logo-print

Άρθρο 4 - Νόμος 2145/1993

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

28/05/1993

Υπό κωδικοποίηση
Η παραγραφή των εγκλημάτων

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ

ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ / ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Ο ρατσιστικός λόγος μίσους ως μορφή του ρατσιστικού εγκλήματος

ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΉΜΕΣ / ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΟΥΣΚΑΛΗΣ

1. η παρ. 3 του άρθρου 6 του ν.1916/1990 αντικαθίσταται ως εξής:

"3. Η παράβαση της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου τιμωρείται με χρηματική ποινή πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) δραχμών μέχρι εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) δραχμών. Η εξ αμελείας παράβαση τιμωρείται με χρηματική ποινή τουλάχιστον ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών.

2. Στο άρθρο 7 του ν.1916/1990 προστίθενται οι παρακάτω παράγραφοι 1 και 2, οι δε υπάρχουσες αριθμούνται σε 3, 4 και 5.

"1. Η ποινική δίωξη για τα κατά τον παρόντα νόμο κακουργήματα τα συναφή προς αυτά κακουργήματα και πλημμελήματα ασκείται από τον Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών, Θεσσαλονίκης ή Πατρών, η δε ανάκριση διεξάγεται από Εφέτη Ανακριτή των ως άνω δικαστηρίων, που ορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 του Κώδικα Οργανισμού των Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών. Στην περίπτωση αυτήν ως συμβούλιο ή δικαστής που διευθύνει το δικαστήριο νοείται του οικείου εφετείου. Για την εφαρμογή της διατάξεως οι περιφέρειες του Εφετείου Πειραιά, Ναυπλίου, Κρήτης, Δωδεκανήσου και Αιγαίου υπάγονται στο Εφετείο Αθηνών, οι περιφέρειες των Εφετείων Ιωαννίνων και Κέρκυρας στο Εφετείο Πατρών και οι περιφέρειες των Εφετείων Θράκης, Δυτικής Μακεδονίας και Λάρισας στο Εφετείο Θεσσαλονίκης. Όπου στον παρόντα νόμο αναφέρεται εισαγγελέας ή συμβούλιο πλημμελειοδικών νοείται ο εισαγγελέας και το συμβούλιο εφετών.

2. Προκειμένου να ασκηθεί η κατά την παράγραφο 1 ποινική δίωξη, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, που έχει επιληφθεί αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν καταγγελίας των σχετικών εγκλημάτων, διαβιβάζει αμέσως το εις χείρας του στοιχεία στον εισαγγελέα εφετών, αναφέροντας σχετικά".

3. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 του ν.1916/1990 διαγράφονται οι λέξεις "εξαιρέσει του εδαφίου ι' της παρ. 1 του άρθρου 1".

4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων 2 και 3 δεν εφαρμόζονται στις εκκρεμείς υποθέσεις για τις οποίες έχει ασκηθεί ποινική δίωξη κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, οι οποίες ως προς τα παραπάνω θέματα εξακολουθούν να διέπονται από το ν. 1916/1990, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίηση του.

5. Το πρώτο εδάφιο της παρ. I του άρθρου 9 του ν.1916/1990 αντικαθίσταται ως εξής:

"1. Αρμόδιος εισαγγελέας, που εποπτεύει το όλο έργο της ανακρίσεως, προανακρίσεως και προκαταρκτικής εξετάσεως για τα εγκλήματα του παρόντος νόμου και τα συναφή προς αυτά, είναι αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο οποίος ορίζεται μαζί με έναν αναπληρωτή του, αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή εισαγγελέα εφετών, με απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου για μια διετία, που μπορεί να ανανεωθεί".

6. Η παρ. 2 του άρθρου 15 του ν.1916/1990 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"2. Αντικατάσταση της προσωρινής κρατήσεως, που διατάχθηκε για κακούργημα, το οποίο αναφέρεται στον παρόντα νόμο, με περιοριστικούς όρους ή άρση της προσωρινής κρατήσεως διατάσσεται με διάταξη του ανακριτή ύστερα από σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα και σε περίπτωση διαφωνίας τους με βούλευμα του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου".

Το προσύμφωνο στο κτηματολογικό δίκαιο - Βιβλιοθήκη Δικαίου Κτηματολογίου Νο 23
Κληρονομικό Δίκαιο Στ έκδοση

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ