1. Ο ιατρός που προσφέρει τις υπηρεσίες του σε οργανισμό κοινωνικής ασφάλισης του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα έχει όλα τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις, όπως αυτές περιγράφονται στο προηγούμενο άρθρο. Ιδίως, δίνει προτεραιότητα στην αποτελεσματική θεραπεία του ασθενή και στη διατήρηση ή και βελτίωση της υγείας του.
2. Ο ιατρός οφείλει να ενεργεί με κύριο γνώμονα το συμφέρον των ασθενών ασφαλισμένων, πάντα όμως στο πλαίσιο του κανονισμού υγειονομικής περίθαλψης του οικείου φορέα κοινωνικής ασφάλισης.
3. Οι σχέσεις ιατρών και ασφαλιστικών οργανισμών διέπονται από το γενικό πλαίσιο δεοντολογίας και τις συμβάσεις που ισχύουν μεταξύ τους.
4. Ιατρός των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 16 του ν. 3850/2010 (Α' 84), ο οποίος έχει σύμβαση ή άλλη σχέση εργασίας με οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα, υποχρεούται να προσκομίζει στην αρμόδια Περιφερειακή Διεύθυνση Επιθεώρησης Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία έγγραφη άδεια της διοίκησης του ασφαλιστικού φορέα, με την οποία θα επιτρέπεται σε αυτόν η άσκηση καθηκόντων ιατρού εργασίας σε συγκεκριμένη επιχείρηση. Ο ιατρός του πρώτου εδαφίου εξαιρείται κατά την άσκηση των καθηκόντων του στον ασφαλιστικό φορέα από την οποιαδήποτε παροχή ιατρικών υπηρεσιών προς ασφαλισμένο σε αυτόν, εφόσον ο ασφαλισμένος εργάζεται σε επιχείρηση στην οποία ο εργαζόμενος ασκεί καθήκοντα ιατρού εργασίας.