logo-print

Άρθρο 15 - Νόμος 3976/2011

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

25/07/2014

Ανώνυμες Εταιρίες
Η ελαττωματική καταγγελία και οι συνέπειές της

ΚΩΣΤΗΣ ΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Άρθρο 15 ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΠΤΗΣΕΩΝ

1) Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να ζητά διαβουλεύσεις, ανά πάσα στιγμή, σχετικά με τα πρότυπα ασφαλείας, σε κάθε τομέα που αφορά τα πληρώματα, τα αεροσκάφη ή τη λειτουργία τους, που υιοθετούνται από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος. Οι διαβουλεύσεις αυτές θα λαμβάνουν χώρα εντός 30 ημερών από την υποβολή του εν λόγω αιτήματος.

2) Εάν μετά τις διαβουλεύσεις αυτές, ένα Συμβαλλόμενο Μέρος διαπιστώσει ότι το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος δεν τηρεί και δεν διαχειρίζεται αποτελεσματικά τα πρότυπα ασφαλείας σε κάθε τέτοιο τομέα, τα οποία είναι τουλάχιστον ίσα με τα ελάχιστα πρότυπα που έχουν θεσπιστεί εκείνη την περίοδο, σύμφωνα με τη Σύμβαση του Σικάγου, το πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος θα ειδοποιεί το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος για τις διαπιστώ-σας αυτές και τα μέτρα που θεωρούνται αναγκαία για τη συμμόρφωση με τα ελάχιστα πρότυπα και αυτό το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος θα λαμβάνει τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα. Η παράλειψη, από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος, λήψης των κατάλληλων μέτρων εντός 15 ημερών ή εντός της μεγαλύτερης χρονικής περιόδου που θα συμφωνηθεί, θα αποτελεί λόγο εφαρμογής του Άρθρου 4 της παρούσας Συμφωνίας.

3) Ανεξάρτητα από τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στο Άρθρο 33 της Σύμβασης του Σικάγου, συμφωνείται ότι οποιοδήποτε αεροσκάφος εκμεταλλεύεται ο αερομεταφορέας ή οι αερομεταφορείς του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους, για δρομολόγια προς ή από την επικράτεια του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους είναι δυνατόν, ενόσω αυτό βρίσκεται στην επικράτεια του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης από τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, επί του αεροσκάφους και γύρω από αυτό, προκειμένου να ελεγχθεί τόσο η εγκυρότητα των εγγράφων του αεροσκάφους και αυτών

του πληρώματός του, όσο και η εμφανής κατάσταση του αεροσκάφους και του εξοπλισμού του (στο παρόν Άρθρο αναφερόμενη ως «επιθεώρηση πίστας»), εφόσον αυτό δεν οδηγεί σε αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

4) Εάν οποιαδήποτε επιθεώρηση πίστας ή σειρά επιθεωρήσεων πίστας προκαλέσει:

α) σοβαρές ανησυχίες ότι ένα αεροσκάφος ή η λειτουργία ενός αεροσκάφους δεν συμμορφώνονται με τα ελάχιστα πρότυπα που έχουν θεσπιστεί εκείνη την περίοδο, σύμφωνα με τη Σύμβαση του Σικάγου, ή

β) σοβαρές ανησυχίες ότι υφίσταται έλλειψη αποτελεσματικής τήρησης και διαχείρισης των προτύπων ασφαλείας που έχουν θεσπισθεί εκείνη την περίοδο, σύμφωνα με τη Σύμβαση του Σικάγου,

το Συμβαλλόμενο Μέρος που προβαίνει στην επιθεώρηση, για τους σκοπούς του Άρθρου 33 της Σύμβασης του Σικάγου, θα είναι ελεύθερο να συμπεράνει ότι οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες το πιστοποιητικό άδειας, όσον αφορά στο εν λόγω αεροσκάφος ή σε σχέση με το πλήρωμα του αεροσκάφους, έχει εκδοθεί ή τέθηκε σε ισχύ, ή ότι οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες λειτουργεί το αεροσκάφος αυτό, δεν είναι ίσες ή ανώτερες από τα ελάχιστα πρότυπα που έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με τη Σύμβαση του Σικάγου.

5) Σε περίπτωση άρνησης πρόσβασης για τους σκοπούς της διεξαγωγής μιας επιθεώρηση πίστας ενός αεροσκάφους που εκμεταλλεύεται ο αερομεταφορέας ή οι αερομεταφορείς ενός Συμβαλλομένου Μέρους, σύμφωνα με την παράγραφο 3 ανωτέρω, από τον εκπρόσωπο του ίδιου του αερομεταφορέα ή των αερομεταφορέων, το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος θα είναι ελεύθερο να συμπεράνει ότι προκύπτουν σοβαρές ανησυχίες, του τύπου που αναφέρεται στην παράγραφο 4 ανωτέρω, και να συνάγει τα συμπεράσματα που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή.

6) Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διατηρεί το δικαίωμα να αναστείλει ή να τροποποιεί ανάλογα την άδεια λειτουργίας ενός αερομεταφορέα ή αερομεταφορέων του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, αμέσως, σε περίπτωση που το πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος καταλήξει στο συμπέρασμα, είτε ως αποτέλεσμα μιας επιθεώρησης πίστας, μιας σειράς επιθεωρήσεων πίστας, μιας άρνησης πρόσβασης για επιθεώρηση πίστας, διαβουλεύσεων ή με άλλο τρόπο, ότι απαιτείται άμεση δράση για την ασφάλεια της λειτουργίας ενός αερομεταφορέα.

7) Κάθε ενέργεια από ένα Συμβαλλόμενο Μέρος, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 6 ανωτέρω, θα διακόπτεται μόλις η βάση για την ανάληψη της δράσης αυτής πάψει να υφίσταται.

8) Στις περιπτώσεις που η Ελληνική Δημοκρατία έχει διορίσει ένα αερομεταφορέα, το ρυθμιστικό έλεγχο του οποίου ασκεί και διατηρεί ένα άλλο Κράτος-Μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τα δικαιώματα του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, δυνάμει του παρόντος Άρθρου, θα ισχύουν εξίσου, σε ό,τι αφορά στην υιοθέτηση, την άσκηση ή τη διατήρηση των προτύπων ασφαλείας από αυτό το άλλο Κράτος-Μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και όσον αφορά στην άδεια λειτουργίας του εν λόγω αερομεταφορέα.

Τα υποκειμενικά και αντικειμενικά όρια της συμφωνίας περί διαιτησίας

ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ

Η ελαττωματική καταγγελία και οι συνέπειές της

ΚΩΣΤΗΣ ΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ