηγορουμένη ήλθε σε νόμιμη γνώση των ανωτέρω εγγράφων, που αποτελούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε αρχείο, στο πλαίσιο της σύμβασης εντολής που είχε λάβει από τον τελευταίο. Ως εκ τούτου, η οποιαδήποτε επεξεργασία από την κατηγορουμένη και διάχυση των πληροφοριών αυτών σε τρίτους οριοθετείται από τον παραπάνω σκοπό, τον οποίο και έπρεπε να υπηρετεί. Στην προκειμένη, όμως, περίπτωση η κατηγορουμένη μετέβαλε τον σκοπό επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων που είχε στα χέρια της και, στο πλαίσιο της έγκλησης που κατέθεσε σε βάρος του εντολέα της για συκοφαντική δυσφήμιση μέσω διαδικτύου, τα κοινοποίησε σε τρίτα μη δικαιούμενα πρόσωπα, ως τέτοια νοούμενα όλα τα δικαστικά πρόσωπα που έλαβαν γνώση της ανωτέρω ποινικής δικογραφίας.
Η πράξη αυτή συνιστά «παράνομη επέμβαση» στο σύστημα αρχειοθέτησης του υποκειμένου των δεδομένων, κατ' άρθρο 38 παρ. 1 α του ν. 4624/2019, και όχι απλώς «παράνομη επεξεργασία» των προσωπικών του δεδομένων, κατ' άρθρο 38 παρ. 1β του ιδίου νόμου.
Ακολούθως δε, εφόσον τα στοιχεία αυτά, τα οποία η κατηγορουμένη απέκτησε κατά την περ. 1 του άρθρου 38 του άνω νόμου, τα κοινοποίησε σε μη δικαιούμενους τρίτους, όπως είναι οι δικαστές, οι υπάλληλοι, οι επιμελητές και οι εισαγγελείς που ασχολήθηκαν με την υπόθεσή της, συντρέχει, καταρχήν, και προσβολή, που συντελέστηκε με τη «χρήση» σε τρίτους των προσωπικών δεδομένων, κατ' άρθρο 2 του άρθρου 38 του ιδίου νόμου. Η πράξη αυτή της «χρήσης» των προσωπικών δεδομένων, από πλευράς ποινικής απαξίας, είναι βαρύτερη των περιπτώσεων «επέμβασης» και «επεξεργασίας» του αρχείου, δικαιολογείται δε από τον κίνδυνο που εγκυμονεί η ανεξέλεγκτη «κυκλοφορία» των δεδομένων.
Κατά την κρίση του δικαστηρίου, ωστόσο, συντρέχει εν προκειμένω ειδικός λόγος άρσης του αδίκου, κατ' άρθρο 25 του ν. 4624/2019. Το δικαστήριο επεσήμανε ότι η προσκομιδή των εγγράφων αυτών στο Δικαστήριο, για την ποινική καταδίκη του εκεί κατηγορουμένου για συκοφαντική δυσφήμιση σε βάρος της μέσω διαδικτύου, ήταν απολύτως αναγκαία. Τα έγγραφα αυτά ελήφθησαν υπόψη από το δικάσαν δικαστήριο, το οποίο καταδίκασε τον εκεί κατηγορούμενο για το παραπάνω αδίκημα. Τα έγγραφα αυτά ήταν απολύτως αναγκαία για την θεμελίωση των ισχυρισμών της κατηγορουμένης δικηγόρου, γεγονός που επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι αυτή δεν προσκόμισε άλλα προσωπικά έγγραφα του, τα οποία είχε στην κατοχή της από την προηγούμενη αιτία και τα οποία δεν θα είχαν κάποια ουσιώδη επιρροή στη δίκη εκείνη.
Κρίθηκε, συνεπώς, ότι τηρήθηκε από την κατηγορουμένη το αναγκαίο μέτρο αναλογικότητας που οφείλει να έχει όποιος επιχειρεί επιτρεπτή επέμβαση στο αρχείο προσωπικών δεδομένων τρίτου προσώπου.
Απόσπασμα απόφασης
Κατά την διεξαχθείσα ακροαματική διαδικασία, η κατηγορουμένη, προέβαλε νομότυπα τους κάτωθι αυτοτελείς ισχυρισμούς: α) ότι δεν συντρέχει η πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης του άρθρου 38 παρ. 2 του ν. 4624/2019, υπό την οποία διώκεται, καθόσον αυτή προϋποθέτει «επέμβαση» στο αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του εγκαλούντος, την οποία ουδέποτε διέπραξε, β) συντρέχει ειδικός λόγος άρσης του αδίκου, κατ' άρθρο 25 του ιδίου νόμου, γ) δεν υφίσταται το στοιχείο της εναντίωσης του Μ. σε βάρος της. Εξετάζοντας την πράξη της κατηγορουμένης με βάση τις εφαρμοστέες διατάξεις του ν. 4624/2019, λεκτέα τα ακόλουθα: Η κατηγορουμένη ήλθε σε νόμιμη γνώση των ανωτέρω εγγράφων του Μ. που αποτελούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε αρχείο, στο πλαίσιο της σύμβασης εντολής που είχε λάβει από τον τελευταίο, για να προστατεύσει τα συμφέροντά του έναντι της Τράπεζας, επιδιώκοντας το «κούρεμα» της δανειακής του οφειλής. Ως εκ τούτου, η οποιαδήποτε επεξεργασία από την κατηγορουμένη και διάχυση των πληροφοριών αυτών σε τρίτους οριοθετείται από τον παραπάνω σκοπό, τον οποίο και έπρεπε να υπηρετεί. Στην προκειμένη όμως περίπτωση η κατηγορουμένη μετέβαλε τον σκοπό επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων του Μ. που είχε στα χέρια της και, στο πλαίσιο της έγκλησης που κατέθεσε σε βάρος του Μ. για συκοφαντική δυσφήμιση μέσω διαδικτύου, τα κοινοποίησε σε τρίτα μη δικαιούμενα πρόσωπα, ως τέτοια νοούμενα όλα τα δικαστικά πρόσωπα που έλαβαν γνώση της ανωτέρω ποινικής δικογραφίας. Η πράξη αυτή της κατηγορουμένης, σύμφωνα με τις υπ' αριθμ. 4 και 5 προαναφερόμενες μείζονες σκέψεις, συνιστά «παράνομη επέμβαση» στο σύστημα αρχειοθέτησης του Μ., κατ' άρθρο 38 παρ. 1 α του ν. 4624/2019, και όχι απλώς «παράνομη επεξεργασία» των προσωπικών του δεδομένων, κατ' άρθρο 38 παρ. 1β του ιδίου νόμου. Ακολούθως δε, εφόσον τα στοιχεία αυτά, τα οποία η κατηγορουμένη απέκτησε κατά την περ. 1 του άρθρου 38 του άνω νόμου, τα κοινοποίησε σε μη δικαιούμενους τρίτους, όπως είναι οι δικαστές, οι υπάλληλοι, οι επιμελητές και οι εισαγγελείς που ασχολήθηκαν με την υπόθεσή της, συντρέχει, καταρχήν, και προσβολή, που συντελέστηκε με τη «χρήση» σε τρίτους των προσωπικών δεδομένων του Μ., κατ' άρθρο 2 του άρθρου 38 του ιδίου νόμου. Η πράξη αυτή της «χρήσης» των προσωπικών δεδομένων του Μ., από πλευράς ποινικής απαξίας, είναι βαρύτερη των περιπτώσεων «επέμβασης» και «επεξεργασίας» του αρχείου, δικαιολογείται δε από τον κίνδυνο που εγκυμονεί η ανεξέλεγκτη «κυκλοφορία» των δεδομένων. Ενόψει τούτου, η παραπάνω διάταξη, λόγω της βαρύτερης προβλεπόμενης ποινής (φυλάκιση από 10 ημέρες έως 5 έτη αντί φυλάκιση έως 1 έτος), απορροφά τις παραβάσεις της πρώτης παραγράφου του άρθρου 38 του ιδίου νόμου (Νούσκαλης, σε Ειδικοί Ποινικοί Νόμοι, Σαλτάνης/Μαργαρίτης/Ναζίρης, 2024, σελ. 598). Συνεπώς, ο πρώτος ισχυρισμός της κατηγορουμένης ότι δεν πληρούνται οι αντικειμενικές προϋποθέσεις του άρθρου 38παρ. 2 του ν. 4624/2019, κρίνεται απορριπτέος.
Ωστόσο, βάσιμος πρέπει να θεωρηθεί ο δεύτερος αυτοτελής ισχυρισμός περί συνδρομής επιτρεπτής συνδρομής επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του Μ., κατ' άρθρο 25 του ιδίου ως άνω νόμου. Και τούτο διότι η προσκομιδή των εγγράφων αυτών στο Δικαστήριο, για την ποινική καταδίκη του εκεί κατηγορουμένου για συκοφαντική δυσφήμιση σε βάρος της μέσω διαδικτύου, ήταν απολύτως αναγκαία. Ειδικότερα, για να θεμελιώσει η κατηγορουμένη το ψεύδος της απαξιωτικής για την επαγγελματική της υπόσταση φράσης «Μακρυά!!! Μου έταζε θεαματικά αποτελέσματα, κούρεμα οφειλής κλπ. Ακόμα κλαίω τα τρία χιλιάρικα που μου πήρε για 2 ώρες δουλειά χωρίς το αναμενόμενο αποτέλεσμα», που διέρρευσε ο Μ. σε βάρος της στην ιστοσελίδα της στο διαδίκτυο και η οποία αναφέρεται στο ότι του υποσχέθηκε, μέσω νομικών ενεργειών, σημαντικό «κούρεμα» της τραπεζικής του οφειλής, ήταν αναγκαίο να αποδείξει ότι αυτή ουδέποτε του υποσχέθηκε τέτοια μείωση του χρέους του, καθόσον ο ίδιος δεν πληρούσε τα εισοδηματικά κριτήρια, για να τελεσφορήσει η ένταξή του στο νόμο περί υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, την οποία εκκίνησε με τη συμβουλή και προτροπή άλλου δικηγόρου, και η οποία θα ήταν ο μόνος τρόπος δραστικής διαγραφής του δανείου του, όπως επεδίωκε ο ίδιος.
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο dsanet.gr.