1. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 62 του ν.δ. 30267 1954, όπως ισχύει 'περί του Κώδικα των Δικηγόρων" προστίθενται εδάφια, που έχουν ως εξής:
"Δικηγόροι που έχουν εκλεγεί βουλευτές ή ευρωβουλευτές τελούν κατά τη διάρκεια της θητείας τους σε μερική αναστολή του λειτουργήματός τους, η οποία συνίσταται στην απαγόρευση παραστάσεως τους κατά την προδικασία και ενώπιον των δικαστηρίων για υποθέσεις ναρκωτικών (ν. 1729/1987) και οργανωμένου εγκλήματος (ν. 1916/1990). Καθώς και στην απαγόρευση παραστάσεως ενώπιον των κάθε φύσεως δικαστηρίων μονομελούς συνθέσεως. Η ανωτέρω αναστολή δεν ισχύει, αν πρόκειται για υποθέσεις των ιδίων, των συζύγων τους ή συγγενών τους εξ αίματος ή αγχιστείας μέχρι και το δεύτερο βαθμό. Δικηγόροι που απασχολούνται με οποιαδήποτε σχέση εργασίας στα όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, καθώς και σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς, των οποίων είναι μέλος η Ελλάδα, τελούν σε αναστολή ασκήσεως του δικηγορικού λειτουργήματος ή τους δίνεται υποχρεωτικά άδεια για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η απασχόληση τους".
2. Η όλη ποινική διαδικασία κατά βουλευτών, των οποίων αίρεται η ασυλία με απόφαση της Βουλής, πρέπει να περατώνεται εντός ενός έτους από τη διαβίβαση της δικογραφίας από τη Βουλή στην οικεία εισαγγελία πλημμελειοδικών. Για το σκοπό αυτόν όλες οι αντίστοιχες διαδικαστικές πράξεις ενεργούνται από τα αρμόδια όργανα κατά προτίμηση.